Του Θανάση Κ. (fb)
Η μεγάλη αντίφαση που ζουν οι σύγχρονες δημοκρατίες είναι ότι βραχυχρόνια διψούν για ψέματα - αλλά μακροχρόνια τα ψέματα που πίστεψαν γυρίζουν και τους εκδικούνται σκληρά. (Αντίθετα, οι δικτατορίες είναι πιο ανθεκτικές στη προπαγανδιστική διαχείριση των ψευδών τους. Αν και ούτε κι εκείνες τα καταφέρνουν για πάντα, όπως αποδείχθηκε…)
Βραχυχρόνια στις δημοκρατίες, πριν τις εκλογές οι πολίτες απαιτούν διάφορα και οι πολιτικοί τους τα προσφέρουν – στα λόγια. Αλλιώς, δεν εκλέγονται.
Αλλά μακροχρόνια, οι ανέφικτες υποσχέσεις διαψεύδονται και οι φρούδες προσδοκίες καταρρέουν - οπότε αυτοί που είπαν ψέματα τιμωρούνται και αυτοί που πίστεψαν τα ψέματα τα πληρώνουν.
Αυτός ο κανόνας δεν έχει εξαιρέσεις.
Το μόνο ερώτημα είναι πόσο «μακροχρόνια» έρχεται η ώρα της αλήθειας. Όπως θα δούμε, σε μας τώρα τελειώνουν τα ψέματα.
Οι προηγούμενες δύο γενιές στην Ελλάδα, πίστεψαν πως η συνεχής επέκταση των «παροχών» και της κατανάλωσης, με ταυτόχρονα συρρίκνωση της παραγωγής, θα εξασφάλιζε απρόσκοπτη «κοινωνική ευημερία» και «ανάπτυξη», μόνο και μόνο επειδή ήμασταν πλήρες μέλος στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Και κάπως έτσι οδηγήθηκε η χώρα, τελικά, στην χρεοκοπία. Μόνο που της πήρε καμιά 30αριά χρόνια να το καταλάβει.
Στη συνέχεια οι περισσότεροι Έλληνες πίστεψαν πως με το πρώτο μνημόνιο θα έβγαιναν από την κρίση μέσα σε 2-3 χρόνια, με ένα απλό «δημοσιονομικό συμμάζεμα». Αυτό προέβλεπε το πρώτο μνημόνιο - που ήταν λάθος…
Είχε λάθος πολλαπλασιαστές, είχε λάθος μείγμα πολιτικής (περισσότερους φόρους, μικρότερη περιστολή σπατάλης), δεν προέβλεπε σημαντικές μεταρρυθμίσεις, δεν προέβλεπε αξιοποίηση δημόσιας περιουσίας, δεν προέβλεπε αποτελεσματικό χτύπημα του κρατισμού.
Ο Σαμαράς εντόπισε εγκαίρως από την πρώτη στιγμή αυτά τα σφάλματα! Είπε ξεκάθαρα τότε, ότι το (πρώτο) μνημόνιο ΔΕΝ βγαίνει - και διαπραγματεύθηκε την αλλαγή του μνημονίου. Τα αποτελέσματα της πρώτης διετίας (2010-12) τον δικαίωσαν πλήρως! Και το 2012 κλήθηκε να διαπραγματευθεί το δεύτερο (βελτιωμένο) μνημόνιο και στη συνέχεια να το εφαρμόσει. Τα αποτελέσματα δεν άργησαν να φανούν. Και να τον δικαίωσαν ξανά.
Στα δυόμιση χρόνια (Ιούλιος 2012-Δεκέμβριος 2014) η Ελλάδα κατάφερε:
-- τη μεγαλύτερη δημοσιονομική προσαρμογή που έχει γίνει ποτέ (μείωση ελλείμματος από το 9,5% στο 2,6% του ΑΕΠ) μέσα σε δυόμιση χρόνια - και χωρίς υποτίμηση,
--την ταχύτερη επιστροφή στην ανάπτυξη που έχει υπάρξει ποτέ (από ύφεση 7,2% που παρέλαβε, σε ανάπτυξη 0,7% δύο χρόνια αργότερα!)
--τις περισσότερες αποκρατικοποιήσεις που έχουν γίνει ποτέ στην Ελλάδα (3,6 δισεκατομμύρια είσπραξη στη διετία και συμφωνίες για άλλα τόσα στα επόμενα χρόνια),
--τις περισσότερες μεταρρυθμίσεις και την ταχύτερη βελτίωση ανταγωνιστικότητας που έχει υπάρξει ιστορικά οπουδήποτε (κατά 41 θέσεις τουλάχιστον στη διεθνή κατάταξη – πάντα μέσα σε δυόμιση χρόνια)
--και να μειώνει φόρους την ώρα που προχωρούσε και στη μείωση του ελλείμματος (και ληξιπροθέσμων οφειλών του δημοσίου), πράγμα που επίσης δεν έχει συμβεί ποτέ!
