Το «Τσεσμέ», από την άλλη πλευρά, είναι πλοίο του τουρκικού
πολεμικού ναυτικού το οποίο κάνει υδρογραφικές έρευνες, δηλαδή συλλέγει
πληροφορίες για τη θάλασσα και τον βυθό οι οποίες χρησιμεύουν
αποκλειστικά στις ένοπλες δυνάμεις της Τουρκίας – π.χ. στον
ανθυποβρυχιακό πόλεμο. Επομένως το «Τσεσμέ» δεν ασχολείται με την
υφαλοκρηπίδα, και έχει νόμιμο δικαίωμα να πλέει σε διεθνή ύδατα, όπως
έχει και κάθε τουρκικό πολεμικό πλοίο. Η περιοχή που έχουν δεσμεύσει με
NAVTEX οι Τούρκοι για τις έρευνες του «Τσεσμέ» είναι διεθνή ύδατα, έξω
δηλαδή από την αιγιαλίτιδα ζώνη των 6 ναυτικών μιλίων που έχουν τα
πλησιέστερα ελληνικά νησιά. Άρα η Ελλάδα δεν έχει κανένα δικαίωμα να
χτυπήσει στρατιωτικά αυτό το πλοίο ή τα πολεμικά που το συνοδεύουν όπως
προτείνει ο κ. Μάζης. Μπορεί όμως κάλλιστα να παρενοχλήσει τον πλου του
στέλνοντας π.χ. ένα δικό της ωκεανογραφικό πλοίο στην ίδια περιοχή
κατόπιν έκδοσης αντίστοιχης NAVTEX που να ακυρώνει την τουρκική.
Τα μηνύματα που μας στέλνουν οι Τούρκοι με το «Ορούτς Ρέις» και με
το «Τσεσμέ» είναι εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους. Με τον πλου του
«Ορούτς Ρέις» οι Τούρκοι μας λένε «γράφουμε στα παλιά μας τα παπούτσια
το διεθνές δίκαιο και την UNCLOS και ορίζουμε μόνοι μας μέχρι πού φτάνει
η υφαλοκρηπίδα μας διότι έτσι γουστάρουμε, και όποιος διαφωνεί ας έρθει
να μας διώξει». Στο μήνυμα αυτό –το οποίο, να θυμίσω, εκπεμπόταν
εμμέσως καθημερινά επί 4,5 μήνες– η κυβέρνηση Μητσοτάκη απάντησε όχι
μόνο με πλήρη αδράνεια, αλλά και με έναν ακατάσχετο χείμαρρο ψευδολογίας
προς το εσωτερικό της ακροατήριο μέσω των ΜΜΕ αλλά και υπουργών που δεν
ντρέπονταν να κοροϊδεύουν τον κόσμο πότε λέγοντάς του πως το «Ορούτς
Ρέις» το παρέσυρε ο άνεμος, και πότε λέγοντάς του ότι πλέει μεν εντός
της ελληνικής υφαλοκρηπίδας αλλά δεν κάνει έρευνες. Μην ξεχνάμε ότι για
την αποκάλυψη αυτών των τερατωδών ψεμάτων υποχρεώθηκε σε παραίτηση ο
τότε Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Μητσοτάκη, ναύαρχος ε.α. Αλέξανδρος
Διακόπουλος.
Με τον πλου του «Τσεσμέ» οι Τούρκοι μας στέλνουν διαφορετικό μήνυμα.
Μας λένε ουσιαστικά «μην τολμήσετε να επεκτείνετε τα χωρικά σας ύδατα
στο Αιγαίο πέρα από τα 6 ναυτικά μίλια διότι δεν θα αναγνωρίσουμε μια
τέτοια κίνηση, θα στείλουμε μέσα στη ζώνη μεταξύ 6 και 12 ναυτικών
μιλίων τα ερευνητικά μας σκάφη και τα πολεμικά μας πλοία και τότε ή θα
εξευτελιστείτε αν δεν αντιδράσετε, ή θα σας σύρουμε σε πόλεμο». Αυτό δεν
σημαίνει βέβαια πως είναι έτοιμοι και διατεθειμένοι να κάνουν αυτό που
απειλούν. Απλώς θέλουν να φαίνονται πειστικοί, αν και το πιθανότερο
είναι πως αν η Ελλάδα όντως προχωρούσε σε επέκταση των χωρικών της
υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια, οι Τούρκοι θα έκαναν γαργάρα τις απειλές
τους και το casus belli διότι δεν θα είχαν καμία διεθνή στήριξη. Όσο
όμως εμείς καθυστερούμε να ασκήσουμε το καθ’ όλα νόμιμο δικαίωμά μας για
επέκταση των χωρικών μας υδάτων και του εναέριου χώρου στα 12 ναυτικά
μίλια, τόσο δίνουμε στους Τούρκους τη δυνατότητα να υπονομεύουν την
εθνική μας άμυνα. Με κινήσεις όπως οι υδρογραφικές έρευνες που διεξάγει
τώρα το «Τσεσμέ», οι Τούρκοι αποτυπώνουν λεπτομερώς έναν υποθαλάσσιο
χώρο επιχειρήσεων στον οποίο δεν θα είχαν καμία πρόσβαση αν τα χωρικά
μας ύδατα ήταν στα 12 ναυτικά μίλια.
