Απειλές Μπόλτον και Πομπέο κατά δικαστών προκαλούν παραίτηση Γερμανού δικαστή, με δηλώσεις καταγγελίας.
Μιχαήλ Στυλιανού
Ρεπορτάζ του ρωσικού τηλεοπτικού δικτύου ΡΤ μετέδωσε –κατ’ αποκλειστικότητα- την είδηση ότι ο Αμερικανός υπουργός των Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, για να αποτρέψει την έρευνα εγκλημάτων πολέμου στο Αφγανιστάν και την Παλαιστίνη, προειδοποίησε ότι οποιοσδήποτε αναμιχθεί σε παρόμοιες έρευνες θα χάσει τη βίζα του και θα υποστεί τις συνέπειες.
Ο κ. Πομπέο εξήγησε ότι τα μέτρα είναι αναγκαία επειδή οποιαδήποτε ανάκριση για καταγγελλόμενα εγκλήματα πολέμου και βασανιστήρια εις βάρος των ΗΠΑ, θα αποτελούσαν απειλή κατά του αμερικανικού κράτους δικαίου. Οι βίζες θα αφαιρεθούν ή θα αποκλεισθούν για οποιονδήποτε αναμείχθηκε σε τέτοιες έρευνες ή έστω εισηγήθηκε μιαν ανάκριση του Διεθνούς Δικαστηρίου Εγκλημάτων (ICC) «εις βάρος μέλους του αμερικανικού προσωπικού».
Το Διεθνές Δικαστήριο εξετάζει ήδη αίτημα διερεύνησης πιθανών αμερικανικών εγκλημάτων πολέμου στο Αφγανιστάν, κατά τον εικοσαετή πόλεμο, που άφησε 100,000 Αφγανούς νεκρούς. Το γραφείο του Γενικού Εισαγγελέως του δικαστηρίου αναφέρει ότι «υφίσταται λογική βάση» να πιστεύεται ότι «εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας» διαπράχθηκαν και εξακολουθούν να διαπράττονται από δυνάμεις ξένων κυβερνήσεων στο Αφγανιστάν.
Ο Πομπέο απροκάλυπτα δήλωσε ότι τα μέτρα που ανακοίνωσε αποβλέπουν να αναγκάσουν το δικαστήριο να εγκαταλείψει την ενδεχόμενη έρευνα και ότι η Ουάσιγκτον είναι αποφασισμένη να αυξήσει την πίεση εάν το δικαστήριο δεν συμμορφωθεί:
«Είμαστε προετοιμασμένοι να λάβουμε πρόσθετα μέτρα, που περιλαμβάνουν και οικονομικές κυρώσεις, εάν το Διεθνές Δικαστήριο Εγκλημάτων δεν αλλάξει πορεία» δήλωσε ο Αμερικανός υπουργός των Εξωτερικών.
Το Δικαστήριο απάντησε αυθημερόν, ότι θα συνεχίσουν την έρευνά τους «ανεμπόδιστοι» από την απειλητική δήλωση του κ. Πομπέο και θα ενεργήσουν κατά τις επιταγές του Διεθνούς Δικαίου και όχι τις απειλές της Ουάσιγκτον.
Δικαστής του Διεθνούς Δικαστηρίου παραιτείται καταγγέλλοντας «βάναυση παρέμβαση»
Ένας ανώτερος δικαστής του Δικαστηρίου Διεθνών Εγκλημάτων του ΟΗΕ στην Χάγη υπέβαλε την παραίτησή του μετά τις αμερικανικές απειλές κατά δικαστών που ερευνούν καταγγελλόμενα αμερικανικά εγκλήματα πολέμου στο Αφγανιστάν .
Ο δικαστής Christoph Flügge, εργάστηκε στο Δικαστήριο Διεθνών Εγκλημάτων και στο ειδικό Διεθνές Δικαστήριο για την Γιουγκοσλαβία από το 2008. Πιο πρόσφατα συμμετείχε στις προκαταρκτικές έρευνες καταγγελιών ότι μέλη των αμερικανικών στρατιωτικών υπηρεσιών και πράκτορες της CIA βασάνιζαν αιχμαλώτους στο Αφγανιστάν.