Και τα κατάφερε μέσα σε δυόμιση χρόνια μέσα, ενώ οι αντίπαλοί του δεν έδιναν στην κυβέρνησή του πάνω από έξη μήνες ζωής όταν πρωτο-αναλάμβανε.
Όμως μια κοινωνία συνηθισμένη να ζει στα «βολικά ψέματα» δεν μπορούσε να μάθει να ζει με την αλήθεια. Ακόμα κι όταν η αλήθεια αυτή την έβαζε σε ένα δρόμο ανάπτυξης και επιστροφής στην κανονικότητα. Γιατί η Ελληνική κοινωνία ήταν μαθημένη σε μιαν άλλη «κανονικότητα» – να ζει με κρατισμό και παροχές από δανεικά!
Αλλά και οι εταίροι μας ήταν μαθημένοι πια, σε μιαν Ελλάδα μονίμως «προβληματική». Και δεν ήταν έτοιμοι κι εκείνοι να της δώσουν την ευκαιρία να σταθεί στα πόδια της χωρίς τον ζουρλομανδύα μιας επ’ άπειρον «εποπτείας».
Κι έτσι – κατά παράδοξο τρόπο – η επιτυχία του Σαμαρά λειτούργησε εναντίον του:
Μέσα στην Ελλάδα ένα κομμάτι της κοινωνίας όταν είδε ότι βελτιώνεται η κατάσταση αισθητά, πίστεψε ότι θα μπορούσε να επιστρέψει στον παλιό, γνωστό και βολικό τρόπο: να ζουν με παροχές από δανεικά – με κρατικοδίαιτη κατανάλωση και κρατικοδίαιτη επένδυση.
Κι έτσι, όταν ο Τσίπρας τους πρότεινε ακριβώς αυτό – να σχίσει τα μνημόνια με ένα νόμο κι ένα άρθρο – και να τους επαναφέρει στον «επί Κρόνου βίου» πριν την κρίση, συσπειρώθηκαν γύρω του και την έφεραν στην κυβέρνηση.
Ενώ κι ένα μέρος των δανειστών, όταν διαπίστωσαν πως «ο κακός εαυτός μας» ήταν πολύ δύσκολο να νικηθεί, διευκόλυναν τον Τσίπρα να έλθει – για να τον αναγκάσουν αυτός να κάνει τα πολύ πιο οδυνηρά - που δεν χρειάστηκε να κάνει ο Σαμαράς: Πολύ πιο οδυνηρές περικοπές, πολύ πιο βαριά υπέρ-φορολογηση πολύ πιο μακροχρόνια εποπτεία.
Ή αλλιώς, να αναγκάσουν την Ελλάδα του Τσίπρα, να φύγει από την Ευρώπη.
Αυτά που σας περιέγραψα ως τώρα, όμως, είναι η πολύ «απλοϊκή» εκδοχή του τι έγινε ως τώρα. Γιατί τα πράγματα είναι λίγο πιο μπερδεμένα και σύνθετα.
Να προσθέσουμε λοιπόν, τρία στοιχεία που φέρνουν τα πράγματα πιο κοντά σε μια πολύ σύνθετη πραγματικότητα.
Με δύο κουβέντες:
--Πρώτον, ένα μέρος της Ελληνική κοινωνίας έμαθε γρήγορα και ωρίμασε – κι ας λέμε.
--Δεύτερον, ο Σαμαράς έπεσε από εσωτερικά χτυπήματα κυρίως.
--Και τρίτον, οι εταίροι μας αποδείχθηκαν «πολύ κατώτεροι των περιστάσεων». Όχι μόνο για μας. Αλλά και για τους ίδιους.
Αυτά αν δεν τα λάβουμε υπ’ όψιν δεν θα καταλάβουμε τίποτε για τα από δω και μπρός. Ας τα δούμε λοιπόν, πιο αναλυτικά.
* Πρώτον, συνηθίζουμε να λέμε ότι οι η Ελληνική κοινωνία είναι «ανώριμη» και «κακομαθημένη». Αυτό όμως είναι μόνον η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή, είναι πως ένα σημαντικό μέρος της Ελληνικής κοινωνίας έμαθε γρήγορα μέσα από την κρίση. Έβαλε μυαλό και ωρίμασε.
