Οι σερβικές αρχές είναι πολύ εξοργισμένες γιατί, με την συνενοχή της Ε.Ε., οι αλβανικές ειδικές δυνάμεις στο Κοσσυφοπέδιο απήγαγαν Σέρβο υπουργό. Σε αυτήν την ατμόσφαιρα, οι Σέρβοι της περιοχής ολοένα και συχνότερα απαιτούν την έλευση στρατιωτικών δυνάμεων, και μάλιστα όχι μόνον από το Βελιγράδι αλλά και από την Μόσχα. Στην πραγματικότητα, το ζήτημα οδηγείται σε έναν νέο πόλεμο για το Κοσσυφοπέδιο. Και φαίνεται ότι στο Βελιγράδι είναι ήδη έτοιμοι γι’ αυτόν.
Απόδοση: Σωτήρης Δημόπουλος
Αναδημοσίευση από: sotiriosdemopoulos.blogspot.gr
Η κατάσταση στο βόρειο Κοσσυφοπέδιο επιδεινώθηκε ραγδαία, αφότου οι Αλβανοί συνέλαβαν τον επικεφαλής του Γραφείου (Υπουργείου) για τις υποθέσεις Κοσόβου και Μετοχίων Μάρκο Ντζούριτς. Στην Κόσοβσκα Μιτρόβιτσα, όπου πλειοψηφούν οι Σέρβοι, σήμανε συναγερμός και οι άνθρωποι αυθόρμητα συγκεντρώθηκαν στην γέφυρα του ποταμού Ίμπαρ, ενώ άρχισαν να κατασκευάζουν οδοφράγματα. Σε αρκετούς αυτοκινητόδρομους, που οδηγούν βαθιά στην περιοχή, οι Σέρβοι μπλόκαραν του δρόμους με φορτηγά. Έκλεισαν τα σχολεία και έστειλαν τους μαθητές σπίτια τους. Στα νοσοκομεία τέθηκε καθεστώς έκτακτης ανάγκης. Αν και ακόμη δεν ακούστηκαν πυροβολισμοί, ωστόσο διευρύνεται η απαίτηση για την είσοδο στην Μιτρόβιτσα (και γενικά σε όλη την βόρεια ζώνη) του σερβικού στρατού.
Σύμφωνα με τη συμφωνία των Βρυξελλών μεταξύ του Βελιγραδίου και της Πρίστινας από το 2013, οι αλβανικές αρχές ήταν υποχρεωμένες να συστήσουν εντός ενός έτους το λεγόμενο Σύνδεσμο των Σερβικών Δήμων, δημιουργώντας έτσι στο βορρά μια ντε φάκτο σερβική αυτόνομη περιοχή, αλλά έως σήμερα δεν έχει γίνει τίποτε. Το τοπικό πολιτικό κόμμα «Σερβική Λίστα» απαιτεί την επιτάχυνση της διαδικασίας και καλεί το Βελιγράδι σε ενεργότερη παρέμβαση. Το Βελιγράδι κρατά επιφυλακτική στάση και καλεί σε συμβιβασμό, κάτι όμως που προκαλεί την έντονα αρνητική αντίδραση των Σέρβων του Κοσσυφοπεδίου, η οποία φτάνει μέχρι και την επιθετική ρητορική προς τη σερβική κυβέρνηση. Η στάση αυτή της κυβέρνησης κρίθηκε ότι έπρεπε να παρουσιαστεί στην ειδική στρογγυλή τράπεζα στην Μιτρόβιτσα μια επιβλητική αντιπροσωπεία, της οποίας ηγείτο ο Ντζούριτς, ως υπουργός, ώστε να πείσει τους Σέρβους της επαρχίας του βορείου Κοσσυφοπεδίου να αναζητήσουν έναν συμβιβασμό.
Οι Αλβανοί ήταν αρχικά κατηγορηματικά αντίθετοι στην έλευση στην Μιτρόβιτσα Σέρβων αξιωματούχων. Το νομικό καθεστώς των διοικητικών συνόρων της Σερβίας με το Κοσσυφοπέδιο δεν είναι ξεκαθαρισμένο, και κάθε πλευρά το ερμηνεύει με το δικό της τρόπο. Στην Πρίστινα θεωρούν ότι αυτά είναι τα κρατικά σύνορα, αν και είναι προσωρινά, και ως εκ τούτου μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν. Για το λόγο αυτό απαγόρευσαν προληπτικά την είσοδο όχι μόνον στον Ντζούριτς αλλά σε πολλούς άλλους, όπως στον επικεφαλής του Γραφείου του Σέρβου προέδρου, Νικολάι Σελάκοβιτς, στον υπουργό Άμυνας Αλέξαντερ Βούλιν, στον υπουργό Πολιτισμού Βλαντάν Βουκοσάβλεβιτς. Ο τελευταίος δεν θα ερχόταν για συζήτηση, αλλά για να επιθεωρήσει την κατάσταση μερικών σερβικών ορθοδόξων μοναστηριών. Αλλά ο επικεφαλής του υπουργείου Εξωτερικών του Κοσσυφοπεδίου Μπενζέτ Πατσόλι δήλωσε ότι «οποιοσδήποτε περάσει από το σημείο ελέγχου Γιάρινε, θα συλληφθεί».
