Η Τουρκία και ο Ελληνισμός, με κέντρο βάρους τον έλεγχο της υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης στη νοτιανατολική Μεσόγειο, αποτελούν μέρος μιας από τα πιο πολύπλοκες, μπλεγμένες γεωπολιτικές αντιπαλότητες του σήμερα.
Κατ’ αρχάς, η Κύπρος και η Κρήτη, κατέχουν τεράστια γεωστρατηγική αξία, εφόσον βρίσκονται στη διασταύρωση των κύριων θαλάσσιων οδών της Ανατολικής Μεσογείου, των περιφερειακών αγορών ενέργειας και των εμπορικών δρόμων. Ο έλεγχος της υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης στην περιοχή νότια της Κρήτης και της Κύπρου θα δώσει την πρόσβαση σε πολύτιμα αποθέματα φυσικού αερίου και δικαιώματα για διερευνητικές γεωτρήσεις. Η Τουρκία αντιδρώντας στο Διεθνές Δίκαιο προσπαθεί να προβάλλει τον εαυτό της ως την κυρίαρχη δύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο. Για το λόγο αυτό η Τουρκία έχει επιταχύνει την ώθηση σε αεροναυτικές απαιτήσεις με σκοπό να υπερασπιστεί την περιοχή προς όφελός της. Χρησιμοποιεί, μάλιστα, έννοιες που προσπαθούν να αναβιώσουν το αυτοκρατορικό παρελθόν της. Η Γαλάζια Πατρίδα, μια έννοια που μας φέρνει πίσω σε ημέρες δόξας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ότι η Τουρκία δικαιολογεί τα σύνορά της μακρύτερα, στη Μεσόγειο Θάλασσα.
Πέραν τούτων, η δυναμική της Ανατολικής Μεσογείου περιπλέκεται επίσης και από άλλους παράγοντες, με ασύμμετρες σχέσεις. Η Ρωσία, οι ΗΠΑ, η Γαλλία, η Ιταλία, η Αγγλία, το Ισραήλ, η Αίγυπτος, η Συρία, το Ιράν και η Λιβύη, όλοι έχουν συμφέροντα εκεί. Και ο αυξανόμενος ανταγωνισμός στην περιοχή έχει κλιμακώσει την παράνοια μεταξύ των Μεσογειακών δυνάμεων πάνω από τη θαλάσσιες ζώνες, έρευνας-διάσωσης και ενεργειακών πόρων. Το τελικό αποτέλεσμα είναι η ύπαρξη μιας βιασύνης για την οριοθέτηση των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών (ανεξάρτητα των νομικών παραμέτρων), ο σχηματισμός νέων συμμαχιών, κλιμάκωση της κρίσης στη Λιβύη και ένας αναδυόμενος κίνδυνος στρατιωτικής αντιπαράθεσης. Με τέτοιες σημαντικές γεωπολιτικές ανακατατάξεις που προκύπτουν στην περιοχή, είναι απαραίτητο να γίνει απολογισμός της θαλάσσιας ισχύος όσων συμμετέχουν.
Τουρκία, μια αναδυόμενη ναυτική δύναμη;
Με τον ανταγωνισμό για τον έλεγχο των πηγών φυσικού αερίου, εντατικοποιήθηκαν οι προσπάθειες της Τουρκίας για την ενίσχυση των ναυτικών της δυνατοτήτων. Κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων δεκαετιών, η Τουρκία έχει επεκτείνει τις ναυτικές ικανότητες της, δεδομένου μάλιστα ότι οι εντάσεις στην Ανατολική Μεσόγειο έχουν κλιμακωθεί, δείχνει ολοένα και πιο φιλόδοξη τουρκική ναυτική ατζέντα στα χρόνια που έρχονται. Το τουρκικό ναυτικό θεωρείται μια από τις τέσσερις ισχυρότερες ναυτικές δυνάμεις στην Ανατολική Μεσόγειο. Ελλάδα, Ισραήλ και Αίγυπτος είναιΒΒ άλλες κυρίαρχες θαλάσσιες δυνάμεις της περιοχής. Επιβλητική παρουσία υφίσταται και από τις ναυτικές δυνάμεις των ΗΠΑ με τον Έκτο Στόλο και της Ρωσίας με τη Ναυτική Δύναμη Μεσογείου.ΒΒ
Στην πραγματικότητα, η Τουρκία έχει αρχίσει να επιδιώκει όλο και μεγαλύτερο έλεγχο της Μεσογείου από το 1970. Με την εισβολή στη Κύπρο το 1974, και την προσάρτηση του 40 τοις εκατό του νησιού, ήταν η πρώτη πράξη επιχείρησης στη Μεσόγειο μετά την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, και ήταν μια καθοριστική στιγμή. Από τότε, έκανε αρκετά γεωπολιτικά «ανοίγματα» που έδωσαν χώρο στη Τουρκία για να καμφθεί η όποια αντίδραση στη θάλασσα. Σήμερα, η Τουρκία έχει συμφέρον στην προώθηση της ρύθμισης των θαλασσίων ζωνών μακρύτερα και έξω από την Ανατολική Μεσόγειο. Από το 2014, έχει ενεργοποιήσει τη διπλωματία των κανονιοφόρων για την επίτευξη των στρατηγικών στόχων της, μέσω πράξεων εκφοβισμού στη θάλασσα. Επίσης για την προστασία των σεισμικών και διερευνητικών δραστηριοτήτων γεώτρησης σε όλη την Ανατολική Μεσόγειο.