Ο Τσίπρας κυβερνά σήμερα με το 35,5% που πήρε στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, μαζί με το σχεδόν 4% που πήραν τότε οι ΑΝΕΛ. Σύνολο γύρω στο 40%. Αυτό είναι το «εκλογικό σώμα» που τον στήριξε.
Οι υπόλοιποι είναι απέναντι. Και σήμερα, οι μισοί τουλάχιστον απ’ όσους τον ψήφισαν, έχουν φύγει κι είναι κι αυτοί οργισμένοι μαζί του.
Ο Σαμαράς αντίθετα κυβερνούσε με πολύ παραπάνω: Με 49% και πλέον στην αρχή και με πάνω από 42% στη συνέχεια.
Σήμερα, βάσει των δημοσκοπήσεων: ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ μαζί, με το ζόρι ξεπερνούν το 20% του εκλογικού σώματος (σε πρόθεση ψήφου) - και με αυτό κυβερνούν!
Αντίστοιχα, η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου ουδέποτε έπεσε δημοσκοπικά κάτω από το 30% - και στο τέλος ακόμα, ήταν κοντά στο 33-35%!
Έτσι λοιπόν, η νομιμοποιητική βάση της κυβέρνησης Σαμαρά ήταν – από την αρχή ως το τέλος - πολύ ισχυρότερη από τη νομιμοποιητική βάση που έχει η κυβέρνηση Τσίπρα.
Η Ελληνική κοινωνία λοιπόν, δεν είναι τόσο «ανόητη» ούτε τόσο «αμετανόητη» όσο την φανταζόμαστε. (Παραμένει ωστόσο «βουβή» – αλλά αυτό μπορεί να εγκυμονεί ποικίλες «εκπλήξεις»)
* Δεύτερον, η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου έπεσε περισσότερο από εσωτερικά χτυπήματα – και μάλιστα «ύπουλα», όχι «ανοικτά» – παρά από την «πίεση» των αντιπάλων της.
Ο ίδιος ο Σαμαράς κατάφερε να διατηρήσει ακέραιο το κόμμα του σε κοινοβουλευτική δύναμη, καθ’ όλη τη διάρκεια της διακυβέρνησής του. Ουσιαστικά –τέλειωσε με όσους βουλευτές ξεκίνησε (129 - συν ένα που κέρδισε μετά την προκήρυξη εκλογών, τον Βασίλη Οικονόμου).
Ενώ, θυμίζω ότι ο ΓΑΠ είχε χάσει πάνω από 30 βουλευτές στα δύο χρόνια διακυβέρνησης. Και ο Τσίπρας έχασε 43 βουλευτές στους 6 πρώτους μήνες διακυβέρνησης!
Κι ακόμα, μετά από δυόμιση χρόνια μιας δύσκολης διακυβέρνησης, ο Σαμαράς συγκράτησε την εκλογική του δύναμη με την οποία είχε κερδίσει - έχασε μόλις 1,83% από «φθορά διακυβέρνησης», κάτι που δεν έχει ξαναγίνει ποτέ! Ενώ ο Τσίπρας χάνει ήδη σχεδόν τη μισή εκλογική του δύναμη και θα είναι πολύ τυχερός αν περιορίσει τις απώλειες στο 40% (σε σχέση με τον Σεπτέμβριο του 2015, το ΠΑΣΟΚ στα δυόμιση χρόνια διακυβέρνησης του ΓΑΠ έχασε το 72% της εκλογικής του δύναμής!)
Τρία κομματίδια φτιάχτηκαν ή ενισχύθηκαν από ποικίλα «κέντρα» για να κόψουν δυνάμεις από τη ΝΔ του Σαμαρά: Οι ΑΝΕΛ από τη μία, το Ποτάμι και οι «Κεντρώοι» του Λεβέντη από την άλλη. Τα δύο τελευταία για να «τιμωρήσουν» και το ΠΑΣΟΚ του Βενιζέλου.
Το βέβαιο είναι, πως η διακυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου δέχθηκε επανωτά «πισώπλατα χτυπήματα» από την αρχή ως το τέλος – και μάλιστα τόσο περισσότερα, όσο το έργο της είχε αρχίσει να αποδίδει και να φαίνεται.
Για να μη μιλήσουμε για τους «έξω»: Που κυνηγούσαν τον Σαμαρά για «κενό μερικών εκατοντάδων εκατομμυρίων» στην τελευταία αξιολόγηση, ενώ τώρα έχουν επιβάλει στον Τσίπρα μέτρα 14,5 δισεκατομμυρίων και αποδέχονται να εμφανίζει ως «πλεονάσματα» φανερά και αφανή «ληξιπρόθεσμα» άνω των 5 δισεκατομμυρίων!