Από πλευράς Βελιγραδίου δεν υφίστανται καν σύνορα, αλλά υπάρχει διαμορφωμένο ένα σύστημα αδειοδότησης εισόδου, λόγω θλιβερών συγκυριών, στο οποίο πρέπει να συμφωνήσει με την Ε.Ε. Γι’ αυτό απαιτείται μόνον να αποστείλει 24 ώρες πριν την είσοδο σχετική ειδοποίηση στην Πρίστινα, και αυτό είναι όλο. Η ειδοποίηση για την επίσκεψη του Ντζούριτς και της συνοδείας του απεστάλη τρεις φορές, αλλά η αλβανική πλευρά απάντησε δια της σιωπής της. Εκ μέρους της Ε.Ε. η Γραμματέας Τύπου του ανώτατου εκπροσώπου για ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας, Μάγια Κοτσιγιάνιτς, προειδοποίησε και τις δύο πλευρές πως πρέπει να τηρούν την ισχύουσα συμφωνία για τις επισκέψεις επισήμων προσώπων. Αυτό είναι η συνηθισμένη απάντηση της «στρουθοκαμηλικής στάσης» της Ε.Ε., όταν γίνεται λόγος για την αυθαιρεσία των Αλβανών του Κοσσυφοπεδίου.
Ο Ντζούριτς και ο Σελάκοβιτς ήλθαν τέσσερεις φορές σε αντιπαράθεση με τους Αλβανούς συνοριοφύλακες, αλλά, τελικώς, έφθασαν στη συνεδρίαση. Ο Ντζούριτς ανέβηκε στο βήμα και τόνισε ότι χωρίς την συμμετοχή των Σέρβων το ζήτημα του Κοσσυφοπεδίου δεν πρόκειται να λυθεί, πολύ περισσότερο με τους Σέρβους του Κοσόβου και Μετοχίων, οι οποίοι τις «δύο τελευταίες δεκαετίες υπέφεραν τόσο πολύ». «Θα ήθελα από εδώ, από την Κόσοβσκα Μιτρόβιτσα, να πληροφορήσω ότι το βόρειο Κόσοβο και Μετόχια δεν υπήρξε ποτέ και ούτε πρόκειται να υπάρξει ως τμήμα του λεγόμενου ανεξάρτητου Κοσόβου, όπως, επίσης, της επονομαζόμενης Μεγάλης Αλβανίας. Αυτά τα σχέδια τα υποστηρίζουν μόνον αυτοί που θέλουν να προκαλέσουν σύγκρουση σε αυτό το έδαφος. Εμείς σήμερα ήλθαμε εδώ, κυρίως, επειδή η Σερβία θέλει να ακούσει εσείς τι θα θέλατε να πείτε για το Κόσοβο και Μετόχια. Όπως έγινε μέχρι τώρα, όλη η Σερβία θα συνεχίσει να είναι μαζί σας» υποσχέθηκε ο Ντζούριτς, τονίζοντας, ότι η πολιτική του προέδρου της Σερβίας είναι η πολιτική της επίτευξης του συμβιβασμού, που σημαίνει ότι και οι Σέρβοι του Κοσσυφοπεδίου «θα πάρουν κάτι».
Ο ηγέτης του κόμματος «Σερβική Λίστα» και Δήμαρχος της Μιτρόβιτσα Γκόραν Ράκιτς χρησιμοποίησε και πάλι τις λέξεις «θα πάρουμε κάτι». Επέδειξε αποφασιστικότητα και κάλεσε για τη «δημιουργία Κοινοπολιτείας Σερβικών Δήμων μονομερώς», αν η Πρίστινα δεν θέλει να εφαρμόσει τις υποχρεώσεις της. «Παρά την πίεση, δεν θα επιτρέψουμε σε κανέναν να μας διχάσει» δήλωσε ο Ράκιτς.
Εκείνη τη στιγμή όρμησαν στο κτίριο κάποιοι με μαύρες κουκούλες και κυανόμαυρες στολές, με την επιγραφή ROSU (Regional Operational Support Unit -ευφημισμός για την αλβανική αστυνομία του βορείου Κοσσυφοπεδίου), όλοι τους οπλισμένοι μέχρι τα δόντια. Έριξαν μερικές χειροβομβίδες κρότου λάμψης και δακρυγόνα. Από την πρώτη στιγμή, οι επιτιθέμενοι έδεσαν τον Ντζούριτς πισθάγκωνα, τον έριξαν σε ένα τζιπ και στη συνέχεια τον μετέφεραν στην Πρίστινα. Ο Ντζούριτς είναι λεπτός και κοντός και το να αντισταθεί σε δίμετρους κακοποιούς με αλεξίσφαιρα γιλέκα και αυτόματα όπλα ήταν αδύνατο. Στον βοηθό του Ντζούριτς έσπασαν δύο πλευρά και του προξένησαν ζημιά στη σπονδυλική στήλη. Τραυματίστηκε σοβαρά και η δημοσιογράφος από τη σερβική τηλεόραση, η οποία προσπάθησε να βιντεοσκοπήσει όσα συνέβαιναν. Ακόμη δεκάδες πολίτες τραυματίστηκαν ελαφρότερα.
