Οι ενήλικες που έχουν ακόμη και μέτρια επίπεδα «κακής» LDL χοληστερόλης διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο πρόωρου θανάτου από καρδιαγγειακά αίτια συγκριτικά με όσους διατηρούν την LDL τους χαμηλά, δείχνει μια νέα αμερικανική επιστημονική μελέτη που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Circulation της Αμερικανικής Ένωσης Καρδιολογίας.
Αναδημοσίευση από: onmed.gr
Στο πλαίσιο της μελέτης τους, οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία που αφορούσαν 36.375 ενήλικες χωρίς ιστορικό καρδιοπάθειας ή διαβήτη και χαμηλό εκτιμώμενο κίνδυνο εμφράγματος και εγκεφαλικού σε βάθος δεκαετίας. Οι περισσότεροι συμμετέχοντες είχαν επίπεδα LDL χαμηλότερα από αυτά που οι γιατροί θεωρούν επικίνδυνα ώστε να χορηγήσουν φαρμακευτική αγωγή.
Κατά την περίοδο παρακολούθησης –περίπου 27 έτη– έχασαν τη ζωή τους λόγω καρδιαγγειακής νόσου 1.086 άνθρωποι, ενώ 598 πέθαναν από στεφανιαία νόσο.
Συγκριτικά με όσους είχαν πολύ χαμηλά επίπεδα LDL (κάτω από 100 mg/dL, που είναι και η τιμή-στόχος σύμφωνα με τους ειδικούς), όσοι είχαν μέτρια επίπεδα LDL από 100 έως 159 mg/dL υπολογίστηκε πως ήταν 30-40% πιο πιθανό να χάσουν τη ζωή τους από καρδιαγγειακά αίτια. Για όσους είχαν υψηλά επίπεδα LDL από 160 έως 189 mg/dL, ο κίνδυνος πρόωρου θανάτου καρδιαγγειακής αιτιολογίας υπολογίστηκε πως ήταν 90% μεγαλύτερος συγκριτικά με την ομάδα της πολύ χαμηλής LDL. Τέλος, για όσους είχαν πολύ ανεβασμένη LDL (190 mg/dL και άνω, τιμή που αποτελεί και το όριο που θέτουν οι γιατροί για τη χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής) ο κίνδυνος υπολογίστηκε πως ήταν κατά 70% αυξημένος.
Σε σύγκριση με όσους είχαν LDL κάτω από 100 mg/dL, οι συμμετέχοντες με τιμές 100-129 mg/dL έχασαν τη ζωή τους 1,8 χρόνια νωρίτερα, ενώ όσοι είχαν τιμές 160 mg/dL και άνω έχασαν τη ζωή τους περίπου 4 χρόνια νωρίτερα, διαπίστωσαν οι ερευνητές.
«Το βασικότερο μήνυμα της μελέτης είναι ότι ακόμη κι αν κάποιος διατρέχει χαμηλό εκτιμώμενο καρδιαγγειακό κίνδυνο σε βάθος δεκαετίας δεν εξουδετερώνονται οι κίνδυνοι από την ανεβασμένη LDL χοληστερόλη» υπογραμμίζει ο Δρ Σοουίμπ Αμπντουλάχ από το Ιατρικό Κέντρο Σαουθγουέστερν του Πανεπιστημίου του Τέξας στο Ντάλας. «Αλλαγές στον τρόπο ζωής, όπως μια διατροφή που δεν περιλαμβάνει μεγάλες ποσότητες κορεσμένων και τρανς λιπαρών, η αύξηση της πρόσληψης φυτικών ινών, η διατήρηση ενός φυσιολογικού βάρους και η τακτική αεροβική άσκηση, είναι δυνατό να μειώσουν την LDL χοληστερόλη και συνδέονται με καλύτερες καρδιαγγειακές εκβάσεις» προσθέτει ο Δρ Αμπντουλάχ.
Η Αμερικανική Ένωση Καρδιολογίας και το Αμερικανικό Κολέγιο Καρδιολογίας συνιστούν τη χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής (στατίνες) στα άτομα με επίπεδα LDL 190 mg/dL και άνω, ωστόσο τα νέα ευρήματα υποδεικνύουν ότι η χρήση των φαρμάκων θα μπορούσε να ωφελήσει και όσους έχουν μέτρια επίπεδα LDL 160 mg/dL και άνω.
