arthaximmo /pixabay |
Πριν λίγο καιρό με ρώτησαν σε μια συνέντευξη στο Star tv Κεντρικής Ελλάδος, για την εξέλιξη της οικονομίας. Απάντησα ότι καλλιεργούνται τεχνηέντως προσδοκίες και ότι γίνονται προσπάθειες για αύξηση των επενδύσεων οι οποίες δεν εδράζονται σε πραγματικά στοιχεία και ότι μετά από μία μικρή περίοδο επιφανειακής αισιοδοξίας, λόγω επιλεκτικής χρήσης και ωραιοποίησης των αριθμών, θα μας καθηλώνει ξανά και ξανά η πραγματικότητα.
υποναυάρχου ε.α.
προέδρου Κοινωνίας Αξιών
Και είναι γνωστό ότι για να δημιουργηθεί αυτό το τεχνητό κλίμα, επιστρατεύθηκαν πολλοί μεσάζοντες, πολιτικοί, πρέσβεις, traders και καιροσκόποι.
Ως αποτέλεσμα, η απαισιοδοξία θα επανέρχεται όταν θα αποδεικνύονται αβάσιμες οι προσδοκίες, με συνακόλουθες διορθώσεις προς τα κάτω, λόγω της αδυναμίας της πραγματικής οικονομίας και του χρηματοπιστωτικού μας συστήματος να στηρίξουν μία σταθερή ανάπτυξη.
Σε όλο αυτό το περιβάλλον θα πρέπει να προσμετρηθούν αφενός οι μειωμένοι ρυθμοί ανάπτυξης σε όλες σχεδόν τις Ευρωπαϊκές χώρες και αφετέρου ότι οι αγορές βρίσκονται σε περίοδο μεταβλητότητας και υπάρχει τάση για άνοδο στα επιτόκια διεθνώς, γεγονός που οπωσδήποτε θα έχει αρνητικές επιπτώσεις και στην ελληνική οικονομία.
1. ΤΕΛΕΙΩΣΕ Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΦΘΗΝΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ
Η εποχή του φθηνού χρήματος έφτασε στο τέλος της και η Ελλάδα δυστυχώς την έχασε.
Το διάστημα 2015-2018, οι διεθνείς συνθήκες ήταν ευνοϊκές για να υπάρξει ανάκαμψη της Ελληνικής οικονομίας, για τους εξής λόγους:
• χαμηλά επιτόκια,
• ρευστότητα διεθνώς,
• χαμηλή ισοτιμία του ευρώ,
• χαμηλή τιμή πετρελαίου,
• θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης σε όλες σχεδόν τις περιοχές του πλανήτη.
Δυστυχώς δεν μπορέσαμε να τις εκμεταλλευθούμε.
Η έξοδος της Ελλάδας στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, δεν είναι εύκολη σήμερα λόγω των υψηλών επιτοκίων. Το επιτόκιο του 10ετούς Ελληνικού ομολόγου ανέβηκε πριν μερικές μέρες στο 4,39%, παρασυρόμενο από το αρνητικό διεθνές κλίμα. Όπως γίνεται φανερό, υπάρχει μεγάλος κίνδυνος να μην μπορούμε να δανεισθούμε από τις αγορές κεφαλαίου, λόγω υψηλών επιτοκίων.
2. ΘΕΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΑΡΝΗΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΓΙΑ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ
Η ελληνική οικονομία έχει τα εξής χαρακτηριστικά, τα οποία υπό φυσιολογικές συνθήκες θα έπρεπε να προσελκύουν ξένες επενδύσεις:
• χαμηλές αποτιμήσεις περιουσιακών στοιχείων,
• μεγάλο αριθμό ανέργων υψηλής εξειδίκευσης,
• συγκριτικά χαμηλό εργασιακό κόστος.