Στην Πρίστινα ο Σέρβος υπουργός παραπέμφθηκε σε δίκη, όπου κατηγορήθηκε για παραβίαση συνόρων, τον έβαλαν πάλι σε ένα τζιπ και τον μετέφεραν στο συνοριακό σταθμό «Μέρνταρε», όπου τον άφησαν προς την σερβική πλευρά. Ο Χασίμ Θάτσι επαίνεσε την αστυνομία του για τον «επαγγελματισμό» της, προσθέτοντας: «Αυτό το γεγονός δεν πρέπει να εμποδίσει την επικοινωνία μεταξύ του Κοσσυφοπεδίου και της Σερβίας, τον διάλογο μεταξύ των χωρών και τις προσπάθειες για εξομάλυνση, των σχέσεων καλής γειτονίας και της συμφιλίωσης των λαών».
Ο πρόεδρος της Σερβίας Αλέξαντερ Βούτσιτς συγκάλεσε επείγουσα συνεδρίαση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας. Βγαίνοντας από την συνεδρίαση για να μιλήσει στους δημοσιογράφους, ο Σέρβος ηγέτης ήταν εξαγριωμένος. Κυριολεκτικά άστραφτε και βρόνταγε. Της επιχείρησης για την αρπαγή των Σέρβων αξιωματούχων ηγείτο ο διοικητής της αλβανικής αστυνομίας της περιφέρειας του «Βορρά» λοχαγός Μπεσίμ Χότι, πρώην εκπρόσωπος τύπου της αστυνομίας της περιοχής. Αυτό δεν πρέπει να προκαλεί εντύπωση γιατί οι Αλβανοί δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στις δημόσιες σχέσεις, και βάζουν στις ανάλογες θέσεις άτομα με ικανότητες. Ο Χότι είναι τύπος επαγγελματία δολοφόνου, και το παρελθόν του είναι σκοτεινό. Ωστόσο η τοποθέτησή του έγινε με τη σύμφωνη γνώμη του Βελιγραδίου, σύμφωνα με το πρωτόκολλο Θάτσι-Ντάτσιτς, δεδομένου ότι ήταν υποχρεωμένος να συντονίζει τις ενέργειές του με τις σερβικές αρχές. Μάλιστα αυτός είναι ο άνθρωπος ήταν υπεύθυνος και για τη διερεύνηση της δολοφονίας του Σέρβου πολιτικού Όλιβερ Ιβάνοβιτς, και σχεδόν αμέσως ανακοίνωσε στα αλβανικά ΜΜΕ ότι δεν υπήρχαν καθόλου ενδείξεις.
Στον Χότι υπάγονται οι τοπικές ειδικές δυνάμεις -δύο ομάδες των 15 ατόμων εκάστη, που έχει εκπαιδευθεί από τους Αμερικανούς. Αυτοί κατέφθασαν στο κτίριο, που γινόταν η συνεδρίαση, με 6 αυτοκίνητα, η σύνθεση των οποίων προκάλεσε θύελλα αγανάκτησης στο Βελιγράδι: δύο απ’ αυτά ανήκουν στην τοπική αστυνομία, δύο στις ειδικές δυνάμεις και δύο στο Γραφείο της Ε.Ε. στο Κοσσυφοπέδιο (EULEX). Δηλαδή στο ευρωπαϊκό όργανο, το οποίο θεωρητικά θα έπρεπε να διασφαλίζει τον νόμο και την τάξη.
«Οι Αλβανοί τρομοκράτες έδρασαν με την άμεση υποστήριξη της EULEX. Η EULEX ούτε ενδιαφέρθηκε να αναμειχθεί στην εξιχνίαση της δολοφονίας του Όλιβερ Ιβάνοβιτς. Γιατί κοροϊδεύετε τους Σέρβους, γιατί βασανίζετε τους Σέρβους στο Κοσσυφοπέδιο;» αγανάκτησε ο Βούσιτς. «Κτυπούν δημοσιογράφους της RST (Κρατική Σερβική Τηλεόραση) άλλων καναλιών… Συμμορία, τι περιμένετε από αυτούς;».
