dimitrisvetsikas1969 / pixabay |
Του Θανάση Μπελεμέμη
Ο υπηρέτης δέσποτα πήγε στον άρχοντα χωρίς να προσκαλέσει κανέναν. Πήγε στον άρχοντα και του είπε ότι όλοι είναι απασχολημένοι και φοβούνται να έρθουν για να μην αρρωστήσουν από το φαγητό του και ότι το σπίτι του άρχοντα είναι μολυσμένο. Ισχυρίστηκε μάλιστα στον άρχοντα ότι είχαν βιοτικές μέριμνες και δεν προλάμβαναν να πάνε, χωρίς κατ’ ανάγκην να είναι αυτό ψέματα, αλλά χωρίς όμως και να τους προσκαλέσει ώστε να έχει πάρει από αυτούς απάντηση και να έχουν το δικαίωμα της ελευθερίας τους.
Τότε ο άρχοντας θυμωμένος είπε στον υπηρέτη του:
Βγες αμέσως στην πόλη. Πήγαινε σ΄ όλες τις πλατείες αλλά και στα σοκάκια και φέρε να καθίσουν στο τραπέζι όλους τους φτωχούς και τους σακάτηδες που θα βρεις, όλους τους κουτσούς και τους τυφλούς.
Ο υπηρέτης βγήκε ξανά έξω αλλά δεν κάλεσε κανέναν. Και ενώ πολλοί ήθελαν να πάνε στο σπίτι του άρχοντα και να δειπνήσουν αυτός τους έλεγε ότι στο σπίτι του άρχοντα είναι επικίνδυνα και μπορούν να αρρωστήσουν. Και μάλιστα περιέπαιξε όσους ήθελαν να πάνε λέγοντας τους ότι προσέξτε γιατί αν σας ξανακαλέσει ο άρχοντας κοιτάξτε να μην βρείτε δικαιολογίες του τύπου ότι έχετε δουλειά…
Ξέρετε δέσποτα ότι το δείπνο είναι το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Η συμμετοχή μας στο κυριακάτικο Δείπνο της θείας Κοινωνίας δείχνει την επιθυμία μας να βρεθούμε στην αιώνια Βασιλεία του Θεού.
Ο υπηρέτης, δέσποτα, δεν ξέρω αν πιστεύει ότι έκανε σωστά την δουλειά που του είχε αναθέσει ο άρχοντας. Ξέρω όμως ότι θα αφήσει κάποια στιγμή τον οίκο του και θα πάει να βρει και αυτούς που ήθελαν να πάνε στον δείπνο και αυτούς που δεν ήθελαν για να τους ρωτήσει αλλά σίγουρα θα ρωτήσει και τον υπηρέτη του. Εσείς τι πιστεύετε ότι πρέπει να απαντήσει εκείνη την ώρα ο υπηρέτης;