Γράφει ο Μανώλης Χατζημανώλης
Από τα τέλη του έτους 1942 του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου (ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος για τους Σοβιετικούς), ο Ερυθρός Στρατός διεξήγε στο Ανατολικό Μέτωπο συνολικά 50 κύριες στρατηγικές επιχειρήσεις και 140 μεγέθους ενός Μετώπου και άνω (Μέτωπα: ευρύτεροι σχηματισμοί μεγέθους ανάλογου των γερμανικών Ομάδων Στρατιών, κυμαινόμενοι αναλόγως μεταξύ 300.000 και 2.500.000 ανδρών) κατά τις οποίες κατάφερε να νικήσει συντριπτικά τον Γερμανικό Στρατό, και να πετύχει μια από τις μεγαλύτερες ανατροπές στην παγκόσμια Στρατιωτική Ιστορία.
Από την ομάδα ΦΒ Ελληνική και Παγκόσμια Στρατιωτική Ιστορία
Μέσω cognoscoteam.gr
Αν και πολλοί θεωρούν ότι ο Σοβιετικός Στρατός επικράτησε μόνο χάρη στην συντριπτική αριθμητική του υπεροχή, το γεγονός είναι πως υπερείχε έναντι του Γερμανικού σε αναλογία λίγο μεγαλύτερη από 2:1 (6.770.000 έναντι 3.000.000), υπεροπλία όχι αρκετή για να εξηγήσει τις τρομακτικές ήττες που υπέστησαν τα γερμανικά στρατεύματα. Πέρα από την πανστρατιά του σοβιετικού λαού, τον παραγωγικό άθλο της πολεμικής βιομηχανίας της χώρας υπό αντίξοες συνθήκες, την αποφασιστικότητα της πολιτικής της ηγεσίας και την σημαντική συμμαχική βοήθεια, που κυρίως επέτρεψε στους Σοβιετικούς να μηχανοποιήσουν σε εκπληκτικό βαθμό την διοικητική μέριμνα και την επιμελητεία τους, ίσως ο πλέον σημαντικός πολλαπλασιαστής ισχύος τους να υπήρξε η πρωτοποριακή φιλοσοφία και μεθοδολογία διεξαγωγής επιχειρήσεων που ανέπτυξε η ηγεσία τους υπό το βάρος των φρικτών ηττών στις αρχές του πολέμου. Δίνοντας μεγάλη έμφαση στις επιχειρήσεις παραπλάνησης του εχθρού, οι Σοβιετικοί επιτελείς επέτυχαν κατ’επανάληψη, μέσω της απόκρυψης των μέσων και των προθέσεών τους, τοπικές αριθμητικές υπεροχές από 3:1 έως και του εκπληκτικού 16:1(!) σε κρίσιμα σημεία του Ανατολικού Μετώπου έναντι των Γερμανών, πιάνοντας κυριολεκτικά στον ύπνο τις υπηρεσίες πληροφοριών τους και κονιορτοποιώντας τις υποδεέστερες αριθμητικά δυνάμεις τους.
Αυτή η φιλοσοφία εξαπάτησης του αντιπάλου (“μασκιρόβκα”) περιελάμβανε σύμφωνα με τον ορισμό της “…ένα πλέγμα μέτρων που στοχεύουν να παραπλανήσουν τον εχθρό σε σχέση με τη διάταξη και την ισχύ των φίλιων δυνάμεων, τους αντικειμενικούς τους σκοπούς, την κατάστασή τους, την πολεμική τους ικανότητα και ικανότητα ανάληψης επιχειρήσεων, καθώς και τα σχέδια της διοίκησης…” με στόχους την “επίτευξη αιφνιδιασμού εκ μέρους των φίλιων δυνάμεων”, την “διατήρηση της μαχητικής τους ισχύος” και την “αυξημένη πιθανότητα επίτευξης των στρατηγικών και επιχειρησιακών στόχων”. Η “μασκιρόβκα” περιελάμβανε στοιχεία όπως η απόκρυψη (“σκρίτιε’), η εξαπάτηση με την χρήση ομοιωμάτων (“ιμιτασίγια”), οι ελιγμοί με σκοπό την παραπλάνηση του εχθρού και την απόσπαση της προσοχής του μακριά από το σημείο ενδιαφέροντος (“ντεμονστρατίβνιγιε μανέβρι”) και η παραπληροφόρηση (“ντετσινοφορματσίγια”), με τελικό στόχο τον αιφνιδιασμό (“βνεζαπνόστ”) του εχθρού με κύρια επιδίωξη την καταστροφή μεγάλων σχηματισμών στον ταχύτερο δυνατό χρόνο και κατά προτίμηση μέσω πλήρους κύκλωσης.