Η ναυτική συγκέντρωση της Τουρκίας έχει επιταχυνθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Η εγχώρια βιομηχανική ικανότητα της αυξήθηκε και το ναυτικό της έχει αναβαθμιστεί με νέους εξοπλισμούς, συμπεριλαμβανομένων μηχανών πρόωσης τεχνολογίας αιχμής, συσκευών ανίχνευσης και συστημάτων πλοήγησης. Από το 2007, η χώρα έχει τριπλασιάσει τις στρατιωτικές δαπάνες έρευνας και ανάπτυξης. Ενώ κάθε έτος ο αμυντικός προϋπολογισμός της παρουσιάζει μόνο αυξήσεις. Επιπλέον, η Άγκυρα έχει ανακοινώσει το πρόγραμμα MILGEM. Ένα φιλόδοξο σχέδιο για την παραγωγή εγχώριων φρεγατών και κορβετών για το τουρκικό ναυτικό. Ως ένδειξη του πόσο φιλόδοξο είναι αυτό το έργο, αρκεί να αναλογιστούμε ότι στα σχέδια της χώρας είναι η κατασκευή 24 νέων πλοίων τα οποία αναμένεται να ολοκληρωθούν το 2023. Επίσης ναυπηγεί έξι νέα υποβρύχια, τεχνολογίας παρόμοιας με τα ελληνικά τύπου Παπανικολής. Όλα αυτά αποδεικνύουν μια συνεχιζόμενη ανάγκη για αποστολές συνοδείας νηοπομπών, καθώς και συνοδεία σεισμικών πλοίων ερεύνης και γεωτρήσεων στην προβαλλόμενη υφαλοκρηπίδα όπου υπάρχει κίνδυνος σύγκρουσης από τους αντιπάλους της στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Τουρκία έχει επίσης αρχίσει να προωθεί τα εγχώρια παραγόμενα εξοπλιστικά της προγράμματα στο εξωτερικό, σε μια προσπάθεια να καθιερωθεί ως εξαγωγέας στην παγκόσμια αγορά οπλικών συστημάτων, τα οποία θα δώσουν στη χώρα μια οικονομική ώθηση και θα την βοηθήσει να εδραιωθεί ως μια μεσογειακή βιομηχανική δύναμη. Η επέκταση της αμυντικής βιομηχανίας της Τουρκίας είναι η μεγαλύτερη ανάπτυξη της, η οποία μάλλον να αποδώσει τα οικονομικά και στρατηγικά μερίσματα στα επόμενα χρόνια.
Πέραν αυτών η Άγκυρα ελπίζει επίσης να δημιουργήσει νέες ναυτικές βάσεις, συμπεριλαμβανομένης μιας στην κατεχόμενη Βόρεια Κύπρο, πιθανότατα στην πόλη της Αμμοχώστου. Αυτή η βάση θα είναι το επίκεντρο της αναδυόμενης ναυτικής στρατηγικής της Τουρκίας, καθώς θα της επιτρέψει να επεκτείνει τη διοικητική μέριμνα και τις ικανότητες γεώτρησης σε μεγαλύτερο βεληνεκούς πεδίο, και μακράς διάρκειας στη Μεσόγειο. Επιπλέον, στο ψευδοκράτος των τουρκοκύπριων ανακαινίζουν το εγκαταλειμμένο λιμάνι της Μάρας στην Αμμόχωστο, πιθανόν με την τουρκική υποστήριξη. Ο ρυθμός των ναυτικών ασκήσεων έχει επίσης αυξηθεί. Οι εξελίξεις αυτές εξυπηρετούν ένα στρατηγικό σκοπό. Στέλνουν ένα σαφές μήνυμα προς τον Ελληνισμό αλλά και τους συμμάχους, ότι είναι μια υπολογίσιμη δύναμη.