Οι αλβανικές ειδικές δυνάμεις, όπως απροσδόκητα αποδείχθηκε, βοηθήθηκαν στην μετάβαση από δύο ντόπιους Σέρβους, με τους οποίους το Βελιγράδι υποσχέθηκε να λογαριαστεί ξεχωριστά (και καλύτερα να μην το σκαλίσουμε τι σημαίνει αυτό). «Όλοι οι συμμετέχοντες στην απαγωγή του Μάρκο Ντζούριτς θα βρεθούν υπόλογοι στη δικαιοσύνη. Θα κινηθεί μια σειρά ποινικών διαδικασιών, θα πληρώσουν όλοι…» είπε ο Βούτσιτς. Οι δημοσιογράφοι ενδιαφέρθηκαν να μάθουν αν μπορεί το Βελιγράδι να υπολογίζει σε ετοιμότητα της αλβανικής πλευράς σε συμβιβασμό. «Όχι, βέβαια. Όλοι τους ψεύδονταν, ποτέ δεν ήταν έτοιμοι για κανέναν συμβιβασμό πάντοτε περίμεναν μόνον πότε θα βρισκόμασταν σε δύσκολη θέση για να αναγνωρίσουμε την ανεξαρτησία του Κοσσυφοπεδίου. Αυτή η δουλειά (η αναζήτηση συμβιβασμού) είναι άνευ νοήματος» είπε ο πρόεδρος.
Μια βασική λεπτομέρεια: η αλβανική αστυνομία, και πολύ περισσότερο οι ειδικές δυνάμεις σύμφωνα με τις διεθνείς συμφωνίες, δεν είχαν κανένα δικαίωμα να εμφανιστούν στην Κόσοβσκα Μιτρόβιτσα. Όπως φαίνεται, για να αποφύγουν την απαγόρευση, χρειάστηκαν και τα δύο τζιπ με το λογότυπο της EULEX. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η απαγωγή του Σέρβου υπουργού και ο ξυλοδαρμός των αξιωματούχων στην Μιτρόβιτσα μπορεί να θεωρηθεί ως επιθετική πράξη από πλευράς αλβανικών αρχών του Κοσσυφοπεδίου με την πλήρη συνενοχή των ευρωπαϊκών δομών.
Η υπομονή του Βελιγραδίου εξαντλείται
Θεωρητικά τίποτε δεν εμποδίζει να μεταφερθούν στην Μιτρόβιτσα και κάποια χωριά της επαρχίας και σερβικές ειδικές δυνάμεις. Αυτό βεβαίως είναι μια ακραία εκδοχή της εξέλιξης των γεγονότων, αλλά μερικά ακόμη τέτοια περιστατικά και όλα μπορούν να γίνουν. Αυτή τη στιγμή οι Σέρβοι έχουν μπλοκάρει με φορτηγά τον αυτοκινητόδρομο στο σημείο ελέγχου «Ζβετσάνι», κάτι που ενοχλεί ιδιαίτερα την αλβανική πλευρά, καθώς κλείνει τον στρατηγικό δρόμο τον οποίο υπό οποιεσδήποτε συνθήκες οφείλει να κρατά ανοιχτό η αλβανική αστυνομία. Με αυτόν τον στόχο και, ίσως, με αίτημα του Χότι, στο βορρά μεταφέρθηκαν 200 αστυνομικοί από την Πρίστινα και το Κόσοβο Πόλε. Τα αλβανικά ΜΜΕ υποστηρίζουν ότι γενικώς η κατάσταση στην Μιτρόβιτσα είναι «φυσιολογική», αλλά οι Αλβανοί, που εργάζονται στην σερβική πλευρά της πόλης και στην Λεσοπάβιτς, προτίμησαν να μην πάνε στην δουλειά, δικαιολογούμενοι για το κλείσιμο των δρόμων.
Η επιδρομή των αλβανικών δυνάμεων στην Μιτρόβιτσα είναι σήμα κινδύνου. Ο σερβικός πληθυσμός αποδείχθηκε περίτρανα ότι είναι απροστάτευτος, και τα διεθνή μέσα και οι ελπίδες για «συμβιβασμό» δεν έχουν αντίκρισμα. Οι Αλβανοί είναι έτοιμοι οποιαδήποτε στιγμή να καταπατήσουν κάθε συμφωνία (και κυριολεκτικώς), και προσφάτως ξεκίνησαν εκστρατεία για την απομάκρυνση όσων ευρωπαϊκών δομών παρακολούθησης έχουν απομείνει. Σε αυτές τις συνθήκες ο σερβικός πληθυσμός ριζοσπαστικοποιείται, αν και προηγουμένως δεν διακρινόταν για την τάση του προς μια ειρηνική στάση.
