Photo: Pixhere |
Finian Cunningham, Strategic Culture, 16-12-19
Μετάφραση: Μιχαήλ Στυλιανού
Ο Μπόρις Τζόνσον δικαιούται να ανοίξει μερικές μποτίλιες σαμπάνιας αφού επανεξελέγη πρωθυπουργός, έχοντας πετύχει με το Συντηρητικό Κόμμα του μια σαρωτική νίκη. Αλλά όταν τελειώσουν οι εορτασμοί, η Βρετανία θα ξυπνήσει με φοβερό πονοκέφαλο – με το αναπόφευκτο γεγονός ότι το μισό από το Ηνωμένο Βασίλειο βρίσκεται τώρα στο αναπόδραστο μονοπάτι της απόσχισης και της ανεξαρτησίας.
Ο Τζόνσον έλαβε μιαν αποφασιστική εντολή -τουλάχιστον από την οπτική του Λονδίνου –να πραγματοποιήσει την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ. Το κόμμα του διαθέτει τώρα μιαν σημαντική κοινοβουλευτική πλειοψηφία 80 εδρών στην Βουλή, που του εξασφαλίζει την εκπλήρωση της υπόσχεσής του να εφαρμόσει την έξοδο έως την 31 Ιανουαρίου. Ο πραγματικός πλήρης χωρισμός θα πάρει ένα ή δύο χρόνια να ολοκληρωθεί, με τις διαπραγματεύσεις μεταξύ Λονδίνου και Βρυξελλών για τον καθορισμό των όρων του διαζυγίου. Αλλά τουλάχιστον ο Τζόνσον θα μπορεί να επιχειρηματολογεί ότι ολοκλήρωσε στις21 Ιανουαρίου το τελικό ταξίδι της εξόδου, ταξίδι που άρχισε πριν τρία χρόνια, αφού οι Βρετανοί είχαν ψηφίσει υπέρ της εξόδου στο δημοψήφισμα του 2016.
Κρίσιμο είναι ωστόσο ότι η εντολή στην συντηρητική κυβέρνηση για το Brexit ισχύει μόνο για την Αγγλία και την Ουαλία. Επειδή στις δύο αυτές χώρες ήταν που σημειώθηκε η σημαντική μεταστροφή ψηφοφόρων από το Εργατικό Κόμμα της αντιπολίτευσης στους Συντηρητικούς του Μπόρις Τζόνσον. ΄Ετσι, στην πραγματικότητα, η κοινοβουλευτική πλειοψηφία του προέρχεται από ψηφοφόρους της Αγγλίας και της Ουαλίας.
Εντελώς αντίθετα, στην Σκωτία και στην Βόρειο Ιρλανδία, τις άλλες δύο περιοχές που απαρτίζουν το Ηνωμένο Βασίλειο, οι ψηφοφόροι το απέρριψαν παταγωδώς και ψήφισαν για κόμματα που ήθελαν να παραμείνουν στην ΕΕ. Το αποτέλεσμα δείχνει συνέπεια με την ετυμηγορία του δημοψηφίσματος του 2016, όταν η Σκωτία και η Βόρεια Ιρλανδία ψήφισαν εναντίον της αποχώρησης από την ΕΕ.
Επιπλέον τα αποτελέσματα των τελευταίων εκλογών ενίσχυσαν το αίτημα της ανεξαρτησίας, τόσο στην Σκωτία όσο και στην Βόρειο Ιρλανδία. Οι Σκώτοι εθνικιστές θριάμβευσαν στις εκλογές, ενισχύοντας την ήδη υπάρχουσα πλειοψηφία τους. Τώρα ελέγχουν το 90% όλων των εδρών στην Σκωτία. Η αρχηγός του κόμματος, Νικόλα Στάρτζεν δηλώνει ότι υπάρχει μια αναμφισβήτητη εντολή να προκηρυχτεί ένα δεύτερο δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Σκωτίας. Στο προηγούμενο δημοψήφισμα του 2014 η ανεξαρτησία απορρίφτηκε. Αλλά οι Σκώτοι εθνικιστές υποστηρίζουν ότι η δημοτικότητά τους διογκώθηκε από το βρετανικό δημοψήφισμα του 2016 για το Brexit.. Γενικά οι Σκώτοι δεν θέλουν να φύγουν από την ΕΕ. Το να μείνουν επομένως σημαίνει απαραίτητα να αποσχισθούν από το Ηνωμένο Βασίλειο και την κεντρική κυβέρνηση του στο Λονδίνο.
