Ακούω και διαβάζω, παρά τα αντικρουόμενα tweets της Τουρκικής Πρεσβείας στην Ουάσιγκτον και τις αμφίσημες εκτιμήσεις Ελληνικού Πενταγώνου και επιτελικού κονκλαβίου Εξωτερικής Πολιτικής της Ελλάδας, τα περί αποχώρησης των τουρκικών πολεμικών πλοίων και σταδιακής αποκλιμάκωσης… Αν πεις δε για το ρόλο της Γερμανίας, περίπου ως μεγάλος «ειρηνοποιός». Αλλά για μία στιγμή.
Γιώργος Σαχίνης
Το Uruc Reis μέχρι νωρίς σήμερα το απόγευμα ήταν ή όχι αγκυροβολημένο στην Αττάλεια; Ήταν και όχι μόνο αυτό, με βάση την Navtex, που έχει ισχύ έως τις 2 Αυγούστου, έρχεται η λογική απορία των ειδικών στις γεωφυσικές έρευνες: Βρε σεις, γίνονται Γεωφυσικές Έρευνες σε λιγότερο από μια εβδομάδα, παρουσία μιας ολόκληρης αρμάδας τουρκικής και του μισού Ελληνικού Στόλου, όταν ο θόρυβος και μίας μόνο προπέλας πλοίου, χαλάει το σήμα του ηχοβολισμού στο ερευνητικό σκάφος; Για να μην τσιμπάμε λοιπόν, το θέμα δεν είναι καθαυτές οι έρευνες αλλά το πολιτικό πλαίσιο και η ένταση που στήνεται γύρω από αυτές, με στόχο ακόμη και απευθείας διαπραγματεύσεις , εφ όλης της ύλης (;) κι ας λέμε εμείς ως Εθνική Στρατηγική, ότι μόνο μια διαφορά έχουμε, την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας/αοζ; Προσοχή και στη λέξη, «οριοθέτηση», όχι αν έχουμε υφαλοκρηπίδα/αοζ σε όλη την ελληνική επικράτεια ακτών ηπειρωτικών ή νησιωτικών. Τα δικαιώματά μας αυτά είναι αναπαλλοτρίωτα, ακόμη και στις αποφάσεις των Διεθνών Δικαστηρίων δεν υπάρχει καμία περίπτωση να μην αναγνωριστούν, ο καθορισμός τους είναι άλλο θέμα …
Άρα, το πιθανότερο είναι ο Ταγίπ, να είπε στην Άνγκελα ότι θα κρατήσει προσώρας το Oruc Reis, αρόδου στην Αττάλεια , σε απόσταση από το Καστελλόριζο (αφού έρευνα της προκοπής όπως είδαμε δεν μπορεί για την ώρα να κάνει) και, σε αντάλλαγμα, φέρεται να ζήτησε διάλογο εφ’ όλης της ύλης, δηλαδή όλων όσων ζητάει και όχι μόνο την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας/ αοζ με την Ελλάδα. Η Ελλάδα, φαίνεται ότι διαμηνύει πως «διάλογος με στρατιωτική απειλή δεν μπορεί να γίνει», αν και οι «σύμβουλοι» του Πρωθυπουργού, σε όλες τις πτώσεις και κλίσεις ενικού και πληθυντικού αριθμού, επαναλαμβάνουν μονότονα το «διάλογος κάποια στιγμή θα γίνει , πρέπει να γίνει»… Αλλά διάλογος είναι άλλο, δίαυλος επικοινωνίας άλλο και διαπραγμάτευση άλλο. Τι εννοούν άραγε και πως σηματοδοτούν αυτούς τους όρους η Μέρκελ και ο Ερντογάν, ο καθένας από την πλευρά του; Το κυριότερο δε, μήπως οι «συζητήσεις» (sic) που προωθεί το Βερολίνο, διασταυρώνονται ή ακόμη χειρότερα αλληλο-τροφοδοτούνται με την «διαπραγμάτευση» που θέλει εφ όλης της ύλης η Άγκυρα (ενδεχομένως σύντομα να ονοματίζεται Κωνσταντινούπολη) και που ο Τσαβούσογλου και ο Καλίν σε απανωτές τους συνεντεύξεις και διαρροές, λένε ότι έχει ήδη ξεκινήσει προκαταρκτικά και μάλιστα πριν την «καρφωμένη» τριμερή «μυστική» που μετά την διαροή της, έπαψε να είναι τέτοια;
Η αλήθεια για το περιεχόμενο μίας τέτοιας συζήτησης, μπορεί να έχει ήδη αποκαλυφθεί πριν δύο εβδομάδες, όταν ο καλεσμένος στις «Αντιθέσεις» , γεωπολιτικός αναλυτής Σάββας Καλεντερίδης, παρουσίασε τα όσα έλεγε σε ένα αναλυτικό της άρθρο στην «Deutsche Welle» στις 30-06-2020 , μία εκ των κορυφαίων σε θέματα Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, η Νέλε Ματς-Λυκ, του Ινστιτούτου Διεθνούς Δικαίου Walther Schücking στο Πανεπιστήμιο του Κιέλου:
« Έχουν τα νησιά μια παρόμοια ΑΟΖ με την ηπειρωτική χώρα, δηλαδή 200 ναυτικά μίλια;
Ναι, εάν ένα νησί πληροί τις προϋποθέσεις για τον ορισμό ενός νησιού σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία για τη θάλασσα. Δηλαδή, εάν πρόκειται για μια φυσικά διαμορφωμένη περιοχή ξηράς που προεξέχει από το νερό ακόμα και με πλημμυρίδα, διαφέρει δε ευδιάκριτα από ένα γυμνό βράχο - π.