Η Τουρκία σ’ ένα κρεσέντο προκλήσεων ξεκίνησε γεωτρήσεις στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) της Κύπρου ανοιχτά της Πάφου. Με τον τρόπο αυτό η Τουρκία διεκδικεί μερίδιο όχι μόνο στην «ΑΟΖ» που (κακώς) δεν έχει ανακηρυχθεί από την Κυπριακή Δημοκρατία και αντιστοιχεί στα κατεχόμενα του αποκαλούμενου τουρκοκυπριακού κράτους, αλλά στο σύνολο της Ζώνης που περιβάλλει το μαρτυρικό νησί.
Η διεκδίκηση της Τουρκίας σχετίζεται άμεσα με την επιχείρηση, η οποία εγκαινιάστηκε επίσημα στις 25 Μαρτίου 2018 στη Βάρνα, όπου οι επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Τουσκ και Γιούνγκερ αναγνώρισαν δικαιώματα της Τουρκίας στην Κύπρο. Ας θυμηθούμε ότι στις 26/3/2018 ο Ντόναλντ Τουσκ στις παρατηρήσεις του μετά τη σύνοδο των ηγετών ΕΕ-Τουρκίας στη Βάρνα δήλωνε:
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση στηρίζει ομόφωνα το δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας να εξερευνά και να εκμεταλλεύεται τους φυσικούς της πόρους στην Αποκλειστική Οικονομική της Ζώνη. Αυτό είναι σημαντικό και σε σχέση με τον κοινό μας στόχο που συνίσταται στην επιτυχή επανένωση της Κύπρου προς όφελος των δύο λαών της νήσου, της Τουρκίας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας».
Με τον τρόπο αυτό η Ευρωπαϊκή Ένωση αναγνώριζε το δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας στην εξερεύνηση και εκμετάλλευση των φυσικών πόρων της, υπό την αίρεση της «επιτυχούς επανένωσης της Κύπρου προς όφελος των δυο λαών της νήσου». Με άλλα λόγια άνοιγε την πόρτα για διεκδικήσεις της Τουρκίας στο όνομα της προστασίας των δικαιωμάτων του «λαού» που βρίσκεται υπό την «προστασία» της, δηλαδή υπό την κατοχή της.
Έκτοτε η Τουρκία κυριολεκτικά οργιάζει τόσο στο Αιγαίο, όσο και στην Κύπρο. Μέχρι την Βάρνα η Τουρκία διεκδικούσε το δικαίωμα να αλωνίζει στην ΑΟΖ βόρεια της Κύπρου. Μετά την Βάρνα η Τουρκία άρχισε να διεκδικεί δικαιώματα στην ΑΟΖ και νότια της Κύπρου. Εκεί έχει αγκυροβολήσει το πλωτό γεωτρύπανο Φατίχ συνοδεία τουρκικών πολεμικών και η τουρκική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι προχωρά σε γεωτρήσεις εντός της ορισμένης από την Κύπρο, την Αίγυπτο και το Ισραήλ ΑΟΖ.
Πώς αντέδρασε η κυπριακή και η ελλαδική πλευρά; Όπως συνήθως. Εναπόθεσε τις τύχες της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στις ΗΠΑ και το Ισραήλ. Ποιος έδωσε το πράσινο φως στην Τουρκία να προχωρήσει σε μια τόσο κατάφωρη παραβίαση διεθνώς αναγνωρισμένης ΑΟΖ και μάλιστα με δηλώσεις ανοικτής αμφισβήτησης;
Είναι τυχαίο το γεγονός ότι η κλιμάκωση αυτή ήρθε μετά τη γνωστή συνάντηση-αίνιγμα του κ. Τσίπρα με τον Ερντογάν στο Προεδρικό Μέγαρο της Άγκυρας στις 5 Φεβρουαρίου 2019; Η συνάντηση αυτή του κ. Τσίπρα διάρκεσε πάνω από δύο ώρες πίσω από ερμητικά κλειστές πόρτες. Η υποδοχή του κ. Τσίπρα έγινε με αυτοκρατορικές τιμές στο παλάτι του Ερντογάν, όπου επί 45 λεπτά οι Τούρκοι επίσημοι επιδείκνυαν το devlet edded müder, δηλαδή την αιωνιότητα του μεγαλείου της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Κάτι που δεν γίνεται συνήθως για κάθε ξένο ηγέτη, αλλά μόνο για εκείνους που ο Ερντογάν θεωρεί ότι βρίσκονται, ή επιδιώκεται να βρεθούν υπό την επιρροή του νεοοθωμανισμού του.
