Καθήκον μιας κυβέρνησης είναι να φροντίζει για την ευημερία του συνόλου των πολιτών μας χώρας. Βέβαια στην πατρίδα μας η πολιτική χαράσσεται και υλοποιείται με διαφορετικά κριτήρια. Ένας πολιτικός κάνει κάτι απλά επειδή "μπορεί" αλλά και αφού πρώτα έχει βάλει στη ζυγαριά τα θετικά και τα αρνητικά όπως αυτός τα αντιλαμβάνεται και τον αφορούν.
Του Στρατή Μαζίδη
Έξω στην αγορά υπάρχουν ιδιοκτήτες και ενοικιαστές. Κάποιος ανήκει στη μια ομάδα ή την άλλη ή και στις δύο. Η μια ομάδα έχει ανάγκη την άλλη. Οι ιδιοκτήτες για να αξιοποιήσουν την περιουσία τους και οι ενοικιαστές για να εξυπηρετήσουν την ανάγκη τους. Η κυβέρνηση με τη διαχείριση της υπόθεσης του κορωνοϊού, για την οποία πρόσφατα επιχειρηματολογήσαμε με βάση τα γεγονότα, κινήθηκε πρωτίστως σε πολιτικό-επικοινωνιακό επίπεδο και δευτερευόντως σε υγειονομικό-οικονομικό. Τρανή απόδειξη τα τελευταία μέτρα που ενώ θεωρητικά καιγόμαστε και μας τρομάζουν κάθε μέρα, ανακοινώθηκαν Παρασκευή για να ισχύσουν από...Δευτέρα.
Όταν η πολιτεία αποφασίζει να κατεβάσει ρολά στην ελληνική οικονομία, τότε οφείλει να βρει αυτή τις λύσεις. Ο υπουργός Οικονομικών, κ. Σταϊκούρας ωστόσο είχε μια άλλη ιδέα. Να βάλει το χέρι του στις ξένες τσέπες, να πάρει χρήματα τα οποία δεν του ανήκουν και να τα δώσει σε τρίτους. Μόνο που ο κ. Σταϊκούρας δεν εξελέγη με τον τίτλο του Ρομπέν των Δασών. Τέτοιου είδους αποφάσεις ταιριάζουν περισσότερο σε καθεστώτα, όχι σε δημοκρατικές πολιτείες.
Είναι πολύ εύκολο, να κάνεις πολιτική με χρήματα που δε σου ανήκουν. Ηθικό όμως είναι; Άλλωστε η κυβέρνηση από τα μέσα Ιανουαρίου έως τα μέσα Μαρτίου είχε όλο το χρόνο τόσο να προετοιμάσει την κοινωνία όσο να λάβει τα μέτρα εκείνα ώστε να προστατευθεί ο ελληνικός λαός από τον ιό αλλά και μια επερχόμενη πείνα.
Δεν το έκανε. Η επιλογή όμως του υπουργού, που παρέμεινε στη θέση του, δηλαδή ο πρωθυπουργός τον έκρινε επιτυχημένο, είχε κάτι ακόμη χειρότερο. Έστρεψε τη μια ομάδα εναντίον της άλλης. Από τη μια οι κακοί απάνθρωποι ιδιοκτήτες, που όμως ουδεμία σχέση έχουν με τον Ωνάση και από την άλλη οι εκμεταλλευτές ενοικιαστές.
Το μέτρο της περικοπής των ενοικίων πάρθηκε στο πόδι και δημιούργησε αντιπαλότητες. Ήδη αρκετοί ιδιοκτήτες βρίσκονται στα όριά τους. Η κατοχή ακινήτων δεν είναι ούτε αμαρτία, ούτε ποινικό αδίκημα. Ο κάθε εκμισθωτής έχει κάπως δομήσει / προγραμματίσει τη ζωή του, ωστόσο δεν υπάρχει για την κυβέρνηση. Η κυβέρνηση δε βλέπει τον ιδιοκτήτη του μαγαζιού αλλά τον επιχειρηματία γιατί εκεί θεωρεί πως εντοπίζει περισσότερες ψήφους.
Θα αναλογιστεί κανείς. Και τι μπορούσε να γίνει; Αυτήν την απάντηση οφείλουν να τη δώσουν οι κυβερνώντες που επέλεξαν να κλείσουν τα πάντα. Πάρα ταύτα όμως υπήρχαν περιθώρια για διαφορετικές κινήσεις ώστε η ισορροπία να διατηρηθεί.
Οι κυβερνώντες λοιπόν θα μπορούσαν,
Πρώτον να επιδοτήσουν τα ενοίκια.
Δεύτερον να μειώσουν τις ασφαλιστικές εισφορές.
Τρίτον να καταργήσουν το παρανοϊκό τέλος επιτηδεύματος..
Τέταρτον για τους πληγέντες ιδιοκτήτες να δώσουν μια ισόποση έκπτωση στον ΕΝΦΙΑ για το χαμένο εισόδημα.
Πέμπτον, να πιστώσουν ένα ποσό από την απώλεια στα προς επιστροφή από την εφορία για μελλοντικούς συμψηφισμούς
Έκτον, να απαλλάξουν τους ιδιοκτήτες από τα χαρτζιλικώματα. Πχ γιατί θα πρέπει κάθε 10 χρόνια να ανανεώνεται το ενεργειακό πιστοποιητικό όταν δεν έχει αλλάξει τίποτε στο ακίνητο;
Ο κ. Σταϊκούρας όμως φαίνεται πως δεν απασχολείται με αυτά. Και γιατί να δώσει αυτός όταν μπορεί να τα πάρει από άλλους και μάλιστα με νόμο που ο ίδιος ως κυβέρνηση μπορεί να ψηφίσει; Τι να κάνει ο πολίτης; Να προσφύγει στα δικαστήρια; Για να κερδίσει τι όταν υπάρχει νόμος;
Το να παίρνεις το ψωμί από το χέρι ενός ανθρώπου, δεν είναι τίμιο. Το να σπέρνεις τη διχόνοια ενώ υπάρχουν άλλες επιλογές, ανάμεσα σε οικονομικές ομάδες του πληθυσμού είναι ακόμη χειρότερο. Κι αυτή η πολιτική τακτική οφείλει να προβληματίσει το σύνολο όσων θέλουν να λέγονται δημοκρατικοί πολίτες, διότι αύριο η νοοτροπία του "αποφασίζομεν και διατάσσομεν" μπορεί να βρει άλλα πεδία εφαρμογής. Ο υπουργός των Οικονομικών το έκανε γιατί μπορούσε. Δεν κατάλαβε όμως ότι σπέρνοντας θύελλες κινδυνεύει κανείς να θερίσει ανέμους ή όπως έλεγε ο Χαρίλαος Φλωράκης, "αν κατουράς στη θάλασσα, θα το βρεις στο αλάτι".