Μετά την απόδοση τιμών σε ένστολους που εγκατέλειψαν εθνικό χώρο σε δυνάμεις άλλης χώρας, δηλαδή της Τουρκίας, ήρθε και η θεσμοθέτηση επιδόματος ομηρίας για όσους στρατιωτικούς κρατούνται ή θα κρατηθούν από ξένη δύναμη. Να λοιπόν ένας καλός και βολικός τρόπος για όσα στελέχη των ενόπλων δυνάμεων αντιμετωπίζουν οικονομικό πρόβλημα.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΖΑΚΗΣ
Το μόνο που χρειάζεται είναι να προσφερθούν ως όμηροι της Τουρκίας και να περάσουν κάμποσους μήνες υπό συνθήκες «Εξπρές του Μεσονυκτίου». Άλλωστε υπάρχει καλύτερη εγγύηση αξιοπρεπούς μεταχείρισης στις φυλακές της Τουρκίας από εκείνη που εξασφαλίζει η παρέμβαση της ΕΕ και του ΝΑΤΟ; Ύστερα πίσω στην πατρίδα με μια παχυλή ανταμοιβή με την μορφή επιδόματος.
Ποια άλλη χώρα στον κόσμο; Ποιος άλλος υπουργός άμυνας; Ποια στρατιωτική ηγεσία στον πλανήτη θα ανεχόταν έναν τέτοιο εξευτελισμό για την τιμή και την υπόληψη των στελεχών της; Καμία, σας διαβεβαιώ. Με μοναδική εξαίρεση φυσικά την Ελλάδα.
Βρείτε μου σας παρακαλώ άλλη χώρα που αντιμετωπίζει την παράνομη κράτηση δικών της στελεχών με τον ίδιο τρόπο;
Βρείτε μου σας παρακαλώ άλλη χώρα που να παραιτείται επίσημα και μάλιστα με τη σύμφωνη γνώμη όλων των κομμάτων της Βουλής, από το καθεστώς ετεροδικίας των στελεχών της έναντι ξένης δύναμης;
Όσο και να ψάξετε δεν θα βρείτε. Όσο μικρή κι αν είναι. Όσο ασήμαντη κι αν είναι από άποψη παγκόσμιας πολιτικής.
Το λέμε και το ξαναλέμε γιατί σαν πολίτες αυτής της χώρας πρέπει να αντιληφθούμε το μέγεθος του εγκλήματος σε βάρος της πατρίδας που έχει συντελεστεί. Δεν έχει να κάνει τόσο με τους δυο Έλληνες στρατιωτικούς που κρατούνται παράνομα στην Ανδριανούπολη, αλλά με το αν αναγνωρίζει ή όχι η Τουρκία την εθνική κυριαρχία της χώρας μας.
Κάθε ελάχιστα νοήμων νομομαθής ανά την υφήλιο γνωρίζει ότι τα εντεταλμένα όργανα ενός κράτους δεν υπόκεινται στην δικαιοδοσία των δικαστηρίων άλλου κράτους. Πρόκειται για μια αρχή που ισχύει από τότε που αναγνωρίστηκε επίσημα το απαραβίαστο της κρατικής κυριαρχίας. Δηλαδή από την εποχή της Συνθήκης της Βεστφαλίας το 1648.
Ένα κράτος δεν μπορεί να δικάσει στα δικά του δικαστήρια εντεταλμένα όργανα άλλου κράτους. Ακόμη κι αν τα όργανα αυτά είναι στρατιωτικοί και παραβιάζουν τον εθνικό χώρο αυτού του κράτους. Ακόμη κι αν έχουν συλληφθεί ως αιχμάλωτοι λόγω εμπολέμου κατάστασης, ή εχθροπραξιών. Τελεία και παύλα!
Αυτό που γνωρίζει ακόμη και ο πιο άσχετος πρωτοετής φοιτητής νομικής σχολής σ’ ολόκληρο τον κόσμο, δεν βρέθηκε ούτε ένας επίσημος φορέας να το ισχυριστεί στην Ελλάδα. Ούτε η κυβέρνηση, αλλά ούτε και η στρατιωτική ηγεσία, η οποία επιμένει με σκόπιμες διαρροές στη δημοσιογραφία της φημολογίας, του κουτσομπολιού και της κλειδαρότρυπας να σπιλώνει τα δυο στελέχη που κρατούνται ως όμηροι από την Τουρκία.