Δεν ήταν λοιπόν τόσο η «ανωριμότητα» της κοινωνίας, που δεν άφησε το Σαμαρά να ολοκληρώσει το έργο του ή τουλάχιστον δεν ήταν μόνον αυτό. Ήταν πολύ περισσότερο η ανωριμότητα (ή και φαυλότητα) ενός ευρύτερου πολιτικού συστήματος, που δεν ήθελε να πιστώσει τέτοιαν επιτυχία σε δύο ανθρώπους τους οποίους δεν τους έλεγχε: Το Σαμαρά και το Βενιζέλο.
Επειδή ακριβώς ΔΕΝ τους έλεγχε!
* Τρίτον, για να το κάνουμε ακόμα πιο σύνθετο, είχαμε και μιαν Ευρωπαϊκή ηγεσία σαφώς κατώτερη των περιστάσεων.
Κι αυτό φάνηκε από την κρίση στο μεταναστευτικό, για την οποία είχε προειδοποιήσει τους ξένους ο Σαμαράς! Κρίση που έχει ήδη πυροδοτήσει τεράστιες μετατοπίσεις σε όλη την Ευρώπη και πέραν αυτής. Προκαλώντας καθίζηση παραδοσιακών κομμάτων σε ολόκληρη την Ευρώπη, ανατροπές συσχετισμών, ακόμα και κίνδυνο ακυβερνησίας στην ίδια τη Γερμανία.
Όταν ο Σαμαράς άνοιγε την «Αμυγδαλέζα» και σφράγιζε τα ανατολικά θαλάσσια σύνορα στο Αιγαίο, έβλεπε μακριά.
Αρκεί η σύγκριση με τα τωρινά hot spots, για να αντιληφθεί κανείς πόσο μακριά έβλεπε ο Σαμαράς τότε και πόσες… μακακίες έλεγαν οι επικριτές του, εντός κι εκτός! Που τις πληρώνουν τώρα όλοι!
Μέσα στις χώρες τους οι «έξω». Και στα ίδια τα νησιά τους οι δικοί μας (που πήγαν και ψήφισαν δύο φορές ΣΥΡΙΖΑ και τώρα κλαίνε στη Λέσβο…)
Οι ηγεσίες στην Ευρώπη λοιπόν, αποδείχθηκαν σπιθαμιαίου ύψους και μικρού βεληνεκούς!
Σήμερα η Ελλάδα ζει σε ένα αστερισμό ψεμάτων – ή ψευδαισθήσεων:
--Νομίζει ότι ανήκει στο ευρώ. Και τυπικά, βέβαια, ανήκει.
Στην πραγματικότητα βέβαια, δεν έχει ευρώ! Έχει τράπεζες που δεν δίνουν δάνεια, που πάνε για νέα ανακεφαλαίωση και που βέβαια, τους έχουν επιβληθεί capital controls επ’ αόριστον.
--Νομίζει ότι ανήκει στο Σένγκεν. Αλλά στην πραγματικότητα, όσοι Έλληνες ταξιδεύουν στην Ευρώπη, αρχίζουν να αντιμετωπίζονται ως κάτοικοι τριτοκοσμικών χωρών – εκτός Ευρώπης.
--Νομίζει ότι «βγαίνει από τα μνημόνια» του χρόνου τον Αύγουστο. Στην πραγματικότητα, έχει υπογράψει πρόσθετα και πολύ οδυνηρά μέτρα και για το 2019 και για το 2020, έχει υπογράψει «εποπτεία» και «πλεονάσματα» ως το 2060, και υποθήκευση της περιουσίας της για 99 χρόνια!
Όλα αυτά ήταν αδιανόητα, όταν έβγαινε από το μνημόνιο η κυβέρνηση Σαμαρά το 2014.
--Νομίζει ότι θα πάρει την έδρα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκου (που αποχώρησε από τη Βρετανία μετά το Brexit). Και χάρηκε κι όλα! Στην πραγματικότητα ή έδρα πάει στην Ολλανδία.
Γενικά η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ κι όσοι την πιστεύουν ακόμα, νομίζουν ότι η χώρα επιστρέφει στην κανονικότητα εντός Ευρώπης.
Στην πραγματικότητα οι εταίροι της τη βγάζουν σιγά-σιγά από την Ευρώπη ή μάλλον την βάζουν σε μιαν ιδιότυπη «καραντίνα» της Ευρώπης!
Χωρίς οι ίδιοι οι εταίροι να γνωρίζουν, αν και τι είδους «Ευρώπη» θα υπάρχει αύριο - και ποιοι θα την «τρέχουν».
Όταν τα ψέματα τελειώνουν, έχουμε πάντα μεγάλες ανατροπές.