Ο δικαστής Flügge δήλωσε στην γερμανική εφημερίδα Zeit ότι υπέβαλε την παραίτησή του μετά τις απροκάλυπτες απειλές Αμερικανών αξιωματούχων, περιλαμβανομένης της ομιλίας του Αμερικανού Συμβούλου Ασφαλείας Τζον Μπόλτον, που ευχήθηκε «θάνατο στο Δικαστήριο»:
«Εάν αυτοί οι δικαστές αναμιχθούν ποτέ στις εσωτερικές υποθέσεις των ΗΠΑ, ή ερευνήσουν έναν Αμερικανό πολίτη –είπε ο κ. Μπόλτον- η αμερικανική κυβέρνηση θα κάνει ότι μπορεί ώστε να μη επιτραπεί σε αυτούς τους δικαστές η είσοδος στις ΗΠΑ και να υποστούν ίσως και εγκληματική δίωξη», ανέφερε ο δικαστής Flügge, σε συνέντευξή του στην Zeit, που αναδημοσιεύτηκε στην Γκάρντιαν.
«Ο Αμερικανός Σύμβουλος Ασφαλείας εκφώνησε την ομιλία του σε στιγμή που η Χάγη σχεδίαζε προκαταρκτικές έρευνες σε βάρος Αμερικανών στρατιωτών που είχαν κατηγορηθεί ότι βασάνιζαν ανθρώπους στο Αφγανιστάν», εξήγησε ο Δικαστής Flügge. « Οι αμερικανικές απειλές κατά των δικαστών δείχνουν καθαρά ένα νέο πολιτικό κλίμα. Είναι συγκλονιστικό. Ποτέ δεν έχω ακούσει τέτοια απειλή».
Η Ομιλία του Τζων Μπόλτον έγινε τον Σεπτέμβριο, ένα χρόνο αφ΄ ότου το Δικαστήριο Διεθνών Εγκλημάτων άρχισε να ερευνά καταγγελίες ότι τουλάχιστον 61 κρατούμενοι στο Αφγανιστάν είχαν βασανιστεί από Αμερικανούς στρατιώτες και άλλοι 27 από την CIA, σε μυστικές φυλακές στο Αφγανιστάν και στο εξωτερικό, σύμφωνα με τον εισαγγελέα Fatou Bensouda.
Στην ομιλία του, ο Αμερικανός Σύμβουλος Ασφαλείας υποσχέθηκε επίσης να προστατεύσει από το Δικαστήριο Διεθνών Εγκλημάτων και τους πολίτες του Ισραήλ, το οποίο κατηγορείτο εκείνες τις μέρες για την διάπραξη εγκλημάτων πολέμου εναντίον αμάχων Παλαιστινίων. Προειδοποίησε ότι οι ΗΠΑ θα αγνοήσουν τα εντάλματα σύλληψης, θα απαγορεύσουν σε δικαστές και εισαγγελείς την είσοδο στην χώρα και ακόμη θα τους δικάσουν σε αμερικανικά δικαστήρια.
Ο Flügge είπε ότι οι συνάδελφοί του «έμειναν εμβρόντητοι» μπροστά στην εικόνα των ΗΠΑ «να βγάζουν τόσο βαρύ πυροβολικό», αλλά πρόσθεσε « ταιριάζει πάντως με την νέα αμερικανική γραμμή: Είμαστε το Νο1 και στεκόμαστε πάνω από τον Νόμο».
Αργότερα το Κογκρέσο ψήφισε τον Νόμο Προστασίας Μελών των Αμερικανικών Υπηρεσιών, που υποχρεώνει τον Πρόεδρο να εμποδίσει οποιαδήποτε δίωξη Αμερικανού από το Δικαστήριο Διεθνών Εγκλημάτων.
Το ρεπορτάζ του ΡΤ μεταφέρει σχόλια ειδότων απο την πείρα του επισήμου αυτού οργάνου του ΟΗΕ για την τήρηση του Διεθνούς Δικαίου. Ο βρετανός δημοσιογράφος Neil Clark είπε ότι κατά το παρελθόν η Ουάσιγκτον επεδίωκε να επηρεάσει το διεθνές δικαστικό σώμα εκ του πλαγίου, μέσω εξωτερικών διαύλων και μεθόδων ίντριγκας. Αλλά με την νέα κυβέρνηση, «παρέμβαση και επιθέσεις γίνονται τώρα απροκάλυπτα. Είναι, ξέρετε, η αυτοκρατορία με βγαλμένη την μάσκα.»
