Ας έχουμε την ειλικρίνεια να το ομολογήσουμε. Όσοι τουλάχιστον ανήκουμε σε τούτο το χώρο. Η δημοσιογραφία της μνημονιακής εποχής στάθηκε κατώτερη των μεγάλων προσδοκιών της τραυματισμένης κοινωνίας και οι εργάτες της, παλαιότεροι και νεότεροι, ανίκανοι να συλλάβουν το νόημα του μεγάλου χρέους τους.
Του Στέλιου Συρμόγλου
Η απάντηση έρχεται από τα ίδια τα πράγματα κατηγορηματική. Γιατί θα ήταν αληθινά ως να παραγνωρίζαμε εντελώς το ρόλο της δημοσιογραφίας για την άνθηση μιας νέας συνείδησης, αν δεχόμασταν ότι η οσφυοκάμπτες της πολιτικής ετοίμαζαν μιαν άλλη αντίληψη κοινωνικής ζωής και είχε για στεφάνωμα της προσπάθειας αυτής την ισοπέδωση της κοινωνίας.
Κι εδώ ακριβώς ορθώνεται το μεγάλο ερωτηματικό: Πως η δημοσιογραφία των μνημονιακών χρόνων κατέληξε στην αξιοθρήνητη σύγχυση και στην παραπλάνηση των πολιτών; Στο ερωτηματικό που μένει αναπάντητο, υπάρχει αιτιολογημένη απόκριση.
Ο δημοσιογράφος, όπως και ο άνθρωπος του πνεύματος, βρέθηκαν μετέωροι ανάμεσα στη θέση και στην άρνηση των συστατικών στοιχείων της περιβάλλουσας ζωής και γι' αυτόν το λόγο έμειναν άπιστοι και πολλοί ανάλγητοι απέναντι της κοινωνικής ανάγκης.
Η απομάκρυνση του δημοσιογράφου από το πλήθος, η εξυπηρέτηση συγκεκριμένων επιχειρηματικών συμφερόντων, ταυτισμένων με τον πολιτικό καιροσκοπισμό, αλλά και η εγωιστική του αυτοδέσμευση τον εμπόδισαν να λησμονήσει την αμφιβολία και να δοθεί στην πράξη με τον ενθουσιασμό των μαχητών, που δεν προϋπολογίζουν την έκβαση, αλλά παρασύρονται από τον ενθουσιασμό του αγώνα για την αλήθεια.
Ο δημοσιογράφος των χρόνων των μνημονίων εμποτισμένος από το αίτημα της αναγκαιότητας επιβολής πολιτικών, λησμόνησε το αίτημα μέσα στις εγωιστικές, "βολικές" και απορροφητικές απασχολήσεις του γύρω από την αναζήτηση μιας κοινωνικής "αλήθειας".
Εξάλλου, τα πολικοεπιχειρηματικά συμφέροντα απαγόρευαν κάθε αλληλοδιείσδυση μεταξύ δημοσιογράφου και πλήθους και καθιστούσαν το αίτημα ενός ηθικού προσανατολισμού στείρο ροβινσωνισμό. Το αποτέλεσμα; Η δημοσιογραφία περιορισμένη κι αυτή σε στρατόπεδο συγκέντρωσης ήταν ανίκανη να επιδράσει και να ενεργήσει στην ομαδική ψυχολογία.
Με τον τρόπο τούτο η δημοσιογραφία, κρατημένη σε απόσταση από τη λαϊκή ψυχή, όχι μόνο απιστούσε στον πραγματικό της προορισμό - του να γίνεται δηλαδή η συνισταμένη των τάσεων του κοινωνικού υποστρώματος του και συνάμα ο οργανωτής των ανεκδήλωτων ροπών και ο καλός αγωγός θετικών στοιχείων προς μιαν ανώτερη σύνθεση κοινωνικής ζωής σε κοίτη πλατύτερη - αλλά και η ίδια αποστερημένη από το ζωτικό της χυμό, εκφυλιζόταν σε ένα είδος "μανιερισμού", ανάξιο των καιρών και των ανώτερων διεκδικήσεων της κοινωνίας.
Αν θέλαμε να προσδιορίσουμε το βασικό αίτιο της κακοδαιμονίας της δημοσιογραφίας όπως ασκείται στον τόπο τούτο, δε θα δυσκολευόμασταν να το διακρίνουμε στην πρόσδεση στη λογική του "His master's voice" και στην έλλειψη προσαρμογής προς τον εσωτερικό δυναμισμό της κοινωνίας, στην αποξένωσή της από την κοινωνική περιοχή της και του εγκλεισμού της στη φυλακή του υπερτροφικά ανεπτυγμένου συμφέροντος και του ατομικισμού.