χ. επειδή είναι κατοικήσιμο. Η διάκριση μεταξύ νησιών και βράχων μπορεί σε μεμονωμένες περιπτώσεις να είναι δύσκολη. Τα «πραγματικά» νησιά μπορούν όπως η ηπειρωτική χώρα να διεκδικήσουν 200 ναυτικά μίλια ΑΟΖ και 200 ναυτικά μίλια υφαλοκρηπίδα. Οι βράχοι, από την άλλη πλευρά, μπορούν να διεκδικήσουν μόνο 12 ναυτικά μίλια χωρικά ύδατα, συμπεριλαμβανομένου του αντίστοιχου βυθού, αλλά χωρίς ΑΟΖ και χωρίς υφαλοκρηπίδα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η διάκριση είναι τόσο σημαντική. Σε περίπτωση που η ΑΟΖ ενός νησιού αλληλεπικαλύπτεται με τις ζώνες άλλων κρατών, θα πρέπει τα κράτη να συμφωνήσουν την οριοθέτηση των συνόρων… Η γαλλική ΑΟΖ είναι μία από τις μεγαλύτερες οικονομικές ζώνες στον κόσμο. Η Γαλλία διεκδικεί στον Νότιο Ειρηνικό και τον Αρκτικό Ωκεανό πολλά μικρά νησιά και αντίστοιχες τεράστιες θαλάσσιες περιοχές γύρω από αυτά. Δεν είναι μια μεμονωμένη περίπτωση, ένα μικρό νησί, το οποίο απέχει πάρα πολύ από την ηπειρωτική χώρα, να διεκδικεί θαλάσσιες ζώνες. Αυτό συνηθίζεται και εξαρτάται από το σε ποια νησιά τα κράτη διεκδικούν κυριαρχία. Πολύ πιο σημαντικό είναι το ζήτημα αν αυτή η διεκδίκηση επηρεάζει την ΑΟΖ άλλων χωρών. Όταν στην περίπτωση δύο όμορων κρατών, για παράδειγμα η Τουρκία και η Ελλάδα, το μικρό νησί του ενός βρίσκεται στα παράλια του άλλου, τότε θα πρέπει η οριοθέτηση των συνόρων να λαμβάνει υπόψη την αρχή της ευθυδικίας. Δικαστήρια διαιτησίας και διεθνή δικαστήρια δε λαμβάνουν υπόψη τα μικρά νησιά κατά τη χάραξη των συνόρων, σε περίπτωση που αυτό θα προκαλούσε μια δυσαναλογία. Αυτή η πρακτική δεν αναιρεί όμως το γεγονός ότι επί της αρχής αυτά τα νησιά μπορούν ασφαλώς να διεκδικήσουν την οικονομική ζώνη που προβλέπει το θαλάσσιο δίκαιο. Όλα τα άλλα είναι ζητήματα που θα πρέπει να εξετασθούν για κάθε μεμονωμένη περίπτωση ξεχωριστά…».
Αλλά η κυρία Νέλε Ματς-Λυκ, έρχεται στον επίλογο του άρθρου της, να γίνει σαφής για το πώς οι ειδικοί της Γερμανίας βλέπουν μία «λύση» στην ελληνοτουρκική ένταση, με συνεκμετάλλευση (επί των δικών μας βεβαίως κυριαρχικών δικαιωμάτων), αφού πρώτα αναφέρεται σε μια ενδεχόμενη προσφυγή στην Χάγη ( που προϋποθέτει συνυποσχετικό, άρα δοσμένους- συμφωνημένους κανόνες από Ελλάδα και Τουρκία πάνω σε τι θα αποφανθεί ένα δικαστήριο και όχι εν λευκώ αποφάσεις του Δικαστηρίου, για να μην μας πουν κάποιοι στο μέλλον «χάσαμε ή κερδίσαμε» γιατί έτσι αποφάσισε το Διεθνές Δικαστήριο, θα έχουμε ήδη προαποφασίσει εμείς και η Τουρκία για αυτά, οι Δικαστές απλά θα επικυρώσουν), η κυρία Λυκ λοιπόν, υποδεικνύει μια πιθανή «προσωρινή» ή και «μόνιμη λύση»: «Μέχρι να εκδοθεί απόφαση», γράφει, «οι δύο χώρες θα μπορούσαν να συμφωνήσουν σε μια προσωρινή λύση που προβλέπει την κοινή οικονομική ανάπτυξη ((Joint Development) των επίμαχων θαλάσσιων περιοχών. Από αυτή την προσωρινή λύση δε θα προέκυπταν αξιώσεις και ούτε θα προκαταλάμβανε το αποτέλεσμα μιας μεταγενέστερης διευθέτησης. Τα κέρδη θα μοιράζονται ώσπου κάποτε, ίσως, συμφωνηθεί μια οριοθέτηση. Στην πράξη, ωστόσο, αυτή η κοινή διαχείριση μπορεί τελικά να γίνει η μόνιμη λύση». Την φράση λοιπόν «Joint Development» κρατήστε την, γιατί μπορεί σύντομα να την βρούμε , ενδεχομένως με΄χρι και τέλους του 2020 μπροστά μας.
Για την ώρα, επισήμως, παραμένει άδηλο εάν, και υπό ποιες προϋποθέσεις, θα τη θεωρούσε αντικείμενο διαλόγου, μια τέτοια συζήτηση εφ όλης της ύλης η ελληνική κυβέρνηση. Μέχρι στιγμής ο μόνος από κυβερνητικής πλευράς που έχει θέσει δημοσίως ζήτημα συνεκμετάλλευσης είναι ο αναπληρωτής σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του πρωθυπουργού Θάνος Ντόκος. Τον περασμένο Φεβρουάριο είχε πει στον «Φιλελεύθερο» της Κύπρου ότι «εφόσον ανακαλυφθούν σημαντικά κοιτάσματα στο Αιγαίο ή (το πιο πιθανόν) στην Ανατολική Μεσόγειο, εφόσον το κοίτασμα εκτείνεται στις θαλάσσιες ζώνες και των δύο χωρών (περίπτωση Κατάρ-Ιράν), εφόσον η ποσότητα, η τιμή και οι τάσεις απομάκρυνσης από τα ορυκτά καύσιμα επιτρέψουν την εμπορική εκμετάλλευση του κοιτάσματος και, τέλος, εφόσον η Ελλάδα αποφασίσει ότι αυτό τη συμφέρει, τότε θα μπορούσε να διαπραγματευθεί μια συμφωνία συνεκμετάλλευσης με ποσοστά που θα καθοριστούν σύμφωνα με τα συμφωνημένα θαλάσσια σύνορα».
Για την ώρα οι τροχιοδεικτικές από πλευράς του εκπροσώπου της τουρκικής προεδρίας Ιμπραχήμ Καλίν (του απόλυτου συμβούλου του Ερντογάν σε αυτά τα θέματα), ίσως δείχνουν την τροπή που παίρνει η ιστορία: «Η Ελλάδα έχει μαξιμαλιστικές απόψεις( άποψη που στην Ελλάδα δεν διατυπώνει μόνο ο Χρήστος Ροζάκης). Εμείς θέλουμε η Τουρκία και η Ελλάδα να συμφωνήσουν σε μια ρύθμιση. Είμαστε έτοιμοι να συζητήσουμε με την Ελλάδα για όλα τα θέματα, το έχει πει ο Πρόεδρος: για ΑΟΖ, υφαλοκρηπίδα, βραχονησίδες και όλα τα άλλα ανοικτά ζητήματα».
