Από: euro2day.gr - Ν.Φ. Δρόσος
Συνιστά την πάγια, πλέον, πρακτική που ακολουθεί η γείτονα, ώστε να επιβάλλει τις θέσεις της διαμέσου της χρήσης ή της απειλής χρήσης βίας. Ιδίως, όταν επίκειται η έναρξη διαλόγου με την άλλη πλευρά. Ως προς αυτό, οι Τούρκοι είναι συνεπείς, αδιαφορώντας για τον αντίκτυπο των λεγομένων ή των πράξεών τους στην Ευρώπη, η οποία παραμένει σιωπούσα και αδρανής.
Διότι ελάχιστη αξία έχουν πλέον οι προτροπές που διετύπωσε ο κ. Μάας, πριν το ταξίδι του στην Άγκυρα, να απόσχει η Τουρκία από «αυτό το παιχνίδι με τη φωτιά», αναφερόμενος στη συμπεριφορά της γείτονος στην Α. Μεσόγειο τους προηγούμενους μήνες, όταν ο ίδιος παρέμεινε απαθής χθες έναντι των δηλώσεων του ομολόγου του, Μ. Τσαβούσογλου, κατά της Ελλάδας.
Αυτό, όμως, είναι το κόστος που καλείται να καταβάλει η χώρα μας, η οποία κατά αντιστοίχως πάγια πρακτική της, επενδύει στους «συμμάχους» και εταίρους της, ώστε να αντισταθμίσει το στρατηγικό βάρος της Τουρκίας και να εξασφαλίσει έτσι μία ισορροπία δυνάμεων στο Αιγαίο και στην Αν. Μεσόγειο.
Εάν η απροθυμία επιβολής κυρώσεων στην Τουρκία, εκ μέρους της ΕΕ, για τις παράνομες δραστηριότητές της στην Αν. Μεσόγειο και την Κύπρο δεν ήταν αρκετή ώστε να καταστήσει σαφή την ανεπάρκεια αυτής της τακτικής, τότε, ίσως, η χθεσινή στάση του κ. Μάας να βοηθούσε προς αυτήντην κατεύθυνση. Όπως επίσης και εκείνη που -ενδεχομένως- θα διαδραματίσει η Γαλλία, κατά τη διαδικασία αναθέρμανσης των σχέσεών της με την Τουρκία, που διαφαίνεται να βρίσκεται σε εξέλιξη.
Όπως κι αν έχει, όμως, αυτή η υπόθεση είναι από πολλού χρόνου σαφές ότι παρά το πλέγμα συμμαχιών που μεθοδικά κτίζει η χώρα μας κατά τη διάρκεια της παρούσας διακυβέρνησης, παραμένουμε έθνος ανάδελφο, το οποίο οφείλει να στηρίζεται αποκλειστικά σε ίδιες δυνάμεις, τόσο σήμερα όσο και επί του «πεδίου», εφόσον τούτο απαιτηθεί.
Όσο κι αν έχουμε «συνηθίσει» να προστρέχουμε στη διαμεσολάβηση ισχυρών συμμάχων για την εκτόνωση στιγμών κρίσης με τη γείτονα, αυτή η τακτική, επί της ουσίας, μας κρατά ομήρους. Τόσο των διαθέσεων των «συμμάχων» μας όσο και των ορέξεων της γείτονος.
Η ανάπτυξη, δε, μίας ισχυρής αμυντικής βιομηχανίας ως απάντησης στην τουρκική προκλητικότητα δεν είναι ο ακολουθητέος δρόμος. Ούτε τα χρονικά περιθώρια, πλέον, υπάρχουν -η Τουρκία κτίζει την αντίστοιχη δική της βιομηχανία εδώ και 40 χρόνια- ούτε θα αρκούσε εάν απουσίαζε η βούληση αξιοποίησης των προϊόντων της.
Αντίθετα, όπως η ιστορική εμπειρία έχει καταδείξει, μόνον η έμπρακτη επίδειξη αποφασιστικότητας στην προάσπιση της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας μπορεί να γίνει κατανοητή από τη γείτονα και μόνον αυτή μπορεί να καθορίσει καταλυτικά τη δική της στάση.
Η δραστηριότητα της Τουρκίας στην Αν. Μεσόγειο δεν είναι βραχνάς όπως την παρουσιάζουν ορισμένοι, αλλά επίδειξη ισχύος και παραβίαση της διεθνούς νομιμότητας.
Εάν η χώρα μας δεν αποδείξει ότι είναι ικανή να απαντήσει σε απειλές αυτού του είδους σήμερα, βάσει των δικών της δυνάμεων, τότε, απλά, ανοίγει ορέξεις.