«Οι Έλληνες είναι και αυτοί Γερμανοί», υποστήριζε με αξιοθαύμαστη πεποίθηση σε μια ιδιωτική του συνομιλία τον Ιανουάριο του 1942 ο «αρχαιολάτρης» Αδόλφος Χίτλερ. Ένα μήνα αργότερα μάλιστα δεν δίστασε να πει στην ομήγυρή του για τους «δέσμιους της καταχνιάς του Βορρά» προγόνους συμπατριώτες του ότι «…δεν ήταν πιο εξελιγμένοι απ΄ ότι σήμερα οι Μαορί, αυτός ο λαός νέγρων της Νέας Ζηλανδίας». Χαρακτηρίζοντας εντελώς κυνικά την πρωτόγονη Γερμανία ως «χώρα γουρουνιών» (“Unser Land war ein Sauland”), ομολογούσε ότι «την εποχή που οι πρόγονοί μας κατασκεύαζαν πέτρινες γούρνες και πήλινα κιούπια, … οι Έλληνες έχτιζαν την Ακρόπολη».
Καλοί, λοιπόν ο «πατέρας της Ευρώπης» Καρλομάγνος και οι ένδοξοι μεσαιωνικοί ιδρυτές της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Αξιοθαύμαστοι και ο Μέγας Φρειδερίκος ο Β΄ και ο Βίσμαρκ κι εξαιρετικοί ο Γκαίτε, ο Λάιμπνιτς, ο Μπαχ, ο Βάγκνερ και ο Νίτσε. Όμως η πρωτόγονη γερμανικότατα, παρά την «βλακώδη» υποστήριξη αναβίωσης που απολάμβανε από τα SS του Χίμλερ και τους οπαδούς του κερασφόρου κράνους, ήταν για τον Χίτλερ ανάξιοι του «μεγαλείου του Τρίτου Ράιχ»: «Οι Γερμανοί που δεν εγκατέλειψαν το Χολστάιν παρέμειναν τέλειοι κρετίνοι για 2.000 χρόνια, ενώ τα αδέλφια τους, που είχαν μεταναστεύσει στην Ελλάδα, έβαζαν πλώρη για τον πολιτισμό».
Και αφού έλειπε η κουλτούρα, η λαμπρότητα και η ακτινοβολία από τους αυτόχθονους «βόρειους» Γερμανούς, χαρακτηριστικά που ανακάλυψαν στους Αρχαίους Έλληνες και στους Ρωμαίους, ο Χίτλερ, που πίστευε στη «φυλετική ενότητα» Ελλήνων, Ρωμαίων και Γερμανών, διακήρυττε με άνεση: «Όταν μας ρωτούν ποιοι είναι οι πρόγονοί μας, πρέπει να απαντάμε : Οι Έλληνες». Έτσι, όλοι οι Γερμανοί της εθνικοσοσιαλιστικής περιόδου έπρεπε να γνωρίζουν ότι η Ελλάδα αποικίστηκε σε τρεις φάσεις, ξεκινώντας από το 2.000 π. Χ. από τους «Βόρειους Έλληνες», οι οποίοι «αποτέλεσαν, ως κατακτητές, την κυρίαρχη τάξη της χώρας» και ότι «το βόρειο αίμα δημιούργησε τους πολιτισμούς της Ελλάδας και της οικουμενικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας».
Προκειμένου να επικρατήσει το κρατικό δόγμα περί «βόρειας καταγωγής» και της «πατρότητας του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού» επιστρατεύτηκαν όλες οι σχετικές επιστήμες (ανθρωπολογία, ιστορία, βιολογία, ανθρωπογεωγραφία κ.α.) και χρησιμοποιήθηκαν προπαγανδιστικά τα πάντα: τέχνες, στρατός, σχολεία, ΜΜΕ, πανεπιστήμια κλπ. Με μεγάλη μάλιστα επιτυχία και μέσα σε λίγα μόνο χρόνια.
Εν κατακλείδι, η ιστορία μετατράπηκε για τους ναζί σε εκκωφαντικό «μύθο του θανάτου» και έτσι πολύ απλά «ο Γερμανός είχε ανάγκη από ηλιόλουστο κλίμα για να μπορέσει να αναπτύξει τις ικανότητές του. Στην Ελλάδα και στην Ιταλία, ε, εκεί το γερμανικό πνεύμα κατόρθωσε να αναπτυχθεί!».
Το ερώτημα είναι αν για όλα αυτά (και πολλά άλλα ακόμη) πρέπει κανείς να ξεκαρδίζεται στα γέλια με τους παράφρονες «Σατανάδες» ή να θλίβεται και κυρίως όμως ν΄ ανησυχεί, γιατί και κάποιοι σύγχρονοι αρχάγγελοι του κακού, που με τον μεγαλομανή τρόπο τους αναμετρώνται με την ιστορία σαν νέοι Αρπ Ασλάν και σαν νέοι «Πορθητές», έχουν αναγάγει τελικά και αυτοί την ιστορία σε «μύθο του θανάτου».
Πηγή: Ζουάν Σαπουτό, «Ο ΕΘΝΙΚΟΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ», εκδ. «ΠΟΛΙΣ», 2012.