Είμαι από αυτούς που έχουν συμμορφωθεί με τα κυβερνητικά μέτρα για την επιδημία, όχι όμως επειδή φοβάμαι τα αστυνομικά μέτρα και τις συνέπειες, αλλά εξαιτίας της ελεύθερης και συνειδητής επιλογής που μου υπαγορεύει η λογική μου. Παρόλα αυτά, δεν έχω πειστεί από την απόφαση καταβολής προστίμων σε εκείνους, που το σύστημα αναγορεύει σε παραβάτες, έχοντας στοχοποιήσει συγκεκριμένες περιπτώσεις ενεργειών μέσα από ένα σύνολο άλλων τις οποίες θεωρεί "νόμιμες".
Για παράδειγμα, αν κάποιος πάει στην εκκλησία τιμωρείται, αλλά αν πάει σε τράπεζα είναι εντάξει. Αν κάποιος κάνει σωματική άσκηση στο δρόμο ή αν βγάλει τον σκύλο για βόλτα είναι νόμιμος, ενώ αν μπει στο αυτοκίνητο για να πάει να ταΐσει το σκύλο του είναι παράνομος.
Με ποιο κριτήριο εξειδικεύτηκαν όλες αυτές οι περιπτώσεις που βάζουν τους πολίτες από τη μια ή από την άλλη πλευρά του νόμου; Το όλο ζήτημα είναι προβληματικό.
Έχω τη γνώμη, ότι ένας νόμος είναι κατεξοχήν αντισυνταγματικός, όταν εφαρμόζεται σε μια μερίδα των πολιτών και όχι σε όλους με την ίδια σαφήνεια. Δε βλέπω την αναγκαιότητα και την αποτελεσματικότητα αυτής της αυστηρής και τιμωρητικής πολιτικής εναντίον Ελλήνων πολιτών, την ίδια στιγμή που δεκάδες χιλιάδες αλλοδαποί δε συμμορφώνονται με τα μέτρα της καραντίνας και κυκλοφορούν ελεύθερα, μηδενίζοντας κάθε προσπάθεια περιορισμού της επιδημίας.
Τι νόημα έχει όλοι εμείς να μένουμε στο σπίτι και αυτοί να κυκλοφορούν εδώ και εκεί ασύδοτα; Δεν ισχύουν εδώ τα δύο μέτρα και τα δύο σταθμά; Ιδού λοιπόν το πρώτο στοιχείο αντισυνταγματικότητας του νόμου και προκλητικής μεροληψίας απέναντι σε διαφορετικές πληθυσμιακές κατηγορίες.