Συμπληρώνονται σήμερα 20 χρόνια από εκείνη την αποφράδα μέρα... Ήταν ένα ταξίδι ρουτίνας, όπως τα δεκάδες που είχε κάνει με το ίδιο αεροπλάνο εκείνη την εποχή ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Γιάννος Κρανιδιώτης.
Αναδημοσίευση από: menshouse.gr
Γράφει ο Θάνος Ιατρόπουλος
Με «δεύτερο σπίτι του» το είχαν παρομοιάσει οι συνεργάτες του, καθώς στη διπλωματική ατζέντα του η μία συνάντηση με υπουργούς και ξένους αξιωματούχους διαδεχόταν την άλλη.
Σε εκείνη την πτήση ωστόσο προς το Βουκουρέστι, στις 14 Σεπτεμβρίου του 1999, η παρουσία του Γιάννου Κρανιδιώτη δεν ήταν προγραμματισμένη. Στη Διαβαλκανική Διάσκεψη των υπουργών Εξωτερικών επρόκειτο να συμμετάσχει ο ΥΠΕΞ Γιώργος Παπανδρέου. Το πρόγραμμα ωστόσο άλλαξε την τελευταία στιγμή.
«Μετά το Βουκουρέστι σκέφτομαι να μείνω λίγο στην Αθήνα, με έχουν κουράσει όλα αυτά τα αεροπλάνα βρε παιδί μου…», έλεγε στο συνομιλητή του, σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχε λίγο πριν από την απογείωση ο επικεφαλής της ελληνικής αποστολής.
Ο γιος του Νικόλας δεν ήθελε αρχικά να τον συνοδεύσει. Ο πατέρας του όμως τον έπεισε να τον ακολουθήσει…
Πέραν αυτών, στο πρωθυπουργικό αεροσκάφος, τύπου Φάλκον, έπεβαιναν 12 άτομα, μαζί με το πλήρωμα. Όλα κυλούσαν φυσιολογικά περίπου στα 9/10 της διάρκειας της πτήσης. Και όλα έτσι έμοιαζαν κατά την προσγείωση στο αεροδρόμιο Οτοπένι του Βουκουρεστίου. Μονάχα όμως εξωτερικά, καθότι η εικόνα του αεροσκάφους ήταν άθικτη.
Από την προβληματική επικοινωνία όμως με τους πιλότους, ο πύργος ελέγχου του αεροδρομίου είχε αντιληφθεί ότι κάτι ανησυχητικό συνέβαινε. Η ενημέρωση (τύπου «χαλασμένο τηλέφωνο» όπως αποδείχτηκε) που είχε από τους Ρουμάνους ο Έλληνας πρέσβης στο Βουκουρέστι, Στέλιος Μαλλικούρτης ήταν ότι κατά τη διάρκεια της πτήσης ορισμένοι επιβάτες παρουσίασαν σημάδια τροφικής δηλητηρίασης.
Μόλις ο κ. Μαλλικούρτης και οι συνεργάτες του βγήκαν στην πίστα του αεροδρομίου, είδαν το Φάλκον να περικυκλώνεται αστραπιαία από ασθενοφόρα και οχήματα των υπηρεσιών ασφάλειας. Η κινητοποίηση ήταν πρωτόγνωρη για τα δεδομένα της Πολιτικής Αεροπορίας της Ρουμανίας. Η ανησυχία έκδηλη στους Έλληνες διπλωμάτες, που δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι ένα περιστατικό τροφικής δηλητηρίασης θα προκαλούσε τέτοια αναταραχή.
Όταν άρχισε να ξεδιπλώνεται η μικρή σκάλα και να εμφανίζεται κομμάτι-κομμάτι το εσωτερικό του αεροσκάφους η ανησυχία έγινε τρόμος. Η εικόνα παγώνει το αίμα όλων. Μια νεαρή γυναίκα, βουτηγμένη στα αίματα, είναι σφηνωμένη στη στενή πόρτα που οδηγεί στο κόκπιτ. Είναι η αεροσυνοδός Άννα Βελισσαρίου, που σε ημιλιπόθυμη κατάσταση προσπαθεί να σταθεί στα πόδια της, ανάμεσα σε διαλυμένες βαλίτσες και σε σωρούς από αντικείμενα πάσης φύσεως.
Δίπλα της ξεπροβάλλουν οι δύο κυβερνήτες του Φάλκον, Γρηγόρης Σινέκογλου και Γιάννης Ανδρουλάκης. Τα βλέμματα τους, τα αλλοιωμένα χαρακτηριστικά του προσώπου τους και η αδυναμία να αρθρώσουν έστω μία λέξη μαρτυρούν ότι κάτι τρομερό έχει συμβεί.
Με κομμένη την ανάσα οι Έλληνες διπλωμάτες και οι Ρουμάνοι γιατροί ξεχύνονται στην καμπίνα του αεροσκάφους. Είναι η σειρά τους να χάσουν τη λαλιά τους, να παραλύσουν από το θέαμα. Μπροστά τους η κατάληξη μιας τραγωδίας, μιας ανεξήγητης καταστροφής.