Αναδημοσίευση από: onmed.gr
Στο πλαίσιο της μελέτης τους, οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία που αφορούσαν 36.375 ενήλικες χωρίς ιστορικό καρδιοπάθειας ή διαβήτη και χαμηλό εκτιμώμενο κίνδυνο εμφράγματος και εγκεφαλικού σε βάθος δεκαετίας. Οι περισσότεροι συμμετέχοντες είχαν επίπεδα LDL χαμηλότερα από αυτά που οι γιατροί θεωρούν επικίνδυνα ώστε να χορηγήσουν φαρμακευτική αγωγή.
Κατά την περίοδο παρακολούθησης –περίπου 27 έτη– έχασαν τη ζωή τους λόγω καρδιαγγειακής νόσου 1.086 άνθρωποι, ενώ 598 πέθαναν από στεφανιαία νόσο.
Συγκριτικά με όσους είχαν πολύ χαμηλά επίπεδα LDL (κάτω από 100 mg/dL, που είναι και η τιμή-στόχος σύμφωνα με τους ειδικούς), όσοι είχαν μέτρια επίπεδα LDL από 100 έως 159 mg/dL υπολογίστηκε πως ήταν 30-40% πιο πιθανό να χάσουν τη ζωή τους από καρδιαγγειακά αίτια. Για όσους είχαν υψηλά επίπεδα LDL από 160 έως 189 mg/dL, ο κίνδυνος πρόωρου θανάτου καρδιαγγειακής αιτιολογίας υπολογίστηκε πως ήταν 90% μεγαλύτερος συγκριτικά με την ομάδα της πολύ χαμηλής LDL. Τέλος, για όσους είχαν πολύ ανεβασμένη LDL (190 mg/dL και άνω, τιμή που αποτελεί και το όριο που θέτουν οι γιατροί για τη χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής) ο κίνδυνος υπολογίστηκε πως ήταν κατά 70% αυξημένος.
Σε σύγκριση με όσους είχαν LDL κάτω από 100 mg/dL, οι συμμετέχοντες με τιμές 100-129 mg/dL έχασαν τη ζωή τους 1,8 χρόνια νωρίτερα, ενώ όσοι είχαν τιμές 160 mg/dL και άνω έχασαν τη ζωή τους περίπου 4 χρόνια νωρίτερα, διαπίστωσαν οι ερευνητές.
«Το βασικότερο μήνυμα της μελέτης είναι ότι ακόμη κι αν κάποιος διατρέχει χαμηλό εκτιμώμενο καρδιαγγειακό κίνδυνο σε βάθος δεκαετίας δεν εξουδετερώνονται οι κίνδυνοι από την ανεβασμένη LDL χοληστερόλη» υπογραμμίζει ο Δρ Σοουίμπ Αμπντουλάχ από το Ιατρικό Κέντρο Σαουθγουέστερν του Πανεπιστημίου του Τέξας στο Ντάλας. «Αλλαγές στον τρόπο ζωής, όπως μια διατροφή που δεν περιλαμβάνει μεγάλες ποσότητες κορεσμένων και τρανς λιπαρών, η αύξηση της πρόσληψης φυτικών ινών, η διατήρηση ενός φυσιολογικού βάρους και η τακτική αεροβική άσκηση, είναι δυνατό να μειώσουν την LDL χοληστερόλη και συνδέονται με καλύτερες καρδιαγγειακές εκβάσεις» προσθέτει ο Δρ Αμπντουλάχ.
Η Αμερικανική Ένωση Καρδιολογίας και το Αμερικανικό Κολέγιο Καρδιολογίας συνιστούν τη χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής (στατίνες) στα άτομα με επίπεδα LDL 190 mg/dL και άνω, ωστόσο τα νέα ευρήματα υποδεικνύουν ότι η χρήση των φαρμάκων θα μπορούσε να ωφελήσει και όσους έχουν μέτρια επίπεδα LDL 160 mg/dL και άνω.