Από την Υποδιεύθυνση Δίωξης Εγκλημάτων Κατά Ζωής και
Ιδιοκτησίας της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, διακριβώθηκε η δράση
εξαμελούς ομάδας ατόμων, οι οποίοι τουλάχιστο κατά το τελευταίο έτος
είχαν συστήσει και ενταχθεί σε εγκληματική οργάνωση, η οποία
δραστηριοποιούνταν στο συγκεκριμένο πεδίο στην ευρύτερη περιοχή της
Αττικής.
Μετά από ευρεία, οργανωμένη και άρτια
συντονισμένη αστυνομική επιχείρηση που πραγματοποιήθηκε την Τρίτη, 11
Δεκεμβρίου 2018 σε περιοχές της Ανατολικής Αττικής και του Κέντρου
Αθηνών, συνελήφθησαν πέντε (5) ημεδαποί, ηλικίας από 37 έως και 70 ετών.
Ο 63χρονος αρχηγός και έκτο μέλος της οργάνωσης, είναι υπόδικος στις
φυλακές Μαλανδρίνου, αφού είχε συλληφθεί την 14-11-2018 από την
Υποδιεύθυνση Δίωξης Ναρκωτικών για προμήθεια και εμπορία ναρκωτικών
ουσιών (κοκαΐνης) βάρους 382 κιλών, η οποία είχε κατασχεθεί στο Εκουαδόρ.
Σε
βάρος των συλληφθέντων, σχηματίσθηκε κακουργηματικού χαρακτήρα
δικογραφία, για τα – κατά περίπτωση – αδικήματα της συγκρότησης και
ένταξης σε εγκληματική οργάνωση, διακεκριμένες κλοπές - τετελεσμένες και
σε απόπειρα - , πλαστογραφίες, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές
δραστηριότητες, καθώς και για παράβαση της νομοθεσίας για τα όπλα.
Αναφορικά
με τον τρόπο δράσης της οργάνωσης και όπως προέκυψε από την αστυνομική
έρευνα, όπου αξιοποιήθηκαν ειδικές ανακριτικές μέθοδοι, διαπιστώθηκε η
διακριτότητα των ρόλων και η ιεραρχία μεταξύ των μελών της οργάνωσης.
Πιο συγκεκριμένα, ο 63χρονος αρχηγός της οργάνωσης, διαπιστώθηκε ότι
κατεύθυνε συντόνιζε και επόπτευε τα λοιπά μέλη, με την βοήθεια του
37χρονου συγγενικού του προσώπου, επίσης συλληφθέντα. Και οι δύο ήταν
«αφανείς» ιδιοκτήτες εταιρειών, που δραστηριοποιούνταν στην εμπορία
τρακαρισμένων οχημάτων και πώλησης εξαρτημάτων αυτών, ενώ τα τελευταία
χρόνια φαίνεται να είχαν επεκτείνει τον κύκλο εργασιών τους και στον
τομέα της ενοικίασης οχημάτων.
Κατά κύριο λόγο,
διέθεταν στις εταιρείες τους οχήματα που χαρακτηρίζονται ως εμπορικά,
συνήθως χαμηλού κυβισμού και για το λόγο αυτό ανέθεταν στα υπόλοιπα μέλη
της οργάνωσης να αφαιρούν τέτοιου είδους οχήματα, τα οποία στη συνέχεια
διέθεταν στις εταιρείες τους . Μάλιστα, η έδρα της επιχείρησης, είχε
μετατραπεί σε «στρατηγείο» της οργάνωσης, όπου σχεδιάζονταν, όλα τα
ζητήματα σχετικά με την λειτουργία της.
Κατά τη
συνήθη δραστηριότητά τους, αγόραζαν τρακαρισμένα οχήματα, με σοβαρές
συνήθως υλικές ζημιές και βλάβες, σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές. Με τα
εξαρτήματα που προέρχονταν από τα κλεμμένα οχήματα, τα επισκεύαζαν. Στην
συνέχεια, είτε τα πωλούσαν, είτε τα χρησιμοποιούσαν στις εταιρείες
ενοικιάσεων που διέθεταν, προς ενοικίαση . Επιπλέον, για τις τυχόν
επισκευές που χρειάζονταν τα οχήματα των εταιρειών τους, επίσης
χρησιμοποιούσαν ανταλλακτικά από τα κλεμμένα οχήματα.
Λόγω
της μεγάλης εμπειρίας στον χώρο της αυτοκίνησης, γνώριζαν ότι η
ταυτοποίηση μεμονωμένων εξαρτημάτων αυτοκινήτων ήταν ιδιαίτερα δύσκολη
έως και αδύνατη στις περισσότερες των περιπτώσεων.