Ιδιαίτερο επενδυτικό ενδιαφέρον παρουσιάζεται στους παρακάτω τομείς:
• Logistics, ιδιωτικοποιήσεις, μεταφορές, λιμάνια, κλπ
• Τουρισμός
• Αγροδιατροφικά προϊόντα,
• IT, Τηλεπικοινωνίες
• Ακίνητα
Όμως υπάρχουν πολλοί παράγοντες που εξακολουθούν να εμποδίζουν την προσέλκυση και την δημιουργία σημαντικών επενδύσεων, και τελικά την ανάπτυξη, μερικοί εκ των οποίων είναι:
• Μεγάλο country risk (πολυπαραγοντικός δείκτης ο οποίος αντικατοπτρίζει εν πολλοίς και την πολιτική αβεβαιότητα)
• Έλλειψη σταθερότητας στο φορολογικό πλαίσιο, υψηλή συνολική φορολογία.
• Γραφειοκρατία, χωροταξικό, άδειες χρήσης, βραδύτητα και πολυπλοκότητα στις αδειοδοτήσεις κλπ.
• Ακριβή ενέργεια
• Εξαιρετικά δύσκολη πρόσβαση σε χρηματοδότηση, μη αποκατάσταση της ρευστότητας, τα «κόκκινα» δάνεια, επενδυτικό –χρηματοδοτικό κενό.
• Αργή απονομή δικαιοσύνης
• Δυσχερές επιχειρηματικό περιβάλλον
• Προβληματική εταιρική διακυβέρνηση σε πολλές επιχειρήσεις, ιδιωτικές και ΔΕΚΟ
• Το υψηλό επίπεδο του δημόσιου χρέους
• Η Ελλάδα βρίσκεται κάτω από τον μέσο όρο στην Ευρώπη στην καινοτομία και στην έρευνα.
3. ΤΟ ΧΡΕΟΣ ΩΣ ΑΝΑΣΤΑΛΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Τεράστιος ανασταλτικός παράγοντας για την ανάπτυξη είναι το εξωφρενικό χρέος που αυξήθηκε κατά 267 δις ευρώ, λόγω των συνεχών δανεισμών και ανακεφαλαιοποιήσεων της τελευταίας οκταετίας, συνακόλουθα και οι ανάγκες εξυπηρέτησής του. Συγκεκριμένα :
Το συνολικό ποσοστό του ακαθάριστου χρέους της γενικής κυβέρνησης στην Ελλάδα είναι στο 179% του ΑΕΠ, δηλαδή περίπου 343 δις. ευρώ και συνίσταται κυρίως σε δάνεια (80%), ενώ ακολουθούν οι χρεωστικοί τίτλοι (18,2%).
• 22,5 δις. ευρώ αφορούν σε repos (εσωτερικός δανεισμός) και τα 14,33 δις. ευρώ έντοκα γραμμάτια του ελληνικού δημοσίου με μέγιστη διάρκεια το ένα έτος.
• 52,9 δισεκ. διακρατικά δάνεια, που λήγουν την περίοδο 2020-2041(Τα ομόλογα GLF των διακρατικών δανείων έχουν επιτόκιο 0,65%).
• Απομένει να αποπληρωθούν 11 δισ. ευρώ στο ΔΝΤ έως το 2024. Το μέσο επιτόκιο του ΔΝΤ είναι περίπου 3,8%. Αν αποπληρωθεί, δεν υπάρχει δυνατότητα εποπτείας της χώρας από το ΔΝΤ.
• 130 δισ. ευρώ από τον EFSF, με επιτόκια περίπου 2,5% το οποίο αναμένεται να αποπληρωθεί το 2067, (2ο Μνημόνιο).
• 61 δισ. ευρώ από τον ESM (3ο Μνημόνιο) με επιτόκια περίπου 0,89%, προβλέπεται να εξοφληθεί από το 2034 έως το 2060.
• Οι οφειλές από δάνεια της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων ανέρχονται στα 8 δις. ευρώ.
• Τα ομόλογα από την αγορά, έχουν περιοριστεί στα 40 δις. ευρώ.
------------------------------------------------------
Σύνολο περίπου 343 δισεκατ. ευρώ
Για την περίοδο έως και το 2020 απαιτούνται περίπου 20 δις. ευρώ για να εξυπηρετηθεί το χρέος (αν εξαιρεθούν τα έντοκα γραμμάτια και τα repos). Το «μαξιλάρι» των 20 δις. ευρώ που μας δόθηκε προορίζεται για να καλυφθούν οι ανάγκες αυτές.
4. ΑΥΞΗΜΕΝΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΑΠΟ EUROGROUP - ΔΙΑΦΑΙΝΟΜΕΝΗ ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ
• Λόγω του τεράστιου δανεισμού από την ΕΕ, και των δεσμεύσεων εξ αυτού, η οικονομική πολιτική της Ελλάδος θα εξακολουθήσει να χειραγωγείται αυστηρά από το Eurogroup και θα εποπτεύεται από ενισχυμένους μηχανισμούς εποπτείας. Για να απαλλαγεί από την επιτροπεία θα πρέπει να αποπληρώσει το 75% των συνολικών δανείων από την ΕΕ, δηλαδή περίπου 180 δις.
• Για να μπορέσει να γίνει αυτό, εάν όλα εξελιχθούν ομαλά και υπάρξει συνεχής ανάπτυξη με ρυθμούς τουλάχιστον 3,5% θα χρειασθούν πάνω από 25 χρόνια.
• Σε όλο αυτό το σκηνικό θα πρέπει να συνυπολογίζουμε ότι στην Ευρωζώνη υπάρχουν ήδη σοβαρά προβλήματα με την Ιταλία αλλά και την Ισπανία και την Γαλλία.
• Με δεδομένο μάλιστα το μειωμένο επίπεδο εγχώριας ζήτησης, οι επενδύσεις που αναπτύσσονται και αυτές που προσελκύονται έχουν κυρίως εξαγωγικό χαρακτήρα, με αποτέλεσμα μία ενδεχόμενη μείωση στην εξωτερική ζήτηση (λόγω των προβλημάτων στην Ευρωπαϊκή αλλά και στη διεθνή οικονομία), να έχει αρνητικές επιπτώσεις στις επενδύσεις αυτές και συνακόλουθα στην οικονομία.
• Η προσδοκώμενη ανάπτυξη του 2- 2,5%, με τα υπάρχοντα ανασταλτικά χαρακτηριστικά της οικονομίας, δεν είναι ικανοποιητική για την εξυπηρέτηση του χρέους. Μόνο με συνεχή ετήσια ανάπτυξη πάνω από 3.5% θα μπορούσε να εξυπηρετηθεί το χρέος. Για να γίνει όμως αυτό χρειάζεται άρση όλων των ανασταλτικών παραγόντων για το επενδυτικό περιβάλλον στη χώρα.
5. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ (ΠΔΕ) & ΕΣΠΑ
Είναι προφανές ότι με τις μειωμένες ιδιωτικές επενδύσεις και την δύσκολη πρόσβαση σε φτηνό χρήμα, είναι επιβεβλημένη η ορθή κατανοµή των περιορισμένων πόρων του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) και του ΕΣΠΑ, προκειμένου να επιτευχθεί το καλύτερο δυνατό αναπτυξιακό αποτέλεσμα, που θα δώσει ώθηση στην Ελληνική οικονομία.
Μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 2018, το ΠΔΕ κατέγραψε υστέρηση της τάξεως του 1 δις εκατ. ευρώ. Δηλαδή με βάση τους στόχους θα έπρεπε να απορροφηθούν 2,5 δισ. ευρώ, όμως το τελικό ποσό που έφτασε στους δικαιούχους περιορίστηκε στο 1,5 δισ. ευρώ. Και φυσικά είναι αδύνατο να προσεγγισθεί ο στόχος των 6,750 δισ. ευρώ που είχε τεθεί για το 2018.
Βέβαια, το ΕΣΠΑ και το ΠΔΕ δεν αφορούν μόνο τα έργα και τις δημόσιες προμήθειες, αλλά και τη στήριξη της επιχειρηματικότητας και των επενδύσεων. Προφανώς και η υστέρηση αυτή επηρεάζει την επενδυτική προσπάθεια που τόσο έχει ανάγκη σήμερα η Ελλάδα.