Ο κ. Τσίπρας από τότε αρνήθηκε και αρνείται πεισματικά να ενημερώσει την ελληνική Βουλή για το τι συζητήθηκε τόσο διεξοδικά στην συγκεκριμένη συνάντηση. Ενημέρωση δεν υπήρξε ούτε κατ’ ιδίαν με τους πολιτικούς αρχηγούς. Το μόνο βέβαιο είναι ότι προϊόν αυτής της συνάντησης υπήρξε η κλιμάκωση των προκλήσεων της Τουρκίας με επίκεντρο τα ενεργειακά και την ΑΟΖ της Κύπρου.
Κατόπιν όλων αυτών ο κ. Τσίπρας συγκάλεσε εκτάκτως ΚΥΣΕΑ στις 16 Ιουνίου με σκοπό να μεταφέρει το μήνυμα τον μέσο Έλληνα: Καθίστε καλά, αλλιώς θα μας την πέσουν οι Τούρκοι.
Το ερώτημα βέβαια που τίθεται είναι εξαιρετικά απλό. Με ποιο δικαίωμα ο κ. Τσίπρας παραμένει στη θέση του και συγκαλεί μάλιστα το ΚΥΣΕΑ; Ο κ. Τσίπρας έχει παραδώσει την εντολή του στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ήδη από τις 10 Ιουνίου. Η Βουλή έχει διαλυθεί και η μόνη κυβέρνηση που οφείλει να υπάρξει με βάση το Σύνταγμα είναι μια υπηρεσιακή που διορίζει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας με υπηρεσιακό πρωθυπουργό. Γιατί δεν έχει γίνει ο διορισμός της; Γιατί ο κ. Τσίπρας παραμένει ο πρωθυπουργός, ενώ έχει παραιτηθεί μαζί με την κυβέρνησή του; Τι προμηνύουν όλα αυτά;
Αν υπάρχει ζήτημα κρίσης εν μέσω προεκλογικής περιόδου δεν έχει καμιά δουλειά να το χειριστεί ο κ. Τσίπρας και η κυβέρνησή του. Οφείλει με βάση το Σύνταγμα να το χειριστεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας σε άμεση συνεννόηση με όλους τους πολιτικούς αρχηγούς. Και φυσικά με εκτελεστικό βραχίονα την υπηρεσιακή κυβέρνηση κι όχι την κυβέρνηση Τσίπρα.
Θα μου πείτε βέβαια, βρες μου έναν πολιτικό που σεβάστηκε το Σύνταγμα για να το σεβαστεί τώρα ο Τσίπρας. Ορθό. Όμως το κλίμα που καλλιεργείτε προμηνύει όχι μόνο πολεμικό τετελεσμένο υπό την ομπρέλα των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και ανοιχτού πραξικοπήματος, αν και στο βαθμό ο κ. Τσίπρας συνεχίσει να διατηρεί – παρά κι ενάντια στο Σύνταγμα – τον πρωθυπουργό θώκο.
Οι κινήσεις της ελλαδικής και κυπριακή πλευράς δεν ανησυχούν διόλου την Τουρκία. Ούτε η Ελλάδα, ούτε η Κύπρος δεν ενεργοποίησαν το δόγμα Κοινής Άμυνας, έτσι ώστε το πολεμικό ναυτικό της Ελλάδας να προχωρήσει σε στοχοποίηση και «παράσταση σημαίας» εναντίον του Φατίχ και των πολεμικών πλοίων της Τουρκίας που παραβιάζουν τόσο κατάφωρα τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου.
