al-grishin / pixabay |
1.Είναι πλέον πασίγνωστη η προεκλογική εκστρατεία τής κυβέρνησης το 2015 ότι ο ΕΝΦΙΑ «…δεν διορθώνεται, καταργείται.». Με το κεντρικό αυτό σύνθημα προβλήθηκε ως …προστάτης της μικρής και μεσαίας ιδιοκτησίας, δηλαδή της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων. Γιατί η ορθή αιτιολογική βάση τής τότε κριτικής των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ προς την κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου ήταν ότι με τον βαρύ αυτόν φόρο επέρχεται σταδιακή δήμευση της οικογενειακής εστίας.
Όπως σημειώνει σε ανακοίνωσή της η ΕΝΥΠΕΚΚ το Σεπτέμβρη του 2015, άλλωστε, απέκρυψε από τους αμήχανους συμπατριώτες μας ότι ο δημευτικός αυτός φόρος ενισχύεται και μονιμοποιείται με το τρίτο γενικευμένο και ανακεφαλαιωτικό Μνημόνιο. Στους ελάχιστους δε που αποκάλυπταν τα φοβερά και τρομερά που αυτό περιελάμβανε, απαντούσαν χωρίς συστολή είτε ότι δεν θα τα εφαρμόσουν είτε ότι θα τα εφαρμόσουν με τρόπο που δεν θα θιγεί η οικογενειακή περιουσία των μικρομεσαίων.
Οι Έλληνες όμως έχουν λάβει πείραν περισσότερο από τρία χρόνια τώρα για τον τρόπο εφαρμογής τού εξωφρενικού αυτού φόρου. Αποτέλεσε ένα μόνιμο και ενιαίο πακέτο, μαζί με την περικοπή των παροχών τού Κοινωνικού Κράτους και τις γενικευμένες κατασχέσεις, για την επίτευξη των ψευδεπίγραφων πλεονασμάτων. Τώρα, με πρόσχημα την ανεπαίσθητη ελάφρυνση του 10% των φτωχών, ξαναψήφισαν τον ν. 4223/2013. Χρησιμοποιούν δηλαδή τους φτωχούς για να μονιμοποιήσουν τον πλεονασματο-παραγωγό ΕΝΦΙΑ για όλους τους Έλληνες μέχρι το 2060 (αφού τα πλεονάσματα 3,5% κατ’έτος μέχρι και το 2022 και 2,2% μέχρι το 2060 θεωρούνται δεδομένα).
2.Κανένας πλέον δεν απαλλάσσεται του δημευτικού αυτού φόρου που επιβάλλεται σε όλα τα ακίνητα, από την εγκαταλελειμμένη αγροικία ή καλύβα τού φτωχού μέχρι το υπόγειο του μικροτσαγκάρη και των επιδιορθωτών παλαιών ενδυμάτων, ξεχασμένα επαγγέλματα που αναβίωσαν κατά τη διάρκεια της κρίσης.
Και με την αύξηση της εμπορικής αξίας, σύμφωνα με την άποψη των εμπειρογνωμόνων και εκτιμητών της τρόικας, ο ΕΝΦΙΑ αυξάνεται, επεκτείνεται και μονιμοποιείται ως «Άτλαντας» των ψευδοπλεονασμάτων.
3.Έτσι αλλοτριώνεται και καταστρέφεται ο μικροϊδιοκτητικός τρόπος παραγωγής, που αποτελεί τον υλικό-υπαρκτικό όρο τής αυτονομίας και της ελευθερίας κάθε πολίτη. Πάνω στην ψυχολογική και κοινωνική βεβαιότητα που εμπέδωνε, η συναίσθηση ότι έχει εξασφαλίσει τη βάση της οικογενειακής και επαγγελματικής του αναπαραγωγής, ο Έλληνας αποκτούσε συνείδηση ανεξαρτησίας και ως μονάδα και ως σύνολο. Και πάνω σ’αυτή τη συνείδηση θεμελιώνεται η ιδέα του ελεύθερου πολίτη, δηλαδή της δημοκρατίας.
Αυτή τη στοιχειώδη αλήθεια που έρχεται από τα χρόνια της κλασικής αρχαιότητας και διαπερνά όλη την ύπαρξη και τους αγώνες των Ελλήνων, την καταρράκωσαν όχι μόνο οι εκπρόσωποι των δανειστών αλλά και οι κυβερνώντες, οι οποίοι μάλιστα βρήκαν -στην υλική και ψυχολογική αυτή βάση του δημοκρατικού πολιτεύματος- την ευκαιρία να ασκήσουν στοχευμένη φιλανθρωπία βικτωριανής εποχής επιβαρύνοντας με υψηλότερο ΕΝΦΙΑ τους μικρομεσαίους και λιγοστεύοντας ανεπαίσθητα τον ΕΝΦΙΑ των φτωχών και απόκληρων.
