του
Πέτρου Ι. Μηλιαράκη*
Η
διαρκής επικαιρότητα που αφορά στο
«Σκοπιανό» μετά την αδιαμφισβητήτως
μεγαλειώδη συγκέντρωση της Κυριακής
(21/1) στη Θεσσαλονίκη, επιβάλει την
παράθεση και των κατωτέρω αναφερόμενων
δεδομένων, με την επισημείωση ότι αυτές
οι συγκεντρώσεις δεν πρέπει να
χαρακτηρίζονται από «αχρείαστο πολιτικό
λόγο», ούτε να παρέχουν έδαφος για τη
δημιουργία «αχρείαστων κομματικών
μορφωμάτων». Τέτοιου είδους όμως
συγκεντρώσεις μπορούν να αξιοποιούνται
(και
πρέπει να αξιοποιούνται)
ως «δυνάμεις
πίεσης».
Η σύγχρονη διπλωματία λαμβάνει υπ’
όψιν και ένα απλό lobby
ως δρώσα δύναμη προκειμένου να υποστηρίξει
όχι μόνο δικαιώματα αλλά και συμφέροντα.
Με
τα όσα ενταύθα καταγράφονται (επουδενί
αφορούν επανάληψη προηγουμένων
τοποθετήσεών μου),
επιθυμώ να ολοκληρώσω την τοποθέτησή
μου και τη μέριμνά μου περί το «Σκοπιανό»,
καθόσον επιφυλάσσομαι για το μέλλον να
επανέλθω εάν η επικαιρότητα (θα) το
επιβάλει. Στον παρόντα, όμως,
χρόνο κλείνω τη δημόσια τοποθέτησή μου
στα διαλαμβανόμενα αναφορικώς με την
ονοματοδοσία της γείτονος χώρας (επισήμως
FYROM
–ΠΓΔΜ) με τα παρακάτω:
- η Αρχή «κάθε Έθνος ιδρύει δικό του κράτος»
Το
λεγόμενο «Μακεδονικό
ζήτημα»
που αφορά προέκταση του επίσης λεγόμενου
«Ανατολικού
ζητήματος»,
αιτία του έχει την ιδιάζουσα εθνολογική
σύσταση και ειδικότερα την ιδιάζουσα
εθνολογική σύνθεση του Χριστιανικού
πληθυσμού που αφορά στη γεωγραφική
έκταση της Μακεδονίας. Επιδιώχθηκε δε
σκοπίμως να μετασχηματιστεί το «Μακεδονικό
ζήτημα» σε «εθνικό ζήτημα», έτσι ώστε
να αποκτήσει «εθνική ιδεολογία», όχι
μόνο σε εσφαλμένη, αλλά και σε ανιστόρητη
προϋπόθεση.
Κοντολογίς,
επιδιώχθηκε να καταστεί συνείδηση
κατοίκων των περιοχής ότι «ανήκουν σε
έθνος», το επιλεγόμενο «Μακεδονικό
έθνος», χωρίς όμως να συντρέχουν τα
δεδομένα και τα χαρακτηριστικά ενός
έθνους. Φυσικά, το ζήτημα δεν μπορεί να
αναλυθεί στο παρόν περίγραμμα έτσι ώστε
να υπάρξει η πληρέστερη δυνατή καταγραφή
του. Ο αναγνώστης όμως που έχει
παρακολουθήσει τα προηγούμενα κείμενά
μου (στα
οποία και τον παραπέμπω),
μπορεί να ανατρέξει στα δεδομένα που
ήδη έχω θέσει υπ’ όψιν με κυρίαρχη
αναφορά στην τοποθέτηση της Γ’
Κομμουνιστικής Διεθνούς και στην
πολιτική του Στρατάρχη Τίτο. Ωστόσο στο
παρόν κείμενο μπορούν να λεχθούν και
τα εξής:
1)
Το Φεβρουάριο του 1870 προέκυψαν οι πρώτες
διεκδικήσεις που αφορούσαν επεκτατικές
βλέψεις από πλευράς των Βουλγάρων με
επίκεντρο τη λεγόμενη Βουλγαρική
Εξαρχία. Ο Επίσκοπος της Εξαρχίας
αποδεσμεύθηκε από το Οικουμενικό
Πατριαρχείο και προσπαθούσε δια της
εκκλησιαστικής χειραφέτησης να
δημιουργήσει «εθνική συνείδηση».
Ειδικότερα, με τη Συνθήκη του Αγίου
Στεφάνου, το Μάρτιο του 1878 επιδιώχθηκε
η δημιουργία της «Μεγάλης Βουλγαρίας»
που περιελάμβανε περιοχές όπως το
Μοναστήρι,
την Καβάλα,
την Έδεσσα
και την Καστοριά,
που είχαν αμιγώς ελληνικό χαρακτήρα.
Εξαίρεση αποτελούσαν η Θεσσαλονίκη
και η Χαλκιδική.