Η πρώτη πρακτική εφαρμογή των αρχών της “μασκιρόβκα” όμως πραγματοποιήθηκε εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από τις στέπες της Ουκρανίας και τις βιομηχανικές πόλεις της Λευκορωσίας, στον ποταμό Χαλχίν Γκολ της Εξωτερικής Μογγολίας. Τον Αύγουστο του 1939, υπό την εμπνευσμένη καθοδήγηση του στρατηγού Γκεόργκι Ζούκωφ, οι Σοβιετικοί πέτυχαν να αποκρύψουν πλήρως από τους Ιάπωνες αντιπάλους τους της στρατιάς του Κβαντούγκ την μετακίνηση μεγάλων δυνάμεων που περιελάμβαναν μεταξύ άλλων και ισχυρά συγκροτήματα αρμάτων. Έχοντας την εντύπωση ότι οι Σοβιετικοί απλά ενίσχυαν την άμυνά τους και δεν προέβαιναν σε κανενός είδους ετοιμασία για ανάληψη επιθετικών επιχειρήσεων, οι Ιάπωνες δέχτηκαν αιφνιδιαστική αντεπίθεση από μεγάλες και ανέπαφες σοβιετικές εφεδρείες, με δύο μεραρχίες τους να συντρίβονται σε τέτοιο βαθμό ώστε το Τόκυο δεν διανοήθηκε ποτέ ξανά να προκαλέσει την ΕΣΣΔ.
Καθώς όμως οι στρατοί γενικά είναι μονολιθικοί και “δυσκίνητοι” οργανισμοί, η νέα αντίληψη διεξαγωγής των επιχειρήσεων άργησε να φτάσει στα ανώτερα κλιμάκια του Σοβιετικού Στρατού. Αν και η σοβιετική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία παρακολούθησε με ενδιαφέρον τις γερμανικές “κεραυνοβόλες” νίκες του 1939 στην Πολωνία και του 1940 στην Δύση, όπου ο στρατηγικός αιφνιδιασμός που επέτυχαν οι Γερμανοί επιτελείς έναντι των αντιπάλων τους υπήρξε καταλυτικός, αυτή διατηρούσε την εσφαλμενη εντύπωση ότι οι εχθροπραξίες θα ακολουθούσαν τα “συμβατικά” πρότυπα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Έτσι η μαζική γερμανική επίθεση της 22ης Ιουνίου 1941 συνέλαβε τον Ερυθρό Στρατό εξ’ απήνης και του προκάλεσε κολοσσιαίες απώλειες, από τις οποίες δυσκολεύτηκε πολύ να αναλάβει θυσιάζοντας δυνάμεις και έδαφος για να κερδίσει χρόνο. Αν και οι πρώτες προσπάθειες των Σοβιετικών να αναλάβουν την πρωτοβουλία των κινήσεων (αξιοποιώντας την “μασκιρόβκα” προκειμένου να αποκρύψουν τις μετακινήσεις των δυνάμεων που θα τους εξασφάλιζαν την τοπική αριθμητική υπεροχή) απέτυχαν λόγω της αποσπασματικής χρήσης των μέτρων απόκρυψης και της πλημμελούς τήρησης των πρωτοκόλλων ασφαλείας, τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους είχαν τελικά την πρώτη τους επιτυχία μπροστά στις πύλες της Μόσχας.
Έχοντας αντιληφθεί εγκαίρως ότι ο κύριος αντικειμενικός σκοπός του εχθρού ήταν η Μόσχα, η STAVKA (το Γενικό Επιτελείο της Ανώτατης Διοίκησης της ΕΣΣΔ) αποφάσισε την συγκέντρωση των δυνάμεών της σε αυτή την κύρια κατεύθυνση. Στο λεγόμενο Δυτικό Μέτωπο, που διοικούσε ο στρατηγός Ζούκωφ, η αναδιάταξη έλαβε χώρα με άκρα μυστικότητα και προφύλαξη: Ποντάροντας στην διστακτικότητα των Ιαπώνων να κινηθούν μετά το στραπάτσο στον Χαλχίν Γκολ, η 1η Στρατιά Κρούσης, μαζί με την 10η και την 12η Στρατιά, μετακινήθηκαν από την ανατολική Σιβηρία και συγκεντρώθηκαν στους κατάλληλους χώρους