Ξέπλυμα μαύρου χρήματος μέσω καφετεριών και φούρνων, που ανοίγουν σαν μανιτάρια σε γειτονιές των μεγάλων και μικρών πόλεων της χώρα, διερευνούν οι Αρχές. Ασφαλώς όλοι αναρωτιόμαστε και προβληματιζόμαστε για την ταχύτητα με την οποία ανοίγουν -και για την πυκνότητά τους σε κάθε οικοδομικό τετράγωνο- μικρών ή μεγάλων καφέ. Όμως, πίσω από την επιχειρηματική ροπή των Ελλήνων προς την εστίαση, υπάρχει εξήγηση την οποία έχουν εντοπίσει, η ΑΑΔΕ, το ΣΔΟΕ, η Οικονομική Αστυνομία και η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες.
Από: sofokleousin.gr
Στις περισσότερες περιπτώσεις, τα καφέ και τα εστιατόρια ανοίγουν λόγω των επιδοτήσεων που χορηγούνται από κοινοτικά και εθνικά προγράμματα. Όταν τελειώνει η διετία ή η τριετία της υποχρεωτικής λειτουργίας της επιχείρησης, αυτή βάζει λουκέτο. Όμως, αυτή είναι η σχετικά «αθώα» εκδοχή.
Υπάρχει και η άλλη εκδοχή, που είναι στο επίκεντρο των ερευνών των διωκτικών Αρχών. Μέσω των συγκεκριμένων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, να γίνεται ξέπλυμα βρώμικου χρήματος.
Ειδικότερα, σύμφωνα με διαπιστώσεις στελεχών του φοροελεγκτικών αρχών, από το 2010 και μετά έφυγαν από τις ελληνικές τράπεζες δεκάδες δισ. ευρώ, λόγω αβεβαιότητας λόγω εξαφάνισης των εισοδημάτων κ.λπ. Πολλά εξ αυτών βρίσκονται είτε στο εξωτερικό είτε στα στρώματα.
Όμως, ταυτόχρονα, κατέστη αυστηρότερος ο έλεγχος των τραπεζικών καταθέσεων, με αποτέλεσμα όποιος έχει χρήματα στο εξωτερικό ή στο στρώμα και τα εμφανίσει στην τράπεζα για κατάθεση, θα ερωτηθεί για το πού τα βρήκε και αν τα έχει δηλώσει στην εφορία. Επειδή οι περισσότεροι δεν μπορούν να τα νομιμοποιήσουν, αναζητούν ποικίλους τρόπους.
Επίσης, αρκετοί είναι αυτοί που ακόμη παράγουν «μαύρο χρήμα» μέσω διαφόρων δραστηριοτήτων, όπως ναρκωτικά, εμπόριο λευκής σαρκός, παραεμπόριο κ.λπ.
Το κόλπο
Λόγω των ασφυκτικών ελέγχων στη διακίνηση του χρήματος, αναζητούν τρόπους νομιμοποίησης, έναν εκ των οποίων τον έχουν εντοπίσει οι Αρχές.Ο έχων «μαύρο χρήμα» θα πρέπει να το νομιμοποιήσει προκειμένου να μπορεί να το χρησιμοποιήσει με άνεση. Τι κάνει; Ανοίγει ένα κατάστημα εστίασης, κατά προτίμηση καφετέρια, φούρνο, ψητοπωλείο, εστιατόριο.
Η επιλογή των συγκεκριμένων κατηγοριών επιχειρήσεων δεν γίνεται τυχαία, αλλά έχει στόχευση. Στα καταστήματα αυτά, οι περισσότεροι πληρώνουν με μετρητά και όχι με κάρτες, και άρα μαζεύουν ρευστό.
Επίσης, η εταιρική μορφή που επιλέγουν είναι η ΙΚΕ (Ιδιωτικές Κεφαλαιουχικές Εταιρείες), οι οποίες στήνονται εύκολα και με κεφάλαιο μέχρι 3.000 ευρώ.
Με το άνοιγμα της επιχείρησης, αρχίζουν και κόβουν αποδείξεις πώλησης αγαθών, περισσότερες από τις πραγματικές πωλήσεις. Δηλαδή εάν έχει ημερήσια πραγματικά έσοδα 500 ευρώ, κόβει αποδείξεις για 1.000 ευρώ.
Εάν η αναλογία πραγματικών και πλασματικών εσόδων συνεχίσει για ένα μήνα, η εταιρεία, ενώ έχει πραγματικά έσοδα 15.000 ευρώ, εμφανίζει στα βιβλία της τζίρο 30.000 ευρώ. Πολλαπλασιαζόμενο επί 12 μήνες, έχει πραγματικά έσοδα 180.000 ευρώ και εμφανίζει έσοδα 360.000 ευρώ. Καθώς οι περισσότεροι στήνουν αλυσίδες εταιρειών με την ίδια επωνυμία, οι πλασματικοί τζίροι πολλαπλασιάζονται.
Προκειμένου να μην δώσουν αφορμές για έλεγχο στις φορολογικές αρχές, εκδίδουν κανονικά αποδείξεις (μάλιστα περισσότερες) αλλά και κανονικά εκδίδουν και λαμβάνουν τιμολόγια, από προμηθευτές τους, αποφεύγοντας τα πλαστά και εικονικά. Κοινώς, η «βιτρίνα» είναι άψογη.
Το ξέπλυμα
Η εταιρεία του συγκεκριμένου παραδείγματος, σε ένα χρόνο, ενώ έχει πραγματικά έσοδα 180.000 ευρώ, εμφανίζει ότι έχει έσοδα 360.000 ευρώ. Άρα νομιμοποιεί ποσό ύψους 180.000 ευρώ, το οποίο από τη «μαύρη» οικονομία που ήταν μπαίνει στην κανονική οικονομία.
Και ο φόρος;
Για τις επιπλέον συναλλαγές, πληρώνουν κανονικά ΦΠΑ, φροντίζοντας να τον μειώνουν μέσω συμψηφισμών με τον ΦΠΑ των αγορών. Όμως η τυπική αυτή συμπεριφορά συμβαίνει στις αρχικές δηλώσεις. Κατόπιν ο αναλογών ΦΠΑ μπαίνει σε ρύθμιση των 12 δόσεων και «τρέχει».
Για τον φόρο εισοδήματος, εκμεταλλεύονται το ευνοϊκό καθεστώς των μειωμένων συντελεστών που ισχύει για τις νέες επιχειρήσεις και πληρώνουν κανονικά το πρώτο έτος, άντε και το δεύτερο.
Από κάποια στιγμή σταματούν να πληρώνουν ΦΠΑ, διογκώνονται τα χρέη και η εταιρεία με τους αυξημένους τζίρους πτωχεύει. Στο διάστημα αυτό έχουν νομιμοποιηθεί χρήματα αρκετών χιλιάδων ή και εκατομμυρίων ευρώ, τα οποία έχουν επενδυθεί σε ακίνητα, αυτοκίνητα ή σε άλλες εταιρείες.
Η Εφορία κυνηγάει για τα χρέη τον νομικά υπεύθυνο της εταιρείας, ο οποίος συνήθως, είναι κάποιος υπέργηρος, ή αλλοδαπός, που πιθανότατα το έχει σκάσει στο εξωτερικό.