Στις ομιλίες των τοπικών πολιτικών έγιναν πολλαπλές εκκλήσεις με το αίτημα «σώσε και διατήρησε» προς τη Ρωσία, μέσω της κυβέρνησης του Βελιγραδίου (μάλιστα το Υπουργείο Εξωτερικών της Ρωσίας αντέδρασε έντονα στη σύλληψη του Ντζούριτς, την ώρα που η Ε.Ε. κατηγορούσε για όλα το Βελιγράδι). Αυτό καταφανώς πιέζει τις σερβικές αρχές, οι οποίες τώρα είναι υποχρεωμένες να δείξουν αποφασιστικότητα. Και η κατάσταση μπορεί να ξεφύγει από κάθε έλεγχο οποιαδήποτε στιγμή.
Η κατάσταση στο βόρειο Κοσσυφοπέδιο επιδεινώθηκε ραγδαία, αφότου οι Αλβανοί συνέλαβαν τον επικεφαλής του Γραφείου (Υπουργείου) για τις υποθέσεις Κοσόβου και Μετοχίων Μάρκο Ντζούριτς. Στην Κόσοβσκα Μιτρόβιτσα, όπου πλειοψηφούν οι Σέρβοι, σήμανε συναγερμός και οι άνθρωποι αυθόρμητα συγκεντρώθηκαν στην γέφυρα του ποταμού Ίμπαρ, ενώ άρχισαν να κατασκευάζουν οδοφράγματα. Σε αρκετούς αυτοκινητόδρομους, που οδηγούν βαθιά στην περιοχή, οι Σέρβοι μπλόκαραν του δρόμους με φορτηγά. Έκλεισαν τα σχολεία και έστειλαν τους μαθητές σπίτια τους. Στα νοσοκομεία τέθηκε καθεστώς έκτακτης ανάγκης. Αν και ακόμη δεν ακούστηκαν πυροβολισμοί, ωστόσο διευρύνεται η απαίτηση για την είσοδο στην Μιτρόβιτσα (και γενικά σε όλη την βόρεια ζώνη) του σερβικού στρατού.
Σύμφωνα με τη συμφωνία των Βρυξελλών μεταξύ του Βελιγραδίου και της Πρίστινας από το 2013, οι αλβανικές αρχές ήταν υποχρεωμένες να συστήσουν εντός ενός έτους το λεγόμενο Σύνδεσμο των Σερβικών Δήμων, δημιουργώντας έτσι στο βορρά μια ντε φάκτο σερβική αυτόνομη περιοχή, αλλά έως σήμερα δεν έχει γίνει τίποτε. Το τοπικό πολιτικό κόμμα «Σερβική Λίστα» απαιτεί την επιτάχυνση της διαδικασίας και καλεί το Βελιγράδι σε ενεργότερη παρέμβαση. Το Βελιγράδι κρατά επιφυλακτική στάση και καλεί σε συμβιβασμό, κάτι όμως που προκαλεί την έντονα αρνητική αντίδραση των Σέρβων του Κοσσυφοπεδίου, η οποία φτάνει μέχρι και την επιθετική ρητορική προς τη σερβική κυβέρνηση. Η στάση αυτή της κυβέρνησης κρίθηκε ότι έπρεπε να παρουσιαστεί στην ειδική στρογγυλή τράπεζα στην Μιτρόβιτσα μια επιβλητική αντιπροσωπεία, της οποίας ηγείτο ο Ντζούριτς, ως υπουργός, ώστε να πείσει τους Σέρβους της επαρχίας του βορείου Κοσσυφοπεδίου να αναζητήσουν έναν συμβιβασμό.
Οι Αλβανοί ήταν αρχικά κατηγορηματικά αντίθετοι στην έλευση στην Μιτρόβιτσα Σέρβων αξιωματούχων. Το νομικό καθεστώς των διοικητικών συνόρων της Σερβίας με το Κοσσυφοπέδιο δεν είναι ξεκαθαρισμένο, και κάθε πλευρά το ερμηνεύει με το δικό της τρόπο. Στην Πρίστινα θεωρούν ότι αυτά είναι τα κρατικά σύνορα, αν και είναι προσωρινά, και ως εκ τούτου μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν. Για το λόγο αυτό απαγόρευσαν προληπτικά την είσοδο όχι μόνον στον Ντζούριτς αλλά σε πολλούς άλλους, όπως στον επικεφαλής του Γραφείου του Σέρβου προέδρου, Νικολάι Σελάκοβιτς, στον υπουργό Άμυνας Αλέξαντερ Βούλιν, στον υπουργό Πολιτισμού Βλαντάν Βουκοσάβλεβιτς. Ο τελευταίος δεν θα ερχόταν για συζήτηση, αλλά για να επιθεωρήσει την κατάσταση μερικών σερβικών ορθοδόξων μοναστηριών. Αλλά ο επικεφαλής του υπουργείου Εξωτερικών του Κοσσυφοπεδίου Μπενζέτ Πατσόλι δήλωσε ότι «οποιοσδήποτε περάσει από το σημείο ελέγχου Γιάρινε, θα συλληφθεί».