Από το 2012 και μετά η απορρόφηση των προϋπολογισθέντων στο ΠΔΕ έχει ως εξής:
• Το 2012, προϋπολογισμός 6,850 δισ. ευρώ - υστέρηση 736 εκατ. ευρώ.
• Το 2013, προϋπολογισμός 6,650 δισ. ευρώ - απορρόφηση στο 100%.
• Το 2014, προϋπολογισμός 6,800 δισ. ευρώ - υστέρηση 208 εκατ. ευρώ.
• Το 2015, προϋπολογισμός 6,400 δισ. ευρώ - υπέρβαση 6 εκατ. ευρώ.
• Το 2016, προϋπολογισμός 6,750 εκατ. ευρώ - υστέρηση 462 εκατ. ευρώ.
• Το 2017, προϋπολογισμός 6,750 δισ. ευρώ - υστέρηση 800 εκατ. ευρώ.
Όσον αφορά τους κοινοτικούς πόρους, το ευτύχημα είναι ότι όταν δεν απορροφώνται, δεν χάνονται, αλλά μεταφέρονται στο επόμενο έτος.
6. ΑΠΟ ΠΟΥ ΠΗΓΑΖΕΙ Η ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑ ΓΙΑ "SUCCESS STORY";
• Το Ελληνικό χρέος όπως δείξαμε είναι τεράστιο και εξαιρετικά δύσκολη η εξυπηρέτησή του, χωρίς σταθερά υψηλούς αριθμούς ανάπτυξης της οικονομίας.
• Η έξοδος της Ελλάδας στις διεθνείς κεφαλαιαγορές δεν είναι εύκολη σήμερα λόγω των υψηλών επιτοκίων.
• Οι πολυσυζητημένες μεταρρυθμίσεις στην οικονομία δεν έχουν γίνει όπως αποδεικνύουν τα πολλά και σημαντικά προβλήματα στην οικονομία, στην επιχειρηματικότητα και στο επενδυτικό περιβάλλον που παραθέσαμε πιο πάνω
• Η Ελλάδα συνεχίζει να αντιμετωπίζει «σοβαρές προκλήσεις ανταγωνιστικότητας», με έναν τραπεζικό τομέα που είναι ακόμα «εύθραυστος». Παρά την δηλούμενη κεφαλαιακή επάρκεια, ο τραπεζικός τομέας συνεχίζει να εξαρτάται από το μηχανισμό ELA της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για ρευστότητα.
• Υπάρχει έλλειψη εμπιστοσύνης των καταθετών αφού τα κεφάλαια του εξωτερικού δεν επαναπατρίζονται παρά τις προσπάθειες.
* Επίσης από τα 32,9 δισ. ευρώ που υπολογίζεται ότι είναι το σύνολο των μετρητών που κυκλοφορούν σήμερα στην αγορά (ΤτΕ), περίπου 20 δις ευρώ από αυτά διακινούνται εκτός τραπέζης και τα υπόλοιπα 13 δις κρύβονται σε θυρίδες και στρώματα.
• Η επιβολή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων συνεχίζεται.
• Υπάρχει έλλειψη εμπιστοσύνης από τις αγορές και τους επενδυτές για την αξιοπιστία της οικονομικής πολιτικής, για τις προοπτικές της χώρας και για την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων που προαναφέραμε εκ μέρους του μεγαλύτερου μέρους του πολιτικού συστήματος.
• Το κλίμα σκεπτικισμού για τις ιδιωτικές επιχειρηματικές πρωτοβουλίες και τις ξένες επενδύσεις, αν και έχει μειωθεί σημαντικά, εν τούτοις συντηρείται σε κάποιους σημαντικούς τομείς, όπως χαρακτηριστικά συμβαίνει με την εκπαίδευση.
• Οι φορολογικοί συντελεστές παραμένουν υψηλοί σε όλες τις κατηγορίες.
• Η διαφθορά εξακολουθεί να επηρεάζει αρνητικά το επενδυτικό περιβάλλον, αφού σύμφωνα με τελευταία στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, η Ελλάδα έπεσε το 2017 από την 96η θέση στην 101η της λίστας, (πιο κάτω από πολλές αναπτυσσόμενες οικονομίες).