Και στην περίπτωσή μας - εντός κι εκτός…
Η μεγάλη αντίφαση που ζουν οι σύγχρονες δημοκρατίες είναι ότι βραχυχρόνια διψούν για ψέματα - αλλά μακροχρόνια τα ψέματα που πίστεψαν γυρίζουν και τους εκδικούνται σκληρά. (Αντίθετα, οι δικτατορίες είναι πιο ανθεκτικές στη προπαγανδιστική διαχείριση των ψευδών τους. Αν και ούτε κι εκείνες τα καταφέρνουν για πάντα, όπως αποδείχθηκε…)
Βραχυχρόνια στις δημοκρατίες, πριν τις εκλογές οι πολίτες απαιτούν διάφορα και οι πολιτικοί τους τα προσφέρουν – στα λόγια. Αλλιώς, δεν εκλέγονται.
Αλλά μακροχρόνια, οι ανέφικτες υποσχέσεις διαψεύδονται και οι φρούδες προσδοκίες καταρρέουν - οπότε αυτοί που είπαν ψέματα τιμωρούνται και αυτοί που πίστεψαν τα ψέματα τα πληρώνουν.
Αυτός ο κανόνας δεν έχει εξαιρέσεις.
Το μόνο ερώτημα είναι πόσο «μακροχρόνια» έρχεται η ώρα της αλήθειας. Όπως θα δούμε, σε μας τώρα τελειώνουν τα ψέματα.
Οι προηγούμενες δύο γενιές στην Ελλάδα, πίστεψαν πως η συνεχής επέκταση των «παροχών» και της κατανάλωσης, με ταυτόχρονα συρρίκνωση της παραγωγής, θα εξασφάλιζε απρόσκοπτη «κοινωνική ευημερία» και «ανάπτυξη», μόνο και μόνο επειδή ήμασταν πλήρες μέλος στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Και κάπως έτσι οδηγήθηκε η χώρα, τελικά, στην χρεοκοπία. Μόνο που της πήρε καμιά 30αριά χρόνια να το καταλάβει.
Στη συνέχεια οι περισσότεροι Έλληνες πίστεψαν πως με το πρώτο μνημόνιο θα έβγαιναν από την κρίση μέσα σε 2-3 χρόνια, με ένα απλό «δημοσιονομικό συμμάζεμα». Αυτό προέβλεπε το πρώτο μνημόνιο - που ήταν λάθος…
Είχε λάθος πολλαπλασιαστές, είχε λάθος μείγμα πολιτικής (περισσότερους φόρους, μικρότερη περιστολή σπατάλης), δεν προέβλεπε σημαντικές μεταρρυθμίσεις, δεν προέβλεπε αξιοποίηση δημόσιας περιουσίας, δεν προέβλεπε αποτελεσματικό χτύπημα του κρατισμού.
Ο Σαμαράς εντόπισε εγκαίρως από την πρώτη στιγμή αυτά τα σφάλματα! Είπε ξεκάθαρα τότε, ότι το (πρώτο) μνημόνιο ΔΕΝ βγαίνει - και διαπραγματεύθηκε την αλλαγή του μνημονίου. Τα αποτελέσματα της πρώτης διετίας (2010-12) τον δικαίωσαν πλήρως! Και το 2012 κλήθηκε να διαπραγματευθεί το δεύτερο (βελτιωμένο) μνημόνιο και στη συνέχεια να το εφαρμόσει. Τα αποτελέσματα δεν άργησαν να φανούν. Και να τον δικαίωσαν ξανά.
Στα δυόμιση χρόνια (Ιούλιος 2012-Δεκέμβριος 2014) η Ελλάδα κατάφερε:
-- τη μεγαλύτερη δημοσιονομική προσαρμογή που έχει γίνει ποτέ (μείωση ελλείμματος από το 9,5% στο 2,6% του ΑΕΠ) μέσα σε δυόμιση χρόνια - και χωρίς υποτίμηση,
--την ταχύτερη επιστροφή στην ανάπτυξη που έχει υπάρξει ποτέ (από ύφεση 7,2% που παρέλαβε, σε ανάπτυξη 0,7% δύο χρόνια αργότερα!)
--τις περισσότερες αποκρατικοποιήσεις που έχουν γίνει ποτέ στην Ελλάδα (3,6 δισεκατομμύρια είσπραξη στη διετία και συμφωνίες για άλλα τόσα στα επόμενα χρόνια),
--τις περισσότερες μεταρρυθμίσεις και την ταχύτερη βελτίωση ανταγωνιστικότητας που έχει υπάρξει ιστορικά οπουδήποτε (κατά 41 θέσεις τουλάχιστον στη διεθνή κατάταξη – πάντα μέσα σε δυόμιση χρόνια)
--και να μειώνει φόρους την ώρα που προχωρούσε και στη μείωση του ελλείμματος (και ληξιπροθέσμων οφειλών του δημοσίου), πράγμα που επίσης δεν έχει συμβεί ποτέ!
