Του Στέλιου Συρμόγλου
Τούτο το κείμενο δεν απευθύνεται στους "πανηγυριώτες" των Χριστουγέννων, αλλά σ' όσους η ενανθρώπιση του θείου Λόγου παρέχει τη μοναδική ευκαιρία στους ανθρώπους όλης της Γης να ελέγξουν αν έχουν επιστρέψει ή όχι στη φυσική βαρβαρότητα.
Υπάρχει προς τούτο ένας απλός τρόπος: η σεισμική δόνηση που προκαλεί στην ανθρώπινη ψυχή η Γέννηση του Χριστού, Η ιστορία του Ελληνισμού ήταν στροφή και ορμή προς το ύψιστο και το απρόσιτο, προσέγγιση προς μια θεική πρωταρχή, όπου αναπαυόταν το τέλειο και το απόλυτο. Με το μυστήριο της Γέννησης αυτό το απόλυτο σκηνώνει εδώ και ανανεώνει τη ζωή μας.
Γίνεται πραγματικότητα. Τούτο δεν είναι δεισιδαιμονία, ούτε χαριτωμένος παραλογισμός. Είναι ανάμεσα στο Γεγονέναι και το Εσεσθαι. Είναι η αλήθεια του απρόσιτου. Ετσι ο μεγάλος νόστος πληρούται. Πραγματώνεται μάλιστα κατά την ώρα της μέγιστης απόγνωσης για το υπάρχον, το οποίο απογοήτευσε το νου και τις καρδιές και γι' αυτό έπρεπε να ακυρωθεί. Ακυρώθηκε με τη Γέννηση "ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου".
Τότε παραμερίζεται η ιδέα της σαρκός και εμφανίζεται η σάρξ της ιδέας. Αυτής της σαρκώσεως η σωτηρία είναι η λύτρωση από την έσχατη απόγνωση, την έσχατη απελπισία. Από το χάος των καιρών...
Είναι σαν μια νέα γέννηση του ανθρώπου η Σάρκωση του Χριστού. Με τη γνωριμία Του η ανθρώπινη ύπαρξη εξευγενίζεται και ανακαινίζεται ριζικά. Υπάρχει βέβαια και ε΄νας δεύτερο δρόμος, με τον οποίο θα μπορούσε ίσως ο άνθρωπος να προσεγγίσει το Σπήλαιο και να δει τη Φάτνη. Είναι ο δρόμος, όχι της καρδιάς αλλά του λογικού. Η προσπάθεια για έλλογη σύλληψη και νοητική ερμηνεία. Ο αγώνας για λογική τεκμηρίωση.
Ομως, ο δρόμος αυτός είναι δύσβατος και χάνεται πίσω από τα λαγκάδια του αγνώστου. Εδώ η σχέση του ανθρώπου με τον Σαρκωθέντα είναι έλλογη, όχι βιωματική. Οχι εράσμια. Οχι θερμή. Οχι ζώσα. Οχι πυρωμένη εν πνεύματι. Ο λόγος γίνεται ανατόμος του Θείου Λόγου. Και καθώς ο ανθρώπινος αφλογιστεί, σκανδαλιζεται, διότι το Μυστήριο είναι ξένο και παράδοξο.
Ο χώρος του Απόλυτου εκπέμπει φως εκθαμβωτικό. Σκότος για το νου, ακτινοβολία για την καρδιά, ουράνια δρόσο. Υπάρχει ασφαλώς και ένας τρίτος δρόμος, σύντομος και βατός. Είναι ο δρόμος της ιστορίας. Ούτε οι οξύτεροι επικριτές ή και αρνητές της Αποκαλύψεως τόλμησαν να αμφισβητήσουν ότι η παρουσία του προσώπου του Χριστού αποτελεί τη βαθύτερη τομή μέσα στην παγκόσμια ιστορία.
Οχι μόνο επειδή ο Χριστός "ήλθεν" όταν κυριαρχούσε μια ψυχοφθόρα ηδονή, μια υλόφρων αντίληψη, διαφθορά καλπάζουσα, πολιτιστική ένδεια, κάτι σαν επιθανάτιος ρόγχος, αλλά γιατί ο Χριστιανισμός έχτισε έναν καινούργιο πολιτισμό, ο οποίος εισήγαγε νέες αξίες, ανασυνέθεσε τις παλιές, επηρέασε την κοινωνία, διαπότισε την τέχνη με το πνεύμα του, έδωσε μέγα βάθος στην έννοια του ανθρώπου, ανακαίνισε την κτίση με την "καινήν εντολήν" της αγάπης.
Του Χριστού η ανθρώπινη ύπαρξη γνώριζε ότι "Θεός ανθρώπω ου μίγνυται" .Το Σπήλαιο έδειξε τον Πλάτωνα πλανώμενο. Εκεί η θεοποίηση του Ανθρώπου. Εδώ η ενανθρώπιση του θεού. Εκεί ο αγώνας της Γνώσης. Εδώ ο θρίαμβος της Πίστης. Εκεί η καταπονούσα "Απόκρυφη". Εδώ "Η ου φέρουσα έρευναν" ανεννόητη "Αποκάλυψη".
Με τη Γέννηση του Χριστού δεν αναζητείται πλέον ο Θεός μέσα ή έξω από τη Φύση, αλλά ομιλεί ο ίδιος μέσω των γεγονότων της ιστορίας. Εισέρχεται το Απόλυτο μέσα στο Σχετικό, το αιώνιο και το μακάριο. Είναι μέσα στο ανειρήνευτο Γίγνεσθαι. Η είσοδος είναι αυτή η ενανθρώπιση του Χριστού. Η Αποκάλυψη ήταν αναγκαία, αφού η πενία του ανθρώπινου λόγου δεν επέτρεπε να συλληφθεί νοητικά ο Θεός-Λόγος. και έτσι "Ο Λόγος εγένετο σάρξ".