Από: liberal.gr - Ιωάννης Αναστασάκης
Ο Γερμανός υπουργός κος Χάικο Μάας παρακολουθούσε αμίλητος τις δηλώσεις του κ. Μεβλούτ Τσαβούσογλου. Πριν την αναχώρησή του για την Τουρκία, ο κος Μαας είχε δηλώσει ότι στη συνάντηση θα ζητούσε από τον Τούρκο ομόλογό του να ακολουθεί η Τουρκία το Διεθνές Δίκαιο και να σέβεται τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από αυτό.
Τουρκική ανερμάτιστη ρητορική
Σχετικά με την αναφορά του Τούρκου υπουργού στην απόσταση των δύο μιλίων από την τουρκική ακτή, θα έπρεπε να γνωρίζει ότι όταν υπάρχουν καθορισμένα σύνορα μεταξύ των όμορων χωρών, η απόσταση είναι μόνο ένα γεωγραφικό μέγεθος και δεν έχει σχέση με την εθνική κυριαρχία.
Βέβαια οι σχετικές δηλώσεις Τσαβούσογλου δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, αφού επανειλημμένα Τούρκοι επίσημοι δηλώνουν ενοχλημένοι από τις επισκέψεις της Προέδρου της Δημοκρατίας και άλλων Ελλήνων κυβερνητικών εκπροσώπων στο Καστελόριζο, που σύμφωνα με το διεθνές Δίκαιο είναι μέρος της Ελληνικής επικράτειας με πλήρη εθνική κυριαρχία.
Απείρου κάλους ήταν και η προ μηνών συνέντευξη του υπουργού άμυνας της γείτονος κου Ακάρ, που καθήμενος σε ύψωμα κοντά στο Κας επί της τουρκικής ακτής, άπλωνε το χέρι του λέγοντας ότι μπορεί να πιάσει το Καστελόριζο. Θα έπρεπε κάποιος να του υπενθυμίσει ότι κάπως έτσι ένοιωθε και ο Ξέρξης πριν από αιώνες, όταν πίστευε ότι απλώνοντας το χέρι του θα έπιανε τη Σαλαμίνα, βασιζόμενος στον ισχυρό στόλο του. Η εξέλιξη των γεγονότων τον διέψευσε, αφού μετά την καταστροφή του στόλου του από τους Έλληνες, αναγκάστηκε να φύγει τρέχοντας από την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ήπειρο, για πάντα.
Θύματα των ανερμάτιστων δηλώσεων των τούρκων επισήμων, είναι οι ίδιοι οι τούρκοι πολίτες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν κάτοικος του Κας που ερωτήθηκε από δημοσιογράφο του BBC σχετικά με τα Ελληνοτουρκικά. Ο τούρκος αυτός απολαμβάνοντας τον αργιλέ του στον ηλιόλουστο εξώστη του καφενείου, δήλωσε: «είναι φυσικό τα νησιά που είναι κοντά στις ακτές μας, να ανήκουν στην Τουρκία». Τα θέματα διεθνούς Δικαίου δεν είναι επιπέδου καφενείου σε καμία περίπτωση. Η Τουρκική Ηγεσία θα έπρεπε να το γνωρίζει και να τα αντιμετωπίζει με σοβαρότητα και σεβασμό.
Σε συνέχεια των ανωτέρω, εξετάζοντας με βάση το διεθνές Δίκαιο το θέμα του Καστελόριζου, προκύπτουν τα ακόλουθα:
Η Συνθήκη της Λοζάνης υπογράφτηκε το έτος 1923, μετά τον 1ο παγκόσμιο πόλεμο και τη Μικρασιατική καταστροφή, ενώ το Καστελόριζο, τα Δωδεκάνησα γενικότερα, αποδόθηκαν από την Ιταλία στην Ελλάδα με τη Συνθήκη των Παρισίων το 1947, μετά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο. Σε σχέση επομένως με την Ελλάδα δεν υπάρχει άμεσος χρονικός συσχετισμός μεταξύ των Συνθηκών Λοζάνης και Παρισίων σχετικά με το Καστελόριζο και συνολικά τα Δωδεκάνησα. Βέβαια χρονικά η Τουρκία είχε αποδεχθεί τελεσίδικα την Ιταλική κυριαρχία πριν την απόδοσή τους στην Ελλάδα.
Η μελέτη της ιστορίας στις πηγές της, οδήγησε στον εντοπισμό ενός άρθρου στην ετήσια έκδοση της «Colliers new Encyclopedia» που εκδόθηκε στη Νέα Υόρκη. Συγκεκριμένα στο φύλο του έτους 1932, στη σελίδα 43 και στο λήμμα Turkey, περιγράφεται η σχέση Ιταλίας και Τουρκίας, σχετικά με το Castellorizo και τη Συμφωνία οριοθέτησης που τότε υπογράφηκε.
Από παρουσίαση του συγγραφέα σε διεθνές Συνέδριο.
Ιταλο-Τουρκική Συμφωνία
Αναφέρεται λοιπόν στο κείμενο αρχείου του Colliers ότι στις αρχές του έτους 1932 υπογράφτηκε Συμφωνία (Treaty) που έληξε τη διαμάχη (conflict) μεταξύ της Ιταλίας και της Τουρκίας σχετικά με τις βραχονησίδες μεταξύ του Καστελόριζου και της τουρκικής ηπειρωτικής γης.