συγκέντρωσης κατά τετοιο τρόπο ώστε να διαφύγουν εντελώς από την προσοχή των Γερμανών και την εναέρια αναγνώριση. Εφαρμόστηκαν μέτρα παραλλαγής, η χρήση των φώτων περιορίστηκε και όλες οι μετακινήσεις γίνονταν κατά την διάρκεια της νύκτας με απόλυτη σιγή ασυρμάτου. Οι αποθήκες διοικητικής μέριμνας και το οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο που εξυπηρέτησαν την αναδιάταξη δυνάμεων παραλλάχθηκαν και αποκρύφτηκαν. Στις 2 Δεκεμβρίου η γερμανική διοίκηση ακόμα αγνοούσε την ύπαρξη των τριών σοβιετικών στρατιών (200.000 άνδρες), με τον επικεφαλής της γερμανικής Ανώτατης Διοίκησης Στρατού (OKH -Oberkommando des Heeres) στρατηγό Φραντς Χάλντερ να σημειώνει στο ημερολόγιό του:
“Γενική εντύπωση: Η εχθρική άμυνα έχει φτάσει στα όριά της. Δεν υπάρχουν άλλες διαθέσιμες εφεδρείες”
Έτσι μέσα σε διάστημα δύο εβδομάδων οι γερμανικές δυνάμεις δέχθηκαν απρόσμενα ένα ισχυρότατο πλήγμα που τις υποχρέωσε να υποχωρήσουν μέχρι και 600 χλμ από τις αρχικές τους θέσεις…
Σύντομα η “μασκιρόβκα” άρχισε να εξελίσσεται και να γίνεται καλύτερη ποιοτικά. Κατά την αντεπίθεση του Δυτικού Μετώπου τον Φεβρουάριο δυτικά της Μόσχας στον ποταμό Λάμα, η 20η Στρατιά κατασκεύασε χιλιάδες ομοιώματα αρμάτων, οχημάτων, πυροβόλων και καταλυμάτων στο δεξιό πλευρό της, συνοδεύοντάς τα από βολές πυροβολικού μέχρι και εκπομπές μαγνητοφωνημένων ήχων(!) από κινητήρες αρμάτων. Ως αποτέλεσμα η Luftwaffe αφιέρωσε 1.083 εξόδους αεροσκαφών σε μια μάταιη προσπάθεια να καταστρέψει αυτήν την στρατιά-φάντασμα!
Το φθινόπωρο του 1942 ο Ζούκωφ προήχθη σε ανώτατο υποδιοικητή και στάλθηκε στο Νοτιοδυτικό Μέτωπο, όπου με την συνεργασία του στρατηγού Βασιλιέφσκι σχεδίασε την επιχείρηση “Ουρανός”. Μετά από την εφαρμογή ελαστικής άμυνας που επέτρεψε στους Γερμανούς να προελάσουν βαθιά μέχρι τις υπώρειες του Καυκάσου και τον ποταμό Βόλγα, οι γερμανικές 6η Στρατιά και 4η Στρατιά Πάντσερ καθηλώθηκαν ως τον Νοέμβριο στο Στάλινγκραντ, έχοντας στα εκτεθειμένα πλευρά της “εισέχουσας” που είχε δημιουργηθεί κατά την προέλαση αναξιόπιστα και ελλιπώς εξοπλισμένα στρατεύματα των δορυφόρων του Άξονα. Το σχέδιο προέβλεπε την συγκέντρωση ακριβώς εκεί όλων των διαθέσιμων εφεδρειών του Ερυθρού Στρατού και την εξαπόλυση σαρωτικής αντεπίθεσης προκειμένου να εγκλωβίσουν το “άνθος” της Βέρμαχτ σε έναν ατσαλένιο κλοιό. Νέοι σχηματισμοί εκπαιδεύτηκαν και εξοπλίστηκαν καθ’όλη την διάρκεια του καλοκαιριού και του φθινοπώρου και οι τεθωρακισμένες εφεδρείες οργανώθηκαν για πρώτη φορά σε επίπεδο στρατιών και σωμάτων. Δόθηκαν νέες κατευθυντήριες οδηγίες όσον αφορά τη “μασκιρόβκα” από την σοβιετική διοίκηση, όπου γίνονταν λεπτομερείς συστάσεις για την σωστή παραλλαγή και απόκρυψη των όπλων και του υλικού, την εξαφάνιση των ιχνών που άφηναν οι μονάδες και την πειθαρχία ασυρμάτου. Για ακόμα μία φορά οι μετακινήσεις προς το μέτωπο έγιναν υπό την κάλυψη