Ο Μπόρις Τζόνσον απέρριψε μέχρι τώρα τα αιτήματα για ένα δεύτερο δημοψήφισμα στην Σκωτία. Αλλά η θέση του δεν αντέχει. Με την διόγκωση των υποστηρικτών της ανεξαρτησίας στην Βουλή της Σκωτίας θα αναγκαστεί να ενδώσει, Οι εθνικιστές ζητούν η διεξαγωγή του δημοψηφίσματος να γίνει μάλιστα του χρόνου.
Στην Βόρειο Ιρλανδία το αποτέλεσμα των εκλογών είναι ίσως ακόμη πιο σημαδιακό. Για πρώτη, πρώτη φορά , τα εθνικιστικά κόμματα απέσπασαν την πλειοψηφία από τα κόμματα των υποστηρικτών της ενότητας στην Βρετανία (British unionists). Η Μαίρη Λου Μακντόναλντ, αρχηγός του Sinn Fein, του μεγαλύτερου εθνικιστικού κόμματος, δηλώνει ότι υπάρχει τώρα μια σαφής εντολή για την διεξαγωγή δημοψηφίσματος με το ερώτημα της αποχώρησης της Βορείου Ιρλανδίας από το Ηνωμένο Βασίλειο. Με δεδομένο το άλμα της εθνικιστικής πλειοψηφίας στις πρόσφατες εκλογές, αυτό θα μπορούσε αναπόφευκτα να οδηγήσει σε μιαν ενωμένη Ιρλανδία, με την ενοποίηση της Βόρειας Ιρλανδίας με το υφιστάμενο ανεξάρτητο νότιο κράτος, την Ιρλανδική Δημοκρατία.
Οι εθνικιστές της Βόρειας Ιρλανδίας από πολύ παλιά οραματίζονταν την ανεξαρτησία της από την Βρετανία. Η Βόρειος Ιρλανδία δημιουργήθηκε το 1921 από μια παράτολμη επιχείρηση εκλογικής νοθείας από την βρετανική κυβέρνηση, με αναδασμό εκλογικών περιφερειών, όταν διχοτόμησε την νήσο σε ένα ανεξάρτητο κράτος στον Νότο (που έγινε η Δημοκρατία της Ιρλανδίας) και ένα μικρό κρατίδιο στον Βορρά, (που έγινε η Βόρειος Ιρλανδία) και παρέμεινε στην βρετανική επικράτεια. Η αυθαίρετη, ιμπεριαλιστική διχοτόμηση της Ιρλανδίας έγινε για να εξασφαλίσει στις βρετανικές αρχές στο Λονδίνο την εξουσία να κυβερνούν σε ένα τμήμα της χώρας όπου οι Βρετανόφιλοι «Ενωτικοί»* αποτελούσαν πλειοψηφία έναντι των Ιρλανδών εθνικιστών. ΄Ηταν χαρακτηριστικό δείγμα (και πρότυπο) του κυνισμού του βρετανικού κατεστημένου.
Η παρούσα πολιτική δομή του Ηνωμένου Βασιλείου της Αγγλίας, Ουαλίας, Σκωτίας και Βορείου Ιρλανδίας είναι ηλικίας 100 χρόνων. (Προηγουμένως το Η.Β. περιλάμβανε ολόκληρη την Ιρλανδία, αλλά το Λονδίνο υποχρεώθηκε να εκχωρήσει μερική ανεξαρτησία κατόπιν ένοπλης εξέγερσης.)
Σε κάθε περίπτωση, έναν αιώνα μετά την ίδρυση της Βορείου Ιρλανδίας οι φυσιολογικές δημογραφικές αλλαγές του πληθυσμού της δημιούργησαν τώρα μια πλειοψηφία εθνικιστών. Το αποτέλεσμα των εκλογών της 12ης Δεκεμβρίου αποτελεί αναντίρρητα ένα γεγονός τεράστιας ιστορικής σημασίας. Για πρώτη φορά η εθνικιστική εντολή νίκησε την βρετανόφιλη ψήφο.* Ο ιστορικός βιασμός του εθνικού δικαιώματος των Ιρλανδών σε ανεξαρτησία και αυτοδιάθεση ανατράπηκε με την εκλογική κάλπη.
Η συνθήκη ειρήνευσης στην Βόρειο Ιρλανδία, που έγινε γνωστή ως τη Μεγάλης Παρασκευής, η Οποία υπογράφτηκε το 1998 για να τερματίσει μιαν τριαντάχρονη ένοπλη σύγκρουση κατοχυρώνει την «Αρχή της Συναίνεσης». Η βρετανική κυβέρνηση έχει αποδεχθεί συμβατική δέσμευση να συμμορφώνεται στην εκλογικήν εντολή πλειοψηφίας στην Βόρειο Ιρλανδία που διεκδικεί την ΄Ενωση της Ιρλανδίας…
Η ώρα για την σήμανση ενός δημοψηφίσματος για την έξοδο της Βορείου Ιρλανδίας από την βρετανική επικράτεια έχει σημάνει. Και τα εθνικιστικά κόμματα ζητούν απερίφραστα την έναρξη εφαρμογής της νομοθετικής διαδικασίας για την πραγματοποίηση του χωρισμού.
