Από: defencereview.gr - Άγγελος Χωριανόπουλος
Η παραγωγή του ξεκίνησε από τα μέσα της δεκαετίας του 80′ με σκοπό την προβολή ισχύος έναντι στόχων επιφανείας, αλλά δεδομένων των ραγδαίων εξελίξεων στο κλάδο του πυροβολικού, έχει προσαρμοστεί στην γενικότερη προβολή ισχύος μεσαίου-μικρού βεληνεκούς μέσω πυρών ακριβείας σε στεριά και θάλασσα. Παρουσιάστηκε από την σέρβικη εταιρεία Yugoimport στην αμυντική έκθεση «Defense & Security 2017», η οποία πραγματοποιήθηκε στην Μπανγκόγκ της Ταϊλάνδης.
Χαρακτηριστικά
Η νέα γενιά Σερβικών MLRS τύπου Sumadija έχει σχεδιαστεί (από τον εκτοξευτή μέχρι το βλήμα) για ταχυκίνητες αποστολές υψηλής ευελιξίας με στόχο την καταστροφή υψηλής αξίας στόχων. Οι δυνατότητες ταχείας αντίδρασης και εντοπισμού στόχων (Εντοπισμός-Κρούση) επιτρέπουν την εμπλοκή κρίσιμων χρονικά στόχων όπως κέντρα Διοίκησης-Ελέγχου, ζώνες ανεφοδιασμού, συστήματα αεράμυνας και συστοιχίες εχθρικών ραντάρ. Ο εκτοξευτής του συστήματος Sumadija βρίσκεται σε τροχοφόρο όχημα 8×8 της ρωσικής εταιρείας Kamaz, με ενσωματωμένη θωράκιση πληρώματος σε ολόκληρο το όχημα. Το Sumadija μπορεί να εκτοξεύσει δύο τύπους πυραύλων, τον Jerina-1 και τον Jerina-2, ενώ παράλληλα μία πυροβολαρχία αποτελείται από εννέα μέχρι δώδεκα εκτοξευτές. Κάθε εκτοξευτής μπορεί να εκτοξεύσει 4-8 Jerina-1 (ανάλογα το κάνιστρο) ή 12 Jerina-2.
Ο Jerina-1, έχει διαμέτρημα 400 χιλιοστών και βεληνεκές μέχρι 285 χιλιόμετρα, φέρει πολεμική κεφαλή βάρους 200 κιλών και χρησιμοποιεί σύστημα καθοδήγησης αδρανειακής πλοήγησης σε συνδυασμό με δορυφορικό σύστημα παγκόσμιου προσδιορισμού θέσεως (INS/GPS : Inertial Navigation System/GLONASS). Ο Στρατός της Σερβίας, μέσω ενός σύγχρονου λογισμικού ελέγχου μάχης C4I2, είναι ικανός να προσφέρει δεδομένα στοχοποίησης στον J1 μέσω UAV και ενεργών/παθητικών ραντάρ. Ο μη-κατευθυνόμενος Jerina-2, έχει διάμετρο 267 χιλιοστών και μέγιστο βεληνεκές 75 χιλιομέτρων, ενώ μπορεί να ενσωματώσει κεφαλή βάρους 100 κιλών. Η εκτόξευση των πυραύλων πραγματοποιείται υπό γωνία ±30°, ενώ η μέγιστη γωνία εκτόξευσης είναι 48°.
