Μέσα στη βαθειά θλίψη και την απέραντη δυστυχία που σκέπασε τη χώρα σαν ένα μαύρο πέπλο, υπάρχει κάποιο φώς; υπάρχει κάποια χαραμάδα ελπίδας; Κάποια, έστω μικρή, υποψία, μιας καλύτερης μέρας; Ή τουλάχιστον, μια μικρή ένδειξη ότι αντέχουμε ως λαός;
Αντωνοπούλου-Πανάγου Ηλέκτρα
Εδώ και οκτώ χρόνια, δεν ακούς τίποτα άλλο εκτός από ταλαιπωρίες, πολύ δύσκολα οικονομικά προβλήματα, δυστυχίες, αυτοκτονίες, θανάτους νέων ανθρώπων, έτσι στα ξαφνικά, καταστροφές...
Έχουμε όλοι φορτωθεί, ένα τεράστιο φορτίο στενοχώριας, λύπης, απόγνωσης...
Κι ήρθαν οι τελευταίες πυρκαγιές στην Αττική, να προσθέσουν ένα ακόμα μεγάλο βάρος. Το μεγαλύτερο ίσως – αν και κάθε ανθρώπινη τραγωδία απαιτεί τον ολοκληρωτικό σεβασμό μας και δεν μπαίνει σε καμμιά ζυγαριά – από κάθε άλλη δυστυχία, πρόσφατη ή παλαιότερη.
Πιό πολύ η καταστροφή από την πύρινη λαίλαπα στην Ανατολική Αττική είναι που πονάει όλους μας περισσότερο. Γιατί; Επειδή χάθηκαν πολλά μικρά παιδιά. Επειδή χάθηκαν αγγελούδια, που δεν πρόλαβαν να χαρούν. Επειδή χάθηκαν πολλοί άνθρωποι σε μικρό χρονικό διάστημα, χωρίς κανένα λόγο.
Δεν θα ασχοληθώ εδώ με τις ευθύνες που έχει η Πολιτεία, το Κράτος που λέμε συνήθως. Έχω γράψει γι αυτό και ίσως να ξαναγράψω για το τι έπραξαν και δεν έπραξαν, κατά την δική μου πάντα ταπεινή γνώμη.
Αυτό που έχει τεράστια σημασία πάντως, είναι η έκταση, η ένταση, η διάρκεια και το βάθος της αλληλεγγύης και της αλληλοβοήθειας, πού έδειξε ο απλός Έλληνας ανταποκρινόμενος στις ανάγκες που δημιουργήθηκαν από την καταστροφική πυρκαγιά.
Είναι γεγονός, ότι από το 2010 και μετά, ο Ελληνικός Λαός υφίσταται μιά, άνευ προηγουμένου επίθεση, κατασυκοφάντησης, διαβολής, υποτίμησης, απαξίωσης. Μην ξεχνάμε ότι αυτό το ξεκίνησε η ίδια η πολιτική του ηγεσία και το συνεχίζει μέχρι σήμερα, με διάφορους τρόπους και χαρακτηρισμούς. Όλα αυτά, με σκοπό να καμφθεί το φρόνημά του, να εξουδετερωθεί η αντίστασή του, να διαλυθεί ο ψυχικός του κόσμος, να εξαφανιστεί ό,τι τον έκανε να γράφει σελίδες ιστορίας στο παρελθόν. Με δυό λόγια: να γίνουμε κάτι άλλο.
Κι ήρθε αυτή η ανείπωτη πίκρα για τους νεκρούς, η βαθειά λύπη για την καταστροφή να καταδείξει, ότι ακόμα αντέχουμε. Ότι δεν κλειστήκαμε στον εαυτούλη μας. Ότι δεν γίναμε σκληροί, απάνθρωποι. Ότι δεν χάσαμε την ανθρωπιά μας.
Χιλιάδες έτρεξαν να δώσουν αίμα. Τόσοι, ώστε καλύφθηκαν οι ανάγκες όλης της χώρας σε δυό μέρες. Τόσοι ώστε να ανακοινωθεί ότι δεν χρειάζεται πλέον άλλο.