Ο διεθνής δικηγόρος Christopher Black, με προσωπική πείρα του Διεθνούς Δικαστηρίου, εξήγησε πως οι ΗΠΑ, που είχαν υπογράψει αλλά δεν επικύρωσαν το καταστατικό του θεσμού, πετύχαιναν να ελέγχουν το σημαντικό αυτό Διεθνές όργανο. Το πετύχαιναν «προπάντων μέσω των προσώπων-κλειδιών που είχαν εγκαταστήσει στο Δικαστήριο Διεθνών Εγκλημάτων, όπως εισαγγελείς και κάποιους δικαστές που ήταν πρόθυμοι να συμμορφώνονται στις υποδείξεις».
Όταν η ήπια δύναμη δεν αρκεί, τότε παίρνει τον λόγο η τραχεία, εξήγησε. Ένας δικαστής σε υπόθεση (πελάτη) μου απειλήθηκε, από Αμερικανούς που δούλευαν εκεί, ότι εάν δεν αφαιρούσε ορισμένες παραγράφους από το κείμενο της απόφασης που αθώωνε τον στρατηγό που υπερασπίστηκα, τότε ο πελάτης μου «θα αντιμετώπιζε φυσικά προβλήματα». Αυτό είναι το είδος των γκανγκστερικών μεθόδων που χρησιμοποιούν για να επιτύχουν τους στόχους τους σε αυτά τα δικαστήρια.
Και οι δύο σχολιαστές υποστήριξαν ότι η Ουάσιγκτον χρησιμοποίησε τις αποφάσεις του ΔΔΕ για να συντρίψει ανυπότακτες κυβερνήσεις διαφόρων χωρών, όπως στην πρώην Γιουγκοσλαβία, στην Ρουάντα και στην Σιέρα Λεόνε. Ο Christopher Black, ανάφερε σχετικά ότι « στην περίπτωση μου, στην δίκη της Ρουάντας, όχι μόνο το δικαστήριο υποβλήθηκε σε πιέσεις, αλλά και εγώ ο ίδιος, κατά την διάρκεια της δίκης, απειλήθηκα από την CIA για να πάψω να θέτω ερωτήματα και να παρουσιάζω στοιχεία που δεν τους άρεσαν».
Ο Βρετανός δημοσιογράφος Neil Clark αναφέρθηκε σε χαρακτηριστική περίπτωση εργαλειοποίησης του ΔΔΕ στην καταστροφή της Λιβύης. Είπε ότι το 2011 ο Μουαμάρ Καντάφι προσκάλεσε την ένοπλη αντιπολίτευση σε διαπραγματεύσεις. Μια μέρα αργότερα, «ο εισαγγελέας του Δικαστηρίου Διεθνών Εγκλημάτων εξέδωσε ένταλμα σύλληψης του Καντάφι, του γιού του και του επικεφαλής της μυστικής υπηρεσίας του, για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, ανατινάσσοντας έτσι την δυνατότητα συμβιβασμού και σωτηρίας της Λιβύης. «Η πρακτική είναι παλιά. Από της ίδρυσης των διεθνών δικαστηρίων και οργανισμών, οι ΗΠΑ προσπάθησαν να διεισδύσουν και να τα χρησιμοποιήσουν για τις δικές τους επιδιώξεις», είπε ο Neil Clark.
Σχετικά, στο ρεπορτάζ αναφέρεται, ότι ο δικαστής Christoph Flügge είναι εκείνος που διατύπωσε την διαφωνία του σε αποφάσεις κατά τις επίμαχες δίκες στο Διεθνές Δικαστήριο Εγκλημάτων στην Γιουγκοσλαβία. Κατ’ επανάληψη αρνήθηκε να δεχτεί την διάπραξη γενοκτονίας από τους Σέρβους σε βάρος των Βοσνίων στην Σρεμπρένιτσα *–και γι’ αυτό παραμερίστηκε σε σειρά από δίκες.
Επικριτές αυτού του δικαστηρίου επισημαίνουν ότι οι πλείστοι όσων δίκασε ήταν Σέρβοι ή Μαυροβούνιοι, ένδειξη προκατάληψης κατά της πρώην γιουγκοσλαβικής ηγεσίας.
Σημείωση: *Την κρίση αυτή του Δικαστή επιβεβαίωσε ο τότε Γάλλος επιτελάρχης, στρατηγός Γκαλουά, σε ραδιοφωνική συνέντευξη/εξομολόγησή του, στις παραμονές του θανάτου του προ τριετίας.