Κι έτσι εμφανίζονται ευφάνταστα σενάρια που θέλουν τους δυο στρατιωτικούς να έχουν προσκληθεί σε τέιον από την τουρκική πλευρά, αλλά πηγαίνοντας εκεί βρήκαν να τους περιμένουν οι Τούρκοι στρατοχωροφύλακες. Αλήθεια, πόσο σοβαροί μπορούν να θεωρούνται οι δημοσιογράφοι που παίρνουν στα σοβαρά τέτοιες «πληροφορίες»;
Με άλλα λόγια επιδιώκουν να ρίξουν την ευθύνη στους δυο στρατιωτικούς γιατί δήθεν δέχθηκαν την πρόσκληση για τσάι. Δηλαδή να χρεώσουν την ευθύνη της ενέδρας στα θύματά της. Κι επομένως να δικαιολογήσουν τη δική τους απραξία, τη δική τους προδοσία επενδύοντας στα κατώτερα ένστικτα του πιο χυδαίου ωχαδερφιστή: ηθελέστα και παθέστα!
Δεν υπάρχει τίποτε πιο πρόστυχο από αυτή την διατεταγμένη φημολογία. Ακόμη κι αν ισχύει αυτή η δικαιολογία της ντροπής, ένα είναι σίγουρο. Η αναγνώριση της δικαιοδοσίας των τουρκικών δικαστηρίων για τους δυο Έλληνες στρατιωτικούς συνιστά πράξη καραμπινάτης προδοσίας της ανώτατης πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας. Τόσο με βάση το Ποινικό Κώδικα, όσο και με βάση τον Στρατιωτικό Κανονισμό. Ισοδυναμεί με εγκατάλειψη της εθνικής κυριαρχίας της χώρας έναντι ξένης δύναμης, και πιο συγκεκριμένα της Τουρκίας.
Ποια χώρα θεωρεί ότι τα δικά της δικαστήρια έχουν αρμοδιότητα να δικάζουν ακόμη και εντεταλμένα όργανα άλλου κράτους; Μόνο εκείνη η χώρα που δεν αναγνωρίζει την εθνική κυριαρχία του άλλου κράτους. Και για την Τουρκία η Ελλάδα δεν έχει το δικαίωμα να ασκεί εθνική κυριαρχία, ούτε καν με τις ένοπλες δυνάμεις της. Να γιατί οι δυο Έλληνες στρατιωτικοί αντιμετωπίζονται ως απλοί παραβάτες του τουρκικού νόμου.
Πότε μια χώρα δεν αναγνωρίζει την άσκηση εθνικής κυριαρχίας από τα εντεταλμένα όργανα άλλου κράτους; Μόνο όταν η συγκεκριμένη χώρα έχει την πρόθεση και σχεδιάζει να προσαρτήσει το κράτος, ολόκληρο ή μέρος του, του οποίου δεν αναγνωρίζει την άσκηση εθνικής κυριαρχίας.
Αυτό που έκανε η Τουρκία με την ομηρία των δυο Ελλήνων στρατιωτικών είναι τόσο βάναυση καταπάτηση της εθνικής κυριαρχίας της Ελλάδας, όσο η σύλληψη και κράτηση ως ομήρων των πρεσβευτικών αρχών. Η χώρα που προχωρά σε μια τέτοια κίνηση έχει τουλάχιστον σχεδιάζει την πολεμική εμπλοκή με την χώρα της οποίας την εθνική κυριαρχία προσβάλει.
Κι αυτή η άμεση πολεμική απειλή δεν μπορεί να αποτραπεί με ενδοτισμό, ή κατευνασμό, αλλά με τις προβλεπόμενες ενέργειες σε στρατιωτικό, πολιτικό και διπλωματικό πεδίο. Κάθε άλλη ενέργεια ενδοτισμού δίνει σήμα στον επιτιθέμενο να προχωρήσει με τα σχέδια του.