Και τα κατάφερε μέσα σε δυόμιση χρόνια μέσα, ενώ οι αντίπαλοί του δεν έδιναν στην κυβέρνησή του πάνω από έξη μήνες ζωής όταν πρωτο-αναλάμβανε.
Όμως μια κοινωνία συνηθισμένη να ζει στα «βολικά ψέματα» δεν μπορούσε να μάθει να ζει με την αλήθεια. Ακόμα κι όταν η αλήθεια αυτή την έβαζε σε ένα δρόμο ανάπτυξης και επιστροφής στην κανονικότητα. Γιατί η Ελληνική κοινωνία ήταν μαθημένη σε μιαν άλλη «κανονικότητα» – να ζει με κρατισμό και παροχές από δανεικά!
Αλλά και οι εταίροι μας ήταν μαθημένοι πια, σε μιαν Ελλάδα μονίμως «προβληματική». Και δεν ήταν έτοιμοι κι εκείνοι να της δώσουν την ευκαιρία να σταθεί στα πόδια της χωρίς τον ζουρλομανδύα μιας επ’ άπειρον «εποπτείας».
Κι έτσι – κατά παράδοξο τρόπο – η επιτυχία του Σαμαρά λειτούργησε εναντίον του:
Μέσα στην Ελλάδα ένα κομμάτι της κοινωνίας όταν είδε ότι βελτιώνεται η κατάσταση αισθητά, πίστεψε ότι θα μπορούσε να επιστρέψει στον παλιό, γνωστό και βολικό τρόπο: να ζουν με παροχές από δανεικά – με κρατικοδίαιτη κατανάλωση και κρατικοδίαιτη επένδυση.
Κι έτσι, όταν ο Τσίπρας τους πρότεινε ακριβώς αυτό – να σχίσει τα μνημόνια με ένα νόμο κι ένα άρθρο – και να τους επαναφέρει στον «επί Κρόνου βίου» πριν την κρίση, συσπειρώθηκαν γύρω του και την έφεραν στην κυβέρνηση.
Ενώ κι ένα μέρος των δανειστών, όταν διαπίστωσαν πως «ο κακός εαυτός μας» ήταν πολύ δύσκολο να νικηθεί, διευκόλυναν τον Τσίπρα να έλθει – για να τον αναγκάσουν αυτός να κάνει τα πολύ πιο οδυνηρά - που δεν χρειάστηκε να κάνει ο Σαμαράς: Πολύ πιο οδυνηρές περικοπές, πολύ πιο βαριά υπέρ-φορολογηση πολύ πιο μακροχρόνια εποπτεία.
Ή αλλιώς, να αναγκάσουν την Ελλάδα του Τσίπρα, να φύγει από την Ευρώπη.
Αυτά που σας περιέγραψα ως τώρα, όμως, είναι η πολύ «απλοϊκή» εκδοχή του τι έγινε ως τώρα. Γιατί τα πράγματα είναι λίγο πιο μπερδεμένα και σύνθετα.
Να προσθέσουμε λοιπόν, τρία στοιχεία που φέρνουν τα πράγματα πιο κοντά σε μια πολύ σύνθετη πραγματικότητα.
Με δύο κουβέντες:
--Πρώτον, ένα μέρος της Ελληνική κοινωνίας έμαθε γρήγορα και ωρίμασε – κι ας λέμε.
--Δεύτερον, ο Σαμαράς έπεσε από εσωτερικά χτυπήματα κυρίως.
--Και τρίτον, οι εταίροι μας αποδείχθηκαν «πολύ κατώτεροι των περιστάσεων». Όχι μόνο για μας. Αλλά και για τους ίδιους.
Αυτά αν δεν τα λάβουμε υπ’ όψιν δεν θα καταλάβουμε τίποτε για τα από δω και μπρός. Ας τα δούμε λοιπόν, πιο αναλυτικά.
* Πρώτον, συνηθίζουμε να λέμε ότι οι η Ελληνική κοινωνία είναι «ανώριμη» και «κακομαθημένη». Αυτό όμως είναι μόνον η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή, είναι πως ένα σημαντικό μέρος της Ελληνικής κοινωνίας έμαθε γρήγορα μέσα από την κρίση. Έβαλε μυαλό και ωρίμασε.
Ο Τσίπρας κυβερνά σήμερα με το 35,5% που πήρε στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, μαζί με το σχεδόν 4% που πήραν τότε οι ΑΝΕΛ. Σύνολο γύρω στο 40%. Αυτό είναι το «εκλογικό σώμα» που τον στήριξε.