Μιχαήλ Στυλιανού
Ρεπορτάζ του ρωσικού τηλεοπτικού δικτύου ΡΤ μετέδωσε –κατ’ αποκλειστικότητα- την είδηση ότι ο Αμερικανός υπουργός των Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, για να αποτρέψει την έρευνα εγκλημάτων πολέμου στο Αφγανιστάν και την Παλαιστίνη, προειδοποίησε ότι οποιοσδήποτε αναμιχθεί σε παρόμοιες έρευνες θα χάσει τη βίζα του και θα υποστεί τις συνέπειες.
Ο κ. Πομπέο εξήγησε ότι τα μέτρα είναι αναγκαία επειδή οποιαδήποτε ανάκριση για καταγγελλόμενα εγκλήματα πολέμου και βασανιστήρια εις βάρος των ΗΠΑ, θα αποτελούσαν απειλή κατά του αμερικανικού κράτους δικαίου. Οι βίζες θα αφαιρεθούν ή θα αποκλεισθούν για οποιονδήποτε αναμείχθηκε σε τέτοιες έρευνες ή έστω εισηγήθηκε μιαν ανάκριση του Διεθνούς Δικαστηρίου Εγκλημάτων (ICC) «εις βάρος μέλους του αμερικανικού προσωπικού».
Το Διεθνές Δικαστήριο εξετάζει ήδη αίτημα διερεύνησης πιθανών αμερικανικών εγκλημάτων πολέμου στο Αφγανιστάν, κατά τον εικοσαετή πόλεμο, που άφησε 100,000 Αφγανούς νεκρούς. Το γραφείο του Γενικού Εισαγγελέως του δικαστηρίου αναφέρει ότι «υφίσταται λογική βάση» να πιστεύεται ότι «εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας» διαπράχθηκαν και εξακολουθούν να διαπράττονται από δυνάμεις ξένων κυβερνήσεων στο Αφγανιστάν.
Ο Πομπέο απροκάλυπτα δήλωσε ότι τα μέτρα που ανακοίνωσε αποβλέπουν να αναγκάσουν το δικαστήριο να εγκαταλείψει την ενδεχόμενη έρευνα και ότι η Ουάσιγκτον είναι αποφασισμένη να αυξήσει την πίεση εάν το δικαστήριο δεν συμμορφωθεί:
«Είμαστε προετοιμασμένοι να λάβουμε πρόσθετα μέτρα, που περιλαμβάνουν και οικονομικές κυρώσεις, εάν το Διεθνές Δικαστήριο Εγκλημάτων δεν αλλάξει πορεία» δήλωσε ο Αμερικανός υπουργός των Εξωτερικών.
Το Δικαστήριο απάντησε αυθημερόν, ότι θα συνεχίσουν την έρευνά τους «ανεμπόδιστοι» από την απειλητική δήλωση του κ. Πομπέο και θα ενεργήσουν κατά τις επιταγές του Διεθνούς Δικαίου και όχι τις απειλές της Ουάσιγκτον.
Δικαστής του Διεθνούς Δικαστηρίου παραιτείται καταγγέλλοντας «βάναυση παρέμβαση»
Ένας ανώτερος δικαστής του Δικαστηρίου Διεθνών Εγκλημάτων του ΟΗΕ στην Χάγη υπέβαλε την παραίτησή του μετά τις αμερικανικές απειλές κατά δικαστών που ερευνούν καταγγελλόμενα αμερικανικά εγκλήματα πολέμου στο Αφγανιστάν .
Ο δικαστής Christoph Flügge, εργάστηκε στο Δικαστήριο Διεθνών Εγκλημάτων και στο ειδικό Διεθνές Δικαστήριο για την Γιουγκοσλαβία από το 2008. Πιο πρόσφατα συμμετείχε στις προκαταρκτικές έρευνες καταγγελιών ότι μέλη των αμερικανικών στρατιωτικών υπηρεσιών και πράκτορες της CIA βασάνιζαν αιχμαλώτους στο Αφγανιστάν.