Η Τουρκία αντιμετωπίζει την Ελλάδα ως Failed State, δηλαδή ως «αποτυχημένο κράτος» - σύφωνα με την ορολογία των αναλυτών εξ ΗΠΑ, η οποία χρησιμοποιείται για ένα κράτος το οποίο έχει αποτύχει στην άσκηση της εθνικής του κυριαρχίας. Κι αυτό συμβαίνει όταν το κράτος δείχνει:
• Αδυναμία στον έλεγχο της γεωγραφικής του επικράτειας.
• Αδυναμία της νόμιμης αρχής στη λήψη αποφάσεων.
• Αδυναμία παροχής βασικών υπηρεσιών στον πληθυσμό.
• Αδυναμία συνεργασίας με άλλα κράτη και λειτουργίας ως υπεύθυνου μέλους της διεθνούς κοινότητας.
Οι θεωρητικοί και πολιτικοί εμπνευστές του συγκεκριμένου όρου επιμένουν ότι το πρόβλημα των «αποτυχημένων κρατών» μπορεί να αντιμετωπιστεί μέσω ενός συστήματος «νεοκηδεμονίας», το οποίο αποκαλούν «μεταμοντέρνο ιμπεριαλισμό». Με άλλα λόγια στην περίπτωση ενός «αποτυχημένου κράτους» δικαιολογείται η επέμβαση είτε απευθείας της «διεθνούς κοινότητας», είτε άλλων συγκροτημένων και ισχυρών κρατών προκειμένου υπό τον άμεσο έλεγχό τους να ανοικοδομηθεί το συγκεκριμένο κράτος για το καλό της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας. Και φυσικά για το καλό του πληθυσμού του, που κινδυνεύει από την κατάρρευση του failed state.
Ο Ερντογάν καθ’ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου δεν έπαψε να τονίζει πώς το ελληνικό κράτος έχει καταρρεύσει και πώς αδυνατεί να φροντίσει τον πληθυσμό του. Αυτός ακριβώς είναι ο ορισμός του «αποτυχημένου κράτους».
Συνεπώς η ισχυρή Τουρκία δεν μπορεί να αντιμετωπίζει ένα «αποτυχημένο κράτος» με τους ίδιους όρους κυριαρχίας που αντιμετωπίζει ένα οποιοδήποτε άλλο κράτος στον κόσμο. Να γιατί δεν αναγνωρίζει την εθνική κυριαρχία της Ελλάδας. Διότι πολύ απλά ως «αποτυχημένο κράτος» δεν μπορεί να την ασκήσει αποτελεσματικά. Κι επομένως δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ισότιμα με την ίδια, όπως προβλέπει το διεθνές δίκαιο.
Και σ’ αυτό η Τουρκία έχει την πλήρη υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και του ΝΑΤΟ. Δείτε με τι ευκολία τόσο η ΕΕ, όσο και το ΝΑΤΟ αποδέχθηκαν τη δικαιοδοσία των τουρκικών δικαστηρίων για τους δυο Έλληνες στρατιωτικούς. Μόνο για «δίκαιη δίκη» μιλούν.
Γνωρίζουν πολύ καλά που μας οδεύουν. Γνωρίζουν πολύ καλά την άνευ προηγουμένου καταστροφή που επιβάλλουν στην Ελλάδα και τον λαό της με το καθεστώς κατοχής υπέρ των δανειστών. Και είναι απολύτως διατεθειμένοι να αναγνωρίσουν στην Τουρκία του Ερντογάν δικαιώματα ανοικοδόμησης σε εδάφη του «αποτυχημένου κράτους» έναντι ανταλλαγμάτων για τους ίδιους.