Συμπεράσματα
Ενώ όλες αυτές οι κινήσεις για την ενίσχυση της ναυτικής δύναμης της Τουρκίας μπορεί να υποδεικνύουν ότι η Άγκυρα λαμβάνει υπόψη της όλο και περισσότερο τους κινδύνους μιας συμβατικής σύγκρουσης ευρείας κλίμακας στην Ανατολική Μεσόγειο, είναι σημαντικό να έχουμε κατά νου ότι ο πρωταρχικός στόχος της Άγκυρας παραμένει το Αιγαίο, και η άμυνα της δικής της ακτογραμμής καθώς και η Κύπρος, από απειλές που προέρχονται από τον Ελληνισμό και τους συμμάχους του.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι, λόγω των συμμαχικών περιορισμών των κύριων ανταγωνιστών στη Μεσόγειο, μια πλήρως ανεπτυγμένη ναυτική σύγκρουση είναι εξαιρετικά απίθανη. Ελλάδα και Τουρκία κατέχουν παρόμοια υποβρύχια, πλοία περιπολίας, και φρεγάτες, ενώ οι ναυτικές δυνατότητες στην Ελλάδα είναι ίσως πιο περιορισμένες από της Τουρκίας, καθώς πολλά σκάφη έχουν παροπλιστεί και τεχνολογικά είναι ξεπερασμένα, δεδομένου ότι η οικονομική κρίση στην Ελλάδα, επηρέασε τη ναυτική προσπάθεια εκσυγχρονισμού η οποία ήταν υποτονική. Η Αθήνα, ωστόσο, έχει το πλεονέκτημα της περιφερειακής ανάπτυξης συμμαχιών. Η Ελλάδα είναι μέλος του νεοσύστατου Φόρουμ φυσικού αερίου Ανατολικής Μεσογείου, η οποία περιλαμβάνει επίσης την Αίγυπτο, το Ισραήλ, την Κύπρο, την Ιταλία, και την Ιορδανία. Ενώ πρωταρχικός στόχος της κοινοπραξίας αυτής είναι οι ενεργειακοί πόροι, τα μέλη της αύξησαν τη ναυτικής συνεργασία. Εν τω μεταξύ, οι ένοπλες δυνάμεις της Αιγύπτου είναι μεγαλύτερες από ό, τι της Τουρκίας, και οι ναυτικές δυνάμεις της είναι υπολογίσιμες.
Η Τουρκία έχει επίσης τους δικούς της περιορισμούς, για να καταφέρει να λογίζεται ως η αδιαμφισβήτητη ναυτική δύναμη στη Μεσόγειο. Έχει περίπου 200 σκάφη, συμπεριλαμβανομένων των φρεγατών, υποβρυχίων και σκαφών περιπολίας, αλλά τα περισσότερα από αυτά χρονολογούνται από τη δεκαετία του 1990, ενώ κάποια από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, και απαιτούν εκσυγχρονισμό. Επιπλέον, η κατοχή πολλών σκαφών μικρής εμβέλειας, και ταχέων σκαφών έχουν περιορισμένη δυνατότητα να συμμετάσχουν σε μια μακρινή, διαρκή εκστρατεία στην Ανατολική Μεσόγειο. Θα δυσκολευτεί, για παράδειγμα, να εκτελέσει μια αποστολή με σκοπό να στηρίξει την κυβέρνηση της Λιβύης του Σάρατζ, κάτι για το οποίο η Άγκυρα συμφώνησε να βοηθήσει.
Προς το παρόν τουλάχιστον, η Τουρκία θα συνεχίσει, θέτοντας σκοπό να καταστεί η κυρίαρχη ναυτική δύναμη, ενώ λαμβάνει μέτρα ιδιαίτερης σημασίας προς την επέκταση του στρατηγικού αποτυπώματος της στην περιοχή της Μεσογείου. Ο Ελληνισμός δεν έχει άλλα περιθώρια για να προτάξει μια αξιόπιστη αποτροπή, από την άμεση ενίσχυση της αεροναυτικής του ισχύος.
*Ο Υποναύαρχος ε.α. ΠΝ Δημήτρης Τσαϊλάς είναι Senior researcher of Strategy International και Member of Institute for National and International Security.