Από πλευράς Βελιγραδίου δεν υφίστανται καν σύνορα, αλλά υπάρχει διαμορφωμένο ένα σύστημα αδειοδότησης εισόδου, λόγω θλιβερών συγκυριών, στο οποίο πρέπει να συμφωνήσει με την Ε.Ε. Γι’ αυτό απαιτείται μόνον να αποστείλει 24 ώρες πριν την είσοδο σχετική ειδοποίηση στην Πρίστινα, και αυτό είναι όλο. Η ειδοποίηση για την επίσκεψη του Ντζούριτς και της συνοδείας του απεστάλη τρεις φορές, αλλά η αλβανική πλευρά απάντησε δια της σιωπής της. Εκ μέρους της Ε.Ε. η Γραμματέας Τύπου του ανώτατου εκπροσώπου για ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας, Μάγια Κοτσιγιάνιτς, προειδοποίησε και τις δύο πλευρές πως πρέπει να τηρούν την ισχύουσα συμφωνία για τις επισκέψεις επισήμων προσώπων. Αυτό είναι η συνηθισμένη απάντηση της «στρουθοκαμηλικής στάσης» της Ε.Ε., όταν γίνεται λόγος για την αυθαιρεσία των Αλβανών του Κοσσυφοπεδίου.
Ο Ντζούριτς και ο Σελάκοβιτς ήλθαν τέσσερεις φορές σε αντιπαράθεση με τους Αλβανούς συνοριοφύλακες, αλλά, τελικώς, έφθασαν στη συνεδρίαση. Ο Ντζούριτς ανέβηκε στο βήμα και τόνισε ότι χωρίς την συμμετοχή των Σέρβων το ζήτημα του Κοσσυφοπεδίου δεν πρόκειται να λυθεί, πολύ περισσότερο με τους Σέρβους του Κοσόβου και Μετοχίων, οι οποίοι τις «δύο τελευταίες δεκαετίες υπέφεραν τόσο πολύ». «Θα ήθελα από εδώ, από την Κόσοβσκα Μιτρόβιτσα, να πληροφορήσω ότι το βόρειο Κόσοβο και Μετόχια δεν υπήρξε ποτέ και ούτε πρόκειται να υπάρξει ως τμήμα του λεγόμενου ανεξάρτητου Κοσόβου, όπως, επίσης, της επονομαζόμενης Μεγάλης Αλβανίας. Αυτά τα σχέδια τα υποστηρίζουν μόνον αυτοί που θέλουν να προκαλέσουν σύγκρουση σε αυτό το έδαφος. Εμείς σήμερα ήλθαμε εδώ, κυρίως, επειδή η Σερβία θέλει να ακούσει εσείς τι θα θέλατε να πείτε για το Κόσοβο και Μετόχια. Όπως έγινε μέχρι τώρα, όλη η Σερβία θα συνεχίσει να είναι μαζί σας» υποσχέθηκε ο Ντζούριτς, τονίζοντας, ότι η πολιτική του προέδρου της Σερβίας είναι η πολιτική της επίτευξης του συμβιβασμού, που σημαίνει ότι και οι Σέρβοι του Κοσσυφοπεδίου «θα πάρουν κάτι».
Ο ηγέτης του κόμματος «Σερβική Λίστα» και Δήμαρχος της Μιτρόβιτσα Γκόραν Ράκιτς χρησιμοποίησε και πάλι τις λέξεις «θα πάρουμε κάτι». Επέδειξε αποφασιστικότητα και κάλεσε για τη «δημιουργία Κοινοπολιτείας Σερβικών Δήμων μονομερώς», αν η Πρίστινα δεν θέλει να εφαρμόσει τις υποχρεώσεις της. «Παρά την πίεση, δεν θα επιτρέψουμε σε κανέναν να μας διχάσει» δήλωσε ο Ράκιτς.
Εκείνη τη στιγμή όρμησαν στο κτίριο κάποιοι με μαύρες κουκούλες και κυανόμαυρες στολές, με την επιγραφή ROSU (Regional Operational Support Unit -ευφημισμός για την αλβανική αστυνομία του βορείου Κοσσυφοπεδίου), όλοι τους οπλισμένοι μέχρι τα δόντια. Έριξαν μερικές χειροβομβίδες κρότου λάμψης και δακρυγόνα. Από την πρώτη στιγμή, οι επιτιθέμενοι έδεσαν τον Ντζούριτς πισθάγκωνα, τον έριξαν σε ένα τζιπ και στη συνέχεια τον μετέφεραν στην Πρίστινα. Ο Ντζούριτς είναι λεπτός και κοντός και το να αντισταθεί σε δίμετρους κακοποιούς με αλεξίσφαιρα γιλέκα και αυτόματα όπλα ήταν αδύνατο. Στον βοηθό του Ντζούριτς έσπασαν δύο πλευρά και του προξένησαν ζημιά στη σπονδυλική στήλη. Τραυματίστηκε σοβαρά και η δημοσιογράφος από τη σερβική τηλεόραση, η οποία προσπάθησε να βιντεοσκοπήσει όσα συνέβαιναν. Ακόμη δεκάδες πολίτες τραυματίστηκαν ελαφρότερα.