Οι υπόλοιποι είναι απέναντι. Και σήμερα, οι μισοί τουλάχιστον απ’ όσους τον ψήφισαν, έχουν φύγει κι είναι κι αυτοί οργισμένοι μαζί του.
Ο Σαμαράς αντίθετα κυβερνούσε με πολύ παραπάνω: Με 49% και πλέον στην αρχή και με πάνω από 42% στη συνέχεια.
Σήμερα, βάσει των δημοσκοπήσεων: ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ μαζί, με το ζόρι ξεπερνούν το 20% του εκλογικού σώματος (σε πρόθεση ψήφου) - και με αυτό κυβερνούν!
Αντίστοιχα, η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου ουδέποτε έπεσε δημοσκοπικά κάτω από το 30% - και στο τέλος ακόμα, ήταν κοντά στο 33-35%!
Έτσι λοιπόν, η νομιμοποιητική βάση της κυβέρνησης Σαμαρά ήταν – από την αρχή ως το τέλος - πολύ ισχυρότερη από τη νομιμοποιητική βάση που έχει η κυβέρνηση Τσίπρα.
Η Ελληνική κοινωνία λοιπόν, δεν είναι τόσο «ανόητη» ούτε τόσο «αμετανόητη» όσο την φανταζόμαστε. (Παραμένει ωστόσο «βουβή» – αλλά αυτό μπορεί να εγκυμονεί ποικίλες «εκπλήξεις»)
* Δεύτερον, η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου έπεσε περισσότερο από εσωτερικά χτυπήματα – και μάλιστα «ύπουλα», όχι «ανοικτά» – παρά από την «πίεση» των αντιπάλων της.
Ο ίδιος ο Σαμαράς κατάφερε να διατηρήσει ακέραιο το κόμμα του σε κοινοβουλευτική δύναμη, καθ’ όλη τη διάρκεια της διακυβέρνησής του. Ουσιαστικά –τέλειωσε με όσους βουλευτές ξεκίνησε (129 - συν ένα που κέρδισε μετά την προκήρυξη εκλογών, τον Βασίλη Οικονόμου).
Ενώ, θυμίζω ότι ο ΓΑΠ είχε χάσει πάνω από 30 βουλευτές στα δύο χρόνια διακυβέρνησης. Και ο Τσίπρας έχασε 43 βουλευτές στους 6 πρώτους μήνες διακυβέρνησης!
Κι ακόμα, μετά από δυόμιση χρόνια μιας δύσκολης διακυβέρνησης, ο Σαμαράς συγκράτησε την εκλογική του δύναμη με την οποία είχε κερδίσει - έχασε μόλις 1,83% από «φθορά διακυβέρνησης», κάτι που δεν έχει ξαναγίνει ποτέ! Ενώ ο Τσίπρας χάνει ήδη σχεδόν τη μισή εκλογική του δύναμη και θα είναι πολύ τυχερός αν περιορίσει τις απώλειες στο 40% (σε σχέση με τον Σεπτέμβριο του 2015, το ΠΑΣΟΚ στα δυόμιση χρόνια διακυβέρνησης του ΓΑΠ έχασε το 72% της εκλογικής του δύναμής!)
Τρία κομματίδια φτιάχτηκαν ή ενισχύθηκαν από ποικίλα «κέντρα» για να κόψουν δυνάμεις από τη ΝΔ του Σαμαρά: Οι ΑΝΕΛ από τη μία, το Ποτάμι και οι «Κεντρώοι» του Λεβέντη από την άλλη. Τα δύο τελευταία για να «τιμωρήσουν» και το ΠΑΣΟΚ του Βενιζέλου.
Το βέβαιο είναι, πως η διακυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου δέχθηκε επανωτά «πισώπλατα χτυπήματα» από την αρχή ως το τέλος – και μάλιστα τόσο περισσότερα, όσο το έργο της είχε αρχίσει να αποδίδει και να φαίνεται.
Για να μη μιλήσουμε για τους «έξω»: Που κυνηγούσαν τον Σαμαρά για «κενό μερικών εκατοντάδων εκατομμυρίων» στην τελευταία αξιολόγηση, ενώ τώρα έχουν επιβάλει στον Τσίπρα μέτρα 14,5 δισεκατομμυρίων και αποδέχονται να εμφανίζει ως «πλεονάσματα» φανερά και αφανή «ληξιπρόθεσμα» άνω των 5 δισεκατομμυρίων!