του σκοταδιού και απαγορεύτηκε στα εφεδρικά στρατεύματα να διεξάγουν δραστηριότητες (περιπολίες, αναγνωρίσεις, σκοπιές κλπ) που θα μπορούσαν να προδώσουν την ύπαρξή τους στον εχθρό. Επιχείρηση που διεξήχθη στην Μόσχα τον Αύγουστο του 1942 πέτυχε να δεσμεύσει 12 γερμανικές μεραρχίες στην περιοχή της Ομάδας Στρατιών “Κέντρο”, ενώ αντίθετα στο Μέτωπο του Στάλινγκραντ η προπαρασκευαστική για άμυνα δραστηριότητα των σοβιετικών μονάδων του Μετώπου κατά το διάστημα 29/09 μέχρι 4/10 φαινόταν να επιβεβαιώνει την σοβιετική προπαγάνδα που μιλούσε για άμυνα μέχρις εσχάτων (“νε σαγκού ναζάντ”=”ούτε βήμα πίσω”), παραπλανώντας τους Γερμανούς όσον αφορά τις πραγματικές προθέσεις της STAVKA. Την ίδια ώρα πιο βόρεια υπό απόλυτη μυστικότητα η 21η Στρατιά κατευθυνόταν τμηματικά στους χώρους συγκέντρωσής της στα προγεφυρώματα του Ντον στο Νοτιοδυτικό Μέτωπο, ενω κατά τις πρώτες μέρες του Νοεμβρίου αφίχθηκε εκεί και η 5η ΤΘ Στρατιά. Τα στρατεύματα διεκπεραιώθηκαν από 17 γέφυρες κατασκευασμένες 20cm κάτω από την επιφάνεια του νερού ώστε να είναι αόρατες από την εναέρια παρατήρηση, ενώ την ίδια ώρα η Luftwaffe βομβάρδιζε εις μάτην 5 ορατές γι’αυτήν εικονικές γέφυρες. Τα 1ο, 4ο και 26ο ΤΘ Σώματα προωθήθηκαν στα προγεφυρώματα υπό την κάλυψη πυκνών προπετασμάτων καπνού και εκατοντάδων μεγαφώνων που κάλυπταν τον θόρυβο που έκαναν κατά την μετακίνησή τους, ενώ το εχθρικό πυρ προσέλκυσαν εικονικές συγκεντρώσεις αρμάτων και πυροβόλων. Λίγο πιο νοτιοανατολικά στο λεγόμενο Μέτωπο του Ντον το σύνολο των συγκεντρωμένων δυνάμεων έφτασε τους 160.000 άνδρες μαζί με 10.000 άλογα, 430 άρματα, 14.000 οχήματα και 7.000 τόνους πυρομαχικών, δίχως οι Γερμανοι να αντιληφθούν το παραμικρό. Τροποποιώντας το δόγμα του Ερυθρού Στρατού που προέβλεπε εκτενείς αναγνωρίσεις πριν την επίθεση (“ραζβέντκα μπογιέμ”), ο Ζούκωφ μείωσε το μέγεθος των αναγνωριστικών δυνάμεων σε επίπεδο τάγματος το μέγιστο, ενώ ο αρχηγός του Πυροβολικού Βορόνωφ έλαβε εντολές για σφοδρή αλλά σύντομη (όχι πάνω της μισής ώρας) προπαρασκευή με τα 3.500 πυροβόλα του. Όλα αυτά είχαν σαν αποτέλεσμα οι Γερμανοί να πιστέψουν πως ο αντίπαλός τους δεν ετοίμαζε καμία σοβαρή αντεπίθεση εντός του 1942, κι αυτό παρά τις αναφορές που έφταναν από σημεία του μετώπου για έντονη σοβιετική δραστηριότητα. Έτσι όταν οι Σοβιετικοί τελικά επιτέθηκαν στις 19 Νοεμβρίου, ο αιφνιδιασμός ήταν πλήρης: Αφού τα ασθενή ρουμανικά και ιταλικά στρατεύματα των πλευρών εξολοθρεύτηκαν, δύο σοβιετικές “λαβίδες” εφόρμησαν ως την γέφυρα του Καλάτς (στον ποταμό Ντον) και απέκοψαν μέσα σε τέσσερις ημέρες τους 330.000 άνδρες (22 μεραρχίες) της 6ης και τμημάτων της 4ης Στρατιάς Πάντσερ. Μέχρι τις αρχές Φεβρουαρίου του ’43 τα πάντα είχαν τελειώσει: Οι κυκλωμενες δυνάμεις του Πάουλους κατέρρευσαν κάτω από τα συντριπτικά πλήγματα των Σοβιετικών και οι επιζώντες οδηγήθηκαν στην αιχμαλωσία.