Ο δικαστής Flügge δήλωσε στην γερμανική εφημερίδα Zeit ότι υπέβαλε την παραίτησή του μετά τις απροκάλυπτες απειλές Αμερικανών αξιωματούχων, περιλαμβανομένης της ομιλίας του Αμερικανού Συμβούλου Ασφαλείας Τζον Μπόλτον, που ευχήθηκε «θάνατο στο Δικαστήριο»:
«Εάν αυτοί οι δικαστές αναμιχθούν ποτέ στις εσωτερικές υποθέσεις των ΗΠΑ, ή ερευνήσουν έναν Αμερικανό πολίτη –είπε ο κ. Μπόλτον- η αμερικανική κυβέρνηση θα κάνει ότι μπορεί ώστε να μη επιτραπεί σε αυτούς τους δικαστές η είσοδος στις ΗΠΑ και να υποστούν ίσως και εγκληματική δίωξη», ανέφερε ο δικαστής Flügge, σε συνέντευξή του στην Zeit, που αναδημοσιεύτηκε στην Γκάρντιαν.
«Ο Αμερικανός Σύμβουλος Ασφαλείας εκφώνησε την ομιλία του σε στιγμή που η Χάγη σχεδίαζε προκαταρκτικές έρευνες σε βάρος Αμερικανών στρατιωτών που είχαν κατηγορηθεί ότι βασάνιζαν ανθρώπους στο Αφγανιστάν», εξήγησε ο Δικαστής Flügge. « Οι αμερικανικές απειλές κατά των δικαστών δείχνουν καθαρά ένα νέο πολιτικό κλίμα. Είναι συγκλονιστικό. Ποτέ δεν έχω ακούσει τέτοια απειλή».
Η Ομιλία του Τζων Μπόλτον έγινε τον Σεπτέμβριο, ένα χρόνο αφ΄ ότου το Δικαστήριο Διεθνών Εγκλημάτων άρχισε να ερευνά καταγγελίες ότι τουλάχιστον 61 κρατούμενοι στο Αφγανιστάν είχαν βασανιστεί από Αμερικανούς στρατιώτες και άλλοι 27 από την CIA, σε μυστικές φυλακές στο Αφγανιστάν και στο εξωτερικό, σύμφωνα με τον εισαγγελέα Fatou Bensouda.
Στην ομιλία του, ο Αμερικανός Σύμβουλος Ασφαλείας υποσχέθηκε επίσης να προστατεύσει από το Δικαστήριο Διεθνών Εγκλημάτων και τους πολίτες του Ισραήλ, το οποίο κατηγορείτο εκείνες τις μέρες για την διάπραξη εγκλημάτων πολέμου εναντίον αμάχων Παλαιστινίων. Προειδοποίησε ότι οι ΗΠΑ θα αγνοήσουν τα εντάλματα σύλληψης, θα απαγορεύσουν σε δικαστές και εισαγγελείς την είσοδο στην χώρα και ακόμη θα τους δικάσουν σε αμερικανικά δικαστήρια.
Ο Flügge είπε ότι οι συνάδελφοί του «έμειναν εμβρόντητοι» μπροστά στην εικόνα των ΗΠΑ «να βγάζουν τόσο βαρύ πυροβολικό», αλλά πρόσθεσε « ταιριάζει πάντως με την νέα αμερικανική γραμμή: Είμαστε το Νο1 και στεκόμαστε πάνω από τον Νόμο».
Αργότερα το Κογκρέσο ψήφισε τον Νόμο Προστασίας Μελών των Αμερικανικών Υπηρεσιών, που υποχρεώνει τον Πρόεδρο να εμποδίσει οποιαδήποτε δίωξη Αμερικανού από το Δικαστήριο Διεθνών Εγκλημάτων.
Το ρεπορτάζ του ΡΤ μεταφέρει σχόλια ειδότων απο την πείρα του επισήμου αυτού οργάνου του ΟΗΕ για την τήρηση του Διεθνούς Δικαίου. Ο βρετανός δημοσιογράφος Neil Clark είπε ότι κατά το παρελθόν η Ουάσιγκτον επεδίωκε να επηρεάσει το διεθνές δικαστικό σώμα εκ του πλαγίου, μέσω εξωτερικών διαύλων και μεθόδων ίντριγκας. Αλλά με την νέα κυβέρνηση, «παρέμβαση και επιθέσεις γίνονται τώρα απροκάλυπτα. Είναι, ξέρετε, η αυτοκρατορία με βγαλμένη την μάσκα.»
