Του Στέλιου Συρμόγλου
Αν και ανάμεσα σε κοινωνικά γκρεμίσματα και εθνικούς κραδασμούς από ανερμάτιστες πολιτικές, αν και κουρασμένοι από την πολιτική βαρβαρότητα που γεννοβολά στείρες προσδοκίες και μας αποστερεί από τη ηρεμία μιας γόνιμης πίστης, εμείς ολισθαίνουμε στην κατηφορική επιφάνεια του πολιτικού ψέματος και προσδοκούμε το απροσδόκητο με ελαφρά τη συνείδησή μας.
Δεν έχουμε συνειδητοποιήσει ότι η κοινωνική ευτυχία δεν είναι ούτε σύνθημα, ούτε πολιτική πομφολυγώδης διδασκαλία. Είναι πλήρωση ψυχής, είναι ησυχασμός της συνείδησης, είναι η βαθύτερη συμφιλίωση μας με όλα εκείνα που συνθέτουν τη ζωή μας και γίνονται η καθημερινή μας εμπειρία.
Είναι κάποτε ή και συχνά η μεγάλη μας μάχη. Μα η μάχη τούτη θέλει τον πολίτη ελεύθερο στρατιώτη, όχι μισθοφόρο ή δούλο ενός κόμματος ή μιας εξουσίας υποχρεωμένης να μεταμφιέζει τον αγώνα της αυτοσυντήρησης της σε μάχη για την υποτιθέμενη ευτυχία της κοινωνίας.
Πόσο η περιφρόνηση προς την αξία της ζωής του Ελληνα έχει κυριαρχήσει στη σημερινή αντίληψη της τωρινής κυβέρνησης, αλλά και των προηγούμενων εξουσιολάγνων, μας το αποκαλύπτει η πολιτική σύγκρουση ανάμεσα στους πολιτικούς της αθλιότητας. Ολοι τους ωστόσο συμφωνούν και κατά καιρούς συζητούν με ψυχραιμία πωρωμένων εγκληματιών, για την αναγκαιότητα διεύρυνσης των υποψηφίων θυμάτων τους.
Και οι πολιτικοί της πομφόλυγας, παρά τις εκτεταμένες συγκρούσεις τους, κλειδοκράτορες πολιτικών μυστικών, γνωρίζουν ασφαλώς πολύ περισσότερα απ' όσα ο αμύητος κοινός πολίτης γνωρίζει.
Μια ψύχραιμη διάγνωση των βασικών αιτίων του νοσήματος των καιρών, ορίζει ένα κοινό σημείο για μια νέα πορεία: την πορεία της επιστροφής του Ελληνα στον Ανθρωπο. Πολιτικά ψέματα, ιδεολογήματα, στείροι αγώνες και η στράτευση συνειδήσεων γύρω από συνθήματα που έχουν υποστεί τη διάβρωση της πράξης, έχουν σήμερα παραμερίσει ότι άλλοτε αποτελούσε την αφετηρία και το στόχο τους.
Πως να γυρίσουμε τώρα στον Ανθρωπο μιας και τον έχουμε αφήσει τόσο πίσω; Με ένα κράτος που είναι ο Μολώχ του Ανθρώπου και Γέεννα η γης όλη;
Και ο Ελληνας σήμερα, δεν έχει καν τη δύναμη να κοιτάξει κατάματα την πραγματικότητά του. Ακολουθεί, με την απιστία στην ψυχή του, με μοναδικό του κίνητρο την πολύ ανθρώπινη μα και πολύ απάνθρωπη ανάγκη της εξασφάλισης μιας επιβίωσης ή και προσωρινού βολέματος, διαλυόμενος μέσα στο δυναμισμό που αναπτύσσει η ομαδική πορεία, ερημίτης μέσα στο πλήθος που είναι και τούτο ένα άθροισμα από απελπισμένους ερημίτες, αναγκασμένους να συμπορεύονται αφού η μοναχική πορεία θα ήταν θάνατος.
Πως να παραμερίσει ο Ελληνας τη "θρησκεία" του πολιτικού ψέματος που διεκδικεί τη θυσία του ανθρωπισμού του για να ανοίξει το σωστικό μονοπάτι, που θα οδηγήσει μακριά από το νέο Τοφέθ, μακριά από το τεράστιο είδωλο του χάλκινου θεού με τα απλωμένα χέρια, που ολοένα μαγνητίζουν το ανύποπτο ανθρωπομάζωμα;
Πως να αξιώσει ο Ελληνας χυμό από τα πολιτικά κουφάρια, που τα έχουν στεγνώσει οι καυτεροί σιμούν του φόβου και του υπερτροφικού ατομικισμού;