Στα τέλη Οκτωβρίου του 1943, μια άλλη θεαματική χρήση της “μασκιρόβκα” έγινε από την 3η ΤΘ Στρατιά Φρουράς του στρατηγού Πάβελ Ρυπάλκο (1ο Ουκρανικό Μέτωπο). Αυτή είχε κατορθώσει να εγκατασταθεί σε ένα προγεφύρωμα στη δυτική όχθη του ποταμού Δνείπερου, στην περιοχή Μπουκρίν νότια του Κιέβου. Όμως η πυκνότητα των γερμανικών δυνάμεων δεν επέτρεπε την εκμετάλλευση της επιτυχίας και την συνέχιση της προέλασης. Έτσι η STAVKA αποφάσισε να θέσει σε εφαρμογή ένα γιγαντιαίων διαστάσεων “ροκέ”, μεταφέροντας την 3η ΤΘ Στρατιά βορειότερα, από το Μπουκρίν στο περισσότερο υποσχόμενο προγεφύρωμα του Λιούτεζ, και καταφεύγοντας στην “μασκιρόβκα” για να “κοιμίσει” τους Γερμανούς όσο θα διαρκούσε η κίνηση. Η στρατιά του Ρυπάλκο αποσύρθηκε αφήνοντας πίσω της ομοιώματα αρμάτων και καταλυμάτων, αλλά και τμήματα διαβιβάσεων που εξακολούθησαν να εκπέμπουν σήματα. Τμήματα πυροβολικού συνέχισαν να δραστηριοποιούνται, όπως και οι διαδρομές των οχημάτων της επιμελητείας από και προς το προγεφύρωμα. Έτσι η Στρατιά διένυσε 200 χλμ κατά μήκος του ποταμού προς την νέα θέση της, ενισχύοντας αποφασιστικά την 38η Στρατιά που βρισκόταν ήδη εκεί και αλλάζοντας δραματικά υπέρ των Σοβιετικών την τοπική ισορροπία δυνάμεων. Έτσι στις 6 Νοεμβρίου 1943 οι δυνάμεις που εξόρμησαν από το Λιούτεζ εισήλθαν θριαμβευτικά στο Κίεβο.
Ως το καλοκαίρι του 1944 οι Σοβιετικοί είχαν σπάσει πλέον την πολιορκία του Λένινγκραντ στην Βαλτική και προωθούνταν σταθερά, ενώ στο Ουκρανικό Μέτωπο είχαν φτάσει πλέον στα προπολεμικά σύνορα με την Πολωνία και την Ρουμανία. Εξαίρεση σε αυτήν την εικόνα αποτελούσε η γερμανική Ομάδα Στρατιών “Κέντρο” που εξακολουθούσε να αντιστέκεται σθεναρά στην Λευκορωσία. Διαγιγνώσκοντας ορθά πως κύριος φόβος της γερμανικής Ανώτατης Διοίκησης ήταν μια σοβιετική επίθεση από την δυτική Ουκρανία λοξά προς βορρά με στόχο την Βαλτική και την αποκοπή της Ομάδας Στρατιών “Κέντρο” και ίσως και της Ομάδας Στρατιών “Βορράς” με ένα σαρωτικό χτύπημα, η STAVKA ενορχήστρωσε ένα σχέδιο απόκρυψης, παραπλάνησης και εξαπάτησης, το οποίο θα έπειθε τον Χίτλερ και την OKH ότι η σοβιετική επίθεση θα εκδηλωνόταν όντως από εκεί που ανέμεναν, την στιγμή που πραγματικός σκοπός των Σοβιετικών ήταν η εκμηδένιση των τεσσάρων γερμανικών στρατιών που βρίσκονταν στην Λευκορωσία (2η, 4η, 9η Στρατιά και 3η Στρατιά Πάντσερ). Το σχέδιο προέβλεπε πέντε φάσεις στις οποίες θα εμπλεκόταν το σύνολο των σοβιετικών δυνάμεων του Ανατολικού Μετώπου. Όλα θα ξεκινούσαν από ένα νέο χτύπημα στην περιοχή του Λένινγκραντ, ενώ επιθέσεις αντιπερισπασμού θα εξαπολύονταν στην βόρεια και τη νότια Ουκρανία. Ταυτόχρονα θα άρχιζαν μυστικά οι αναδιατάξεις για το κύριο χτύπημα στη Λευκορωσία. Σε περίπτωση που η Ομάδα Στρατιών “Κέντρο” όντως συντριβόταν, θα ακολουθούσε η υπερκερωτική κίνηση από την κατεύθυνση της Ουκρανίας προς το Λβωφ και το Σαντομίρ με απώτερο στόχο τη γραμμή του ποταμού Βιστούλα στην Πολωνία. Εκτός από τον Ζούκωφ, που από τον Ιανουάριο του 1943 είχε προαχθεί σε Στρατάρχη της Σοβιετικής Ένωσης και είχε τεθεί επικεφαλής της νέας κολοσσιαίων διαστάσεων επιχείρησης με την κωδική ονομασία “Μπαγκρατιόν”, μόνο άλλοι τρεις άνθρωποι γνώριζαν το σχέδιο στις λεπτομέρειές του.