Μόνο που έτσι γίνεται φανερό ότι η Τουρκία επιδιώκει να σύρει την Ελλάδα σε έναν «διάλογο» με τους δικούς της όρους. Πρόκειται για έναν «διάλογο»- διαπραγμάτευση εφ’ όλης της ύλης, ο οποίος στη τελική θα αφορά μόνο τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα και από τον οποίο προφανώς η Ελλάδα έχει μόνο να χάσει. Και εδώ βρίσκεται και ο μεγάλος κίνδυνος, καθώς ΗΠΑ και Γερμανία είναι πιθανόν να πιέσουν για δικούς τους λόγους την Ελλάδα για παραχωρήσεις, η «συνεκμετάλλευση» τους δίνει ρόλο άμεσο στα ενεργειακά της περιοχής με ρόλο επιδιαιτητή, επί ελληνικών τελικά δικαιωμάτων.
Οποιαδήποτε συμφωνία προκύψει με αυτούς τους όρους, δε θα συνιστά τελική διευθέτηση, όση αυταπάτη κι αν σκορπίσουν πολλοί στην Ελλάδα και πάλι. Γιατί ό,τι δεν αναγκαστούμε να παραχωρήσουμε σήμερα, είναι βέβαιο ότι η Τουρκία θα μας ζητήσει να της το παραδώσουμε αύριο, και μάλιστα με τον ίδιο περίπου εκβιασμό. Για την Ελλάδα λοιπόν η επιλογή της αντιπαράθεσης και μάλιστα με προβολή ισχύος και αποτρεπτική πολιτικά, που σημαίνει και ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων της, ως μέσο ισχύος για τις όποιες συζητήσεις, κανονικά θα έπρεπε να ήταν η μόνη οδός. Είναι όμως εύκολα αντιληπτό, πως περίπου οριζόντια, δεν υπάρχει βεβαιότητα για κάτι τέτοιο από το ελληνικό πολιτικό σύστημα εξουσίας και την ελίτ που το περιβάλλει. Αντίστροφα , η εντύπωση που δίνεται είναι πως, ακόμη και μέσα από την υπαρκτή ή «τεχνητά» παραφουσκωμένη σε σχέση με τα υπάρχοντα δεδομένα, ένταση, σαν να προετοιμάζεται και να προετοιμάζει την ελληνική κοινή γνώμη για έναν ακόμη οδυνηρό συμβιβασμό, που απλά από τα παρασκήνιο, αναζητείται τρόπος και μέσο για αν έρθει στο προσκήνιο ως «αναγκαιότητα»…
Καμία συζήτηση για το μονομερές μας δικαίωμα επέκτασης της Αιγιαλίτιδας Ζώνης από τα 6 στα 12 ναυτικά μίλια, σημεία και ευθείες γραμμές βάσης, κλείσιμο κόλπων και ορισμός επίσημα με συντεταγμένες μέχρι και τον ΟΗΕ, ορισμού εξωτερικών ορίων υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, ενώ η Τουρκία το έχει πράξει από το 2012 σε δική μας υφαλοκρηπίδα, χωρίς καμία αντίπραξη τουλάχιστον από τότε.
Μήπως, αυτό δεν φανέρωσε και η απροθυμία μας να ανταποκριθούμε στην ρήτρα αμυντικής συνδρομής που φαίνεται να μας προσέφερε (προφανώς με το αζημίωτο και για τα συμφέροντα της, που όμως σε αυτή τη φάση ταυτίζονται με τα δικά μας στη Μεσόγειο) η Γαλλία μαζί με τις φρεγάτες Μπελαρά, ενδίδοντας στα κελεύσματα όπως όλα δείχνουν Γερμανίας και ΗΠΑ;
Προφανώς , οι έλληνες πολίτες τουλάχιστον , έχουν αντιληφθεί, ότι η στρατηγική και σε τακτικό επίπεδο της Τουρκίας δεν είναι να απλώς να πραγματοποιήσει- τώρα- τις γεωφυσικές έρευνες στην ελληνική Υφαλοκρηπίδα/ ΑΟΖ, αλλά να κατοχυρώσει – από τώρα- και με όλα τα δυνατά νομικά και διπλωματικά μέσα που διαθέτει , την δήθεν τουρκική Υφαλοκρηπίδα/ ΑΟΖ στην περιοχή του συμπλέγματος του Καστελορίζου και νοτιότερα , μέχρι τα όρια με την Κυπριακή και Αιγυπτιακή ΑΟΖ , λειτουργώντας απαγορευτικά σε οποιαδήποτε ελληνική σκέψη για τα νότια και ανατολικά , από τον άξονα Κρήτη- Κάσο- Κάρπαθο- Καστελλόριζο- Ρόδος .
Η Τουρκία, βάζοντας «υποθήκη» την ΝΑVΤΕΧ για σεισμικές έρευνες, διακηρύσσει διεθνώς με όλους τους τόνους και τρόπους ότι δεν θα επιτρέψει καμιά «παρενόχληση» από την Ελλάδα στην περιοχή της δήθεν τουρκικής ΑΟΖ, την οποία θα υπερασπιστεί με στρατιωτικά μέσα, απελευθερώνοντας για το λόγο αυτό σε ανώτατο επίπεδο τους κανόνες εμπλοκής και στα τρία όπλα των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων όπως αποφασίστηκε στο προχθεσινό Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας της Τουρκίας.
Αντί επιλόγου , μεταφέρω εδώ μερικές από τις σκέψεις, μίας μεγάλης κυρίας της ελληνικής δημοσιογραφίας, χρόνια αρθρογράφου και αναλύτριας των θεμάτων εξωτερικής πολιτικής και όλου του φακέλου των λεγόμενων εθνικών μας Θεμάτων της Κύρας Αδάμ:
« … Με άλλα λόγια, διαφαίνεται μια άτυπη, προς στιγμήν, συμφωνία Αθήνας – Άγκυρας για την προσωρινή αποκλιμάκωση της έντασης. Τα στοιχεία αυτής της αποκλιμάκωσης δείχνουν ότι η Άγκυρα δεν θα πραγματοποιήσει τώρα τις σεισμικές έρευνες της μέσα στο σύνολο της ελληνικής ΑΟΖ. Και η Αθήνα από την πλευρά της δε θα υψώσει τους τόνους στον τουρκικό ισχυρισμό ότι η περιοχή του Καστελόριζου ανήκει στη δήθεν τουρκική ΑΟΖ.