Καθορίστηκαν δηλαδή αμετάκλητα τα σύνορα στη συγκεκριμένη περιοχή ,με επίσημη διμερή Διακρατική Συμφωνία μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας. Όταν λοιπόν το 1947 η Ιταλία παρέδωσε στην Ελλάδα τις κτήσεις της στο Αιγαίο, δηλαδή τα Δωδεκάνησα, τα σύνορα ήταν ήδη σαφώς καθορισμένα και βέβαια πάντα με την πλήρη συμφωνία της Τουρκίας που είχε υπογράψει τη σχετική Συμφωνία.
Μάλιστα, αποτέλεσμα της Συμφωνίας του 1932 μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας, ήταν και μία σειρά γεγονότων από τα οποία σαφώς και πολλαπλώς ωφελήθηκε η Τουρκία. Ειδικότερα και μάλιστα άμεσα το ίδιο έτος, βελτιώθηκαν οι σχέσεις των δύο χωρών. Στις 22 Μαΐου 1932, επισκέφτηκαν επίσημα την Ιταλία ο Πρωθυπουργός και ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας.
Στις 03 Ιουνίου του 1932 η Τουρκία έλαβε οικονομικές διευκολύνσεις από την Ιταλία της τάξεως των 300.000.000 λιρών που τότε αντιστοιχούσαν σε 15.420.000 (USD) δολαρίων. Λαμβάνοντας υπόψη τις τιμαριθμικές αναπροσαρμογές, το δάνειο αυτό του 1932 αντιστοιχεί σήμερα σε αγοραστική αξία πολλών εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων. Από το ποσό αυτό, το 1/3 ήταν σε ρευστό χωρίς περιορισμούς, το 1/3 προοριζόταν για αγορά μηχανολογικού εξοπλισμού από την Ιταλία και το άλλο 1/3 ήταν για να αποπληρωθούν παλαιότερα δάνεια της Τουρκίας προς τα ιταλικά ναυπηγεία.
Στις 06 Ιουλίου του 1932 η Τουρκία, μη όντας πλέον σε διαμάχη με την Ιταλία, δέχτηκε πρόσκληση να γίνει μέλος στην Κοινωνία των Εθνών (League of Nations). Έκανε αμέσως δεκτή την πρόσκληση και στις 18 Ιουλίου 1932 έγινε μέλος. Κατ’ αντιστοιχία στο σήμερα, η Τουρκία δεν είναι δυνατόν να γένει αποδεκτή από την Ευρωπαϊκή Ένωση εφόσον συντηρεί την ένταση με Κράτη Μέλη της.
Βέβαια η Κοινωνία των Εθνών διαλύθηκε λίγα χρόνια αργότερα, διότι απέτυχε να αποτρέψει τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο. Στη θέση της ιδρύθηκε ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) που έχει κύρια αποστολή να προλάβει και να αποτρέψει τις πολεμικές συγκρούσεις. Στις μέρες μας, είναι μία πολύ δύσκολη Αποστολή για τον ΟΗΕ και όλοι οι νοήμονες ευχόμαστε ολόψυχα να επιτύχει τελικά, ακόμα και μεσολαβώντας αποτελεσματικότερα στην επίλυση των περιφερειακών εντάσεων με μακρόχρονη διάρκεια.
Προβληματισμοί
Συνοψίζοντας για το Καστελόριζο, η Τουρκία υπέγραψε τη Συνθήκη (Treaty) καθορισμού των συνόρων στην περιοχή του Καστελλόριζου το 1932. Έλαβε μάλιστα και υψηλά ανταλλάγματα, τόσο από την Ιταλία όσο και από τη διεθνή αποδοχή, όπως προαναφέρθηκε.
Για πολλές δεκαετίες, ακόμα και κατά τη περίοδο υπογραφής της Συνθήκης των Παρισίων το 1947 η Τουρκία δεν εξέφρασε καμία αντίρρηση ή προβληματισμό για τα σύνορα της Δωδεκανήσου με την Τουρκία. Τι λοιπόν ζητάει σήμερα η Τουρκία στη συστάδα των νήσων και βραχονησίδων στο Καστελόριζο;
Μήπως το τουρκικό κράτος, αν και το 2023 θα εορτάσει την επέτειο των εκατό χρόνων από της ιδρύσεώς του, δεν αναγνωρίζει ότι έχει συνέχεια διακυβέρνησης και κυβερνητικών δεσμεύσεων;
Μήπως δεν αναγνωρίζει τις Διεθνείς Διμερείς Συνθήκες που Τουρκικές κυβερνήσεις έχουν υπογράψει και αποδεχθεί στο παρελθόν;
Μήπως απλώς, λόγω της περιρρέουσας ατμόσφαιρας, εκφράζει την ενδόμυχη αρπακτική διάθεση, προβάλλοντας το δίκαιο του ισχυρότερου κατά την κρίση της, αδιαφορώντας για τη διεθνή νομιμότητα; Με αυτή την αντίληψη τίθεται τοι ερώτημα αν θα πρέπει να έχει θέση ανάμεσα στα πολιτισμένα έθνη και την Ευρωπαϊκή οικογένεια;
* Ο αντιπτέραρχος (Ι)ε.α. Ιωάννης Αναστασάκης είναι στρατηγικός αναλυτής για θέματα Ανατολικής Μεσογείου και Μέσης Ανατολής. Είναι συνεργάτης του ISDA στην Ελλάδα, επίσης GCSP A.A.H. Chairman και πρόσφατα προσκλήθηκε να συμμετέχει στις εργασίες του NDU/NESA CSS για θέματα της Εγγύς Ανατολής και Νότιας Ασίας.