• Υπάρχει διεύρυνση της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής (συλλογή φόρων κάτω από το 50% των προσδοκιών και 55% των πολιτών εξαιρούνται της φορολογίας εισοδήματος).
• Η γραφειοκρατία και η ανεπαρκής δημόσια διοίκηση, ο μικρός βαθμός εκσυγχρονισμού, οι παραμένουσες αδυναμίες του νομικού πλαισίου και η αδύναμη επιβολή του νόμου, αποτελούν σημαντικούς ανασταλτικούς παράγοντες για τις επενδύσεις.
Το κόστος σύστασης και λειτουργίας μία εταιρείας παραμένει ακόμα υψηλό (διαδικασίες για τη σύσταση κατ’ ελάχιστο σε 13 εργάσιμες ημέρες).
Ο δείκτης της Παγκόσμιας Τράπεζας για το κράτος δικαίου (rule of law) υποχωρεί συνεχώς. Μία τυπική δικαστική υπόθεση χρειάζεται 1.580 μέρες για να τελεσιδικήσει.
• Αν και το μισθολογικό κόστος είναι χαμηλό, το μη μισθολογικό κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων εξακολουθεί να είναι ανασταλτικός παράγων για επενδύσεις, (ασφαλιστικές εισφορές, χρηματοοικονομικό κόστος, κόστος ενέργειας και φορολογικές επιβαρύνσεις).
• Τα δυσμενή δημογραφικά στοιχεία (ο πληθυσμός της Ελλάδας αναμένεται μεταξύ 8,3-10 εκατομμυρίων το 2050)
• Η διαρροή καταρτισμένου ανθρώπινου δυναμικού στο εξωτερικό (brain drain) περιορίζει την αναπτυξιακή προοπτική της οικονομίας
• Παρά την μείωση της ανεργίας, η Ελλάδα παραμένει πρωταθλήτρια στην Ευρώπη. Η ανεργία στην ευρωζώνη μειώνεται στο 8,1% (6,8% στην ΕΕ), ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην Ελλάδα διαμορφώνεται στο 19,1%. Η ανεργία των νέων παραμένει ψηλά στο 39,1%.
• Ουραγός είναι η χώρα και όσον αφορά τη μεταβολή της ιδιωτικής και της δημόσιας κατανάλωσης,
• Το μοναδικό μέγεθος στο οποίο η Ελλάδα εμφανίζει θετικό δείκτη και είναι οι εξαγωγές όπου βρίσκεται στη 2η θέση σε όλη την Ευρωζώνη, με ποσοστό αύξησης 8,2%. Για το 2019 υπάρχει πρόβλεψη για ακόμη μεγαλύτερη αύξηση κατά 5,8%.
• Βέβαια το ποσοστό αυτό, ως συνολικό αποτέλεσμα στο ισοζύγιο, μειώνεται και από την αύξηση των εισαγωγών φέτος αλλά και του χρόνου. Η Ελλάδα ωστόσο έχει έναν από τους χαμηλότερους ρυθμούς αύξησης των εισαγωγών στην ευρωζώνη, κατά +3,4% για το 2018 και ο προϋπολογισμός του 2019 προβλέπει αύξηση κατά 5,2%.
• Τα έσοδα από τις αποκρατικοποιήσεις και την αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου από το 2011 (50 δις είχαν προβλεφθεί αρχικά), φθάνουν συνολικά τα 7 δισ. ευρώ, από τα οποία το 1,4 δισ. ευρώ εισπράχθηκαν το 2017. Για το 2018 προβλέπονται έσοδα ύψους 2 δισ. ευρώ και για το 2019 1,5 δις.
• Το επενδυτικό σύστημα για τις νεοφυείς επιχειρήσεις στην Ελλάδα βρίσκεται ακόμα σε μάλλον νηπιακή ηλικία, αν και υπάρχουν ορισμένες ενδείξεις ότι μπορεί να αποκτήσει δυναμική (εφόσον ενισχυθεί φυσικά). Η συνδρομή του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων, αν και μικρή σε μέγεθος είναι σημαντική για τις μικρές αυτές επιχειρήσεις. (Συνολικά το πρόγραμμα, στα τέσσερα έτη λειτουργίας του, έχει χρηματοδοτήσει με €6.050.000, 100 περίπου νεοφυείς επιχειρήσεις).