Η καμπίνα του αεροσκάφους είχε διαλυθεί. Κορμιά κείτονται άψυχα στα πιο απίθανα σημεία του αεροσκάφους. Εφτά άνθρωποι έχουν βρει τραγικό θάνατο από την ανελέητη πρόσκρουση των σωμάτων τους στα εσωτερικά τοιχώματα του αεροσκάφους.
Επρόκειτο για τον Γιάννο Κρανιδιώτη, τον 23χρονο γιο του Νίκο, τον αστυνομικό της προσωπικής του φρουράς Νίκο Ασημακόπουλο, τους δημοσιογράφους της ΕΡΤ Δημήτρη Πανταζόπουλο και Νίκη Ασημακοπούλου, τον εικονολήπτη Παναγιώτη Πούλο και τον μηχανικό του Φάλκον Μιχάλη Παπαδόπουλο.
Το κακό συνέβη εννιά λεπτά πριν από την προσγείωση. Λίγο πριν φτάσει στη ρουμανική πρωτεύουσα, το αεροσκάφος έκανε μια απότομη βουτιά από τα 15.000 πόδια, διαγράφοντας μια ανέξελεγκτη καθοδική πορεία έως τη σταθεροποίηση του στα 3.000 πόδια.
Ο δημοσιογράφος Αλφόνσος Βιτάλης που επέβαινε στο αεροσκάφος και υπέστη ελαφρά τραύματα, καθώς ήταν δεμένος στη θέση του, περιέγραψε τότε, μιλώντας στα «Νέα»: «Συνέβη αφού είχαμε ολοκληρώσει το γεύμα που μας είχε σερβιριστεί. Ο υπουργός βρισκόταν όρθιος και είχε έρθει προς το πίσω μέρος του αεροπλάνου, εκεί όπου βρισκόμασταν με άλλους συναδέλφους για να μας ενημερώσει. Όρθια ήταν και άλλα άτομα και συζητούσαν. Ξαφνικά νιώσαμε να πέφτουμε. Αντικείμενα και άνθρωποι που ήταν όρθιοι άρχισαν να χτυπιούνται στα τοιχώματα που αεροσκάφους».
Οι έξι από τους επτά που είχαν σηκωθεί από τις θέσεις τους έχασαν τη ζωή τους ακαριαία από πολλαπλά χτυπήματα στο κεφάλι. Ο Παναγιώτης Πούλος τραυματίστηκε βαρύτατα σε κεφάλι και θώρακα και υπέκυψε λίγες μέρες αργότερα.
Από τη βουτιά του αεροσκάφους τραυματίστηκε σοβαρά ο Γρηγόρης Παπαδόπουλος, διευθυντής του διπλωματικού γραφείου του υπουργείου Εξωτερικών, ο οποίος παρέμεινε σε κώμα, αλλά ως εκ θαύματος συνήλθε ύστερα από περίπου τρεις μήνες νοσηλείας και πήρε εξιτήριο ύστερα από εφτά. Ο Γρηγόρης Παπαδόπουλος Απεβίωσε το Μάιο του 2015.
Πιο ελαφρά, εκτός από τον Αλφόνσο Βιτάλη, τραυματίστηκε η αεροσυνοδός Άννα Βελησσαρίου. Κανέναν σοβαρό τραυματισμό δεν υπέστησαν η ιδιαιτέρα του υπουργού και σύζυγος του εκπροσώπου Τύπου του υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Μπεγλίτη, καθώς και οι δύο πιλότοι.
Η τραγωδία συνοδεύτηκε άμεσα από την εντολή της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθήνας για τη διενέργεια κατεπείγουσας προκαταρκτικής εξέτασης. Αντικείμενο της έρευνας είναι να διαπιστωθούν οι συνθήκες του τραγικού δυστυχήματος, καθώς και εάν προκύπτουν ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες για συγκεκριμένα πρόσωπα.
Παράλληλα, δόθηκε εντολή για τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, προκειμένου να εξακριβωθεί εάν υπήρχε βλάβη στο πηδάλιο του αεροσκάφους.
Η επίσημη έκθεση των ρουμανικών αρχών. που δόθηκε στη δημοσιότητα τον Αύγουστο του 2000. έκανε λόγο για τεχνική βλάβη και λάθος χειρισμούς. Είχε ήδη προηγηθεί η άσκηση δίωξης από την Εισαγγελία Πρωτοδικών σε βάρος των δύο πιλότων του Φάλκον, καθώς και κατά των τεχνικών που το συντηρούσαν, βάσει άλλου πορίσματος που είχε εκδοθεί από δύο εμπειρογνώμονες που είχε ορίσει η Δικαιοσύνη.
Στο 16σέλιδο πόρισμα των Ρουμάνων ειδικών, αναφέρθηκαν ως κύριες αιτίες της τραγωδίας οι λάθος χειρισμοί του κυβερνήτη και του συγκυβερνήτη σε σχέση με τον αυτόματο πιλότο, οι λανθασμένες οδηγίες που είχαν οι πιλότοι για την αντιμετώπιση περιστατικών σε μεγάλες ταχύτητες και το γεγονός ότι οι επιβάτες δεν φορούσαν ζώνες, ενώ το αεροσκάφος βρισκόταν σε πορεία καθόδου για προσγείωση.