«Ακόμη και χωρίς γεώτρηση, η στάση της Τουρκίας συνιστά παραβίαση του διεθνούς δικαίου» δήλωσε χαρακτηριστικά ο Πρόδρομος Προδρόμου στις 17 Ιουνίου. Ο Κύπριος κυβερνητικός εκπρόσωπος, υπογράμμισε ότι η δραστηριότητα της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ συνιστά «επίθεση εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας», κάνοντας λόγο για «εισβολή στη θάλασσα».
Ωραία και την έκανε η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας για να αναχαιτήσει την «εισβολή» όπως την αποκάλεσε της Τουρκίας; Προσέφυγε στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ προκειμένου να καταγγείλει την παραβίαση του διεθνούς δικαίου και το casus beli της Τουρκίας; ‘Όχι. Κάλεσε τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, κυρίως τις ΗΠΑ και τη Ρωσία να συνδράμουν ακόμη και στρατιωτικά για την αποκλιμάκωση των προκλήσεων της Τουρκίας; Όχι. Προσέφυγε στον ΟΑΣΑ εναντίον της Τουρκίας ώστε να κληθεί ο Ύπατος Αρμοστής για την διευθέτηση συνοριακών ζητημάτων να μεταβεί στην Άγκυρα και να καταστίσει σαφές στην Τουρκία ότι οι ενέργειές της συνιστούν κατά το διεθνές δίκαιο επιθετική ενέργεια κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας; Όχι βέβαια.
Έθεσε σε ετοιμότητα τις κυπριακές ένοπλες δυνάμεις; Όχι. Προχώρησε σε κλήση εφέδρων για να ενισχυθούν οι δυνάμεις προκαλύψεως; Όχι. Ενεργοποίησε το κοινό αμυντικό δόγμα για να συνδράμει το ελληνικό πολεμικό ναυτικό; Όχι. Τι έκανε εκτός από δηλώσεις εσωτερικής εκτόνωσης; Τίποτε απολύτως.
Ο δε έτερος Καπαδόκης κ. Τσίπρας μετά το πέρας του ανυπόστατου και για το θεαθήναι ΚΥΣΕΑ δήλωσε ανάμεσα στα άλλα: «Η Τουρκική προκλητικότητα και η παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου από μέρους της Τουρκίας δεν αποτελεί ένδειξη ισχύος αλλά αδυναμίας. Η Ελλάδα είναι μία χώρα ισχυρή και έχει το τελευταίο διάστημα καταφέρει να διαμορφώσει συμμαχίες και ερείσματα στο διεθνές πλαίσιο τόσο ισχυρά όσο ποτέ άλλοτε.»
Με άλλα λόγια κάντε τον σταυρό σας και εναποθέστε τις τύχες σας στις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και τι έκαναν οι μεγάλοι μας σύμμαχοι. Μια χλιαρή ανακοίνωση του Συμβουλίου Υπουργών Εξωτερικών μόλις προχθές ότι έτσι και προχωρήσει η Τουρκία, η ΕΕ θα «σκληρύνει» την στάση της. «Σιγά μην σκίσει κανένα καλσόν,» σχολίαζαν οι διπλωματικοί κύκλοι της χώρας μας για την στάση της ΕΕ.
Η δε Τουρκία απάντησε όχι μόνο αγνοώντας την δήλωση, αλλά ανακοινώνοντας ότι στέλνει και νέο πλωτό γεωτρύπανο στην περιοχή, το Γιαβούζ. Η δε ΗΠΑ «αγωνιούν» απλά για το ενδεχόμενο ενός «ατυχούς» πολεμικού επεισοδίου. Καμιά κινητοποίηση. Κανένα μέτρο εναντίον της Τουρκίας. Κι έτσι είναι σαν να λέει στους Τούρκους προχωρήστε, αλλά να ξέρετε ότι εμείς θα παρέμβουμε για να μην υπάρξει πόλεμος. Τόσο καλά.