Ο διεθνής δικηγόρος Christopher Black, με προσωπική πείρα του Διεθνούς Δικαστηρίου, εξήγησε πως οι ΗΠΑ, που είχαν υπογράψει αλλά δεν επικύρωσαν το καταστατικό του θεσμού, πετύχαιναν να ελέγχουν το σημαντικό αυτό Διεθνές όργανο. Το πετύχαιναν «προπάντων μέσω των προσώπων-κλειδιών που είχαν εγκαταστήσει στο Δικαστήριο Διεθνών Εγκλημάτων, όπως εισαγγελείς και κάποιους δικαστές που ήταν πρόθυμοι να συμμορφώνονται στις υποδείξεις».
Όταν η ήπια δύναμη δεν αρκεί, τότε παίρνει τον λόγο η τραχεία, εξήγησε. Ένας δικαστής σε υπόθεση (πελάτη) μου απειλήθηκε, από Αμερικανούς που δούλευαν εκεί, ότι εάν δεν αφαιρούσε ορισμένες παραγράφους από το κείμενο της απόφασης που αθώωνε τον στρατηγό που υπερασπίστηκα, τότε ο πελάτης μου «θα αντιμετώπιζε φυσικά προβλήματα». Αυτό είναι το είδος των γκανγκστερικών μεθόδων που χρησιμοποιούν για να επιτύχουν τους στόχους τους σε αυτά τα δικαστήρια.
Και οι δύο σχολιαστές υποστήριξαν ότι η Ουάσιγκτον χρησιμοποίησε τις αποφάσεις του ΔΔΕ για να συντρίψει ανυπότακτες κυβερνήσεις διαφόρων χωρών, όπως στην πρώην Γιουγκοσλαβία, στην Ρουάντα και στην Σιέρα Λεόνε. Ο Christopher Black, ανάφερε σχετικά ότι « στην περίπτωση μου, στην δίκη της Ρουάντας, όχι μόνο το δικαστήριο υποβλήθηκε σε πιέσεις, αλλά και εγώ ο ίδιος, κατά την διάρκεια της δίκης, απειλήθηκα από την CIA για να πάψω να θέτω ερωτήματα και να παρουσιάζω στοιχεία που δεν τους άρεσαν».
Ο Βρετανός δημοσιογράφος Neil Clark αναφέρθηκε σε χαρακτηριστική περίπτωση εργαλειοποίησης του ΔΔΕ στην καταστροφή της Λιβύης. Είπε ότι το 2011 ο Μουαμάρ Καντάφι προσκάλεσε την ένοπλη αντιπολίτευση σε διαπραγματεύσεις. Μια μέρα αργότερα, «ο εισαγγελέας του Δικαστηρίου Διεθνών Εγκλημάτων εξέδωσε ένταλμα σύλληψης του Καντάφι, του γιού του και του επικεφαλής της μυστικής υπηρεσίας του, για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, ανατινάσσοντας έτσι την δυνατότητα συμβιβασμού και σωτηρίας της Λιβύης. «Η πρακτική είναι παλιά. Από της ίδρυσης των διεθνών δικαστηρίων και οργανισμών, οι ΗΠΑ προσπάθησαν να διεισδύσουν και να τα χρησιμοποιήσουν για τις δικές τους επιδιώξεις», είπε ο Neil Clark.
Σχετικά, στο ρεπορτάζ αναφέρεται, ότι ο δικαστής Christoph Flügge είναι εκείνος που διατύπωσε την διαφωνία του σε αποφάσεις κατά τις επίμαχες δίκες στο Διεθνές Δικαστήριο Εγκλημάτων στην Γιουγκοσλαβία. Κατ’ επανάληψη αρνήθηκε να δεχτεί την διάπραξη γενοκτονίας από τους Σέρβους σε βάρος των Βοσνίων στην Σρεμπρένιτσα *–και γι’ αυτό παραμερίστηκε σε σειρά από δίκες.
Επικριτές αυτού του δικαστηρίου επισημαίνουν ότι οι πλείστοι όσων δίκασε ήταν Σέρβοι ή Μαυροβούνιοι, ένδειξη προκατάληψης κατά της πρώην γιουγκοσλαβικής ηγεσίας.
Σημείωση: *Την κρίση αυτή του Δικαστή επιβεβαίωσε ο τότε Γάλλος επιτελάρχης, στρατηγός Γκαλουά, σε ραδιοφωνική συνέντευξη/εξομολόγησή του, στις παραμονές του θανάτου του προ τριετίας.