Την Πέμπτη 28 Ιουνίου ανακοινώθηκε επίσημα από τον Λευκό Οίκο και το Κρεμλίνο ότι στις 16 Ιουλίου 2018 θα λάβει χώρα στο Ελσίνκι η κυοφορούμενη συνάντηση κορυφής μεταξύ των Προέδρων των ΗΠΑ και Ρωσίας Ντόναλντ Τραμπ και Βλαντιμίρ Πούτιν αντίστοιχα.
Γράφει ο Ανδρέας Γ. Μπανούτσος,
Ιδρυτής & Πρόεδρος Δ.Σ. ΚΕΔΙΣΑ
Η συνάντηση αυτή αν τελικά πραγματοποιηθεί (θα εξηγήσω παρακάτω γιατί ενδέχεται να μην πραγματοποιηθεί τελικά) θα προσπαθήσει να αμβλύνει τις σοβαρές εντάσεις στις σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας όπως αυτές επιδεινώθηκαν τα τελευταία χρόνια με αφορμή τις κρίσεις στην Ουκρανία και τη Συρία. Οι σχέσεις μεταξύ των δύο πυρηνικών υπερδυνάμεων βρίσκονται ίσως στο χαμηλότερο σημείο από τις κακές περιόδους της Εποχής του Ψυχρού Πολέμου και πολλοί αναλυτές κάνουν λόγο για Θερμή Ειρήνη. Τι μπορούμε λοιπόν ρεαλιστικά να περιμένουμε από τη συνάντηση των δύο ηγετών στο Ελσίνκι; Θα υπάρξει πρακτική βελτίωση στις σχέσεις των δύο χωρών ή απλά θα καταγραφεί μία «επιτυχία» για επικοινωνιακούς λόγους; Κατά την εκτίμηση του γράφοντος η επικείμενη συνάντηση Τραμπ-Πούτιν δεν θα επιλύσει τις θεμελιώδεις διαφορές μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας. Ωστόσο, μπορεί να αποτελέσει την αφετηρία για την σταδιακή ομαλοποίηση των σχέσεων μεταξύ των δύο Μεγάλων Δυνάμεων οι οποίες επιδεινώθηκαν κυρίως λόγω της αντι-Ρωσικής εξωτερικής πολιτικής του προηγούμενου Προέδρου των ΗΠΑ Μπάρακ Ομπάμα(ανατροπή του φιλο-Ρώσου Προέδρου Γιανουκόβιτς στην Ουκρανία το 2014 που οδήγησε τη Ρωσία να απαντήσει με την προσάρτηση της Κριμαίας και ο μαινόμενος πόλεμος στη Συρία με την ενίσχυση των αντικαθεστωτικών ανταρτών εκ μέρους των ΗΠΑ με στόχο την ανατροπή του φιλο-Ρώσου Άσαντ). Σε αντίθεση με τον Πρόεδρο Ομπάμα, ο Πρόεδρος Τραμπ με κάθε ευκαιρία έχει μιλήσει για την αναγκαιότητα για βελτίωση στις σχέσεις των δύο κρατών και στην πρόσφατη Σύνοδο του G-7 στον Καναδά υποστήριξε την επάνοδο της Ρωσίας στη λέσχη των ισχυρότερων οικονομιών του πλανήτη.
Αναφορικά τώρα με τη συνάντηση κορυφής τα ζητήματα που κατά πάσα πιθανότητα θα συζητηθούν μεταξύ των δύο πλευρών στο Ελσίνκι είναι τα εξής: α) οι κρίσεις στη Συρία και την Ουκρανία και η από κοινού προσπάθεια επίλυσης των, β) ο έλεγχος των εξοπλισμών και δη των πυρηνικών, γ) η επικαιροποίηση της συνθήκης για μη διάδοση των πυρηνικών όπλων, δ) οι σχέσεις ΝΑΤΟ-Ρωσίας, ε) το καθεστώς των οικονομικών κυρώσεων και αντι-κυρώσεων και στ) η επιστροφή στην κανονικότητα αναφορικά με τη λειτουργία των πρεσβειών και των προξενείων η οποία υπέστη σοβαρό πλήγμα το προηγούμενο διάστημα λόγω των μαζικών απελάσεων διπλωματών και από τις δύο πλευρές.
Κατά την εκτίμηση του γράφοντος είναι πιθανό να υπάρξουν πρακτικά βήματα προόδου σε όλα τα παραπάνω ζητήματα με την προϋπόθεση να μην «στηθούν» προβοκάτσιες από το βαθύ κατεστημένο της Ουάσιγκτον που αντιπαλεύει εδώ και καιρό τις προσπάθειες του Προέδρου Τραμπ για εξομάλυνση των διμερών σχέσεων ΗΠΑ-Ρωσίας. Ακόμα χειρότερα είναι πιθανό αν γίνουν προβοκάτσιες του τύπου «επιθέσεις με χημικά όπλα κατά αμάχων από τον Άσαντ» να υπάρξει ακόμα και ματαίωση της συνάντησης κορυφής μεταξύ Τραμπ και Πούτιν στο Ελσίνκι. Δυστυχώς το νεοφιλελεύθερο μεταπολεμικό κατεστημένο της Ουάσιγκτον δεν μπορεί ή μάλλον δεν θέλει να κατανοήσει ότι ο κόσμος αλλάζει και ότι η μονοπολική κυριαρχία των ΗΠΑ για ένα μικρό διάστημα μετά την λήξη του Ψυχρού Πολέμου αποτελεί πλέον παρελθόν. Ο Πρόεδρος Τραμπ μαζί με μία μικρή μερίδα του συστήματος εξουσίας των ΗΠΑ που τον στηρίζει φαίνεται ότι έχει κατανοήσει ότι η Αμερική θα πρέπει να αποδεχθεί ένα πολύ-πολικό μοντέλο παγκόσμιας διακυβέρνησης με τη συμμετοχή της Κίνας, της Ρωσίας και άλλων αναδυόμενων δυνάμεων, διαφορετικά στο όχι πολύ μακρινό μέλλον οι ΗΠΑ θα καταρρεύσουν υπό το βάρος των αέναων πολέμων αυτοκρατορικής υπερεπέκτασης και του τέλους της εποχής του δολαρίου ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος. Η βελτίωση των αμερικανορωσικών σχέσεων περνάει μέσα από την έκβαση που θα έχει αυτή η έντονη διαμάχη στο εσωτερικό των ΗΠΑ για το ποια στρατηγική θα επικρατήσει τελικά. Το παιχνίδι θα κριθεί στο αν θα μπορέσει ο Πρόεδρος Τραμπ να υπερνικήσει αυτό το σκληρό νεοφιλελεύθερο κατεστημένο το οποίο έχει οδηγήσει τις ΗΠΑ σε στρατηγικό αδιέξοδο. Θα μπορέσει ο Πρόεδρος Τραμπ να διατηρήσει τις ΗΠΑ ως πρώτη Δύναμη μεταξύ ίσων (primus inter pares) στο παγκόσμιο σύστημα ή το νεοφιλελεύθερο κατεστημένο και η αυτοκρατορική ύβρις που συνοδεύει τις πολιτικές του θα οδηγήσει τις ΗΠΑ σε στρατηγική ήττα έναντι της Ρωσίας και της Κίνας;
Η παρούσα ανάλυση πρωτοδημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα insider.gr