Περίπου μία πενταετία πριν εκδηλώσουν τα πρώτα κλινικά αναγνωρισμένα συμπτώματα της σκλήρυνσης κατά πλάκας, οι ασθενείς είναι πολύ πιθανό να επισκεφτούν τον γιατρό τους για να αντιμετωπίσουν ενοχλήσεις που πλέον θα αναγνωρίζονται ως «προάγγελοι» της αυτοάνοσης νόσου.
Αναδημοσίευση από: onmed.gr
Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα μιας νέας και εξαιρετικά ενδιαφέρουσας επιστημονικής μελέτης από το Πανεπιστήμιο της Βρετανικής Κολομβίας στον Καναδά.
Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα μιας νέας και εξαιρετικά ενδιαφέρουσας επιστημονικής μελέτης από το Πανεπιστήμιο της Βρετανικής Κολομβίας στον Καναδά.
Η μελέτη, η μεγαλύτερη μέχρι σήμερα που έχει επιχειρήσει να καταγράψει τα συμπτώματα που εκδηλώνουν οι ασθενείς πριν διαγνωστούν με σκλήρυνση, ενδεχομένως θα επιτρέψει στους γιατρούς να εντοπίζουν τη νόσο και να ξεκινούν την αναγκαία θεραπεία όσο το δυνατόν νωρίτερα, με απώτερο στόχο να επιβραδύνουν την εξέλιξη της σκλήρυνσης κατά πλάκας και να αποτρέψουν ως έναν βαθμό τις σοβαρές βλάβες που αυτή προκαλεί στον εγκέφαλο και τον νωτιαίο μυελό.
Η σκλήρυνση κατά πλάκας, γνωστή και ως πολλαπλή σκλήρυνση, είναι αποτέλεσμα της «επίθεσης» που εξαπολύει το ανοσοποιητικό σύστημα κατά της μυελίνης, της ουσίας που περιβάλλει τους νευρικούς άξονες και λειτουργεί σαν «μόνωση», επιτρέποντας την ταχεία μεταφορά ηλεκτρικών σημάτων. Όταν η μυελίνη καταστρέφεται, διαταράσσεται η ομαλή επικοινωνία μεταξύ του εγκεφάλου και των υπόλοιπων οργάνων και συστημάτων του σώματος, οδηγώντας μεταξύ άλλων σε προβλήματα όρασης, μυϊκή αδυναμία, δυσκολίες στον κινητικό συντονισμό και την ισορροπία, καθώς και σε νοητικά ελλείμματα. Επειδή το φάσμα των συμπτωμάτων της σκλήρυνσης είναι αρκετά ευρύ, τα συμπτώματα μπορεί να παραπέμπουν σε άλλες νόσους ή να είναι παροδικά, η διάγνωση συχνά αποτελεί πρόκληση για τους γιατρούς. Η σκλήρυνση κατά πλάκας συνήθως επιβεβαιώνεται με τη διενέργεια μαγνητικής τομογραφίας, εξέταση των νευρικών ώσεων (των ηλεκτρικών σημάτων που επιτρέπουν την επικοινωνία μεταξύ των νευρικών κυττάρων) ή ανάλυση του νωτιαίου υγρού.
Ωστόσο, πριν εκδηλωθούν οι παραπάνω τυπικές κλινικές εκδηλώσεις της σκλήρυνσης, περίπου μία πενταετία νωρίτερα, οι ασθενείς είναι έως και τέσσερις φορές πιθανότερο να αναζητήσουν θεραπεία για διαταραχές του νευρικού συστήματος, όπως ο πόνος ή τα προβλήματα ύπνου, και 50% πιθανότερο να χρειαστούν τη συμβουλή ψυχιάτρου, διαπίστωσαν οι ερευνητές από το καναδικό πανεπιστήμιο.
Στο πλαίσιο της μελέτης τους, οι ερευνητές, με επικεφαλής τη Δρ Έλεν Τρέμλετ, καθηγήτρια στο Τμήμα Νευρολογίας του Πανεπιστημίου της Βρετανικής Κολομβίας, ανέλυσαν το ιατρικό ιστορικό 14.000 ασθενών με σκλήρυνση, συγκρίνοντάς το με το ιστορικό 67.000 ανθρώπων που δεν έπασχαν από τη νόσο (ομάδα ελέγχου).
Από τα στοιχεία προέκυψε πως η ινομυαλγία, πάθηση που χαρακτηρίζεται από τον γενικευμένο μυοσκελετικό πόνο, ήταν τρεις φορές συχνότερη μεταξύ των ατόμων που αργότερα διαγνώστηκαν με σκλήρυνση απ’ ό,τι στην ομάδα ελέγχου, ενώ η συχνότητα του συνδρόμου ευερέθιστου εντέρου ήταν σχεδόν διπλάσια στην ομάδα των ασθενών.
Δύο ακόμη παθήσεις φάνηκε να πλήττουν συχνότερα τα άτομα με σκλήρυνση –πριν διαγνωστούν με την αυτοάνοση νόσο: οι διαταραχές ημικρανίας και οι διαταραχές της διάθεσης ή οι αγχώδεις διαταραχές, στις οποίες περιλαμβάνεται η κατάθλιψη και η διπολική διαταραχή.
Η νέα μελέτη, η οποία δημοσιεύεται αναλυτικά στην επιθεώρηση Multiple Sclerosis Journal, παρέχει ισχυρά τεκμήρια υπέρ της θεωρίας ότι η σκλήρυνση κατά πλάκας χαρακτηρίζεται από προειδοποιητικά συμπτώματα –πρόδρομα συμπτώματα, όπως λέγονται στον χώρο της Ιατρικής– που δεν αποτελούν τυπικές εκδηλώσεις της νόσου, όπως ισχύει για παράδειγμα για τη θολή όραση και το μούδιασμα στα άκρα. Μέχρι πρόσφατα, στα ιατρικά εγχειρίδια αναφερόταν σαφώς ότι η σκλήρυνση κατά πλάκας δεν χαρακτηρίζεται από πρόδρομα συμπτώματα.
«Η ύπαρξη τέτοιων ‘προειδοποιητικών ενδείξεων’ είναι ευρέως αποδεκτή για το Αλτσχάιμερ και το Πάρκινσον, ελάχιστα όμως ήταν μέχρι τώρα τα ερευνητικά στοιχεία σχετικά με αντίστοιχες εκδηλώσεις στη σκλήρυνση κατά πλάκας» αναφέρει η Δρ Τρέμλετ. «Το επόμενο βήμα θα είναι να εξετάσουμε βαθύτερα το φαινόμενο αυτό για να διαπιστώσουμε αν τα πρόδρομα συμπτώματα σχετίζονται για παράδειγμα με το φύλο, την ηλικία ή τον τύπο σκλήρυνσης κατά πλάκας που θα εκδηλώσει ένας ασθενής» προσθέτει η ειδικός.