Η επίσημη Τουρκία εφαρμόζει μια πολύ παλιά αρχή της τέχνης του κατακτητικού πολέμου. Την αποτυπώνει καθαρά ο Σουν Τζου όταν πριν από 2400 χρόνια μιλούσε για την «επίθεση με στρατήγημα»:
«Στην πρακτική τέχνη του πολέμου, το καλύτερο από όλα είναι να κατακτήσεις τη χώρα του εχθρού ολόκληρη και άθικτη. Να την τσακίσεις και να την καταστρέψεις δεν είναι τόσο καλό. Επίσης, είναι καλύτερο να συλλάβεις έναν στρατό ολόκληρο από το να τον καταστρέψεις, να συλλάβεις ένα σύνταγμα, ένα απόσπασμα ή έναν λόχο ολόκληρο από το να τον καταστρέψεις.»
«Ως εκ τούτου η εμπλοκή και η κατάκτηση με μάχες δεν είναι η υπέρτατη αξία. Η υπέρτατη αξία συνίσταται στο σπάσιμο της αντίστασης του εχθρού χωρίς μάχες.»
Αυτό επιχειρεί η Τουρκία με τους δυο Έλληνες στρατιωτικούς. Την στρατηγική ήττα των ενόπλων δυνάμεων της Ελλάδας, χωρίς καν να διεξαχθεί μάχη.
Στο κάτω-κάτω της γραφής τόσο η πολιτική ηγεσία, όσο και η στρατιωτική αναγνώρισαν επίσημα ότι η Τουρκία έχει κάθε δικαίωμα να μην αναγνωρίζει την κρατική κυριαρχία της Ελλάδας. Και σαν αποζημίωση για ότι πάθουν τόσο οι δυο κρατούμενοι ως όμηροι Έλληνες στρατιωτικοί, όσο κι όσοι στρατιωτικοί συλληφθούν και κρατηθούν στο μέλλον από ξένη δύναμη, θεσμοθέτησαν το επίδομα ομηρίας.
Πρόκειται επί της ουσίας για ανοιχτή πρόσκληση προς την Τουρκία να προχωρήσει με τα σχέδια προσάρτησης εθνικού χώρου της Ελλάδας. Δεν έχει να φοβηθεί τίποτε.
Πώς μετά από μια τέτοια κίνηση μπορούμε να μιλάμε για αξιόμαχο στράτευμα;
Και φυσικά η Τουρκία πήρε το μήνυμα. Δυνατά και καθαρά! Σε απάντηση έστειλε επίσημη επιστολή προς τον πρόεδρο του ευρωκοινοβουλίου με την υπογραφή του προέδρου της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ, Αχμέτ Μπεράτ Τζονκάρ, με ημερομηνία 31 Μαΐου. Σ' αυτήν ο Τούρκος αξιωματούχος κατηγορεί ευθέως τους ευρωπαϊκούς θεσμούς ότι συμπεριφέρονται με δύο μέτρα και δύο σταθμά στις υποθέσεις των δύο Ελλήνων και των οκτώ Τούρκων αξιωματικών, τους οποίους μάλιστα αποκαλεί «δολοφόνους» και «εγκληματίες», και στηλιτεύει το γεγονός ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξέδωσε ψήφισμα υπέρ της επιστροφής των Ελλήνων αλλά όχι υπέρ της έκδοσης των Τούρκων.
Με τα λόγια αυτά και με τον πιο επίσημο τρόπο η Τουρκία όχι μόνο δεν αναγνωρίζει την εθνική κυριαρχία της Ελλάδας, κρατώντας παράνομα του δυο Έλληνες στρατιωτικούς, αλλά αρνείται και στην ελληνική δικαιοσύνη τη δικαιοδοσία να κρίνει το αίτημα για πολιτικό άσυλο των 8 Τούρκων στρατιωτικών. Με άλλα λόγια ο Τούρκος αξιωματούχος θεωρεί τη δικαιοδοσία της Τουρκίας, αλλά και των δικαστηρίων της, ανώτερη της Ελλάδας και της ελληνικής δικαιοσύνης.
Πώς απάντησε η ελληνική πλευρά; Με την (ν)τροπολογία του Καμμένου για το επίδομα ομηρίας στους στρατιωτικούς. Δηλαδή αναγνωρίζοντας επίσημα ότι όντως η δικαιοδοσία της Τουρκίας είναι υπεράνω της εθνικής κυριαρχίας της Ελλάδα.