Με το διεθνές διπλωματικό τηλεφωνικό γαϊτανάκι σε πλήρη εξέλιξη για να μην αποπλεύσει το Όρους Ρέις, η Αθήνα προχώρησε σε δύο πολύ βασικές κινήσεις υποχώρησης προς τέρψη της Άγκυρας και σε βάρος ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων:
• Δεν κατήγγειλε στο Συμβούλιο Ασφαλείας,(δηλαδή δεν έστειλε στον εισαγγελέα),την Τουρκία ως όφειλε να πράξει για να προασπίσει τα κυριαρχικά δικαιώματα της στην περιοχή και απλώς «ενημέρωσε» τον γ γραμματέα, για τις τουρκικές κινήσεις. Εκ των πραγμάτων, η Άγκυρα θεωρεί ότι αποκτά-με βάση την ατολμία και αδυναμία της Αθήνας -το νομικό πλεονέκτημα να ισχυρίζεται ότι η Τουρκία από το 2012 έχει κατοχυρώσει στον ΟΗΕ, με συντεταγμένες ,τις διεκδικήσεις της (Claims) για την τουρκική υφαλοκρηπίδα του Καστελόριζου αλλά και ολόκληρου του Αιγαίου, χωρίς ΠΟΤΕ να υπάρξει επίσημη καταγγελία σε βάρος της από την Ελλάδα. Επομένως, το μείζον πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί δεν είναι η τουρκική ΝΑVΤΕΧ, αλλά το γεγονός ότι η Τουρκία αποκτά το νομικό πλεονέκτημα για κατοχύρωση της τουρκικής ΑΟΖ, συμπεριλαμβανομένης και της τουρκο/λιβυκής ΑΟΖ, ενώ η Ελλάδα δεν έχει ΠΟΤΕ στείλει στον ΟΗΕ τις συντεταγμένες της ελληνικής ΑΟΖ.
• Η Αθήνα δεν αντέδρασε καθόλου όταν η Άγκυρα απέρριψε το σχετικό ελληνικό διάβημα για τη ΝΑVΤΕΧ της μέσα στην ελληνική ΑΟΖ και επέμεινε ότι η περιοχή της ΝΑVΤΕΧ ανήκει αποκλειστικώς στην τουρκική υφαλοκρηπίδα, την οποία θα υπερασπιστεί αν κάποιος την «παρενοχλήσει» στις σεισμικές έρευνες.
• Επιπροσθέτως τα ελληνικά πλοία περιμένουν γύρω και έξω από την περιοχή της δήθεν τουρκικής ΑΟΖ, διότι οποιαδήποτε ελληνική κίνηση εισόδου σε περιοχή της ελληνικής ΑΟΖ,(που ορίζεται ως δήθεν τουρκική μέσω της NAVTEX), κατά τη διάρκεια τουρκικών ερευνών, θα ισοδυναμεί με έναρξη θερμού επεισοδίου, σύμφωνα με τις δηλώσεις το Ερντογάν.
Με αυτά «δωράκια» της προς την Άγκυρα, η ελληνική κυβέρνηση δείχνει να ψάχνει την οδό της «συμφιλίωσης» με τον Ερντογάν, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα αποπλεύσει το Όρους Ρέις για την περιοχή των ερευνών, την οποία η Αθήνα δεν έχει κατοχυρώσει με συντεταγμένες ως ελληνική υφαλοκρηπίδα.
Είναι απολύτως χαρακτηριστική η βεβαιότητα του αντιναυάρχου εα Αλ. Διακόπουλου, Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας του Κ Μητσοτάκη, ότι τα πράγματα βαίνουν σε αποκλιμάκωση, καθ όσον υπάρχουν ανοιχτοί «δίαυλοι επικοινωνίας κοντά στο στενό περιβάλλον των Μητσοτάκη Ερντογάν», δηλαδή μεταξύ των δύο διπλωματικών συμβούλων Ελ. Σουρανή και Ι. Καλίν, χαρακτηρίζοντας μάλιστα «σωτήρια» την αρχική μυστική συνάντηση Σουρανή – Καλίν στις 15 Ιουλίου στο Βερολίνο.
Ο κ Διακόπουλος επιβεβαίωσε εμμέσως ότι οι συνεχιζόμενες συνομιλίες Σουρανή- Καλίν αφορούν «στο πλαίσιο συζήτησης για τις Θαλάσσιες Ζώνες» των δύο χωρών (σσ. δηλαδή πολιτική διαπραγμάτευση εφ όλης της ύλης και για όλα τα θέματα), οι οποίες κατά την ελληνική πλευρά θα πρέπει να διεξαχθούν στο πλαίσιο των Διερευνητικών Συνομιλιών Ελλάδας-Τουρκίας. Υπενθυμίζεται ότι επί σειρά δεκαετιών και με συμφωνία των δύο πλευρών, στις Διερευνητικές Επαφές συζητούνται όλα ανεξαιρέτως τα θέματα , αφού η κάθε πλευρά έχει δικαίωμα να θέσει στο τραπέζι όποιο θέμα θέλει και γι’ αυτό Τουρκία τα έχει θέσει όλα.(σσ. εναέριος χώρος , χωρικά ύδατα σχέδια πτήσης περιοχή FIR, περιοχή ευθύνης SAR, υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ Διεθνείς Συνθήκες καθεστώς κυριαρχίας νήσων κα)
Τώρα όμως ο Ερντογάν υπό τη μόνιμη απειλή των όπλων απαιτεί την άμεση κατάληξη των διμερών συνομιλιών εφ όλης της ύλης και με βάση τη δική του ατζέντα θεμάτων, το ταχύτερο δυνατόν…
…Η Τουρκία δηλαδή δηλώνει προς όλους και με όλους τους τρόπους ότι είναι διατιθεμένη να συζητήσει με την Ελλάδα όλα τα ανοιχτά θέματα « στο Αιγαίο και δυτικά» δηλαδή, μόνον πέραν της δυτικής πλευράς της τουρκο/λιβυκής ΑΟΖ,, στη νοητή γραμμή Ντάλαμαν, Ρόδος Κάρπαθος Κρήτη, Λιβύη, εγκλωβίζοντας και καταπίνοντας το Καστελόριζο μέσα στη δήθεν «τουρκική υφαλοκρηπίδα» την οποία προβάλει τώρα με την παρούσα τουρκική NAVTEX
Ουδείς όμως στην ελληνική κυβέρνηση μπορεί να παριστάνει τον έκπληκτο για την δυσμενέστατη πορεία των γεγονότων για τα ελληνική κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα. Και αυτό γιατί από τις 10 Οκτωβρίου 2019 με κατατεθειμένη απάντηση του Έλληνα ΥΠΕΞ στην Ελληνική Βουλή, η περιοχή του Καστελόριζου πετάχτηκε έξω από το Αιγαίο, στην Αν Μεσόγειο. Ανοίγοντας τον δρόμο και την όρεξη στην Τουρκία να κατασκευάσει την τουρκο/λιβυκή Συμφωνία για την ΑΟΖ και να δηλώνει ότι θα υπερασπιστεί στρατιωτικά τη δήθεν «τουρκική υφαλοκρηπίδα» πέριξ του Καστελόριζου».