Δεν ήταν λοιπόν τόσο η «ανωριμότητα» της κοινωνίας, που δεν άφησε το Σαμαρά να ολοκληρώσει το έργο του ή τουλάχιστον δεν ήταν μόνον αυτό. Ήταν πολύ περισσότερο η ανωριμότητα (ή και φαυλότητα) ενός ευρύτερου πολιτικού συστήματος, που δεν ήθελε να πιστώσει τέτοιαν επιτυχία σε δύο ανθρώπους τους οποίους δεν τους έλεγχε: Το Σαμαρά και το Βενιζέλο.
Επειδή ακριβώς ΔΕΝ τους έλεγχε!
* Τρίτον, για να το κάνουμε ακόμα πιο σύνθετο, είχαμε και μιαν Ευρωπαϊκή ηγεσία σαφώς κατώτερη των περιστάσεων.
Κι αυτό φάνηκε από την κρίση στο μεταναστευτικό, για την οποία είχε προειδοποιήσει τους ξένους ο Σαμαράς! Κρίση που έχει ήδη πυροδοτήσει τεράστιες μετατοπίσεις σε όλη την Ευρώπη και πέραν αυτής. Προκαλώντας καθίζηση παραδοσιακών κομμάτων σε ολόκληρη την Ευρώπη, ανατροπές συσχετισμών, ακόμα και κίνδυνο ακυβερνησίας στην ίδια τη Γερμανία.
Όταν ο Σαμαράς άνοιγε την «Αμυγδαλέζα» και σφράγιζε τα ανατολικά θαλάσσια σύνορα στο Αιγαίο, έβλεπε μακριά.
Αρκεί η σύγκριση με τα τωρινά hot spots, για να αντιληφθεί κανείς πόσο μακριά έβλεπε ο Σαμαράς τότε και πόσες… μακακίες έλεγαν οι επικριτές του, εντός κι εκτός! Που τις πληρώνουν τώρα όλοι!
Μέσα στις χώρες τους οι «έξω». Και στα ίδια τα νησιά τους οι δικοί μας (που πήγαν και ψήφισαν δύο φορές ΣΥΡΙΖΑ και τώρα κλαίνε στη Λέσβο…)
Οι ηγεσίες στην Ευρώπη λοιπόν, αποδείχθηκαν σπιθαμιαίου ύψους και μικρού βεληνεκούς!
Σήμερα η Ελλάδα ζει σε ένα αστερισμό ψεμάτων – ή ψευδαισθήσεων:
--Νομίζει ότι ανήκει στο ευρώ. Και τυπικά, βέβαια, ανήκει.
Στην πραγματικότητα βέβαια, δεν έχει ευρώ! Έχει τράπεζες που δεν δίνουν δάνεια, που πάνε για νέα ανακεφαλαίωση και που βέβαια, τους έχουν επιβληθεί capital controls επ’ αόριστον.
--Νομίζει ότι ανήκει στο Σένγκεν. Αλλά στην πραγματικότητα, όσοι Έλληνες ταξιδεύουν στην Ευρώπη, αρχίζουν να αντιμετωπίζονται ως κάτοικοι τριτοκοσμικών χωρών – εκτός Ευρώπης.
--Νομίζει ότι «βγαίνει από τα μνημόνια» του χρόνου τον Αύγουστο. Στην πραγματικότητα, έχει υπογράψει πρόσθετα και πολύ οδυνηρά μέτρα και για το 2019 και για το 2020, έχει υπογράψει «εποπτεία» και «πλεονάσματα» ως το 2060, και υποθήκευση της περιουσίας της για 99 χρόνια!
Όλα αυτά ήταν αδιανόητα, όταν έβγαινε από το μνημόνιο η κυβέρνηση Σαμαρά το 2014.
--Νομίζει ότι θα πάρει την έδρα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκου (που αποχώρησε από τη Βρετανία μετά το Brexit). Και χάρηκε κι όλα! Στην πραγματικότητα ή έδρα πάει στην Ολλανδία.
Γενικά η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ κι όσοι την πιστεύουν ακόμα, νομίζουν ότι η χώρα επιστρέφει στην κανονικότητα εντός Ευρώπης.
Στην πραγματικότητα οι εταίροι της τη βγάζουν σιγά-σιγά από την Ευρώπη ή μάλλον την βάζουν σε μιαν ιδιότυπη «καραντίνα» της Ευρώπης!
Χωρίς οι ίδιοι οι εταίροι να γνωρίζουν, αν και τι είδους «Ευρώπη» θα υπάρχει αύριο - και ποιοι θα την «τρέχουν».
Όταν τα ψέματα τελειώνουν, έχουμε πάντα μεγάλες ανατροπές.
Και στην περίπτωσή μας - εντός κι εκτός…