Μετά από την (ν)τροπολογία δεν μου βγάζει κανένας από το μυαλό ότι οι δυο Έλληνες στρατιωτικοί συνελήφθησαν σε ενέδρα – που τώρα πια ομολογεί και η ίδια η κυβέρνηση – με σκοπό να κρατηθούν ως όμηροι με τη σύμφωνη γνώμη και συμμετοχή της ελληνικής πλευράς. Και γι’ αυτό είμαι απολύτως βέβαιος.
Όπως επίσης είμαι απολύτως βέβαιος ότι η συμφωνία που έχει γίνει στα παρασκήνια με την σχεδιασμένη απαγωγή και ομηρία των δυο Ελλήνων στρατιωτικών κι ότι ακολουθήσει δεν έγινε για τους 8 Τούρκους στρατιωτικούς. Έγινε με κύριο σκοπό τη δημιουργία κατάλληλου κλίματος που να ευνοεί την αποστρατικοποίηση του Έβρου και στη συνέχεια της Θράκης.
Όπως άλλωστε έχει γίνει ήδη στις παραμεθόριες περιοχές της Μακεδονίας, της Ηπείρου και πολλών νησιών του Αιγαίου.
Η «δυτική Θράκη» έχει ήδη παραδοθεί στις ορέξεις της Τουρκίας. Κι αυτό έχει συναποφασιστεί με την ελληνική πλευρά να γίνει - φυσικά με τις ευλογίες της ΕΕ και του ΝΑΤΟ - με τον τρόπο που έχει διδάξει από τα πανάρχαια χρόνια ο Σουν Τζου. Δηλαδή μέσω της «επίθεσης με στρατήγημα».
Άλλωστε ποιος θα αντισταθεί; Κανένας από τους ανευθυνοϋπεύθυνους της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας. Κανένας από τους ευαγείς εκπροσώπους της νομικής και δικαστικής εξουσίας στην Ελλάδα, οι οποίοι δεν τόλμησαν ούτε καν να δηλώσουν το αυτονόητο ακόμη και για έναν πρωτοετή της νομικής: τα κρατικά όργανα δεν τελούν υπό την δικαιοδοσία άλλων κρατών!
Μόνο ο λαός υπάρχει. Κι αυτός δεν πρέπει να αντιληφθεί με τι έχει να κάνει, πόσο σοβαρά είναι τα πράγματα. Δεν πρέπει να αντιληφθεί ότι στο πρόσωπο των δυο Ελλήνων στρατιωτικών έχει παραδοθεί ολόκληρη η άμυνα, το σύνολο των ενόπλων δυνάμεων της χώρας στην Τουρκία. Μαζί με την εθνική κυριαρχία της χώρας.
Είναι τόσο, μα τόσο σοβαρά τα πράγματα, αλλά μάλλον θα χρειαστεί να δούμε τις βόμβες να πέφτουν στα κεφάλια μας, ή να δούμε ξένους στρατούς στους δρόμους μας για να αντιληφθούμε το παιχνίδι που μας παίζουν σήμερα.
Μέχρι τότε μπορεί ο καθένας να πάρει το σημαιάκι του, το κουβαδάκι του και να παίξει τον πατριώτη στις σικέ διαδηλώσεις εκτόνωσης για το λεγόμενο «μακεδονικό». Δυστυχώς η μασκαράτα σ’ αυτή την χώρα δεν έχει ανάγκη τις Απόκριες για να βρεθεί στο απόγειό της. Για πολλούς άλλωστε πατρίδα δεν είναι το έδαφος, η ενιαία και αδιαίρετη επικράτεια της χώρας και ο λαός που έχει τεθεί υπό κατοχή και εκποίηση, αλλά η μυθιστορία και οι μουτσούνες του εθνικισμού.
Βλέπετε είναι πολύ πιο εύκολο και πολύ πιο άνανδρο να διαρρηγνύει κανείς ακινδύνως τα ιμάτιά του για ένα όνομα, παρά να βάλει το κεφάλι του στο ντορβά για να ανατρέψει το καθεστώς κατοχής της πατρίδας.