Προβολή ισχύος στις Εγγύς Θάλασσες μέσω Παράκτιου Πυροβολικού
Λόγω εξελίξεων στην τεχνολογία του πολέμου και δεδομένων των δυσχαιρών οικονομικών συνθηκών τις οποίες αντιμετωπίζουν τα Δυτικά κράτη, χερσαίες δυνάμεις που διαθέτουν πυκνά νησιωτικά πλέγματα, μέσω συνεργατικής λειτουργίας Εκτοξευτών Πολλαπλών Ρουκετών (MRL) και Πυροβόλων με κατευθυνόμενα βλήματα, είναι ικανές να προβάλουν ισχύ σε έναντι εχθρικών ναυτικών πλατφορμών δια της ξηράς, με ιδιαίτερα »πρωτόγονο» τρόπο. Εκτοξευτές Πολλαπλών Ρουκετών παράκτιας άμυνας σαν τον Jobaria των (φίλα προσκείμενων σε εμάς) Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, λειτουργώντας συνεργατικά είτε με τους ήδη υπάρχοντες ΜLRS M270, είτε σε συνεργία με τον Sumadija, είναι ικανά να καταστρέψουν από σμήνη μη επανδρωμένων ταχύπλοων τουρκικών σκαφών (ULAQ), μέχρι oλόκληρες μονάδες του Τουρκικού Πολεμικού Ναυτικού. Ο Jobaria είναι ικανός να βάλει μέσω 240 ρουκετών των 122 χιλιοστών, σε αποστάσεις 60-100 χιλιομέτρων, εντός μίας μεγάλης γεωγραφικά ζώνης, αδρανοποιώντας πλήρως την συντριπτική πλειοψηφία των συστημάτων τερματικής άμυνας (CIWS) των τουρκικών ναυτικών πλατφορμών.
Δεδομένης της προαναφερθείσας επιχείρησης κορεσμού της αεράμυνας του αντιπάλου, εκτοξευτές σαν τον Sumadija (ή και τον Μ270) έχουν πεδίο δόξης λαμπρόν, για διεξαγωγή βολών ακριβείας, λαμβάνοντας δεδομένα στοχοποίησης από UAV τύπου Heron II, έναντι ακριβών μονάδων μάχης του εχθρικού πολεμικού ναυτικού αποδιοργανώνοντας σε μεγάλο βαθμό την δικτυοκεντρική συνεργεία του αντιπάλου.
Η τεχνογνωσία κατασκευής ενός παρόμοιου δικτύου μάχης με Πολλαπλούς Εκτοξευτές Ρουκετών παράκτιας άμυνας, Πυροβολικό με τροποποιημένα βλήματα και φθηνούς αισθητήρες είναι αρκετά διαδεδομένη και υπάρχει ήδη, μέχρι κάποιου σημείου, στις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις. Δεδομένης μίας στοιχειώδους προστασίας από τουρκικά μη επανδρωμένα αεροχήματα, μέσω συστημάτων ηλεκτρονικού πολέμου, ή αξιόπιστων συστημάτων αεράμυνας μικρού βεληνεκούς θα διαμορφώναμε το πρόπλασμα δημιουργίας Ζώνης Άρνησης και Αντιπρόσβασης Περιοχής με ιδιαίτερα μικρό κόστος, συγκριτικά με το αποτέλεσμα.
Ο λόγος που επιλέχθηκε το Σερβικό πυραυλικό σύστημα είναι διττός. Αφενός να καταδείξει την αναγκαιότητα απόκτησης πυραυλικών συστημάτων για την ανάσχεση της τουρκικής απειλής και αφετέρου για να αποτελέσει τη βάση για την ανάπτυξη παρόμοιων συστημάτων από την Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία και τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα (ΕΑΣ) συγκεκριμένα.
Η ανάπτυξη πυραυλικών όπλων κάλλιστα μπορεί να επιτευχθεί με συνεργασίες και συμπαραγωγές οπλικών συστημάτων από ελληνικές εταιρείες ώστε να αποκτηθούν πυραυλικές δυνατότητες μεγάλου βεληνεκούς και συνάμα να λάβει χώρα επανέναρξη της αμυντικής βιομηχανίας. Το σύστημα θα ήταν επίσης μια εξαιρετική επιλογή για την Εθνική Φρουρά εκτός του Ελληνικού Στρατού.
Η ενίσχυση του Πυροβολικού Μάχης του ΕΣ με οπλικά συστήματα που διακρίνονται για την μεγάλη τους εμβέλεια, τον όγκο πυρός και την ακρίβεια τους πρέπει να αποτελεί εθνική αδήριτη ανάγκη στα πλαίσια σχεδιασμού και υλοποίησης των νέων εξοπλιστικών προγραμμάτων. Ως εκ τούτων, επείγει και δυστυχώς καθυστερεί ο εκσυγχρονισμός των πυραυλικών συστημάτων του ΕΣ και ειδικότερα των M270 MLRS και των RM-70 καθώς και της απόκτησης νέων πυρομαχικών όπως τα αμερικανικά βλήματα Deepstrike εάν αυτά είναι αποδεσμεύονται.