Το Ναγκόρνο (Ορεινό) Καραμπάχ ή Αρτσάχ, όπως το αποκαλούν οι Aρμένιοι με την αρχαία ονομασία του, είναι ένα νεοσύστατο αρμενικό κράτος με δημοκρατικό πολίτευμα που ιδρύθηκε στα χρόνια της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης, κάνοντας χρήση σχετικού δικαιώματος που παρείχε το Σοβιετικό Σύνταγμα και κηρύσσοντας την ανεξαρτησία του από το Αζερμπαϊτζάν με δημοψήφισμα που διεξήχθη το 1991.
Το Αρτσάχ βρίσκεται στην Υπερκαυκασία και συνορεύει δυτικά με την Αρμενία, ανατολικά και βόρεια με το Αζερμπαϊτζάν και νότια με το Ιράν.
Ο Στράβων στα «Γεωγραφικά» του, αποκαλεί το Αρτσάχ «Ορχιστηνή». Γράφει συγκεκριμένα: «έστι δε και η Φαυηνή της Αρμενίας επαρχία και η Κωμισινή και Ορχιστηνή πλείστην ιππείαν παρέχουσα». Δηλαδή: «είναι και η Φαυηνή επαρχία της Αρμενίας καθώς επίσης και η Κωμισινή και η Ορχιστηνή, που εκτρέφει πολλά άλογα.»
Πρέπει να σημειωθεί ότι ακόμη και στα χρόνια που η υπόλοιπη Αρμενία ήταν ολοκληρωτικά υπόδουλη, το Αρτσάχ παρέμενε ημιανεξάρτητο, χωρισμένο σε πέντε αρμενικά πριγκιπάτα (Μελικουτιούν) που υπάγονταν στο Σάχη της Περσίας. Η κατάσταση αυτή άλλαξε στα μέσα του 18ου αιώνα όταν άρχισαν να εγκαθίστανται στη περιοχή τουρκικά φύλα, προκαλώντας πολεμικές συγκρούσεις με τις δυνάμεις των Αρμενίων πριγκίπων (Μελίκ).
Το 1923 είχε υπαχθεί διοικητικά ως «Αυτόνομη Διοικητική Περιφέρεια του
Ορεινού Καραμπάχ» (Ομπλάστ) στην ξένη προς τους κατοίκους και
καταπιεστική Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Αζερμπαϊτζάν. Η
υπαγωγή είχε γίνει με αυθαίρετη απόφαση του σοβιετικού δικτάτορα Ιωσήφ
Στάλιν, παρά τις έντονες διαμαρτυρίες και τις επίμονες δραματικές
εκκλήσεις των κατοίκων της Αυτόνομης Διοικητικής Περιφέρειας προς τη
Μόσχα. Με την ίδια απόφαση, ο Στάλιν είχε προσαρτήσει στο Αζερμπαϊτζάν
και την περιοχή του Ναχιτσεβάν, που βρίσκεται δυτικά της Αρμενίας χωρίς
να συνορεύει με το Αζερμπαϊτζάν, ενώ την αρμενική περιοχή του Τσαβάχκ με
πάνω από 90% Αρμενίους κατοίκους,
την είχε προσαρτήσει στη δική του
πατρίδα τη Γεωργία.
Σήμερα, η επίσημη ονομασία του κράτους είναι «Δημοκρατία του Ορεινού Καραπάχ – Αρτσάχ» και έχει ως πρωτεύουσα την πόλη Στεπανακέρτ. Πολιτιστική πρωτεύουσά της είναι η αρχαία αρμενική πόλη Σουσί, που απελευθερώθηκε τον Μάιο του 1992, μετά από σφοδρές μάχες των Αρμενίων αγωνιστών, κατά των συντριπτικά πολυπληθέστερων αζερικών δυνάμεων. Μάχες ανάλογες με εκείνες των Μακεδονομάχων για την απελευθέρωση της ελληνικής Μακεδονίας. Οι 170.000 περίπου κάτοικοι της δημοκρατίας είναι όλοι Αρμένιοι, ενώ κατά την περίοδο της σοβιετικής κυριαρχίας στη περιοχή κατοικούσαν και Αζέροι που αποτελούσαν περίπου το 10% του πληθυσμού. Όλοι αυτοί εγκατέλειψαν τη χώρα μετά την έναρξη των εχθροπραξιών.
Σαν αποτέλεσμα των μαχών, οι Αρμένιοι του Καραπάχ κατόρθωσαν να διασώσουν μεγάλο μέρος της πρώην Αυτόνομης Διοικητικής Περιφέρειας του Ορεινού Καραπάχ, αλλά και να απελευθερώσουν μερικές ακόμη γειτονικές περιοχές. Αντίθετα, μέρος της περιοχής Σαουμιάν και τα ανατολικά τμήματα του Μαρτακέρτ και του Μαρτουνί, περιήλθαν στον έλεγχο του Αζερμπαϊτζάν.
Αρεβίκ Ντανελιάν - The Armenian Weekly
Το Μάιο του 1994, υπεγράφη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός μεταξύ του Ορεινού Kαραπάγ, του Αζερμπαϊτζάν και της Αρμενίας, η οποία παραμένει σε ισχύ μέχρι σήμερα, παρά τις σποραδικές- ενίοτε όμως αιματηρές - παραβιάσεις. Έκτοτε, διεξάγονται διαπραγματεύσεις μεταξύ του Αζερμπαϊτζάν και της Αρμενίας με τη διαμεσολάβηση της λεγόμενης Ομάδας Μινσκ του ΟΑΣΕ υπό τη συμπροεδρία της Γαλλίας, της Ρωσίας και των ΗΠΑ. Με σκοπό την άσκηση πίεσης προς την αρμενική πλευρά, το Αζερμπαϊτζάν και η Τουρκία έχουν κλείσει τα σύνορά τους με την Αρμενία, πλήττοντας σημαντικά την οικονομία της χώρας.
Σήμερα μετά από δύο περίπου δεκαετίες ανεξαρτησίας, το Ορεινό Καραπάγ
δεν αποτελεί μια "γκρίζα ζώνη" διακυβέρνησης, αλλά μια δημοκρατική
οντότητα που έχει συσταθεί με βάση την αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών,
με εξαιρετική διοικητική δομή και λειτουργία, με μια απόλυτα ελεύθερη
κοινωνία πολιτών και εκλεγμένη κυβέρνηση, με πλήρη οικονομική και
πολιτιστική ζωή. Συνοπτικά, ένα μικρό κράτος που διαθέτει όλες τις
ιδιότητες μιας ανεξάρτητης πολιτείας, εκτός από διεθνή αναγνώριση. Οι
εκλεγμένες αρχές της χώρας δηλώνουν με κάθε ευκαιρία, ότι θα ήταν
ευτυχείς να υποδεχτούν διεθνείς παρατηρητές αλλά και τουρίστες που θα
επιθυμούσαν να εξετάσουν την κατάσταση επί τόπου και να διαπιστώσουν με
τα δικά τους μάτια τις αβάσιμες και ανιστόρητες προσπάθειες
παραπληροφόρησης που καταβάλλει η αζερική πλευρά.