Ιδιαίτερα προβληματική ήταν η θέση των Αρμενίων που ζούσαν με το μεγάλο τραύμα της γενοκτονίας από τους Τούρκους μόλις τρία χρόνια πριν. Ένα τραύμα που αιμορραγεί και σήμερα, με τους Αρμένιους να έχουν κάθε λόγο να μιλούν για νέα απόπειρα γενοκτονίας από τους Τουρκοαζέρους.
Στόχος όλων των ισχυρών δυνάμεων τότε όπως και τώρα οι ενεργειακές πηγές στο Μπακού, της σημερινής πρωτεύουσας του Αζερμπαϊτζάν, και ο έλεγχος των πετρελαιοπηγών και των ενεργειακών οδών.
Τον Μάρτιο του 1918, οι Κεντρικές Δυνάμεις (Γερμανία, Τουρκία, Αυστρία) επέβαλαν με τη Συνθήκη του Μπρεστ – Λιτόβσκ (3 Μαρτίου 1918) ένα «ντικτάτ» ειρήνης στους Μπολσεβίκους αποσπώντας περίπου το 1/4 των εδαφών της ευρωπαϊκής Ρωσίας και την υπόσχεση της παράδοση τεράστιων ποσοτήτων πρώτων υλών.
Στο μεταξύ, η κατάρρευση της τσαρικής Ρωσίας θεωρήθηκε από τους λαούς του Καυκάσου που ανήκαν ακόμη στη Ρωσία (Αρμένιοι, Αζέροι και Γεωργιανοί) σαν μια μεγάλη ευκαιρία αυτοδιάθεσης, σύμφωνα με το δόγμα Ουίλσων. Κι έτσι δημιουργήθηκε, παρά τις κραυγαλέες μεταξύ τους έχθρες και τους προσανατολισμούς τους σε διαφορετικούς συμμάχους, η λεγόμενη «Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Υπερκαυκασίας».
Όμως απέναντί τους βρέθηκε αμέσως η Οθωμανική Αυτοκρατορία που έστειλε στρατό στην περιοχή. Λίγους μόνο μήνες μετά, τον Ιούνιο του 1918, με τη Συνθήκη Ειρήνης στο Βατούμι αναγκάστηκαν οι τρεις χώρες του Καυκάσου να διαλύσουν την Ομοσπονδία της Υπερκαυκασίας και κάθε μία να ανακηρύξει τη δική της ανεξαρτησία.
Τότε σήμανε η ώρα της Γερμανίας και του στρατάρχη Λούντεντορφ που έστειλε στην περιοχή τον Βαυαρό στρατηγό Κρες φον Κρεσσενστάιν μετά από κάλεσμα των Γεωργιανών, να καλέσουν δηλαδή για βοήθεια τους Γερμανούς μια και είχαν απέναντί τους τους Αρμένιους που υποστήριζαν οι Ρώσοι και τους Αζέρους που υποστήριζαν οι Τούρκοι. Στις 28 Μαϊου 1918 υπογράφτηκε η συμφωνία μεταξύ Γεωργιανών και Γερμανών, στόχος των οποίων ήταν ένα «Καυκασιανό Μπλοκ» υπό γερμανική ηγεσία που θα συμπεριελάμβανε και τις τρεις χώρες του Καυκάσου, θεωρώντας ότι εκεί είναι το εφαλτήριο να φτάσει η Γερμανία μέχρι τις Ινδίες που κατείχαν οι Βρετανοί!
Τέλη Μαΐου αποβιβάζονται στη Γεωργία 20.000 Γερμανοί στρατιώτες από την Κριμαία που βρισκόταν τότε υπό γερμανική κατοχή.
Άτακτοι από διάφορες φυλές Γεωργιανών ενώθηκαν με τους Γερμανούς και η Γεωργία ήταν πλέον γερμανικό προτεκτοράτο. Και οι δύο μαζί σταμάτησαν τον οθωμανικό στρατό στον ποταμό Χραμί. Η κλιμάκωση της σύγκρουσης σταμάτησε προσωρινά μόνο μετά από μεγάλη πίεση του Βερολίνου προς τους Οθωμανούς. Για πρώτη φορά Γερμανοί και Τούρκοι βρέθηκαν αντιμέτωποι.
Τότε εμφανίστηκαν στην περιοχή και οι Βρετανοί υπό τον στρατηγό Lionel Dunsterville μεταφέροντας στρατό από το μέτωπο της Μεσοποταμίας μέσω του Ιράν με στόχο την κατάληψη του Μπακού. Το „Great Games“ της Κεντρικής Ασίας μεταξύ Λονδίνου και Αγίας Πετρούπολης εμφανίστηκε στο μέτωπο της Υπερκαυκασίας με την παρουσία πλέον και των Κεντρικών Δυνάμεων.
Όμως η ευρύτερη περιοχή του Μπακού ήταν η βασική ενεργειακή πηγή των Σοβιετικών, που είχαν υποσχεθεί στην Συνθήκη του Μπρεστ – Λιτόβσκ στους Γερμανούς την παράδοση ορυκτού πλούτου για τις ανάγκες του πολέμου. Οι Γερμανοί υποσχέθηκαν στους Σοβιετικούς πως θα φροντίσουν να μείνει το Μπακού υπό σοβιετική κυριαρχία. Σαν αντάλλαγμα αυτοί θα παρέδιναν στους Γερμανούς το ¼ της παραγωγής πετρελαίου του Μπακού. Μια στρατιωτική συμμαχία στα σκαριά μεταξύ Γερμανών και Σοβιετικών στον Καύκασο δεν πραγματοποιήθηκε για τον απλό λόγο ότι τον ίδιο χρόνο έληξε ο Μεγάλος Πόλεμος.