4.Φαίνεται καθαρά πλέον, μαζί με άλλα κυβερνητικά μέτρα και αντιλήψεις, ότι πήραμε τον δρόμο της αταβιστικής παλινδρόμησης προς την προδημοκρατική περίοδο της βικτωριανής εποχής, «του συμπονετικού καπιταλισμού», όπου ο πολίτης δεν χρειάζεται να έχει τη δική του αξιοπρεπή εργασία, αμοιβή και περιουσία, αλλά μπορεί να ζει με τις παροχές και τα συσσίτια της …φιλανθρωπίας των ηγεμόνων. Έτσι δεν αποκτά αυτονομία, δεν έχει ελεύθερη βούληση και επιλογή, δεν αντιδρά στα μείζονα, αλλά συνηθίζει να θεωρεί μοιραία και παραδεκτή την κατοχύρωση μιας φιλανθρωπικής σχέσης.
Μία επίσκεψη στις εξευτελιστικές ουρές των επιδομάτων και των συσσιτίων μπορεί να πείσει τον καθένα για τα συνειδησιακά και ψυχικά αποτελέσματα αυτού του αταβισμού.
Το ίδιο άλλωστε συμβαίνει και με τον υπέρογκο ΕΝΦΙΑ όλων των καθιδρυμάτων της ιστορικά συντεταγμένης βοήθειας προς διάφορες ευπαθείς ομάδες πολιτών, που αδυνατούν να καταβάλουν τον υπέρογκο ΕΝΦΙΑ των μονάδων τους και καταδικάζονται σε υπολειτουργία κάτι που φαίνεται ότι βολεύει την «κρατική φιλανθρωπία».
5.Εξάλλου όλες οι μεγάλες πηγές και μονάδες του άυλου και υλικού πλούτου της πατρίδας πωλούνται ή υποθηκεύονται στους δανειστές. Τα κύρια παραγωγικά μέσα της χώρας, δημόσια και ιδιωτικά, καταλαμβάνονται από ξένες (και κρατικές) εταιρίες. Έτσι εντάσσονται στον οικονομικό σχεδιασμό και τις επιδιώξεις άλλων ανταγωνιστικών οικονομιών που ενισχύονται και από τις αλλοτριωμένες πλέον τράπεζες, που παρέδωσαν τη γλίσχρα εθνική αποταμίευση στους ξένους. Τα ξένα funds επιτίθενται στην υποθηκευμένη οικογενειακή και επαγγελματική περιουσία, αφού η κρίση οδήγησε σε απώλεια των θέσεων εργασίας και σε χρεοκοπία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και επαγγελμάτων.
6.Γι’αυτό και η ανεπαίσθητη μείωση του ΕΝΦΙΑ με τους στοχευμένους καταλόγους ιδιοκτησίας των αρμοδίων Υπηρεσιών, χωρίς να αλλάζει το συνολικό ποσό είσπραξής του, δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να επαναβεβαιώνει και να επαναμνημονιοποιεί την ύπαρξή του. Έχουμε δηλαδή άλλη μια νομοθετική επιβεβαίωση της διαιώνισης του κοινωνιοκτόνου αυτού μνημονιακού μέτρου.
Ταυτόχρονα όμως, με την εμμονή τής κυβέρνησης στα πιο σκληρά μνημονιακά μέτρα, παραπλανά και ένα τμήμα τής κοινής γνώμης ώστε να σιωπήσει (ή στη χειρότερη περίπτωση, να συναινέσει) στην περαιτέρω δήμευση τής οικογενειακής εστίας και των παραγωγικών μονάδων της πλειοψηφίας των πολιτών, όπως ακριβώς γινόταν στην ακμή της βικτωριανής περιόδου… Δηλαδή, όπου εκδηλωνόταν αυξημένη ανεργία και φτώχεια στη Μεγ.Βρετανία, οι απεσταλμένοι της βασίλισσας οργάνωναν συσσίτια και φιλανθρωπικά ιδρύματα για να κατασιγάσουν τις λαϊκές εξεγέρσεις.
Αυτή τη μέθοδο οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στο τέρμα της δεύτερης δεκαετίας τού 21ου αιώνα, το ονομάζουν «σοσιαλιστική πολιτική» ή «αριστερό πρόσημο» σημειώνει στην κατακλείδα της η ΕΝΥΠΕΚΚ σχολιάζοντας:
Ο tempora, o mores!