Άρα πώς θα έπρεπε να απαντήσει η Ελλάδα στα δύο είδη προκλήσεων των
Τούρκων; Στη μεν πρόκληση του «Ορούτς Ρέις» θα έπρεπε να απομακρύνει το
τουρκικό ερευνητικό πλοίο από την υφαλοκρηπίδα μας και όχι απλώς να το
παρακολουθεί από απόσταση δεκάδων μιλίων, ενώ στην πρόκληση του «Τσεσμέ»
θα έπρεπε να κηρύξει την επέκταση των χωρικών μας υδάτων στα 12 ναυτικά
μίλια χωρίς να προβεί, προς το παρόν, σε δυναμική ενέργεια κατά του
τουρκικού στολίσκου παρά μόνο σε παρακολούθησή του. Εννοείται βέβαια πως
από τη στιγμή που η επέκταση των χωρικών μας υδάτων γινόταν νόμος του
κράτους, όπως έγινε πρόσφατα για την περιοχή του Ιονίου, οι ελληνικές
ένοπλες δυνάμεις θα έπρεπε να βυθίσουν χωρίς προειδοποίηση οποιοδήποτε
τουρκικό πλοίο μπει χωρίς άδεια στην αιγιαλίτιδα ζώνη μας. Αν πάλι τα
τουρκικά πλοία κινούνται εκτός των 12 ναυτικών μιλίων, δηλαδή εντός των
διεθνών υδάτων, τότε ισχύουν αυτά που ανέφερα στην πρώτη παράγραφο.
Θα πει κανείς, «είναι τόσο σημαντικό να επεκτείνουμε τα χωρικά μας
ύδατα στο Αιγαίο; Δεν θα προκαλέσει αυτό αντίδραση άλλων ενδιαφερόμενων
χωρών, όπως π.χ. η Ρωσία;». Πρώτον, η επέκταση των χωρικών μας υδάτων
στο Αιγαίο μπορεί να γίνει με τέτοιον τρόπο που να μην θιγούν στο
παραμικρό τα δικαιώματα άλλων χωρών όπως η Ρωσία, των οποίων τα πλοία
διέρχονται σε τακτική βάση από το Αιγαίο. Άλλωστε και η ίδια η Ρωσία
επαναλαμβάνει συχνά τον τελευταίο καιρό πως δεν έχει καμία αντίρρηση σε
μια τέτοια κίνηση εκ μέρους της Ελλάδας. Δεύτερον, η επέκταση των
χωρικών μας υδάτων στο Αιγαίο είναι για εμάς ζήτημα εθνικής ασφάλειας.
Έτσι όπως είναι η γεωγραφική κατανομή των νησιών μας αν δεν έχουμε τον
έλεγχο ολόκληρου του Αιγαίου δεν μπορούμε να τα υπερασπιστούμε
αποτελεσματικά. Σε περίπτωση που η Τουρκία απειλήσει κάποιο από τα νησιά
μας στο Ανατολικό Αιγαίο, η πρώτη της μέριμνα θα είναι να το αποκόψει
από θαλάσσης από τον ηπειρωτικό ελληνικό κορμό, και σε μια τέτοια
επιχείρηση χρησιμεύουν τα υδρογραφικά στοιχεία που συλλέγει τώρα το
«Τσεσμέ». Επομένως ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ να κλείσουμε τελείως το Αιγαίο στο
πολεμικό ναυτικό της Τουρκίας μέσω της επέκτασης των χωρικών μας υδάτων,
να του απαγορεύσουμε δηλαδή να κάνει ακόμη και ασκήσεις και να
εξοικειώνεται με αυτό το περιβάλλον επιχειρήσεων από τον καιρό της
ειρήνης, ενώ την ίδια ώρα θα διευκολύνουμε τη διέλευση οποιουδήποτε
εμπορικού ή πολεμικού πλοίου άλλης χώρας η οποία δεν μας απειλεί. Είναι
θέμα ζωτικής σημασίας για εμάς να αποκτήσουμε στρατηγικό βάθος στο
Αιγαίο και να διασφαλίσουμε τις θαλάσσιες συγκοινωνίες μας.