Ο αγώνας δρόμου για τα πετρέλαια του Μπακού κατ΄ αρχάς κερδήθηκε από τους Βρετανούς. Όμως οι Οθωμανοί δεν έμειναν με σταυρωμένα χέρια. Η 3ηστρατιά τους που μετονομάστηκε «Τουρκικός Στρατός του Ισλάμ» κατέλαβε τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς την πρωτεύουσας των Αζέρων σφάζοντας όποιον Αρμένιο έβρισκε στο δρόμο. Μόνο στο Μπακού σφαγιάστηκαν 20.000 με 30.000 Αρμένιοι με την συνδρομή και των Αζέρων. Οι Βρετανοί με το λιγοστό στρατό που διέθεταν αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν χωρίς μάχη.
Οι Αρμένιοι με τη σειρά τους προσπάθησαν να αντισταθούν. Η πετυχημένη άμυνα κατά των επιτιθέμενων Οθωμανών τον Μάιο του 1918 στο Sardarapat, με αρχηγό τον Μωϋση Σιλικγιάν, παραμένει νωπή και σήμερα στη μνήμη των Αρμενίων. Μια μέρα αργότερα από την νίκη τους, στις 27 Μαΐου, οι Αρμένιοι ανακηρύσσουν στο Ερεβάν την Δημοκρατία της Αρμενίας.
Γερμανοί και Οθωμανοί, συνδεδεμένοι μέχρι τότε με την πατροπαράδοτη «Γερμανοτουρκική Αδελφότητα των Όπλων», βρέθηκαν ξαφνικά αντιμέτωποι στη μοιρασιά της «λείας» του Καυκάσου. Τελικά, η γερμανική διπλωματία κατάφερε να συνάψει μυστική συμφωνία με τους συμμάχους της Αυστριακούς και Οθωμανούς και οι τελευταίοι αποχώρησαν από το Μπακού επιτρέποντας και την ανεξαρτησία της Γεωργίας, της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν.
Όμως, μόλις έξι μέρες μετά από αυτήν τη συμφωνία, η Γερμανία ξεκίνησε τις διαπραγματεύσεις με τις Δυνάμεις της Αντάντ για την παύση πυρός που έφερε τελικά και την ήττα της Γερμανίας τον Νοέμβριο του 1918. Από τον Καύκασο τα γερμανικά στρατεύματα αποχώρησαν τον Ιούνιο του 1919.
Στα απομνημονεύματά του ο Γερμανός στρατηγός που ηγούνταν των γερμανικών στρατευμάτων στον Καύκασο δεν παρέλειψε να γράψει : «Ήταν για μας μια μεγάλη ντροπή που ήμασταν αναγκασμένοι λόγω της πολεμικής κατάστασης να συνεργαζόμαστε με τέτοια θηρία όπως οι Τούρκοι και να μη μπορούμε να τους αντιμετωπίσουμε όπως απαιτεί η ανθρωπιά».
Οι τουρκικές θηριωδίες στον Καύκασο συνεχίζονταν και το Φθινόπωρο του 1920 ξέσπασε πόλεμος μεταξύ Αρμενίας και Τουρκίας, η οποία με την Συνθήκη των Σεβρών έχανε σημαντικά εδάφη στην περιοχή του Καυκάσου. Μπροστά στο δίλημμα να υποταχτούν στους μισητούς Τούρκους ή στους μπολσεβίκους Σοβιετικούς, που ήδη βρίσκονταν και πάλι στο Μπακού και μετέτρεψαν το Αζερμπαϊτζάν σε Σοβιετική Δημοκρατία, οι Αρμένιοι προτίμησαν τους δεύτερους και αμέσως οι Σοβιετικοί μπήκαν στο Ερεβάν, την πρωτεύουσα της Αρμενίας. Στις 29 Νοεμβρίου 1918 η Αρμενία ανακηρύχτηκε σε Σοβιετική Δημοκρατία και ένα μήνα αργότερα ακολούθησε και η Γεωργία.
Το 1923 οι Μπολσεβίκοι υπό τον Στάλιν αποφάσισαν εντελώς αυθαίρετα να ενταχθεί η αυτόνομη περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ στην Σοβιετική Δημοκρατία του Αζερμπαϊτζάν. Επρόκειτο για μια ακόμα παραχώρηση των Σοβιετικών προς τον Κεμάλ Ατατούρκ, που ως γνωστόν βοηθούσαν την Τουρκία με άφθονο χρήμα και όπλα σε όλη τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας.
Όπως φαίνεται, έναν αιώνα μετά, τίποτα δεν έχει αλλάξει στα γεωπολιτικά δεδομένα της Υπερκαυκασίας. Οι «παίχτες», μικροί και μεγάλοι, παραμένουν οι ίδιοι, αντιμέτωποι μ΄ένα προαιώνιο και δυσεπίλυτο πρόβλημα και πολλούς επίδοξους ιμπεριαλιστές.