Στον τόπο τούτο δεν υπήρξε ποτέ κοινή συνείδηση της απόλυτης, της πρωταρχικής αναγκαιότητας. Και η αναγκαιότητα αυτή έχει να κάνει με την πολιτική παιδεία, την πολιτική αγωγή, την αισθητική στην πολιτική στο γενικότερο πλαίσιο της Παιδείας, που ήταν και εξακολουθεί να είναι ο...μέγας υπανάπτυκτος, στη χώρα του πολιτικού "βούρκου" και της "γουρουνοποίησης" των πολιτικών.
Του Στέλιου Συρμόγλου
Και αντί οι ηγετικές τάξεις να αντιδράσουν στη λαϊκή ραστώνη που υποδέχεται ανεξέλεγκτα τον αφορισμό του Πτωχοπροδρόμου, την έκαναν οι ίδιες κτήμα τους και πίστη τους και συνετέλεσαν στον εκμαυλιμό της, με την προσήλωσή τους σε άγονες διαφωνίες και με το άγχος του παροντισμού που τις διέκρινε.
Και η αδυναμία να συλληφθεί ο Ελληνισμός ως μια ενότητα που δεν έχει μόνο παρελθόν και παρόν, αλλά και μέλλον, διόγκωνε κάθε φορά το πρόσχημα της οικονομικής μας φτώχειας και εμπόδιζε κατά κανόνα, με ελάχιστες εξαιρέσεις, κάθε μακρόπνοη προσπάθεια. Ηγετικές τάξεις μ' αυτές τις αντιλήψεις και που δεν αντιδρούν, δεν αξίζουν αυτόν τον χαρακτηρισμό. Και γι' αυτό, δεν είναι υπερβολικό να ειπωθεί ότι, ενώ υπήρξαν αξιόλογα πρόσωπα στο περιθώριο ή στις παρυφές της πολιτικής, δεν είχαμε ποτέ ηγετικές τάξεις.
Κι έτσι η Ελλάδα δεν έχει στέρεες δημοκρατικές δομές. Ομως, φευ! Απέχει μακράν να γίνει ένα σύγχρονο οργανωμένο κράτος.
Φταίει και ο λαός. Αν και γεννιέται αναπτυγμένος, γίνεται υπανάπτυκτος. Γεννιέται μ' όλες τις ανησυχίες που συνοδεύουν σήμερα τον πραγματικό άνθρωπο και υπό την πίεση της εθνικής μας ατμόσφαιρας και των εθνικών μας παραισθήσεων, παραιτείται από κάθε προσπάθεια. Φιλεί τον υπήκοον μιμείσθαι τους άρχουσι...
Ο λαός ωστόσο είναι αμετάκλητα καλεσμένος σε μια ιστορική αποστολή και για να ανταποκριθεί οφείλει να ενσαρκώνει ορισμένες αξίες, οι οποίες και συνιστούν την αιχμή του ιστορικού δόρατος. Οπωσδήποτε υπεισέρχονται αδυναμίες, πάθη, εθνικοί μεσσιανισμοί, τα οποία καταχειμάζουν την παραπαίουσα ιστορική συνείδηση του λαού. Κι όμως, η ιστορική τραγωδία των λαών αποτελεί πρώτη και έσχατη διακινδύνευση της προσωπικής και κοιννωικής συνείδησης. Η μεγάλη προσωπικότητα εμπνέεται από το λαό, για να τον φωτίσει με τη σειρά της.
Οι κυβερνήσεις σε τούτο τον τόπο αλλάζουν, αλλά δεν αλλάζει η νοοτροπία. Και κάθε αρχή της νέας κοινοβουλευτικής περιόδου περιβάλλεται από μια "τεχνιτή" εμπιστοσύνη ή με προσδοκίες που συγκροτούν την τετριμμένη φράση "Ας μην τους κρίνουμε ακόμη..."
