Μία συγκλονιστική εικόνα, βαθύτατα συγκινητική μέχρι την τελευταία της λεπτομέρεια. Δεν είναι τωρινή, μάς έρχεται από τα μεγάλα συλλαλητήρια του προπερασμένου χειμώνα. Την υπενθυμίζω όμως σήμερα - λίγο μετά την επέτειο του μεγάλου εκείνου Αγώνα, λίγο μετά τη μέρα που έκλεισε τα μάτια του ο Παύλος, ποτίζοντας με το αίμα του τη μακεδονική γη. Την καταθέτω και πάλι ως μικρό, αλλά επάξιο μνημόσυνο. Και συνάμα ως μέρος αναπόσπαστο πια της σύγχρονης Ιστορίας μας, ως σημείο αναφοράς ζωντανό κι επίκαιρο για κάθε μέρα που ξημερώνει πάνω απ’ την πληγωμένη και προδομένη πατρίδα.
Δρ Βυζαντινής Ιστορίας του ΑΠΘ
Μία τρομερή εικόνα, γεμάτη συμπυκνωμένα νοήματα και - κυρίως - συναισθήματα. Και μαζί ίσως ό,τι πιο μεγαλειώδες κι εμβληματικό έχω δει εγώ προσωπικά εδώ και χρόνια, ως φραγμό κι αντιπαράθεση στα προδοτικά έργα των αλαστόρων. Όλων εκείνων δηλαδή των νεοταξίτικων ανδρεικέλων (εξ αριστερών τε και εκ δεξιών) που βάλθηκαν με τις πράξεις τους να ξεπουλήσουν - και με την προπαγάνδα τους να καθυβρίσουν ως γραφικό ή σκοταδιστικό και φασιστικό - κάθε τι που γι’ αυτή την υπέροχη μορφή δεν ήταν ανέκαθεν παρά το προφανές και το αυτονόητο. Να εξευτελίσουν και να εκμηδενίσουν κάθε αξία και ιδανικό με το οποίο εκείνη γαλουχήθηκε, μεγάλωσε, έζησε, πόνεσε, θυσίασε, χαμογέλασε, έκλαψε οικείους νεκρούς και θρήνησε ευρύτερες καταστροφές. Να εξεμέσουν όλο τον νοσηρό ζόφο της ψυχής τους πάνω σε κάθε δικό της δάκρυ, κάθε δική της στιγμή, κάθε της ανάμνηση.
Η μπόχα τους όμως είναι ξεκάθαρο πως δεν μπορεί να την αγγίξει. Εκείνη στέκεται ήρεμα πάνω και πέρα από την αθλιότητά τους, φέροντας πάνω της «τα της νίκης σύμβολα». Κουβαλώντας κρεμασμένο πάνω στο στήθος και κρατώντας ταυτόχρονα στο χέρι χιλιετίες ολόκληρες ατόφιας και καθαρής Ελλάδας. Ταπεινό και λαμπερό συνάμα μονοπάτι μες στο διάβα του χρόνου, ένσαρκη γέφυρα ανάμεσα σε «όσους ήρθαν, πέρασαν, θα ’ρθούνε, θα περάσουν». Και μάς δείχνει τον δρόμο του μέλλοντός μας. Δικαιωματικά μάς τον δείχνει, γιατί σ’ αυτήν ανήκει αυτός ο τόπος, όχι στους Εφιάλτες. Κι όχι απλά τον δείχνει, αλλά και μας «εξαναγκάζει» αυτό τον δρόμο να τον ακολουθήσουμε, πέρα από φτηνές προφάσεις αυτοδικαίωσης και δικαιολογίες φυγομαχίας. Γιατί ποιος τολμά άραγε να ψελλίσει την παραμικρή δικαιολογία απέναντι σ’ αυτή τη μορφή; Ποιος τολμά να αποστρέψει ατάραχα το πρόσωπό του από το βλέμμα της;
Ας αποτυπώσουμε μέσα μας και πάλι αυτή την εικόνα. Σήμερα, λίγες ώρες αφότου τιμήσαμε και πάλι τον Θάνατο του Παλικαριού και μαζί το αίμα των χιλιάδων ακόμη ηρώων - παπάδων, δασκάλων, οπλαρχηγών, χωρικών - που έπεσαν κάποτε για τη μαρτυρική γη της Μακεδονίας. Ας παραμείνει σταθερά μες στην καρδιά μας η εικόνα αυτή - θα έλεγα πολύ περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο. Ας μείνει ως αδιάλειπτη έμπνευση, ακοίμητος φρουρός και οδηγός γι’ αυτά που κάποια στιγμή πρέπει επιτέλους να έρθουν.
Για όλα όσα δηλαδή έχουμε χρέος και καθήκον…