Να λοιπόν γιατί και η αρχική μας απορία στο τίτλο σήμερα: «Παίζοντας με τις λέξεις, γύρω από όρους, κινήσεις, μεσολαβητές και Navtex, μήπως τελικά είμαστε σε ένα “παζάρι” για τα κυριαρχικά δικαιώματα που απλά θα το «βαφτίσουμε» αναγκαίο διάλογο μετά την αποκλιμάκωση;
Υ.Γ. : Ένας από τους ελάχιστους χάρτες με Γαύδο και σύμπλεγμα Καστελλόριζου να υπάρχουν μαζί!
Άρα, το πιθανότερο είναι ο Ταγίπ, να είπε στην Άνγκελα ότι θα κρατήσει προσώρας το Oruc Reis, αρόδου στην Αττάλεια , σε απόσταση από το Καστελλόριζο (αφού έρευνα της προκοπής όπως είδαμε δεν μπορεί για την ώρα να κάνει) και, σε αντάλλαγμα, φέρεται να ζήτησε διάλογο εφ’ όλης της ύλης, δηλαδή όλων όσων ζητάει και όχι μόνο την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας/ αοζ με την Ελλάδα. Η Ελλάδα, φαίνεται ότι διαμηνύει πως «διάλογος με στρατιωτική απειλή δεν μπορεί να γίνει», αν και οι «σύμβουλοι» του Πρωθυπουργού, σε όλες τις πτώσεις και κλίσεις ενικού και πληθυντικού αριθμού, επαναλαμβάνουν μονότονα το «διάλογος κάποια στιγμή θα γίνει , πρέπει να γίνει»… Αλλά διάλογος είναι άλλο, δίαυλος επικοινωνίας άλλο και διαπραγμάτευση άλλο. Τι εννοούν άραγε και πως σηματοδοτούν αυτούς τους όρους η Μέρκελ και ο Ερντογάν, ο καθένας από την πλευρά του; Το κυριότερο δε, μήπως οι «συζητήσεις» (sic) που προωθεί το Βερολίνο, διασταυρώνονται ή ακόμη χειρότερα αλληλο-τροφοδοτούνται με την «διαπραγμάτευση» που θέλει εφ όλης της ύλης η Άγκυρα (ενδεχομένως σύντομα να ονοματίζεται Κωνσταντινούπολη) και που ο Τσαβούσογλου και ο Καλίν σε απανωτές τους συνεντεύξεις και διαρροές, λένε ότι έχει ήδη ξεκινήσει προκαταρκτικά και μάλιστα πριν την «καρφωμένη» τριμερή «μυστική» που μετά την διαροή της, έπαψε να είναι τέτοια;
Η αλήθεια για το περιεχόμενο μίας τέτοιας συζήτησης, μπορεί να έχει ήδη αποκαλυφθεί πριν δύο εβδομάδες, όταν ο καλεσμένος στις «Αντιθέσεις» , γεωπολιτικός αναλυτής Σάββας Καλεντερίδης, παρουσίασε τα όσα έλεγε σε ένα αναλυτικό της άρθρο στην «Deutsche Welle» στις 30-06-2020 , μία εκ των κορυφαίων σε θέματα Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, η Νέλε Ματς-Λυκ, του Ινστιτούτου Διεθνούς Δικαίου Walther Schücking στο Πανεπιστήμιο του Κιέλου:
« Έχουν τα νησιά μια παρόμοια ΑΟΖ με την ηπειρωτική χώρα, δηλαδή 200 ναυτικά μίλια;
Ναι, εάν ένα νησί πληροί τις προϋποθέσεις για τον ορισμό ενός νησιού σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία για τη θάλασσα. Δηλαδή, εάν πρόκειται για μια φυσικά διαμορφωμένη περιοχή ξηράς που προεξέχει από το νερό ακόμα και με πλημμυρίδα, διαφέρει δε ευδιάκριτα από ένα γυμνό βράχο - π.χ. επειδή είναι κατοικήσιμο. Η διάκριση μεταξύ νησιών και βράχων μπορεί σε μεμονωμένες περιπτώσεις να είναι δύσκολη. Τα «πραγματικά» νησιά μπορούν όπως η ηπειρωτική χώρα να διεκδικήσουν 200 ναυτικά μίλια ΑΟΖ και 200 ναυτικά μίλια υφαλοκρηπίδα. Οι βράχοι, από την άλλη πλευρά, μπορούν να διεκδικήσουν μόνο 12 ναυτικά μίλια χωρικά ύδατα, συμπεριλαμβανομένου του αντίστοιχου βυθού, αλλά χωρίς ΑΟΖ και χωρίς υφαλοκρηπίδα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η διάκριση είναι τόσο σημαντική. Σε περίπτωση που η ΑΟΖ ενός νησιού αλληλεπικαλύπτεται με τις ζώνες άλλων κρατών, θα πρέπει τα κράτη να συμφωνήσουν την οριοθέτηση των συνόρων… Η γαλλική ΑΟΖ είναι μία από τις μεγαλύτερες οικονομικές ζώνες στον κόσμο. Η Γαλλία διεκδικεί στον Νότιο Ειρηνικό και τον Αρκτικό Ωκεανό πολλά μικρά νησιά και αντίστοιχες τεράστιες θαλάσσιες περιοχές γύρω από αυτά. Δεν είναι μια μεμονωμένη περίπτωση, ένα μικρό νησί, το οποίο απέχει πάρα πολύ από την ηπειρωτική χώρα, να διεκδικεί θαλάσσιες ζώνες. Αυτό συνηθίζεται και εξαρτάται από το σε ποια νησιά τα κράτη διεκδικούν κυριαρχία. Πολύ πιο σημαντικό είναι το ζήτημα αν αυτή η διεκδίκηση επηρεάζει την ΑΟΖ άλλων χωρών. Όταν στην περίπτωση δύο όμορων κρατών, για παράδειγμα η Τουρκία και η Ελλάδα, το μικρό νησί του ενός βρίσκεται στα παράλια του άλλου, τότε θα πρέπει η οριοθέτηση των συνόρων να λαμβάνει υπόψη την αρχή της ευθυδικίας. Δικαστήρια διαιτησίας και διεθνή δικαστήρια δε λαμβάνουν υπόψη τα μικρά νησιά κατά τη χάραξη των συνόρων, σε περίπτωση που αυτό θα προκαλούσε μια δυσαναλογία. Αυτή η πρακτική δεν αναιρεί όμως το γεγονός ότι επί της αρχής αυτά τα νησιά μπορούν ασφαλώς να διεκδικήσουν την οικονομική ζώνη που προβλέπει το θαλάσσιο δίκαιο. Όλα τα άλλα είναι ζητήματα που θα πρέπει να εξετασθούν για κάθε μεμονωμένη περίπτωση ξεχωριστά…».
