Ιστορικοί, συγγραφείς, πολιτικοί και άλλοι μετέχοντες στο δημόσιο διάλογο στην Ελλάδα αναφέρονται πολύ συχνά στην «χιλιετή σύγκρουση» των Ελλήνων με τους Τούρκους - αρχής γενομένης με τη Μάχη του Ματζικέρτ το 1071 που σηματοδοτεί την «αρχή του τέλους» της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Καθόλου ή σπανίως γίνεται αναφορά στο δημόσιο διάλογο σε μια άλλη ανερχόμενη μεσαιωνική δύναμη που σχεδόν την ίδια εποχή στρέφεται και αυτή εναντίον των Ελλήνων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Οι Γερμανοί.
Στην τελευταία δεκαετία του 12ου αιώνα ήταν πρώτος ο Σουηβός Φρειδερίκος A΄ Βαρβαρόσα, ο «ισάξιος με απόστολο» ηγεμόνας που απέναντι στους κατ΄ αυτόν «Γραικούς» (και όχι Ρωμαίους) ακολουθεί την «διπλωματία της ειρωνείας» και συμπεριφέρεται εκ περιτροπής πότε με σαρκασμό και πότε με περιφρόνηση προς τον ίδιον τον αυτοκράτορα. Έτσι κατόρθωσε να γίνει ο πρώτος ηγεμόνας που απέσπασε χάριν της δύναμής του από τον Βυζαντινό «βασιλιά» Ισαάκιο Άγγελο έναν «όρκο» εξάρτησης. Ο γιος του και διάδοχος Ερρίκος ΣΤ΄ προχώρησε παραπέρα, απαιτώντας από τον βυζαντινό αυτοκράτορα «ποικίλες αποζημιώσεις», ακόμα και την περιοχή ανάμεσα στην Θεσσαλονίκη και το Δυρράχιο που είχε με πολλές θυσίες ανακαταληφθεί από τους Νορμανδούς. Ουσιαστικά απαιτούσε την «πολιτική και στρατιωτική αυτοκτονία» των Βυζαντινών.
Χαρακτηριστική των «σχέσεων αντιπάθειας» Γερμανών και Βυζαντινών Ελλήνων είναι η αλαζονική και μειωτική στάση των πρεσβευτών του Ερρίκου ΣΤ΄ : «Εμείς οι Γερμανοί δεν έχουμε ανάγκη από θεάματα αυτού του είδους (για την Αγία Σοφία) και δεν μας αρέσει να στεκόμαστε όρθιοι ατενίζοντας μανδύες και καρφιτσωμένες πόρπες και ρούχα που αρμόζουν σε γυναίκες … Αν οι Ρωμαίοι δεν δεχτούν τις απαιτήσεις αυτής της πρεσβείας, σύμφωνα με την επιθυμία του κυρίου και αυτοκράτορά τους (Ερρίκου Στ΄), θα πρέπει να αντιμετωπίσουν στη μάχη άντρες που δεν είναι ανθοστολισμένοι σαν λιβάδια, ούτε κομπάζουν για τα μαργαριτάρια τους … αλλά είναι άντρες της γενιάς του Άρη, με τα μάτια κόκκινα από μια επιθυμία η οποία μοιάζει με αχτίδα πετραδιού, άντρες που οι μαργαριταριένες στάλες του ιδρώτα τους είναι καρπός μιας μακροχρόνιας μάχης». (Νικήτας Χωνιάτης, «Χρονικό» Δ, XV 7).
Μια «αντιπάθεια» αν όχι αντιπαλότητα που στην ουσία δεν σταμάτησε ποτέ στους επόμενους αιώνες. Ούτε βεβαίως και σήμερα, κι ας είναι προσηλωμένη τόσο ευλαβικά η ελληνική πολιτική τάξη προς τους απογόνους του Βαρβαρόσα και του Ερρίκου Στ΄.
Μια «αντιπάθεια» αν όχι αντιπαλότητα που στην ουσία δεν σταμάτησε ποτέ στους επόμενους αιώνες. Ούτε βεβαίως και σήμερα, κι ας είναι προσηλωμένη τόσο ευλαβικά η ελληνική πολιτική τάξη προς τους απογόνους του Βαρβαρόσα και του Ερρίκου Στ΄.