Προ ημερών, είδα στο NatWild, ένα καταπληκτικό ντοκιμαντέρ με την επίδραση της ανθρώπινης αυθαιρεσίας, στην «ισορροπία της Φύσης». Ειδικότερα έδειχνε ότι, οι άνθρωποι στην Αμερική, στις αρχές του 20ου αιώνα, είχαν αποδυθεί σ’ ένα ανηλεές κυνήγι εξόντωσης των γκρίζων λύκων, διότι αυτοί, ορισμένες φορές (σπάνιες), κατέβαιναν στα λιβάδια και σκότωναν κανένα ζώο τους. Ο γκρίζος λύκος, ήταν ένα θαύμα της Φύσης: Ζώο περήφανο, δυνατό, πανέξυπνο, με κανόνες οργάνωσης κοινωνίας, ομαδικότητα, ιεραρχία και αλληλεγγύη στην αγέλη.
Του Κώστα Βουλγαράκη
υποναυάρχου ε.α.
Τα ζώα αυτά, σχεδόν αποδεκατίστηκαν και όσα γλύτωσαν, εγκατέλειψαν το «ζωτικό τους χώρο» (βασίλειο) και αποσύρθηκαν στα ψηλά βουνά (στην αυτό-εξορία). Έτσι μοιραία, αυτόν τον εγκαταλελειμμένο χώρο, του βασιλείου των γκρίζων λύκων, ήρθαν και κατέλαβαν τα καγιότ.
Όμως, τα καγιότ, πολλαπλασιάζονταν με εκπληκτικούς ρυθμούς (σε αντίθεση με τους γκρίζους λύκους). Αυτά, σταδιακά πλήθυναν ραγδαία, διασταυρώθηκαν με τους λίγους γκρίζους λύκους και απ’ τη διασταύρωση αυτή, προήλθε ένα «νέος είδος». Το νέο αυτό είδος «μπασταρδεμένου λύκου», ήταν πολύ διαφορετικό και πολύ επικίνδυνο. Και αυτό διότι, διέθετε, την τακτική επίθεσης, τη δύναμη και την εξυπνάδα του γκρίζου λύκου, αλλά και τη μοχθηρία, τη λαιμαργία και τη μοβοροσύνη του καγιότ.
Έτσι, αυτό το νέο είδος μοβόρου λύκου, απειλούσε τώρα, όχι μόνο τα βοσκοτόπια, αλλά έφτανε μέχρι και στις αυλές των σπιτιών τους. Απειλούσε ακόμα και αυτούς τους ίδιους τους ανθρώπους.
Κρατήστε το «νόημα», για αργότερα. Ας δούμε όμως και κάτι, πιο ωμό και ρεαλιστικό.
Αυτοί που υπηρέτησαν μαζί μου, με έχουν ακούσει πολλές φορές να λέω: «ο Κυβερνήτης, είναι ο Θεός, μετά το Θεό»! Κάποιοι το καταλάβαιναν, άλλοι όχι.
Ας υποθέσουμε λοιπόν, ότι είσαστε ναυαγοί, στο ναυάγιο του Τιτανικού (μιας και οι περισσότεροι, θάχετε δει την ταινία) και εσύ, ως Ανθυποπλοίαρχος τίθεσαι Κυβερνήτης σε μια απ’ τις τυχερές σωσίβιες λέμβους, που είναι ήδη ασφυκτικά γεμάτη με ναυαγούς. Ξαφνικά δίπλα σου, βλέπεις να παλεύουν στα κύματα 2-3 ναυαγοί, πλησιάζεις, απλώνεις το χέρι σου, τους παίρνεις πάνω και τους στριμώχνεις όσο μπορείς, μαζί με τους υπόλοιπους. «Προσοχή ήρεμα, να μην κουνιέται κανένας, γιατί θα μπατάρουμε και θα πνιγούμε όλοι μαζί», φωνάζεις δυνατά σε όλους τους επιβαίνοντες. Πιο κάτω, βλέπεις ακόμα 1-2 ναυαγούς και λες «άντε ρε παιδιά, να τους σώσουμε τους δυστυχισμένους, κάντε μια προσπάθεια, πάρτε μια βαθιά εκπνοή, να χωρέσουμε όλοι όπως μπορούμε».
Πιο κάτω όμως, βλέπεις ακόμα μια ομάδα ναυαγών, που παλεύουνε απεγνωσμένα και σου φωνάζουνε βοήθεια-βοήθεια, σώσε μας, πνιγόμαστε! Σε κοιτάνε μεσ’ στο σκοτάδι στα μάτια και τους κοιτάς, βαθιά μέσα στα τρομαγμένα και γεμάτα φόβο θανάτου μάτια τους. Εκλιπαρούν. Ξέρουν ότι τώρα, από σένα ελπίζουν περισσότερα κι απ’ το Θεό, ξέρουν ότι τώρα, ΕΣΥ είσαι η Παρουσία Του εδώ και ότι μόνο από σένα, μπορούν να σωθούν! Το ξέρεις καλά και εσύ.
Ξέρεις όμως ότι, έστω και ένας επιπλέον ν’ ανέβει στη βάρκα, όλοι θα βουλιάξετε και θα χαθείτε! Ξέρεις, ότι έτσι θα χάσεις και τους άλλους.
Ξέρεις, ότι εσύ θα αποφασίσεις ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει.
Πες μου τι κάνεις!
Ο ανθρωπισμός και η αλληλεγγύη του ατόμου, ξεκινά απαραίτητα από τις δυνατότητες του και από την ασφάλεια του. Άλλως, δεν έχει περιεχόμενο, είναι σκέτη θεωρία. Αν δεν μπορείς να σώσεις τον εαυτό σου, πως θα σώσεις τον άλλον;
«Ο έχων δύο χιτώνας μεταδότω τω μη έχοντι, και ο έχων βρώματα ομοίως ποιείτω» [Λουκ. γ’11], διδάσκει η Θρησκεία μας!! Αν όμως δεν έχεις χιτώνα και βρώματα τι να κάνεις; Τι να δώσεις και ποιον να πρωτο-ταΐσεις;
Και για να μη μπλέξουμε με θεωρίες και Ευαγγέλια. «Ποια μάνα θα έκοβε το γάλα του παιδιού της, για να το δώσει σ’ ένα ξένο και ποιος πατέρας θα έδιωχνε το παιδί του από το σπίτι του, για να βάλει μέσα ένα ξένο παιδί».
Άλλο να το λες και άλλο να το κάνεις.
Άλλο να σηκώνεις εσύ το βάρος στην πλάτη σου και άλλο να υποδεικνύεις σε άλλον να το κάνει.
Αν δεν μπορέσεις να βιώσεις το βάρος του Θεού, ότι και να λες μετά, είναι απλά «ανθρώπινο».
Βίτσας : «Είναι σπουδαίο να λες, ότι εγώ τον πρόσφυγα τον δέχομαι και τον περιθάλπω. Έτσι εμείς, δημιουργούμε μια νέα Ελλάδα».
Δηλαδή; Πες μας και εμάς κύριε Βίτσα, πως τη φαντάζεσαι τη «Νέα Ελλάδα», για να την ονειρευτούμε όλοι μαζί παρέα. Τώρα κύριε Βίτσα μου, εσύ είσαι ο Κυβερνήτης μας και θέλουμε να ξέρουμε σε ποια «Νέα Ελλάδα» μας οδηγείς.