2)
Όπως ήταν φυσικό, τόσο οι Έλληνες, όσο
και οι Σέρβοι αντέδρασαν για τη Συνθήκη
αυτή. Η αντίδραση αυτή στηρίχθηκε και
από της ευρωπαϊκές δυνάμεις. Συνέπεια
αυτών των αντιδράσεων ήταν να «αντέξει»
η Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου μόλις
τέσσερις (4) μήνες, καθόσον τον Ιούνιο
του 1878 με τη Συνθήκη του Βερολίνου,
ακυρώθηκε η εκδοχή της «Μεγάλης
Βουλγαρίας» και ιδρύθηκαν δύο αυτόνομες,
αλλά φόρου υποτελείς στο Σουλτάνο
ηγεμονίες: εκείνη της Βουλγαρικής και
εκείνη της Ανατολικής Ρωμυλίας.
3)
Ωστόσο οι Βούλγαροι θεώρησαν ότι «δεν
ηττήθηκαν». Με προπέτασμα τον προσηλυτισμό
(λόγω Εξαρχίας), απευθύνονταν στους
Σλαβόφωνους της περιοχής, επιδιώκοντας
καταρχήν και καταρχάς την εγκαθίδρυση
της «Μεγάλης Βουλγαρίας» μέσω «θρησκευτικής
κοινότητας». Η θρησκευτική όμως αυτή
κοινότητα αποσκοπούσε στη δημιουργία
«πολιτικής οντότητας».
- ο Μακεδονικός Αγώνας
4)
Η σκοτεινή αυτή περίοδος αφορά καταπίεση
του ελληνικού στοιχείου της Μακεδονίας.
Έτσι, εξ ανάγκης συγκροτήθηκε η πρώτη
ελληνική ένοπλη ομάδα το Σεπτέμβριο
του 1904 με Αρχηγό το θρυλικό Παύλο
Μελά.
Ωστόσο, στις 13 Οκτωβρίου 1904, μετά από
καταγγελία των Κομιτατζήδων, οργανώθηκαν
αντάρτικά τουρκικά σώματα και «χτύπησαν»
την πρώτη αυτή ένοπλη ελληνική ομάδα.
(Οι περιοχές που επλήγησαν αφορούσαν
Σιάτιστα και Καστοριά). Οι εχθροπραξίες
αυτές επισφραγίσθηκαν με το θάνατο του
Παύλου Μελά.
5)
Η εξέλιξη αυτή ενώ αντικειμενικώς θα
έπρεπε να καταλήξει σε ηττοπάθεια, εν
τούτοις
ήταν η αιτία να αφυπνιστούν οι Έλληνες
και να αντιδράσουν στους Βούλγαρους με
την οργάνωση του Μακεδονικού
Αγώνα!
Άξιο όμως αναφοράς είναι ότι ο αγώνας
αυτός ξεκίνησε από τους ιστορικούς
Μητροπολίτες της Καστοριάς, της Δράμας,
της Στρωμνίτσας. Η εκκλησία με τους
Ιεράρχες ήταν παρούσα, με τη στήριξη
του Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης.
6)
Η έλλειψη ισονομίας και αυτονομίας των
εθνοτήτων ήταν η αιτία του Α’ Βαλκανικού
Πολέμου, ο οποίος διήρκεσε από 05 Οκτωβρίου
1912 έως 17 Μαϊου 1913. Μετά τη λήξη του
πολέμου αυτού, οι Βούλγαροι διαπιστώνοντας
ότι δεν πετυχαίνουν το σκοπό τους και
ότι δεν υλοποιούνται οι βλέψεις τους,
επιτέθηκαν αιφνιδιαστικώς στις 16 Ιουνίου
1913 κατά των Ελλήνων και των Σέρβων. Έτσι
έλαβε χώρα ο Β’ Βαλκανικός Πόλεμος με
την ήττα της Βουλγαρίας. Η ήττα αυτή
επισφραγίστηκε με την Συνθήκη του
Βουκουρεστίου στις 10 Αυγούστου 1913. Με
τη Συνθήκη αυτή περιήλθαν στην Ελλάδα
η Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία.
- η οριστική καθιέρωση του εδαφικού
7)
Παρά ταύτα οι Βουλγαρικές επιδιώξεις
δεν υποχωρούν. Με την ευκαιρία του Α’
Παγκοσμίου Πολέμου και πριν η Ελλάδα
εμπλακεί σ’ αυτόν, οι Βούλγαροι το Μάιο
του 1916, επιτέθηκαν αιφνιδιαστικώς κατά
της Ελλάδας και κατέλαβαν την Ανατολική
Μακεδονία από το Νέστο ως το Στρυμόνα.
Όμως, η προσχώρηση στη συνέχεια της
Ελλάδας στην Αντάντ (Entente)
τον Ιούνιο του 1917 είχε νικηφόρα κατάληξη,
καθόσον οι «Κεντρικές Δυνάμεις»
ηττήθηκαν. Του πολέμου αυτού επακολούθησε
η Συνθήκη του Νεϋγύ το Νοέμβριο του
1919, οπότε και καθορίστηκε οριστικώς
το μέχρι σήμερα εδαφικό
στο γεωγραφικό χώρο της Μακεδονίας.