Χιλιάδες έτρεξαν να βοηθήσουν. Να ψάξουν στα καμένα σπίτια. Να βοηθήσουν στην στέγαση όσων έχασαν τις εστίες τους. Να δώσουν φάρμακα, ρούχα, νερό, παπούτσια, τρόφιμα, πράγματα που είχαν και έχουν άμεση ανάγκη οι πυρόπληκτοι.
Όλοι έτρεξαν. Όλοι βοήθησαν και βοηθούν. Από όλη την Ελλάδα. Από κάθε γωνιά της. Και το πιό θαυμαστό: άνθρωποι που έχουν χάσει τα πάντα, λόγω της παρατεταμένης και βαθειάς οικονομικής κρίσης, που μας επιβλήθηκε ουσιαστικά, έδωσαν κι αυτοί από το υστέρημά τους. Συγκινητικές περιπτώσεις περιγράφουν οι εθελοντές, στα social media: Άνθρωποι που έδωσαν μισό πακέτο μακαρόνια, ένα σακουλάκι παξιμάδια, ένα μπουκάλι νερό.
Εθελοντές που έφτασαν από παντού. Νέα παιδιά που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα για βοήθεια. Που άφησαν τη δική τους οικογένεια για να βοηθήσουν. Που πήραν άδεια απο τις δουλειές τους – όσοι εργάζονται – για να σταθούν δίπλα σε όσους έχουν την ανάγκη τους.
Ας αναλογιστούμε για λίγο την ένταση του μυνήματος αυτού. Είμαστε εδώ, λένε όλοι. Είμαστε μαζί, δίπλα σας. Θα σας στηρίξουμε, όσο κι όπως μπορούμε. Είμαστε ένα.
Δεν αποξενωθήκαμε λοιπόν. Δεν ξεχάσαμε την ανθρωπιά μας. Δεν μας διέλυσαν.
Είμαστε μια κοινωνία που έχει τραβήξει πολλά, πάρα πολλά. Και υποφέρει συνεχώς. Λοιδωρηθήκαμε, εξευτελιστήκαμε, ποδοπατηθήκαμε.
Αλλά στα δύσκολα βγαίνουμε μπροστά. Ξεχνάμε τις όποιες διαφορές μας και δίνουμε χέρι βοήθειας ο ένας στον άλλο.
Ξέρω. Δεν είναι ένα φαινόμενο που παρουσιάστηκε ξαφνικά λόγω της καταστροφής αυτής. Υπάρχει και συμβαίνει στα ήσυχα και σιωπηλά τα τελευταία κυρίως χρόνια. Βοηθάμε όπου μπορούμε κι όπως μπορούμε, όσους κατέστρεψαν οι πολιτικές των τελευταίων οκτώ χρόνων. Χωρίς τυμπανοκρουσίες.
Αυτή το σιωπηλό, ήσυχο και μη ανιχνεύσιμο δίκτυο συμπαράστασης και αλληλοβοήθειας είναι που έφερε στην επιφάνεια, σαν ορμητικό κύμα, η τεράστια αυτή καταστροφή. Την συμπαράσταση, που διατρέχει την ελληνική κοινωνία σαν συνδετικός ιστός και που της επιτρέπει να υπάρχει και να μην διαλύεται εις τα εξ ών συνετέθη.
Και αυτό είναι που επιτρέπει να αισιοδοξούμε, ότι θα νικήσουμε στο τέλος.
Τα δάση θα ξαναγίνουν. Τα σπίτια θα ξαναχτιστούν.
Οι ζωές που χάθηκαν είναι που δεν γυρίζουν πίσω.
Οι αδικοχαμένες αυτές ψυχές είναι που συγκλόνισαν την ελληνική κοινωνία.
Στο όνομα αυτών που χάθηκαν, έχουμε υποχρέωση να συνεχίσουμε να συμπαραστεκόμαστε και να βοηθούμε.
Στο όνομα αυτών έχουμε το ιερό καθήκον να κρατήσουμε ζωντανή και όρθια την ψυχή μας και την πατρίδα μας.
Δεν θα γονατίσουμε ό,τι κι αν γίνει.
Το λουλούδι που άνθισε στη φωτιά, θα μεγαλώσει, θα γίνει δέντρο και στη σκιά του, θά έρχονται τα αγγελούδια που έφυγαν, να παίζουν.