Ο Τζόναθαν Πάουελ, ένας δοκιμασμένος Βρετανός διπλωμάτης που επόπτευσε των διαπραγματεύσεων για την Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής, δεν είναι ο άνθρωπος της υπερβολής. Αλλά σε μια συνέντευξη στο βρετανικό LBC Radio, στις 14 Δεκεμβρίου, δήλωσε πως περιμένει να δει την «κατάρρευση του Ηνωμένου Βασιλείου» μέσα στην προσεχή δεκαετία, αν όχι νωρίτερα. Και αναφερόταν ειδικά στο εκλογικά αποτελέσματα στην Σκωτία και στην Βόρειο Ιρλανδία.
Η προφανής νίκη του Μπόρις Τζόνσον στις βρετανικές εκλογές είναι ένα δίκοπο ξίφος. Μπορεί να ισχυρίζεται ότι έχει εντολή να κόψει τα δεσμά με την Ευρωπαϊκή ΄Ενωση. Αλλά τα αποτελέσματα σημαίνουν επίσης ότι η Σκωτία και η Βόρειος Ιρλανδία δικαιοδοτούνται να κόψουν τώρα τους δεσμούς με την υπόλοιπη Βρετανία. Η αποχώρηση αυτών των δύο κρατών, που θα αφήσει πίσω την Αγγλία και την Ουαλία, αναγγέλλει το τέλος του λεγόμενου Ηνωμένου Βασιλείου.
Η εκλογική επιτυχία του Τζόνσον δεν «ελευθερώνει μεγάλες δυνατότητες». Μάλλον θέτει σε κίνηση μιαν υπαρξιακή συνταγματική κρίση για το βρετανικό κατεστημένο.
*Σημ. Μτφρ: O αγγλικός υπότιτλος είναι ταιριαστό αγγλικό γνωμικό, που υποδηλώνει την ιστορική Νέμεση, υπό μορφή επιστρέφοντος μπούμερανγκ.
Σημειωτέον ότι παραλείπει ο Κάνιγκαμ να σημειώσει την σημαντική λεπτομέρεια ότι ο διχασμός της Ιρλανδίας το 1921 από την «Δόλια Αλβιόνα» έγινε (όπως αργότερα στην Ινδία και στην Κύπρο) βάσει των εκρηκτικής δυνατότητας θρησκευτικών διαφορών : Ο πληθυσμός της Νοτίου Ιρλανδίας είναι αμιγώς καθολικός, ενώ στο βόρειο τμήμα οι ( με έντεχνα φανατισμένη αντίθεση) «British Unionists”, ήσαν πλειοψηφικά διαμαρτυρόμενοι, ομόθρησκοι των Άγγλων.
Σημειωτέον ότι παραλείπει ο Κάνιγκαμ να σημειώσει την σημαντική λεπτομέρεια ότι ο διχασμός της Ιρλανδίας το 1921 από την «Δόλια Αλβιόνα» έγινε (όπως αργότερα στην Ινδία και στην Κύπρο) βάσει των εκρηκτικής δυνατότητας θρησκευτικών διαφορών : Ο πληθυσμός της Νοτίου Ιρλανδίας είναι αμιγώς καθολικός, ενώ στο βόρειο τμήμα οι ( με έντεχνα φανατισμένη αντίθεση) «British Unionists”, ήσαν πλειοψηφικά διαμαρτυρόμενοι, ομόθρησκοι των Άγγλων.
Ο Φίνιαν Κάνιγκαμ είναι βραβευμένος Ιρλανδός δημοσιογράφος, με μακρά θητεία σε επιτελικές θέσεις σε βρετανικές και ιρλανδικές εφημερίδες μεγάλου άλλοτε διεθνούς κύρους, όπως Irish Times, Irish Independent, Britain's Independent και Mirror, μεταξύ άλλων. Τώρα εργάζεται ως ελεύθερος σχολιαστής (columnist), συνεργάτης σειράς εγκύρων διεθνών οργάνων ελεύθερης ενημέρωσης.
Η προσφορά του τιμήθηκε φέτος με το βραβείο Serena Shim για «ασυμβίβαστη ακεραιότητα στην δημοσιογραφία».