Όπως αναφέρθηκε στο προηγούμενο άρθρο αλλά και στην συνέντευξη στην εκπομπή «10» της ΕΡΤ με την Όλγα Τρέμη, δύο από τις δυνατότητές μας να αντιδράσουμε για την συμφωνία Τουρκίας Λιβύης, και να αιτηθούμε συγκεκριμένες κυρώσεις, είναι στο επίπεδο της Επιτροπής της ΕΕ.
υποναυάρχου ε.α.
προέδρου Κοινωνίας Αξιών
Συγκεκριμένα αφενός στον τομέα της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής και την αρμοδιότητα που έχει εκχωρηθεί από τα κράτη μέλη για προστασία της αλιείας και του θαλάσσιου περιβάλλοντος και αφετέρου, στον σημαντικό τομέα της διαμορφούμενης Κοινής Ενεργειακής Πολιτικής της ΕΕ.
Και οι δύο παραβιάζονται με την συμφωνία Τουρκίας-Λιβύης, πόσο μάλλον όταν η ΕΕ έχει αποδεχθεί τις ΑΟΖ των χωρών μελών της ΕΕ, όπως έχει δημοσιευθεί σε μελέτες και έρευνες που έχουν ενσωματωθεί στην Κοινή Ευρωπαϊκή Πολιτική για την αλιεία αλλά αφορά και την Ενέργεια και την εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων.
Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ελέγχου της Αλιείας (EFCA) μάλιστα, σε συνεργασία με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια στη Θάλασσα, οφείλει καταστατικά να στηρίζει τις εθνικές αρχές που εκτελούν καθήκοντα ακτοφυλακής για την προστασία αυτών των θαλάσσιων περιοχών.
Η Δεύτερη δυνατότητα προκύπτει από το άρθρο 194 της ΣΛΕΕ, το οποίο καθιστά ορισμένους τομείς της ενεργειακής πολιτικής τομείς συντρέχουσας αρμοδιότητας και σηματοδοτεί τη μετάβαση προς μια κοινή ενεργειακή πολιτική. Η πολιτική αυτή παραβιάζεται κατάφωρα από τις δυνητικές επιπτώσεις της συμφωνίας Τουρκίας-Λιβύης.
Ως εκ τούτων η ΕΕ θα πρέπει να αναλάβει έμπρακτα μέτρα (κυρώσεις κλπ), για την προστασία των φυσικών πόρων των κρατών μελών.
Ως ακραία τελική επιλογή, εάν η ΕΕ αδρανήσει, θα μπορούσε να είναι η προσφυγή στο Δικαστήριο της ΕΕ, το οποίο έχει αρμοδιότητα για τις ενέργειες των οργάνων της ΕΕ και για την τήρηση των υποχρεώσεων τους έναντι των κρατών μελών.
Η παραβίαση από την Τουρκία του διεθνούς δικαίου, όπως έχει αναγνωρισθεί και έχει ανακοινωθεί ήδη από το ανακοινωθέν της συνόδου κορυφής (Ιούλιος 2019), αλλά και από τις νέες δηλώσεις της Επιτροπής, η παράνομη εκμετάλλευση που επιδιώκει, των πόρων που περιλαμβάνονται στην Κοινή Αλιευτική Πολιτική και τη Ενεργειακή Πολιτικής της ΕΕ, εκτιμάται ότι συνιστούν επαρκείς λόγους για την επιβολή κυρώσεων από την ΕΕ προς την Τουρκία.
Και όπως έχει φανεί πλέον ξεκάθαρα, οι οικονομικές κυρώσεις κυρίως είναι αυτές που υπολογίζει η Τουρκία και μπορούν να περιορίσουν (κάπως), την επιθετικότητά της.