Τα
μέλη της οργάνωσης που είχαν αναλάβει τη διάπραξη των κλοπών των
οχημάτων, ήταν εφοδιασμένα με ειδικό τεχνικό εξοπλισμό, (laptops που
συνδέονται με το διαγνωστικό των οχημάτων), καθώς και με παρεμβολείς
σημάτων (jammer), προκειμένου να επιτυγχάνουν το σκοπό τους στον
απολύτως απαραίτητο χρόνο, ελαχιστοποιώντας με αυτό τον τρόπο τις
πιθανότητες εντοπισμού και σύλληψής τους. Οι κλοπές που διέπρατταν δεν
ήταν ούτε ευκαιριακές, ούτε τυχαίες, αλλά κατόπιν «παραγγελιών» του
αρχηγού, ανάλογα με τα οχήματα που διέθετε στις εταιρείες του. Η
αναζήτηση και αφαίρεση οχημάτων γινόταν σε καθημερινή βάση, και
πραγματοποιούνταν είτε τυχαία σε διάφορες περιοχές της Αθήνας, είτε
στοχευόμενα σε περιπτώσεις πληροφοριών ότι σε κάποιο σημείο ήταν
σταθμευμένο συγκεκριμένο όχημα που τους ενδιέφερε.
Προκειμένου
να δυσχεραίνουν τον εντοπισμό των κλεμμένων οχημάτων, είτε από τους
ιδιοκτήτες, είτε από τις Αστυνομικές Αρχές, αρχικά τα μετέφεραν σε
απομονωμένα σημεία (πάρκα, δρόμους ερημικούς με ελάχιστη κυκλοφορία
οχημάτων κ.α.) και στη συνέχεια προχωρούσαν σε εξονυχιστική έρευνα,
προκειμένου να εντοπίσουν τυχόν συστήματα γεωγραφικού εντοπισμού (GPS
TRACKERS ), που υπήρχαν στο εσωτερικό τους. Τα οχήματα τα άφηναν
σταθμευμένα στα παραπάνω σημεία για λίγες ημέρες και στην συνέχεια μέλη
της εγκληματικής οργάνωσης, τα μετέφεραν σε διάφορες περιοχές της
ανατολικής Αττικής, όπου τα παρέδιδαν σε έτερα μέλη της ίδιας οργάνωσης.
Τα μέλη αυτά ήταν υπεύθυνα για την εύρεση των
κατάλληλων χώρων (αποθήκες, οικόπεδα, εγκαταλελειμμένα κτίσματα κτλ)
στους οποίους απέκρυπταν, τα κλεμμένα οχήματα και τα ανταλλακτικά. Οι
ίδιοι, είχαν αναλάβει και την αποσυναρμολόγηση των κλεμμένων οχημάτων.
Κατά
τη διάρκεια της αστυνομικής επιχείρησης πραγματοποιήθηκαν δέκα (10)
έρευνες σε σπίτια, οχήματα, αποθήκες και καταστήματα σε περιοχές της
Αττικής, όπου μεταξύ άλλων βρέθηκαν και κατασχέθηκαν :
- σαράντα οκτώ (48) κινητήρες αυτοκινήτων, με πλαστογραφημένους - παραποιημένους αριθμούς πλαισίου,
- τρία (3) Ι.Χ.Ε. οχήματα,
- τρία (3) Ι.Χ.Φ. αυτοκίνητα,
- τριάντα τέσσερις (34) μονάδες ABS,
- πλήθος από ζεύγη πινακίδων κυκλοφορίας,
- ειδικός τεχνολογικός εξοπλισμός που χρησιμοποιείται για την αφαίρεση οχημάτων,
- δύο (2) συσκευές εντοπισμού μηχανημάτων γεωγραφικού εντοπισμού (gps TRACKER ),
- μεγάλος αριθμός ανταλλακτικών αυτοκινήτων,
- εργαλεία αποσυναρμολόγησης οχημάτων,
- το χρηματικό ποσό των (3720€).
Από
τη μέχρι σήμερα έρευνα, έχουν εξιχνιασθεί δεκαέξι (16) περιπτώσεις
κλοπών οχημάτων, ενώ εκτιμάται η συμμετοχή τους σε δεκάδες ακόμη
περιπτώσεις, λειτουργώντας με την ίδια μεθοδολογία. Η έρευνα συνεχίζεται
για την διαπίστωση του εύρους της εγκληματικής τους δραστηριότητας, την
πλήρη αποδόμηση της εγκληματικής οργάνωσης και την ταυτοποίηση των
οχημάτων, ανταλλακτικών και εξαρτημάτων που κατασχέθηκαν.
Σημειώνεται
ότι οι δράστες έχουν ξανά απασχολήσει τις διωκτικές αρχές και είναι
σεσημασμένοι – κατά περίπτωση – για ληστεία, διακεκριμένες κλοπές,
απάτες, πλαστογραφίες, ναρκωτικά κ.α.
Οι
συλληφθέντες, με την σχηματισθείσα οε βάρος τους δικογραφία, οδηγήθηκαν
στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, η οποία τους παρέπεμψε στην κύρια
ανάκριση.»