Στην Πρίστινα ο Σέρβος υπουργός παραπέμφθηκε σε δίκη, όπου κατηγορήθηκε για παραβίαση συνόρων, τον έβαλαν πάλι σε ένα τζιπ και τον μετέφεραν στο συνοριακό σταθμό «Μέρνταρε», όπου τον άφησαν προς την σερβική πλευρά. Ο Χασίμ Θάτσι επαίνεσε την αστυνομία του για τον «επαγγελματισμό» της, προσθέτοντας: «Αυτό το γεγονός δεν πρέπει να εμποδίσει την επικοινωνία μεταξύ του Κοσσυφοπεδίου και της Σερβίας, τον διάλογο μεταξύ των χωρών και τις προσπάθειες για εξομάλυνση, των σχέσεων καλής γειτονίας και της συμφιλίωσης των λαών».
Ο πρόεδρος της Σερβίας Αλέξαντερ Βούτσιτς συγκάλεσε επείγουσα συνεδρίαση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας. Βγαίνοντας από την συνεδρίαση για να μιλήσει στους δημοσιογράφους, ο Σέρβος ηγέτης ήταν εξαγριωμένος. Κυριολεκτικά άστραφτε και βρόνταγε. Της επιχείρησης για την αρπαγή των Σέρβων αξιωματούχων ηγείτο ο διοικητής της αλβανικής αστυνομίας της περιφέρειας του «Βορρά» λοχαγός Μπεσίμ Χότι, πρώην εκπρόσωπος τύπου της αστυνομίας της περιοχής. Αυτό δεν πρέπει να προκαλεί εντύπωση γιατί οι Αλβανοί δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στις δημόσιες σχέσεις, και βάζουν στις ανάλογες θέσεις άτομα με ικανότητες. Ο Χότι είναι τύπος επαγγελματία δολοφόνου, και το παρελθόν του είναι σκοτεινό. Ωστόσο η τοποθέτησή του έγινε με τη σύμφωνη γνώμη του Βελιγραδίου, σύμφωνα με το πρωτόκολλο Θάτσι-Ντάτσιτς, δεδομένου ότι ήταν υποχρεωμένος να συντονίζει τις ενέργειές του με τις σερβικές αρχές. Μάλιστα αυτός είναι ο άνθρωπος ήταν υπεύθυνος και για τη διερεύνηση της δολοφονίας του Σέρβου πολιτικού Όλιβερ Ιβάνοβιτς, και σχεδόν αμέσως ανακοίνωσε στα αλβανικά ΜΜΕ ότι δεν υπήρχαν καθόλου ενδείξεις.
Στον Χότι υπάγονται οι τοπικές ειδικές δυνάμεις -δύο ομάδες των 15 ατόμων εκάστη, που έχει εκπαιδευθεί από τους Αμερικανούς. Αυτοί κατέφθασαν στο κτίριο, που γινόταν η συνεδρίαση, με 6 αυτοκίνητα, η σύνθεση των οποίων προκάλεσε θύελλα αγανάκτησης στο Βελιγράδι: δύο απ’ αυτά ανήκουν στην τοπική αστυνομία, δύο στις ειδικές δυνάμεις και δύο στο Γραφείο της Ε.Ε. στο Κοσσυφοπέδιο (EULEX). Δηλαδή στο ευρωπαϊκό όργανο, το οποίο θεωρητικά θα έπρεπε να διασφαλίζει τον νόμο και την τάξη.
«Οι Αλβανοί τρομοκράτες έδρασαν με την άμεση υποστήριξη της EULEX. Η EULEX ούτε ενδιαφέρθηκε να αναμειχθεί στην εξιχνίαση της δολοφονίας του Όλιβερ Ιβάνοβιτς. Γιατί κοροϊδεύετε τους Σέρβους, γιατί βασανίζετε τους Σέρβους στο Κοσσυφοπέδιο;» αγανάκτησε ο Βούσιτς. «Κτυπούν δημοσιογράφους της RST (Κρατική Σερβική Τηλεόραση) άλλων καναλιών… Συμμορία, τι περιμένετε από αυτούς;».
