Ο ήλιος σήμερα δεν ξημέρωσε καλά.
Είναι περίεργα πράγματα αυτά καλοκαίρι μήνα.
Όλοι αγωνιούν!
Αγωνιά κι ο ήλιος!
Φωνές πολλές!
Ποικίλες!
Τα παιδιά ουρλιάζουν σωπαίνοντας…
"-Μπαμπά… Μαμά…
- Γιαγιά... Παππού..."
Ο ήλιος καίει. Κάνει ζέστη...
Ο τζίτζικας έχει πιάσει από νωρίς ρυθμό, αλλά η κιθάρα του σήμερα ξεκούρδιστα κλαίει!
Ούτε αυτός δεν μπορεί να εξηγήσει!
Τα πουλιά πετούν αμέριμνα.
Θέλουν να πιστέψουν πως θα είναι μια κανονική μέρα.
Η γειτονιά ξύπνησε νωρίς σήμερα για να πιάσει τους χθεσινούς ρυθμούς της.
Κάπου πείθεσαι!
Και περπατάς - περπατάς αμέριμνος.
Βλέπεις τη γάτα με τα γατάκια της.
Το σκύλο λαχανιασμένο.
Τις χελώνες να τρέχουν έντονα.
Τους λαγούς να μην φοβούνται και να μην τρέχουν.
Τρέχουν όμως άνθρωποι με ανθρώπους στην πλάτη.
Ξαφνικά... πολλοί εσταυρωμένοι στους δρόμους τριγυρνάνε.
Μα... οι εσταυρωμένοι τι δουλειά έχουν εδώ μες το κατακαλόκαιρο.
Οι εσταυρωμένοι έχουν θέση στους Γολγοθάδες.
Εκεί που η γη κλαίει μαζί τους και δεν φυτρώνει μήτε ρίγανη
πaρά τα ποτισμένα δάκρυα.
Εκεί... Έχουν δουλειά οι εσταυρωμένοι.
Εδώ η γη είναι ο τόπος τού Θεού!
Τι γίνεται;
Πολλοί εσταυρωμένοι στους δρόμους τριγυρνάνε.
Γέμισε ο δρόμος εσταυρωμένους.
Αρχίζω, τρέχω κι εγώ.
Πιο πέρα κάθονται σκεπτικοί ο Ματθαίος, ο Μάρκος, ο Λουκάς, ο Ιωάννης κι άλλοι πολλοί που δεν γνωρίζω...
Τους ρωτώ τι γίνεται...
Δεν αποκρίνονται.
Αναρωτιούνται μάλλον τι έφταιξε, τι φταίει, τι θα φταίξει.
Ένα κουκουνάρι πήρε την απόφαση.
Έφερε το μήνυμα πετώντας:
"Όχι, αυτή η μέρα δεν θα είναι η ίδια."
Ένα πουλί ξεψύχησε ρωτώντας τι ώρα έκανε το τελευταίο δρομολόγιο.
Κοιτώ το ρολόι μου.
Ο χρόνος δεν κυλά.
Πάγωσε.
Και το ημερολόγιο κάηκε δείχνοντας 24 Ιουλίου 2018.
Από έναν τόπο…
όπου το τοπίο είναι σταχτωμένο
με τις στάχτες να έχουν παρόμοια μυρωδιά και εγκατάλειψη,
αλλά που ο ήλιος επιμένει να ανατέλλει.
Προσωπικά…
δεν ξέρω πώς είναι να βγαίνεις μέσα από τις φλόγες φυσικής πυρκαγιάς.
Πιστεύω όμως, ότι γνωρίζω, ως νέος,
πώς είναι να αναγεννάσαι μέσα από στάχτες που άλλοι δημιούργησαν.
Θέλω να πιστεύω…
26-7-2018,
Βασίλειος Κων. Δούρος
«Αφιερωμένο…
Σ’ όλους αυτούς που «κάηκαν», «καίγονται», «θα καούν»!
Σ’ όλους αυτούς που αμετανόητοι από τα εγκαύματά τους συνεχίζουν να δίνουν αναπτήρες σε εμπρηστές που το μόνο που ξέρουν να κάνουν μέσα στην ανικανότητά τους είναι να καίνε με τον έναν ή τον άλλον τρόπο τα όνειρα ανθρώπων που θέλουν να ζήσουν μέσα σ’ αυτά.
Ειδικά αφιερωμένο στους πατεράδες που έχασαν τα παιδιά τους, όπως αυτός που πήγε στην εκκλησία ημέρα τής Αγίας Παρασκευής για να ακυρώσει την ημερομηνία βάπτισης του παιδιού του και να προσευχηθεί για τη σύζυγό του που νοσηλεύεται σε κρίσιμη κατάσταση στο νοσοκομείο, ανάβοντας ένα κερί και «αναβάλλοντας» τα όνειρά του για ένα αύριο που δεν θα ‘ρθει ποτέ.
Ειδικά αφιερωμένο σ’ όλες αυτές τις μαμάδες που πήρανε τα παιδιά τους αγκαλιά είτε φυσικά είτε νοερά και πήγανε ένα ταξίδι σε τόπους που δεν υπάρχει πόνος…
Ειδικά αφιερωμένο σ’ όλες αυτές τις αγκαλιές που προσπάθησαν να δροσίσουν η μία την άλλη σε μία ατμόσφαιρα αποπνικτική που μυρίζει καμένη στάχτη και δεν υπάρχει περιθώριο ελπίδας. Όπως αυτή η αγκαλιά τού παππού και τής γιαγιάς με τα δίδυμα εγγόνια τους.
Ειδικά αφιερωμένο σ’ αυτήν την Κυρία (με -Κ- κεφαλαίο) που αφού κατόρθωσε να σώσει τα εγγόνια της με τη συνοδεία τής γυναίκας που τα πρόσεχε συμβουλεύοντας να μην κοιτάξουν πίσω, γύρισε, κάθισε δίπλα στον κατάκοιτο γέρο άνδρα της και κάηκαν μαζί με σφιγμένα χέρια. Όπως γράφτηκε κάπου, προσκυνώ τη μνήμη σου! Κι αποκτώ ελπίδα ξανά για τον «άνθρωπο», για την αγάπη!
Ως πότε θα καίγεται αυτός ο τόπος;»
* Ο Δούρος Βασίλειος, με καταγωγή από τη Λοκρίδα, είναι είκοσι τεσσάρων ετών. Αποφοίτησε με βαθμό άριστα από το Γυμνάσιο-Λύκειο Λιβανατών τού Νομού Φθιώτιδος, όπου μεγάλωσε. Συνέχισε τις σπουδές του στο Τμήμα Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, από όπου και είναι απόφοιτος. Όπως συχνά λέει οι σπουδές δεν τελειώνουν ποτέ. Έχει συγγράψει μία ποιητική συλλογή και μία γραμματική τού αρχαίου ελληνικού λόγου που σκοπεύει να εκδώσει στο άμεσο μέλλον. Αρθρογραφεί και ελπίζει κάποια στιγμή τα πράγματα να αλλάξουν. Βέβαια, υποστηρίζει πάντα ότι οι καταστάσεις αλλάζουν μόνον όταν τις αλλάζουμε εμείς.
Από ό, τι φαίνεται υπόσχεται πολλά…