Αλλά η κυρία Νέλε Ματς-Λυκ, έρχεται στον επίλογο του άρθρου της, να γίνει σαφής για το πώς οι ειδικοί της Γερμανίας βλέπουν μία «λύση» στην ελληνοτουρκική ένταση, με συνεκμετάλλευση (επί των δικών μας βεβαίως κυριαρχικών δικαιωμάτων), αφού πρώτα αναφέρεται σε μια ενδεχόμενη προσφυγή στην Χάγη ( που προϋποθέτει συνυποσχετικό, άρα δοσμένους- συμφωνημένους κανόνες από Ελλάδα και Τουρκία πάνω σε τι θα αποφανθεί ένα δικαστήριο και όχι εν λευκώ αποφάσεις του Δικαστηρίου, για να μην μας πουν κάποιοι στο μέλλον «χάσαμε ή κερδίσαμε» γιατί έτσι αποφάσισε το Διεθνές Δικαστήριο, θα έχουμε ήδη προαποφασίσει εμείς και η Τουρκία για αυτά, οι Δικαστές απλά θα επικυρώσουν), η κυρία Λυκ λοιπόν, υποδεικνύει μια πιθανή «προσωρινή» ή και «μόνιμη λύση»: «Μέχρι να εκδοθεί απόφαση», γράφει, «οι δύο χώρες θα μπορούσαν να συμφωνήσουν σε μια προσωρινή λύση που προβλέπει την κοινή οικονομική ανάπτυξη ((Joint Development) των επίμαχων θαλάσσιων περιοχών. Από αυτή την προσωρινή λύση δε θα προέκυπταν αξιώσεις και ούτε θα προκαταλάμβανε το αποτέλεσμα μιας μεταγενέστερης διευθέτησης. Τα κέρδη θα μοιράζονται ώσπου κάποτε, ίσως, συμφωνηθεί μια οριοθέτηση. Στην πράξη, ωστόσο, αυτή η κοινή διαχείριση μπορεί τελικά να γίνει η μόνιμη λύση». Την φράση λοιπόν «Joint Development» κρατήστε την, γιατί μπορεί σύντομα να την βρούμε , ενδεχομένως με΄χρι και τέλους του 2020 μπροστά μας.
Για την ώρα, επισήμως, παραμένει άδηλο εάν, και υπό ποιες προϋποθέσεις, θα τη θεωρούσε αντικείμενο διαλόγου, μια τέτοια συζήτηση εφ όλης της ύλης η ελληνική κυβέρνηση. Μέχρι στιγμής ο μόνος από κυβερνητικής πλευράς που έχει θέσει δημοσίως ζήτημα συνεκμετάλλευσης είναι ο αναπληρωτής σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του πρωθυπουργού Θάνος Ντόκος. Τον περασμένο Φεβρουάριο είχε πει στον «Φιλελεύθερο» της Κύπρου ότι «εφόσον ανακαλυφθούν σημαντικά κοιτάσματα στο Αιγαίο ή (το πιο πιθανόν) στην Ανατολική Μεσόγειο, εφόσον το κοίτασμα εκτείνεται στις θαλάσσιες ζώνες και των δύο χωρών (περίπτωση Κατάρ-Ιράν), εφόσον η ποσότητα, η τιμή και οι τάσεις απομάκρυνσης από τα ορυκτά καύσιμα επιτρέψουν την εμπορική εκμετάλλευση του κοιτάσματος και, τέλος, εφόσον η Ελλάδα αποφασίσει ότι αυτό τη συμφέρει, τότε θα μπορούσε να διαπραγματευθεί μια συμφωνία συνεκμετάλλευσης με ποσοστά που θα καθοριστούν σύμφωνα με τα συμφωνημένα θαλάσσια σύνορα».
Για την ώρα οι τροχιοδεικτικές από πλευράς του εκπροσώπου της τουρκικής προεδρίας Ιμπραχήμ Καλίν (του απόλυτου συμβούλου του Ερντογάν σε αυτά τα θέματα), ίσως δείχνουν την τροπή που παίρνει η ιστορία: «Η Ελλάδα έχει μαξιμαλιστικές απόψεις( άποψη που στην Ελλάδα δεν διατυπώνει μόνο ο Χρήστος Ροζάκης). Εμείς θέλουμε η Τουρκία και η Ελλάδα να συμφωνήσουν σε μια ρύθμιση. Είμαστε έτοιμοι να συζητήσουμε με την Ελλάδα για όλα τα θέματα, το έχει πει ο Πρόεδρος: για ΑΟΖ, υφαλοκρηπίδα, βραχονησίδες και όλα τα άλλα ανοικτά ζητήματα».
Μόνο που έτσι γίνεται φανερό ότι η Τουρκία επιδιώκει να σύρει την Ελλάδα σε έναν «διάλογο» με τους δικούς της όρους. Πρόκειται για έναν «διάλογο»- διαπραγμάτευση εφ’ όλης της ύλης, ο οποίος στη τελική θα αφορά μόνο τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα και από τον οποίο προφανώς η Ελλάδα έχει μόνο να χάσει. Και εδώ βρίσκεται και ο μεγάλος κίνδυνος, καθώς ΗΠΑ και Γερμανία είναι πιθανόν να πιέσουν για δικούς τους λόγους την Ελλάδα για παραχωρήσεις, η «συνεκμετάλλευση» τους δίνει ρόλο άμεσο στα ενεργειακά της περιοχής με ρόλο επιδιαιτητή, επί ελληνικών τελικά δικαιωμάτων.