• Στις επενδύσεις, για το 2018, η Ελλάδα βρίσκεται μεταξύ των τριών χειρότερων επιδόσεων εκ των μελών της Ευρωζώνης (ποσοστό ακαθάριστου σχηματισμού παγίου κεφαλαίου που αποτυπώνει την πορεία των επενδύσεων). Η Κυβέρνηση προβλέπει εντυπωσιακή άνοδο των επενδύσεων για το 2019, που εκτιμά ότι θα μας ανεβάσει από τις τρεις τελευταίες θέσεις, στην 1η μεταξύ των μελών της Ευρωζώνης.
• Επίσης είναι η μοναδική χώρα της Ευρωζώνης όπου οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν πρόβλημα ρευστότητας λόγω της μειωμένης τραπεζικής δανειοδότησης, αλλά και εξαιρετικά μειωμένης παρουσίας εναλλακτικών μορφών χρηματοδότησης, ώστε να μπορούν να εκμεταλλευθούν Δανειστικά Κεφάλαια. (από την «Έρευνα Πρόσβασης των Εταιρειών σε Χρηματοδότηση στην Ευρωζώνη της ΕΚΤ» , Σεπτέμβριος 2017)
• Τα επενδυτικά κεφάλαια έχουν ταυτιστεί με τις εξαγορές «κόκκινων δανείων», όμως αυτό δεν μπορεί να δώσει σημαντική αναπτυξιακή πνοή στην επιχειρηματικότητα. Τα κεφάλαια ιδιωτικών φορέων εξακολουθούν να αποτελούν τη βασική πηγή χρηματοδότησης των επιχειρήσεων.
* Είναι αναγκαίος συνεπώς ο εκσυγχρονισμός του επενδυτικού περιβάλλοντος με ένα ευέλικτο νομοθετικό πλαίσιο (εναρμονισμένο με τις ευρωπαϊκές οδηγίες), για δημιουργία εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης, με Δανειστικά Κεφάλαια ως εναλλακτική πηγή χρηματοδότησης για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
7. ΚΑΤΑΛΗΓΟΝΤΑΣ
Το τέλος του 2018 βρίσκει την Ελλάδα να είναι μεταξύ των πέντε χειρότερων μελών της Ευρωζώνης, με όρους μεταβολής του ΑΕΠ.
Παρά το αισιόδοξο +2,5% που προβλέπεται για την ανάπτυξη του 2019, η Ελλάδα θα βρίσκεται στην 11η θέση στο σύνολο των 19 χωρών-μελών της Ευρωζώνης.
• Ο συνδυασμός των παραμέτρων της οικονομίας που παρατέθηκαν πιο πάνω, μαζί με την αυξανόμενη τάση για «ξήλωμα» των μεταρρυθμίσεων (όπως επιχειρείται σταδιακά από την κυβέρνηση και ιδιαίτερα στα πλέον επίφοβα δημοσιονομικά), οδηγούν σε μειωμένη αισιοδοξία για το μέλλον.
• Εάν δε επιβεβαιωθούν και οι ελάχιστα αισιόδοξες εκτιμήσεις για αναιμική αύξηση των επενδύσεων από 13% του ΑΕΠ το 2018 στο 15,8% του ΑΕΠ το 2023, (ο ευρωπαϊκός μέσος όρος κινήθηκε στο 20,1% το 2018), τότε αποκλείεται να δούμε ανάπτυξη της τάξης πάνω από 3,5%, που απαιτείται για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους.
• Και ακόμη χειρότερα, η πολιτική των υπερβολικών πλεονασμάτων (που εν μέρει διατίθενται και για την επιδοματική πολιτική της κυβέρνησης) θα καθηλώσει ακόμη περισσότερο κάθε αναπτυξιακή διάσταση της οικονομίας.