Τελικά, μετά τις πρώτες εντυπώσεις, που βέβαια επιδέχονται ανάλυσης, συλλαμβάνουμε τον εαυτό μας σε βραχύ χρονικό διάστημα να θρηνούμε επάνω στα ερείπια της κοινωνίας και κάποιοι να εκφωνούμε επιτάφιους λόγους γεμάτους συναίσθημα και ολοφυρμούς, αλλά θα ήταν ειλικρινέστερο και θετικότερο να αναζητήσουμε με λογισμό τα βαθύτερα αίτια της βαριάς και ενδημικής αρρώστιας, που χρόνια μαστίζει την πολιτική και την ίδια την κοινωνία.
Όσο συνεχίζουμε να αντιμετωπίζουμε επιδερμικά την πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα, τόσο εισδύει το πνεύμα της "ολιγάρκειας" σ' όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής ζωής. Το πνεύμα του "περίπου". Το πνεύμα του "μη ακριβώς". Εισβάλλουν η χαλαρότητα, ο ερασιτεχνισμός, η ασυνέπεια. Γεννιέται και ευδοκιμεί η αντίληψη του "δεν βαριέσαι", του "ωχ, αδελφέ" σ' όλες τις μορφές της νεοελληνικής ζωής.
Έτσι διαμορφώθηκε η Ελλάδα του πρόσκαιρου και επικράτησε η ατομικότητα. Μόνο που η ατομικότητα δεν μπορεί να συλληφθεί ιστορικά, χωρίς το κοινωνικό σύνολο, το οποίο θα εκφραστεί ως λαική συνείδηση. Ετσι εγκαθιδρύθηκε η ημιμάθεια και έμεινε αγεώργητο το έδαφος της κοινωνικής συνείδησης και "άπραγο" το κοινωνικό ένστικτο. Ετσι περνάει η διχοστασία στην κοινωνία και τα πολιτικά εκβιαστικά διλήμματα, αλλά και ο νεότευκτος όρος του "κοινωνικού αυτοματισμού".
Έτσι βιώνουμε στην πράξη τον πλέον ακραίο και στυγνό πολιτικό αμοραλισμό και την πολιτικής της φυγής. Ετσι χανόμαστε στη μετάφραση των πολιτικών δηλώσεων. Έτσι φτάσαμε στο "σφαγιασμό" της εθνικής αξιοπρέπειας. Ετσι αποδεχόμαστε επικίνδυνες και εμβαλωματικές λύσεις σε τρέχοντα προβλήματα της κοινωνίας. Λύσεις που δεν αντέχουν στο χρόνο, ωστόσο "βαφτίζονται" μεταρρυθμίσεις.
Έτσι ανεχόμαστε τον πολιτικό κρετινισμό. Ετσι γινόμαστε αθύρματα της πολιτικής κοροιδίας. Και από "γρηγορούντες" πολίτες που πρέπει να είμαστε, μετατρεπόμαστε σε παθητικούς και μάλιστα εκφοβισμένους αποδέκτες των τετελεσμένων.
Έτσι μας ενοχλούν οι θαρραλέες διαπιστώσεις, η αλήθεια που αποκαλύπτει τις αδυναμίες μας, ευρισκόμενοι ουσιαστικά στον Καιάδα των αναπήρων της πολιτικής σκέψης. Ετσι γινόμαστε θύματα της δύναμης της υποβολής. Και "στρατολογούνται" οι συνειδήσεις για την υπαγωγή τους σε μια πολιτική πρακτική, που δεν εννοεί να σταματήσει στο στάδιο της λογικής, εκεί όπου η πειθώ αντιπαλεύει τίμια την κρίση.
Συμπέρασμα, είτε αρέσει, είτε όχι: Αν νομίζουμε ότι ανεχόμενοι την πολιτική ανεπάρκεια ή αναπαράγοντας σε ευρήματα "εξυπναδίστικα" ως μωρόπιστοι ή εκ πεποιθήσεως "βολεψίες", θα καταφέρουμε κάτι, τότε ο καθείς εξ' ημών μπορεί να κοιμάται ήσυχος, όπως ο χοίρος μέσα στο βούρκο. Και να ονειρευόμαστε ότι ο βούρκος θα γίνει μια μέρα νεφέλη φωτεινή και ο χοίρος χερουβείμ...