Οποιαδήποτε συμφωνία προκύψει με αυτούς τους όρους, δε θα συνιστά τελική διευθέτηση, όση αυταπάτη κι αν σκορπίσουν πολλοί στην Ελλάδα και πάλι. Γιατί ό,τι δεν αναγκαστούμε να παραχωρήσουμε σήμερα, είναι βέβαιο ότι η Τουρκία θα μας ζητήσει να της το παραδώσουμε αύριο, και μάλιστα με τον ίδιο περίπου εκβιασμό. Για την Ελλάδα λοιπόν η επιλογή της αντιπαράθεσης και μάλιστα με προβολή ισχύος και αποτρεπτική πολιτικά, που σημαίνει και ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων της, ως μέσο ισχύος για τις όποιες συζητήσεις, κανονικά θα έπρεπε να ήταν η μόνη οδός. Είναι όμως εύκολα αντιληπτό, πως περίπου οριζόντια, δεν υπάρχει βεβαιότητα για κάτι τέτοιο από το ελληνικό πολιτικό σύστημα εξουσίας και την ελίτ που το περιβάλλει. Αντίστροφα , η εντύπωση που δίνεται είναι πως, ακόμη και μέσα από την υπαρκτή ή «τεχνητά» παραφουσκωμένη σε σχέση με τα υπάρχοντα δεδομένα, ένταση, σαν να προετοιμάζεται και να προετοιμάζει την ελληνική κοινή γνώμη για έναν ακόμη οδυνηρό συμβιβασμό, που απλά από τα παρασκήνιο, αναζητείται τρόπος και μέσο για αν έρθει στο προσκήνιο ως «αναγκαιότητα»…
Καμία συζήτηση για το μονομερές μας δικαίωμα επέκτασης της Αιγιαλίτιδας Ζώνης από τα 6 στα 12 ναυτικά μίλια, σημεία και ευθείες γραμμές βάσης, κλείσιμο κόλπων και ορισμός επίσημα με συντεταγμένες μέχρι και τον ΟΗΕ, ορισμού εξωτερικών ορίων υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, ενώ η Τουρκία το έχει πράξει από το 2012 σε δική μας υφαλοκρηπίδα, χωρίς καμία αντίπραξη τουλάχιστον από τότε.
Μήπως, αυτό δεν φανέρωσε και η απροθυμία μας να ανταποκριθούμε στην ρήτρα αμυντικής συνδρομής που φαίνεται να μας προσέφερε (προφανώς με το αζημίωτο και για τα συμφέροντα της, που όμως σε αυτή τη φάση ταυτίζονται με τα δικά μας στη Μεσόγειο) η Γαλλία μαζί με τις φρεγάτες Μπελαρά, ενδίδοντας στα κελεύσματα όπως όλα δείχνουν Γερμανίας και ΗΠΑ;
Προφανώς , οι έλληνες πολίτες τουλάχιστον , έχουν αντιληφθεί, ότι η στρατηγική και σε τακτικό επίπεδο της Τουρκίας δεν είναι να απλώς να πραγματοποιήσει- τώρα- τις γεωφυσικές έρευνες στην ελληνική Υφαλοκρηπίδα/ ΑΟΖ, αλλά να κατοχυρώσει – από τώρα- και με όλα τα δυνατά νομικά και διπλωματικά μέσα που διαθέτει , την δήθεν τουρκική Υφαλοκρηπίδα/ ΑΟΖ στην περιοχή του συμπλέγματος του Καστελορίζου και νοτιότερα , μέχρι τα όρια με την Κυπριακή και Αιγυπτιακή ΑΟΖ , λειτουργώντας απαγορευτικά σε οποιαδήποτε ελληνική σκέψη για τα νότια και ανατολικά , από τον άξονα Κρήτη- Κάσο- Κάρπαθο- Καστελλόριζο- Ρόδος .
Η Τουρκία, βάζοντας «υποθήκη» την ΝΑVΤΕΧ για σεισμικές έρευνες, διακηρύσσει διεθνώς με όλους τους τόνους και τρόπους ότι δεν θα επιτρέψει καμιά «παρενόχληση» από την Ελλάδα στην περιοχή της δήθεν τουρκικής ΑΟΖ, την οποία θα υπερασπιστεί με στρατιωτικά μέσα, απελευθερώνοντας για το λόγο αυτό σε ανώτατο επίπεδο τους κανόνες εμπλοκής και στα τρία όπλα των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων όπως αποφασίστηκε στο προχθεσινό Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας της Τουρκίας.
Αντί επιλόγου , μεταφέρω εδώ μερικές από τις σκέψεις, μίας μεγάλης κυρίας της ελληνικής δημοσιογραφίας, χρόνια αρθρογράφου και αναλύτριας των θεμάτων εξωτερικής πολιτικής και όλου του φακέλου των λεγόμενων εθνικών μας Θεμάτων της Κύρας Αδάμ:
« … Με άλλα λόγια, διαφαίνεται μια άτυπη, προς στιγμήν, συμφωνία Αθήνας – Άγκυρας για την προσωρινή αποκλιμάκωση της έντασης. Τα στοιχεία αυτής της αποκλιμάκωσης δείχνουν ότι η Άγκυρα δεν θα πραγματοποιήσει τώρα τις σεισμικές έρευνες της μέσα στο σύνολο της ελληνικής ΑΟΖ. Και η Αθήνα από την πλευρά της δε θα υψώσει τους τόνους στον τουρκικό ισχυρισμό ότι η περιοχή του Καστελόριζου ανήκει στη δήθεν τουρκική ΑΟΖ.
Με το διεθνές διπλωματικό τηλεφωνικό γαϊτανάκι σε πλήρη εξέλιξη για να μην αποπλεύσει το Όρους Ρέις, η Αθήνα προχώρησε σε δύο πολύ βασικές κινήσεις υποχώρησης προς τέρψη της Άγκυρας και σε βάρος ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων:
• Δεν κατήγγειλε στο Συμβούλιο Ασφαλείας,(δηλαδή δεν έστειλε στον εισαγγελέα),την Τουρκία ως όφειλε να πράξει για να προασπίσει τα κυριαρχικά δικαιώματα της στην περιοχή και απλώς «ενημέρωσε» τον γ γραμματέα, για τις τουρκικές κινήσεις. Εκ των πραγμάτων, η Άγκυρα θεωρεί ότι αποκτά-με βάση την ατολμία και αδυναμία της Αθήνας -το νομικό πλεονέκτημα να ισχυρίζεται ότι η Τουρκία από το 2012 έχει κατοχυρώσει στον ΟΗΕ, με συντεταγμένες ,τις διεκδικήσεις της (Claims) για την τουρκική υφαλοκρηπίδα του Καστελόριζου αλλά και ολόκληρου του Αιγαίου, χωρίς ΠΟΤΕ να υπάρξει επίσημη καταγγελία σε βάρος της από την Ελλάδα. Επομένως, το μείζον πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί δεν είναι η τουρκική ΝΑVΤΕΧ, αλλά το γεγονός ότι η Τουρκία αποκτά το νομικό πλεονέκτημα για κατοχύρωση της τουρκικής ΑΟΖ, συμπεριλαμβανομένης και της τουρκο/λιβυκής ΑΟΖ, ενώ η Ελλάδα δεν έχει ΠΟΤΕ στείλει στον ΟΗΕ τις συντεταγμένες της ελληνικής ΑΟΖ.