Έτσι: α)
Στην Ελλάδα αποδόθηκε η Αρχαία Ελληνική
Μακεδονία ελαττωμένη όμως κατά το 1/10
αυτής, δηλαδή η Ελλάδα κατέλαβε ποσοστό
51,57% επί του εδαφικού, β)
Στη Βουλγαρία αποδόθηκε ένα τμήμα του
βορειοανατολικού γεωγραφικού Μακεδονικού
χώρου, ήτοι η Βουλγαρία κατέλαβε ποσοστό
10,11% επί του εδαφικού και γ)
Στο τότε Βασίλειο Σέρβων-Κροατών και
Σλοβένων, αποδόθηκε το τμήμα του Βαρδάρη
– ήτοι η περιοχή των Σκοπίων, η οποία
κατέλαβε ποσοστό 38,32% επί του εδαφικού. Τα
προαναφερόμενα αποτελούν την προϊστορία
με ενεστώσες όμως καταστάσεις ως προς
το εδαφικό, ενώ ασφαλώς η Βουλγαρία
είναι από κάθε άποψη φίλη χώρα και οι
εθνικισμοί και οι μεγαλοϊδεατισμοί του
παρελθόντος θα πρέπει αμετακλήτως να
καταργηθούν.
Τα
προηγούμενα (όλως
επιγραμματικώς παρατιθέμενα)
αφορούν αντικειμενικώς την ιστορία.
Η ιστορία όμως πρέπει πάντοτε να
λαμβάνεται υπ’ όψιν όταν «αλυτρωτικές
τάσεις» καταγράφονται σε συνταγματικούς
κανόνες οι οποίοι
πρέπει να καταργηθούν. Μόνο έτσι η
πολιτική
συστοιχείται με την Πολιτεία
και αντιστρόφως η Πολιτεία
με την πολιτική.
Και τούτο γιατί
δηλώσεις καλών προθέσεων είναι …«απλώς
δηλώσεις»
- «ένα μύθο θα σας πω» (βλ.δηλώσεις κ.Μάθιου Νίμιτς)
Ο
κ.Μάθιου Νίμιτς (Matthew
Nimetz)
ως
γνωστόν είναι ο διαμεσολαβητής-
«διαπραγματευτής»
στο πλαίσιο του Οργανισμού Ηνωμένων
Εθνών (ΟΗΕ). Ωστόσο ο κ.Μάθιου Νίμιτς ως
διαμεσολαβητής θα πρέπει να απέχει από
οποιαδήποτε δημόσια δήλωση. Άλλως,
εκθέτει την εντολή που του εδόθη. Το
κύρος δε των στελεχών της αμερικανικής
διπλωματίας, όταν εντέλλονται τέτοιων
αντίστοιχων αποστολών, ειδικότερα στο
πλαίσιο Διεθνούς Οργανισμού όπως ο ΟΗΕ,
επιβάλει την εκ προοιμίου αντικειμενικότητα.
Η
θεωρία των διαπραγματεύσεων ως προς το
διαμεσολαβητή έχει και την πρακτική
της. Δηλαδή ο διαμεσολαβητής: α)
οφείλει να εστιάζει στα συμφέροντα της
κάθε πλευράς, αλλά όχι επί εσφαλμένων
και ανιστόρητων προϋποθέσεων, β)
επιβάλλεται να αναπτύσσει όσο το δυνατόν
περισσότερες εναλλακτικές πριν την
ολοκλήρωση της πρότασής του και γ)
έχει χρέος να παρέχει εχέγγυα
αντικειμενικότητας. (Περιττό
να επαναληφθεί το προαναφερόμενο: ότι
επιβάλλεται να απέχει από οποιεσδήποτε
δημόσιες δηλώσεις).
Ο
κ.Μάθιου Νίμιτς προσφάτως αποκάλεσε
τους κατοίκους της γείτονος «Μακεδόνες»
και μιας και κυκλοφορεί ελευθέρως στους
δρόμους της Νέας Υόρκης, μας πληροφόρησε
ότι τον …αναγνώρισε Σκοπιανός της
διασποράς και πως με την ευκαιρία αυτής
της όλως «τυχαίας συνάντησης», ο κ.Μάθιου
Νίμιτς αποκάλεσε το Σκοπιανό πρόσφυγα
«Μακεδόνα».
Όμως,
με όλο το σεβασμό στην προσωπικότητα
του κ.Μάθιου Νίμιτς, αυτή η «τυχαία»
συνάντηση, δυσκόλως γίνεται πιστευτή…
Ο κ.Μάθιου Νίμιτς αποφάσισε «ένα μύθο
να μας πει»...
--------------------------------------------
*
Ο
Πέτρος
Μηλιαράκης
δικηγορεί
στα Ανώτατα
Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας
και στα Ευρωπαϊκά
Δικαστήρια του
Στρασβούργου
και του Λουξεμβούργου
(ECHR
και GC-
EU).