Η ενημέρωση των επιτελών περιορίστηκε σε κάθε επίπεδο στα απολύτως απαραίτητα πρόσωπα και μόνο σε ό,τι τους αφορούσε άμεσα, με τον όγκο των πληροφοριών να τηρείται στα ελάχιστα όρια. Οι εφημερίδες έκαναν λόγο για αμυντική οργάνωση των σοβιετικών στρατευμάτων και οι πολιτικοί κομισάριοι έδιναν διαλέξεις σχετικές με την άσκηση των στρατιωτικών και κομματικών καθηκόντων στην άμυνα. Οι δυνάμεις που θα συμμετείχαν στην επίθεση διαιρέθηκαν διοικητικά σε 1ο, 2ο και 3ο Λευκορωσικό Μέτωπο, τα οποία θα συνεργάζονταν με το 1ο Βαλτικό Μέτωπο βορειότερα. Συνολικά οι Σοβιετικοί θα παρέτασσαν 1.000.000 άνδρες έναντι 850.000 των Γερμανών. Προκειμένου να επιτευχθεί το ρήγμα που επιθυμούσε η σοβιετική διοίκηση, θα μεταφέρονταν υπό την κάλυψη της “μασκιρόβκα” από άλλα σημεία του μετώπου στην Λευκορωσία δύο ΤΘ Στρατιές (2η και 5η Φρουράς από την Ουκρανία), πεντε στρατιές (6η Φρουράς από το 1ο Βαλτικό Μέτωπο, 2η Φρουράς και 51η από την Κριμαία, 5η και 28η Στρατιά από την Ουκρανία) , μία αεροπορική στρατιά, πέντε ΤΘ Σώματα, δύο ΜΚ Σώματα και τέσσερα σώματα Ιππικού, συνολικά περισσότεροι από 500.000 άνδρες. Κάθε Μέτωπο ανέλαβε το καθήκον της σχεδίασης της “μασκιρόβκα” για τις δικές του δυνάμεις, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της STAVKA. To 1o Βαλτικό Μέτωπο πχ μετακίνησε την 6η Στρατιά Φρουράς (12 μεραρχίες Πεζικού και ένα ΤΘ Σώμα, σύνολο 100.000 άνδρες) από το δεξί πλευρό του στο αριστερό μέσα σε μόλις 3 νύχτες(!) θέτοντάς της ως αποστολή την κατάληψη του Βιτέμπσκ. Ο διοικητής του 3ου Ουκρανικού Μετώπου επιφορτίστηκε με την διεξαγωγή “επιχειρησιακής μασκιρόβκα” παρουσιάζοντας στο αριστερό του πλευρό μια εικονική συγκέντρωση 89 μεραρχιών πεζικού, με τον ανάλογο αριθμό αρμάτων και πυροβόλων, την ίδια ώρα που ουκρανικές δυνάμεις θα μεταφέρονταν προς την Λευκορωσία. Τα στρατεύματα κινούνταν πάλι μόνο υπό την κάλυψη του σκότους, ενώ κατά την διάρκεια της μέρας αμαξοστοιχίες με ομοιώματα αρμάτων και πυροβόλων μετακινούνταν προς τα μετόπισθεν. Ψεύτικες διαβάσεις ποταμών και δρόμοι κατασκευάστηκαν για να παραπλανήσουν την γερμανική αεροπορία, η γερμανική άμυνα “κορέστηκε” με μεγάλης έκτασης επιθετικές αναγνωρίσεις σε μια έκταση άνω των 1.000 χλμ, ενώ το πυροβολικό χτυπούσε σε δευτερεύοντες τομείς και αποσυρόταν αφήνοντας πίσω του ομοιώματα. Έτσι ως τα μέσα Ιουνίου οι Γερμανοί είχαν πειστεί ότι η κύρια σοβιετική επίθεση θα εκδηλωνόταν προς τα Βαλκάνια, ενώ την ίδια ώρα υποτιμούσαν σε τραγικό βαθμό το μέγεθος των δυνάμεων που είχαν συγκεντρώσει οι Σοβιετικοί στην Λευκορωσία, εκτιμώντας τις σε 140 μεραρχίες και 400 έως 1.000 άρματα μάχης, όταν ο Ερυθρός Στρατός διέθετε στην πραγματικότητα 168 μεραρχίες και περισσότερα από 5.000 άρματα! Όταν τελικά στις 22 Ιουνίου του 1944 παραγματοποιήθηκε η επιχείρηση “Μπαγκρατιόν” η Ομάδα Στρατιών “Κέντρο” καταστράφηκε ολοσχερώς μέσα σε 2 εβδομάδες, με τους Γερμανούς να χάνουν 28 μεραρχίες τους. Προκειμένου να κλείσουν το ρήγμα που δημιουργήθηκε από την ταχεία κατάρρευση της Ομάδας Στρατιών “Κέντρο”, οι Γερμανοί μετέφεραν εσπευσμένα δυνάμεις από τα πλευρά τους. Έτσι οι Σοβιετικοί διέρρηξαν τις γερμανικές γραμμές και στην περιοχή της Ουκρανίας, με το μέτωπο τελικά να σταθεροποιείται σε μια γραμμή που εκτεινόταν από την Ανατολική Πρωσία, κατά μήκος του Βιστούλα, μέχρι τα Καρπάθια και τον ποταμό Προύθο στα ρουμανικά σύνορα.