• Η Αθήνα δεν αντέδρασε καθόλου όταν η Άγκυρα απέρριψε το σχετικό ελληνικό διάβημα για τη ΝΑVΤΕΧ της μέσα στην ελληνική ΑΟΖ και επέμεινε ότι η περιοχή της ΝΑVΤΕΧ ανήκει αποκλειστικώς στην τουρκική υφαλοκρηπίδα, την οποία θα υπερασπιστεί αν κάποιος την «παρενοχλήσει» στις σεισμικές έρευνες.
• Επιπροσθέτως τα ελληνικά πλοία περιμένουν γύρω και έξω από την περιοχή της δήθεν τουρκικής ΑΟΖ, διότι οποιαδήποτε ελληνική κίνηση εισόδου σε περιοχή της ελληνικής ΑΟΖ,(που ορίζεται ως δήθεν τουρκική μέσω της NAVTEX), κατά τη διάρκεια τουρκικών ερευνών, θα ισοδυναμεί με έναρξη θερμού επεισοδίου, σύμφωνα με τις δηλώσεις το Ερντογάν.
Με αυτά «δωράκια» της προς την Άγκυρα, η ελληνική κυβέρνηση δείχνει να ψάχνει την οδό της «συμφιλίωσης» με τον Ερντογάν, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα αποπλεύσει το Όρους Ρέις για την περιοχή των ερευνών, την οποία η Αθήνα δεν έχει κατοχυρώσει με συντεταγμένες ως ελληνική υφαλοκρηπίδα.
Είναι απολύτως χαρακτηριστική η βεβαιότητα του αντιναυάρχου εα Αλ. Διακόπουλου, Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας του Κ Μητσοτάκη, ότι τα πράγματα βαίνουν σε αποκλιμάκωση, καθ όσον υπάρχουν ανοιχτοί «δίαυλοι επικοινωνίας κοντά στο στενό περιβάλλον των Μητσοτάκη Ερντογάν», δηλαδή μεταξύ των δύο διπλωματικών συμβούλων Ελ. Σουρανή και Ι. Καλίν, χαρακτηρίζοντας μάλιστα «σωτήρια» την αρχική μυστική συνάντηση Σουρανή – Καλίν στις 15 Ιουλίου στο Βερολίνο.
Ο κ Διακόπουλος επιβεβαίωσε εμμέσως ότι οι συνεχιζόμενες συνομιλίες Σουρανή- Καλίν αφορούν «στο πλαίσιο συζήτησης για τις Θαλάσσιες Ζώνες» των δύο χωρών (σσ. δηλαδή πολιτική διαπραγμάτευση εφ όλης της ύλης και για όλα τα θέματα), οι οποίες κατά την ελληνική πλευρά θα πρέπει να διεξαχθούν στο πλαίσιο των Διερευνητικών Συνομιλιών Ελλάδας-Τουρκίας. Υπενθυμίζεται ότι επί σειρά δεκαετιών και με συμφωνία των δύο πλευρών, στις Διερευνητικές Επαφές συζητούνται όλα ανεξαιρέτως τα θέματα , αφού η κάθε πλευρά έχει δικαίωμα να θέσει στο τραπέζι όποιο θέμα θέλει και γι’ αυτό Τουρκία τα έχει θέσει όλα.(σσ. εναέριος χώρος , χωρικά ύδατα σχέδια πτήσης περιοχή FIR, περιοχή ευθύνης SAR, υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ Διεθνείς Συνθήκες καθεστώς κυριαρχίας νήσων κα)
Τώρα όμως ο Ερντογάν υπό τη μόνιμη απειλή των όπλων απαιτεί την άμεση κατάληξη των διμερών συνομιλιών εφ όλης της ύλης και με βάση τη δική του ατζέντα θεμάτων, το ταχύτερο δυνατόν…
…Η Τουρκία δηλαδή δηλώνει προς όλους και με όλους τους τρόπους ότι είναι διατιθεμένη να συζητήσει με την Ελλάδα όλα τα ανοιχτά θέματα « στο Αιγαίο και δυτικά» δηλαδή, μόνον πέραν της δυτικής πλευράς της τουρκο/λιβυκής ΑΟΖ,, στη νοητή γραμμή Ντάλαμαν, Ρόδος Κάρπαθος Κρήτη, Λιβύη, εγκλωβίζοντας και καταπίνοντας το Καστελόριζο μέσα στη δήθεν «τουρκική υφαλοκρηπίδα» την οποία προβάλει τώρα με την παρούσα τουρκική NAVTEX
Ουδείς όμως στην ελληνική κυβέρνηση μπορεί να παριστάνει τον έκπληκτο για την δυσμενέστατη πορεία των γεγονότων για τα ελληνική κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα. Και αυτό γιατί από τις 10 Οκτωβρίου 2019 με κατατεθειμένη απάντηση του Έλληνα ΥΠΕΞ στην Ελληνική Βουλή, η περιοχή του Καστελόριζου πετάχτηκε έξω από το Αιγαίο, στην Αν Μεσόγειο. Ανοίγοντας τον δρόμο και την όρεξη στην Τουρκία να κατασκευάσει την τουρκο/λιβυκή Συμφωνία για την ΑΟΖ και να δηλώνει ότι θα υπερασπιστεί στρατιωτικά τη δήθεν «τουρκική υφαλοκρηπίδα» πέριξ του Καστελόριζου».
Να λοιπόν γιατί και η αρχική μας απορία στο τίτλο σήμερα: «Παίζοντας με τις λέξεις, γύρω από όρους, κινήσεις, μεσολαβητές και Navtex, μήπως τελικά είμαστε σε ένα “παζάρι” για τα κυριαρχικά δικαιώματα που απλά θα το «βαφτίσουμε» αναγκαίο διάλογο μετά την αποκλιμάκωση;
Υ.Γ. : Ένας από τους ελάχιστους χάρτες με Γαύδο και σύμπλεγμα Καστελλόριζου να υπάρχουν μαζί!