Η κρίση αυτή αποδεικνύει το πού οδηγεί η πολιτική κατευνασμού, ενδοτισμού και μυστικής διπλωματίας. Ποτέ η Ελλάδα δεν ήταν τόσο ανοχύρωτη. Κι αυτό γιατί ποτέ πριν δεν είχε παραδώσει εν λευκώ και εκ προοιμίου τα δικαιώματα και τις τύχες της στους εταίρους, φίλους και συμμάχους της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Ποτέ πριν. Τουλάχιστον έως την έλευση του Σημίτη.
Η κυβέρνηση δεν τολμά ούτε καν να επικαλεστεί το άρθρο 4 του καταστατικού του ΝΑΤΟ, το οποίο προβλέπει τα εξής: «Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θέλουσι συσκέπτεσθαι από κοινού οσάκις κατά την γνώμην οιουδήποτε εξ’ αυτών απειλείται η εδαφική ακεραιότης ή πολιτική ανεξαρτησία ή ασφάλεια ενός οιουδήποτε των Μερών.» Ιδίως μάλιστα όταν η εδαφική ακεραιότητα, η ανεξαρτησία και η ασφάλεια της Ελλάδας απειλείται από άλλο μέλος της Συμμαχίας, δηλαδή από την Τουρκία.
Γιατί άραγε δεν κάνει τίποτε η κυβέρνηση, παρά μόνο ζητά διαβεβαιώσεις χωρίς καμιά αξία από τους εταίρους και συμμάχους; Γιατί δεν πράττει ότι έπραξε έναντι της διεθνούς κοινότητας και του ΝΑΤΟ η κυβέρνηση Καραμανλή με την κρίση του Χόρα το 1976; Γιατί δεν κάνει ότι έκανε η κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου στην κρίση του Σισμίκ το 1987;
Ήταν επαρκή όσα έκαναν οι κυβερνήσεις εκείνη την εποχή; Όχι. Αλλά τουλάχιστον απομάκρυναν τον κίνδυνο πολεμικού τετελεσμένου και εκχώρησης κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας.
Γιατί η κυβέρνηση Τσίπρα δεν κάνει ούτε αυτά; Γιατί η ΝΔ δεν τα απαιτεί; Γιατί ο κ. Μητσοτάκης ανέχεται την κ. Μπακογιάννη να συμμετέχει με δηλώσεις της στο πολεμικό κλίμα σε βάρος της χώρας και του λαού; Γιατί δεν προβαίνει ο ίδιος σε ενέργειες; Γιατί ακολουθεί τακτική Βούδα; Γιατί δεν κάνει έστω αυτό που έκανε ο Ανδρέας Παπανδρέου το 1976, ο οποίος δήλωσε ευθαρσώς το γνωστό «βυθίσατε το Χόρα»; Η αποφασιστικότητα σε τέτοιες στιγμές είναι ίσως ο καλύτερος τρόπος για να αποσοβηθεί το μοιραίο.
Δυστυχώς όμως απ’ ότι φαίνεται οι αποφάσεις έχουν ήδη παρθεί στο παρασκήνιο. Ερήμην του λαού σε Ελλάδα και Κύπρο. Το μόνο που μένει είναι να υλοποιηθούν στα φανερά υπό καθεστώς τρομοκρατίας των πολιτών. Κι όπως συνήθως γίνεται σε τέτοιες βρόμικες συμφωνίες, απαιτείται να σφραγιστούν με αίμα αθώων. Όπως έγινε και στα Ίμια με τους τρεις του πολεμικού ναυτικού. «Τι θέλετε να κάνουμε, πόλεμο;» όπως συνηθίζουν να λένε όποιοι συγχέουν τον ρεαλισμό με την υποτέλεια και την εθελοδουλία.