Μια μικρότερων διαστάσεων εφαρμογή της “μασκιρόβκα”, αλλά χαρακτηριστική της επιδεξιότητας που είχαν αποκτήσει πλέον οι Σοβιετικοί στην εφαρμογή της, ήταν και η επιχείρηση “Σέρχορν”. Οι Σοβιετικοί ειδικοί εφηύραν ένα συγκρότημα 2.500 Γερμανών στρατιωτών υπό το αντισυνταγματάρχη Χάινριχ Σέρχορν, το οποίο μετέδιδε πλασματικά μηνύματα, όντας δήθεν αποκομμένο πίσω από τις εχθρικές γραμμές. Μετά από πληροφορίες που διοχετεύτηκαν και από ένα επίσης πλασματικό δίκτυο κατασκόπων στην Μόσχα, η ΟΚΗ επείσθη ότι το “Συγκρότημα Σέρχορν” είχε όντως εγκλωβιστεί ανατολικά του ποταμού Μπερεζίνα κατά την σοβιετική προέλαση. Μέχρι την 4η Απριλίου του 1945, οπότε το “Συγκρότημα” έπαψε να εκπέμπει, οι Γερμανοί κατέβαλαν αιματηρές προσπάθειες για να το απεγκλωβίσουν, χάνοντας τελικά περισσότερες δυναμεις από όσες ήλπιζαν να διασώσουν, ενώ επιστρατεύτηκε μέχρι και ο λοχαγός των SS Όττο Σκορτσένι προκειμένου να σχεδιάσει επιχείρηση απεγκλωβισμού. Οι Γερμανοί έφαγαν σε τέτοιο βαθμό το “παραμύθι” ώστε ο Χίτλερ να προαγάγει τον Σέρχορν, ενώ συχνά γινόταν ειδική μνεία για το “Συγκρότημά” του στα επίσημα πολεμικά ανακοινωθέντα. Στην πραγματικότητα, ο αντισυνταγματάρχης Σέρχορν ήταν ήδη αιχμάλωτος των Σοβιετικών, ενώ το “Συγκρότημα” ήταν μόλις 200 άνδρες του που είχαν αιχμαλωτιστεί από το προηγούμενο καλοκαίρι…
Παρόμοια μέτρα εφαρμόστηκαν και κατά το σοβιετικό “άλμα” από τον Βισούλα στον ποταμό Όντερ που τους έφερε σε απόσταση αναπνοής από την πρωτεύουσα του Γ’ Ράιχ. Τη ίδια ώρα που η STAVKA δημιουργούσε την εσφαλμένη εντύπωση στην γερμανική διοίκηση ότι η νέα επίθεση θα ερχόταν νοτίως του Βιστούλα, οι Σοβιετικοί ενίσχυαν με πάσα μυστικότητα τις δυνάμεις τους στο 1ο Ουκρανικό Μέτωπο (στρατάρχης Ιβάν Κόνιεφ), που θα εξορμούσε από το προγεφύρωμα στο Σαντομίρ, και στο 1ο Λευκορωσικό Μέτωπο (στρατάρχης Γκεόργκι Ζούκωφ), που θα εξορμούσε από το Μαγκνούσεφ και το Πουλάβι. Το κάθε Μέτωπο έλαβε μέτρα προκειμένου να αποσπάσει την προσοχή των Γερμανών από τις τεράστιες δυνάμεις που συγκεντρώνονταν στα προγεφυρώματα: Ο Ζούκωφ δημιούργησε μια ψεύτικη συγκέντρωση δυνάμεων στο αριστερό του πλευρό, εγκαθιστώντας άνω των 1.000 ομοιωμάτων αρμάτων, αυτοκινούμενων πυροβόλων, οχημάτων και καταλυμμάτων μάχης. Ταυτόχρονα ενίσχυε με οχυρώσεις τα προγεφυρώματα του τομέα του ώστε να πειστεί ο εχθρός πως προπαρασκευαζόταν για άμυνα. Στο 1ο Ουκρανικό Μέτωπο του στρατάρχη Κόνιεφ από την άλλη, λόγω του περιορισμένου εύρους του προγεφυρώματος, η ανάγκη εξαπάτησης ήταν μεγαλύτερη: Η 60η Στρατιά οργάνωσε ολόκληρο επιτελείο στο οποίο θα υπάγονταν αξιωματικοί κάθε Σώματος και Όπλου καθώς και μονάδες με αποκλειστικό καθήκον την “μασκιρόβκα” και την αποτελεσματικότερη εφαρμογή της. Μια ψεύτικη συγκέντρωση στρατευμάτων δημιουργήθηκε στο αριστερό πλευρό