Το Φάλκον πάντως είχε ιστορικό από τεχνικά προβλήματα, τα οποία εμπόδισαν κατά καιρούς τον Γιάννο Κρανιδιώτη να επισκεφθεί όλες τις περιοχές που περιελάμβανε το πρόγραμμά του. Τον Ιούνιο του 1998 για παράδειγμα, σε ένα ταξίδι προς την Κίνα, υπέστη βλάβη ο αυτόματος πιλότος. Τότε ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Φάλκον στην Κίνα και να επιστρέψει στην Αθήνα με άλλη εταιρεία. Επιπλέον, λίγους μήνες πριν από το τραγικό δυστύχημα, το αεροσκάφος είχε πραγματοποιήσει αναγκαστική προσγείωση στο Καζακστάν μετά από σοβαρό τεχνικό πρόβλημα που παρουσίασε κατά τη διάρκεια πτήσης προς το Τόκιο.
Στις 21 Αυγούστου του ‘99 πάντως το πρωθυπουργικό αεροσκάφος βγήκε από μεγάλη τεχνική επιθεώρηση που έγινε στην τεχνική βάση της Ολυμπιακής Αεροπορίας. Όπως γνωμάτευσαν τότε οι τεχνικοί της Ο.Α., το Φάλκον δεν είχε καμία εκκρεμότητα.
Στις καταθέσεις τους, στον εισαγγελέα Ισίδωρο Ντογιάκο, οι δύο πιλότοι υποστήριξαν ότι αιτία του δυστυχήματος ήταν η εμπλοκή του συστήματος αυτόματου πιλότου.
Ωστόσο, μετά από έρευνα οχτώ μηνών, οι δύο πραγματογνώμονες που είχε διορίσει ο κ. Ντογιάκος κατέληξαν στο πόρισμα ότι η πτώση του Φάλκον δεν οφειλόταν σε μηχανική βλάβη ούτε σε καιρικό φαινόμενο, αλλά στον ανθρώπινο παράγοντα.
Σύμφωνα με τα όσα κατέθεσαν, οι αιτίες του δυστυχήματος ήταν τρεις: η υπερβολική ταχύτητα κατά την ώρα της καθόδου, όταν ο πιλότος είχε λάβει εντολή από τον πύργο ελέγχου να κατέβει από τα 15.000 πόδια στα 5.000 πόδια, με αποτέλεσμα το δελφινισμό (σκαμπανέβασμα) του αεροσκάφους. Η υπερβολική ταχύτητα είχε καταγραφεί και σε βίντεο, το οποίο είχε ληφθεί από κάμερα του γιου του Γιάννου Κρανιδιώτη. Δεύτερη αιτία ήταν ο λανθασμένος χειρισμός από τους πιλότους σχετικά με τη διαδικασία ενεργοποίησης του αυτόματου πιλότου, που είχε ως συνέπεια το μπλοκάρισμά του και τρίτη η μη έγκαιρη πρόσδεση των επιβατών. Βάσει του πορίσματος, οι πιλότοι δεν εφάρμοσαν ως όφειλαν τον κανονισμό που υπήρχε για τα αεροσκάφη τύπου Φάλκον και όριζε ότι οι επιβάτες πρέπει να δένονται μόλις αρχίσει η διαδικασία καθόδου.
Το Δεκέμβριο του 2000 οι δυο πιλότοι αφέφθηκαν ελεύθεροι μετά την καταβολή εγγύησης. Τον Ιούλιο του 2002 ο κυβερνήτης Γιάννης Ανδρουλάκης καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 5 ετών, ενώ ο συγκυβερνήτης Γρηγόρης Σινέκογλου και οι τεχνικοί της Ολυμπιακής αθωώθηκαν. Δύο χρόνια αργότερα οι δικαστές του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών κήρυξαν ένοχο τον κ. Ανδρουλάκη για επτά ανθρωποκτονίες από αμέλεια και μείωσαν την ποινή κατά 25 μήνες, επιβάλλοντας φυλάκιση 35 μηνών με τριετή αναστολή.
Σύμφωνα με το σκεπτικό την απόφασης, ο κυβερνήτης δεν έδωσε εγκαίρως την εντολή να ανάψει η ένδειξη «προσδεθείτε» ώστε να μην κινδυνεύσουν οι επιβάτες.
Στις 14 Σεπτεμβρίου του ’99 είχε περάσει μόλις μία εβδομάδα από τον σεισμό της Πάρνηθας. Ο σεισμός είναι ένα «απόκοσμο» φαινόμενο που η αθέατη αιτία του θα σοκάρει πάντα την ανθρώπινη φύση. Εκείνο το «μαύρο» Σεπτέμβρη όμως, εκείνο που σόκαρε περισσότερο την ελληνική κοινή γνώμη ήταν ο πρωτόγνωρος θάνατος εφτά ανθρώπων από ένα «σεισμό» στον αέρα.