Οι αλβανικές ειδικές δυνάμεις, όπως απροσδόκητα αποδείχθηκε, βοηθήθηκαν στην μετάβαση από δύο ντόπιους Σέρβους, με τους οποίους το Βελιγράδι υποσχέθηκε να λογαριαστεί ξεχωριστά (και καλύτερα να μην το σκαλίσουμε τι σημαίνει αυτό). «Όλοι οι συμμετέχοντες στην απαγωγή του Μάρκο Ντζούριτς θα βρεθούν υπόλογοι στη δικαιοσύνη. Θα κινηθεί μια σειρά ποινικών διαδικασιών, θα πληρώσουν όλοι…» είπε ο Βούτσιτς. Οι δημοσιογράφοι ενδιαφέρθηκαν να μάθουν αν μπορεί το Βελιγράδι να υπολογίζει σε ετοιμότητα της αλβανικής πλευράς σε συμβιβασμό. «Όχι, βέβαια. Όλοι τους ψεύδονταν, ποτέ δεν ήταν έτοιμοι για κανέναν συμβιβασμό πάντοτε περίμεναν μόνον πότε θα βρισκόμασταν σε δύσκολη θέση για να αναγνωρίσουμε την ανεξαρτησία του Κοσσυφοπεδίου. Αυτή η δουλειά (η αναζήτηση συμβιβασμού) είναι άνευ νοήματος» είπε ο πρόεδρος.
Μια βασική λεπτομέρεια: η αλβανική αστυνομία, και πολύ περισσότερο οι ειδικές δυνάμεις σύμφωνα με τις διεθνείς συμφωνίες, δεν είχαν κανένα δικαίωμα να εμφανιστούν στην Κόσοβσκα Μιτρόβιτσα. Όπως φαίνεται, για να αποφύγουν την απαγόρευση, χρειάστηκαν και τα δύο τζιπ με το λογότυπο της EULEX. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η απαγωγή του Σέρβου υπουργού και ο ξυλοδαρμός των αξιωματούχων στην Μιτρόβιτσα μπορεί να θεωρηθεί ως επιθετική πράξη από πλευράς αλβανικών αρχών του Κοσσυφοπεδίου με την πλήρη συνενοχή των ευρωπαϊκών δομών.
Η υπομονή του Βελιγραδίου εξαντλείται
Θεωρητικά τίποτε δεν εμποδίζει να μεταφερθούν στην Μιτρόβιτσα και κάποια χωριά της επαρχίας και σερβικές ειδικές δυνάμεις. Αυτό βεβαίως είναι μια ακραία εκδοχή της εξέλιξης των γεγονότων, αλλά μερικά ακόμη τέτοια περιστατικά και όλα μπορούν να γίνουν. Αυτή τη στιγμή οι Σέρβοι έχουν μπλοκάρει με φορτηγά τον αυτοκινητόδρομο στο σημείο ελέγχου «Ζβετσάνι», κάτι που ενοχλεί ιδιαίτερα την αλβανική πλευρά, καθώς κλείνει τον στρατηγικό δρόμο τον οποίο υπό οποιεσδήποτε συνθήκες οφείλει να κρατά ανοιχτό η αλβανική αστυνομία. Με αυτόν τον στόχο και, ίσως, με αίτημα του Χότι, στο βορρά μεταφέρθηκαν 200 αστυνομικοί από την Πρίστινα και το Κόσοβο Πόλε. Τα αλβανικά ΜΜΕ υποστηρίζουν ότι γενικώς η κατάσταση στην Μιτρόβιτσα είναι «φυσιολογική», αλλά οι Αλβανοί, που εργάζονται στην σερβική πλευρά της πόλης και στην Λεσοπάβιτς, προτίμησαν να μην πάνε στην δουλειά, δικαιολογούμενοι για το κλείσιμο των δρόμων.
Η επιδρομή των αλβανικών δυνάμεων στην Μιτρόβιτσα είναι σήμα κινδύνου. Ο σερβικός πληθυσμός αποδείχθηκε περίτρανα ότι είναι απροστάτευτος, και τα διεθνή μέσα και οι ελπίδες για «συμβιβασμό» δεν έχουν αντίκρισμα. Οι Αλβανοί είναι έτοιμοι οποιαδήποτε στιγμή να καταπατήσουν κάθε συμφωνία (και κυριολεκτικώς), και προσφάτως ξεκίνησαν εκστρατεία για την απομάκρυνση όσων ευρωπαϊκών δομών παρακολούθησης έχουν απομείνει. Σε αυτές τις συνθήκες ο σερβικός πληθυσμός ριζοσπαστικοποιείται, αν και προηγουμένως δεν διακρινόταν για την τάση του προς μια ειρηνική στάση.
Στις ομιλίες των τοπικών πολιτικών έγιναν πολλαπλές εκκλήσεις με το αίτημα «σώσε και διατήρησε» προς τη Ρωσία, μέσω της κυβέρνησης του Βελιγραδίου (μάλιστα το Υπουργείο Εξωτερικών της Ρωσίας αντέδρασε έντονα στη σύλληψη του Ντζούριτς, την ώρα που η Ε.Ε. κατηγορούσε για όλα το Βελιγράδι). Αυτό καταφανώς πιέζει τις σερβικές αρχές, οι οποίες τώρα είναι υποχρεωμένες να δείξουν αποφασιστικότητα. Και η κατάσταση μπορεί να ξεφύγει από κάθε έλεγχο οποιαδήποτε στιγμή.