του τομέα, με ομοιώματα αρμάτων και εικονικές γέφυρες, ενώ άνδρες του επιτελείου αυτού επισκέπτονταν τα γύρω χωριά διαδίδοντας φήμες και επιτάσσοντας ακόμα και οικίες για τους επιτελείς που υποτίθεται πως θα εγκαθίσταντο εκεί. Το 4ο ΤΘ Σώμα Φρουράς “παρέλασε” και αυτό από την περιοχή, αφήνοντας πίσω του άλλα 600 ομοιώματα αρμάτων και άνδρες που με ψεύτικες κινήσεις οχημάτων και φωτιές καταυλισμών δημιουργούσαν μια εικονική δραστηριότητα. Αλλα 500 ομοιώματα αρμάτων και βολές πυροβολικού συμπλήρωναν την “μαγική” εικόνα. Το σοβιετικό μηχανικό δημιούργησε μέχρι και τεχνητά δάση προκειμένου να εμποδίσει την παρατήρηση από τα γερμανικά φυλάκια, ενώ οι υπηρεσίες αντικατασκοπίας, όπως η NKVD, έλεγχαν πλήρως την ροή πληροφοριών προς τους Γερμανούς, οι οποίοι έφτασαν να αγνοούν την θέση επτά εφεδρικών στρατιών και δύο ΤΘ στρατιών (το 40% των σοβιετικών δυνάμεων, δλδ 1.000.000 άνδρες και 2.000 άρματα). Μάταια ο Α/ΓΕΣ του Γερμανικού Στρατού Χάιντς Γκουντέριαν προσπαθούσε να πείσει τον Χίτλερ για τον επαπειλούμενο κίνδυνο και την ανάγκη μεταφοράς στρατευμάτων από το Δυτικό Μέτωπο στο Ανατολικό με την οργάνωση των εφεδρειών στην περιοχή Λίτζμανσταντ-Λοτζ-Χοχενσάλτζα ώστε να αντιμετωπιστεί μια πιθανή διάρρηξη του μετώπου με πόλεμο ελιγμών. Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα του Γκουντέριαν, όταν ο Χίτλερ έλαβε τις αναφορές για την ισχύ του Ερυθρού Στρατού στην Πολωνία αναφώνησε:
“Αυτή είναι η μεγαλύτερη μπλόφα από την εποχή του Τζένγκις Χαν! Ποιός ξέθαψε αυτή την ηλιθιότητα;”
Στο ίδιο μήκος κύματος κινιόταν και ο αρχηγός της Αστυνομίας και των SS Χάινριχ Χίμλερ, ο οποίος κατά την διάρκεια του γεύματος είπε στον Γκουντέριαν:
“Οι αριθμοί που αναφέρει το FHO είναι εξαιρετικά υπερβολικοί. Το θέμα σας απασχολεί υπέρ το δέον. Εγώ είμαι βέβαιος ότι στο Ανατολικό Μέτωπο δεν πρόκειται να συμβεί τίποτα.”
Μοιραία ως τις 26 Ιανουαρίου 1945 οι γερμανικές δυνάμεις της Πολωνίας καταστράφηκαν σε μεγάλο βαθμό, ενώ στις αρχές Φεβρουαρίου ο Σοβιετικός Στρατός δημιουργούσε προγεφυρώματα στον Όντερ. Στις 2 Μαϊου θα έπεφτε και το ίδιο το Βερολίνο μετά από σκληρή γερμανική αντίσταση.
Μετά από πολλές αποτυχίες και αναποδιές, το ταλέντο και οι μελέτες των Σοβιετικών πάνω στην “μασκιρόβκα” είχαν ωριμάσει από το 1944 και μετά σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι νίκες τους να αρχίσουν να μελετώνται εις βάθος κι από τους Δυτικούς, τόσο κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου όσο και σήμερα. Οι ίδιοι Σοβιετικοί θα εφάρμοζαν ξανά την τέχνη της παραπλάνησης και εξαπάτησης τόσο το 1968 κατά την επέμβαση στην Τσεχοσλοβακία, όσο και το 1979 κατά την εισβολή στο Αφγανιστάν, όπου έπιασαν στον ύπνο τους Δυτικούς, ενώ οι ΗΠΑ εφάρμοσαν πτυχές της κατά την εισβολή στο Ιρακ το 1991.