Εθνικολαϊκό Κίνημα και Κώστας Κρυστάλλης (1868-1894)
Γράφει η Δήμητρα Ρετσινά- Φωτεινίδου
Φιλόλογος – Μ.Α. Πολιτικής Φιλοσοφίας Α.Π.Θ.
Γράφει η Δήμητρα Ρετσινά- Φωτεινίδου
Φιλόλογος – Μ.Α. Πολιτικής Φιλοσοφίας Α.Π.Θ.
Η δύναμη της κοινωνίας που ενώνεται σε μια γροθιά είναι αστείρευτη και ακατανίκητη! Το είδαμε στο πρόσφατο «Συλλαλητήριο για την Μακεδονία» στις 21 Ιανουαρίου στην Θεσσαλονίκη και στις 4 Φεβρουαρίου 2018 στην Αθήνα. Σε όγκο και σε παλμό τα Συλλαλητήρια ξεπέρασαν κάθε προσδοκία! Εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου κατέκλυσαν τις πλατείες και τις κεντρικές αρτηρίες της πρωτεύουσας.
Ο ρομαντισμός, ως καλλιτεχνικό κίνημα, εκφράζει την ψυχή του λαού και οι ρομαντικοί ποιητές Διονύσιος Σολωμός και Αντρέας Κάλβος «τραγούδησαν» την φλογερή πατριωτική δράση σύσσωμου του ελληνικού λαού.
Ο δημοτικισμός στην νεοελληνική γλώσσα και η στροφή προς την ηθογραφία και στα λαϊκά θέματα (ηρωικές ιστορίες, θρύλους και παραδόσεις) είναι προοδευτικές κινήσεις στον χώρο των γραμμάτων. Εκπρόσωποι του νέου είδους είναι οΑριστοτέλης Βαλαωρίτης και ο Γιώργος Ζαλοκώστας, συμπατριώτες του Κρυστάλλη.
Στην πρωτοπορία του δημοτικισμού και της ηθογραφίας ανήκει και ο ποιητής Γεώργιος Δροσίνης. Επιβλητικές μορφές του δημοτικισμού είναι ο Κωστής Παλαμάς και οι Γρ. Ξενόπουλος, Α. Καρκαβίτσας, Βλαχογιάννης, Τριανταφύλλου, Γαβριηλίδης.
Η περίπτωση του Ηπειρώτη Κωνσταντίνου Κρυστάλλη έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον, διότι κατόρθωσε να επιβάλλει, στην σύντομη ζωή του, το δωρικό ύφος και το μεγαλόπνοο περιεχόμενο των ποιημάτων του στην καλλιτεχνική πρωτοπορία των Αθηνών.
Γεννημένος το 1867 στην καρδιά της Πίνδου, στο Συρράκο Ιωαννίνων, ο Κωνσταντίνος Κρουστάλλης (όπως ήταν το πραγματικό του επώνυμο), καταγόταν από γενιά βλάχων τσοπάνηδων που είχε καταπιαστεί με το εμπόριο και είχε αφήσει τις στάνες. Η μητέρα του Γιαννούλα, το γένος Ψαλίδα, πέθανε από φυματίωση όταν ο Κωνσταντίνος ήταν δώδεκα ετών.
Από την ίδια αρρώστεια χτυπήθηκε ο ίδιος και τα αδέλφια του. Στη σύντομη ζωή του ο ποιητής δεν μπόρεσε ποτέ να ξεπεράσει τον χαμό της μητέρας του. Ήταν πάντοτε ψυχολογικά καταβεβλημένος. Δεν συγχώρησε τον πατέρα του Δημήτρη που ξανανυμφεύθηκε, γιατί η μητριά του δεν του φερόταν καλά.
Ωστόσο η οικογένεια εγκαταστάθηκε στα Γιάννενα και ο πατέρας του τον έστειλε στο Ελληνικό Γυμνάσιο, δηλαδή στη Ζωσιμαία Σχολή Ιωαννίνων. Από έφηβος έδειξε το ταλέντο του με την ποιητική συλλογή «Αι Σκιαί του Άδου» (1887) που έχει φλογερό επαναστατικό περιεχόμενο σε δεκαπεντασύλλαβο στίχο.
Ηταν η αιτία για να τον κυνηγήσουν οι Τούρκοι, λόγω του εθνικοαπελευθερωτικού μηνύματος που περνά ο νεαρός ποιητής.Το 1889 καταφεύγει στην Αθήνα ενώ το τουρκικό στρατοδικείο τον καταδίκασε ερήμην του σε εικοσιπεντάχρονη εξορία.
Στην Αθήνα, η υγεία του Κρυστάλλη επιβαρύνθηκε λόγω της δουλειάς του σε τυπογραφείο για δύο χρόνια. Ήταν η χαριστική βολή σε μια ευαίσθητη -βιολογικά και ψυχολογικά- φύση. Ωστόσο δημοσίευσε το ιστορικό επύλλιο (σύμφωνα με δικό του χαρακτηρισμό) «Ο Καλόγηρος της Κλεισούρας του Μεσολογγίου» κ.ά.
Στα 1890 υπέβαλε στον«Φιλαδέλφειο» ποιητικό διαγωνισμό τη συλλογή «Αγροτικά» με αντιπάλους τον Κωστή Παλαμά με τα«Μάτια της Ψυχής μου» και τον Ιω. Πολέμη με τα «Ερείπια». Παίρνουν αυτοί τα βραβεία και αυτός τον πρώτο έπαινο. Ήταν μια μεγάλη κατάκτηση!
Στο περιοδικό «Εβδομάς» δημοσίευε σε συνέχειες το λαογραφικό έργο του «Οι Βλάχοι της Πίνδου».Υποστήριζε με ατράνταχτα επιχειρήματα πως οι Βλάχοι είναι ντόπιοι, γνήσιοι Ελληνικοί πληθυσμοί, που υιοθέτησαν μια λατινίζουσα διάλεκτο στον προφορικό τους λόγο, επειδή ως ορεσίβιοι ήλεγχαν τις κλεισούρες και τα περάσματα για χάρη του ρωμαϊκού στρατού. Ας μη ξεχνούμε πως η ρουμανική προπαγάνδα ήθελε να σφετερισθεί, για δικούς της σκοπούς, την καταγωγή αυτών των λαών.
Το 1892 τιμήθηκε επίσης με έπαινο στον Φιλαδέλφειο Διαγωνισμό για την εξαίρετη συλλογή του «Ο Τραγουδιστής του χωριού και της στάνης». Ο Βλάσης Γαβριηλίδης ξεσπαθώνει από την προοδευτική «Ακρόπολη» υπέρ του Κρυστάλλη. Υμνεί το έργο του, που είναι «απλό σαν τριαντάφυλλο, σαν την αυγή, σαν το ελληνικό πνεύμα».
Η επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του υπήρξε ραγδαία, έφυγε για την Κέρκυρα και κατόπιν για την Άρτα, στο σπίτι της αδελφής του, όπου πέθανε σε ηλικία 26 μόλις ετών.