Αντιμετωπίζουμε ένα επιχειρησιακό πρόβλημα παρόμοιο με εκείνο που είχε
το Ισραήλ μέχρι το 1967, όταν στον κεντρικό τομέα του, απέναντι από την
υπό ιορδανικό έλεγχο Δυτική Όχθη, το βάθος του περιοριζόταν σε μόνο 10
χιλιόμετρα στο ύψος της Νατάνια, και συνεπώς μπορούσε ένας εχθρός να το
κόψει στα δύο ανά πάσα στιγμή. Όπως λοιπόν η κατοχή της Δυτικής Όχθης
είναι ζήτημα εθνικής ασφάλειας για το Ισραήλ διότι του εξασφαλίζει το
αναγκαίο στρατηγικό βάθος, έτσι και ο πλήρης έλεγχος του Αιγαίου είναι
ζήτημα εθνικής ασφάλειας για εμάς.
Θα ρωτήσει κανείς, «πώς μπορούμε εμείς να προβούμε σε επέκταση των
χωρικών μας υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια, όταν και η Τουρκία έχει
αποφύγει να κάνει κάτι αντίστοιχο στο Αιγαίο; Δεν θα φανεί κάτι τέτοιο
ως μονομερής ενέργεια της Ελλάδας;». Η απάντηση είναι πως η Τουρκία δεν
έχει επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια στο Αιγαίο
διότι ξέρει πως αν το κάνει το όφελος για αυτή θα είναι μηδαμινό, ενώ αν
το κάνει η Ελλάδα το όφελος θα είναι κολοσσιαίο για εμάς. Έχουν
σταθμίσει δηλαδή οι Τούρκοι τι θα χάσουν και τι θα κερδίσουν και είδαν
ότι τους συμφέρει να κρατάνε τα δικά τους χωρικά ύδατα στα 6 ναυτικά
μίλια στο Αιγαίο, ενώ τα έχουν επεκτείνει στα 12 ναυτικά μίλια στη Μαύρη
Θάλασσα. Ακριβώς για τον ίδιο λόγο δεν έχουν προσαρτήσει επί 47 χρόνια
το κατεχόμενο κομμάτι της βόρειας Κύπρου, διότι αν η Ελλάδα προβεί σε
αντίστοιχη ενέργεια και ενωθεί με την Κυπριακή Δημοκρατία σε ένα κράτος,
αυτό θα αποτελέσει γεωπολιτικό Βατερλώ για την Τουρκία. Το ότι οι
Τούρκοι έχουν όμως χωρικά ύδατα 6 ναυτικά μίλια στο Αιγαίο δεν σημαίνει
ότι συμφέρει κι εμάς να μένουμε στα 6 ναυτικά μίλια. Για την ακρίβεια,
όχι μόνο δεν μας συμφέρει αλλά μας δημιουργεί ΤΕΡΑΣΤΙΟ πρόβλημα εθνικής
ασφάλειας όπως εξήγησα πιο πάνω.
Και μια τελευταία παρατήρηση. Κάποιοι συγχέουν το προληπτικό «πρώτο
πλήγμα» κατά της Τουρκίας με τη δυναμική αντίδραση σε όσα κάνει η
Τουρκία. Αυτά τα δύο πράγματα είναι ΕΝΤΕΛΩΣ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ. Για παράδειγμα,
«πρώτο πλήγμα» ήταν αυτό που κατέφερε το Ισραήλ κατά της Αιγύπτου, της
Συρίας και της Ιορδανίας τον Ιούνιο του 1967 κατά την έναρξη του Πολέμου
των Έξι Ημερών, με σκοπό να κερδίσει σε πρώτη φάση το επιχειρησιακό
πλεονέκτημα και τελικά τον πόλεμο. Αντιθέτως, η επέμβαση των Ισραηλινών
κομάντος στο τουρκικό πλοίο «Μαβί Μαρμαρά» το 2010 που είχε ως
αποτέλεσμα τον θάνατο 10 Τούρκων επιβαινόντων, ΔΕΝ θεωρείται «πρώτο
πλήγμα» αλλά δυναμική αντίδραση εντός λελογισμένων ορίων. Αυτό
αποδείχθηκε άλλωστε και από τον τρόπο που η Τουρκία «κατάπιε» την
πρόκληση και απέφυγε να κλιμακώσει την αντιπαράθεση. Όταν λέω λοιπόν ότι
οφείλουμε να αντιδράσουμε δυναμικά στην κατάφωρη καταπάτηση των
κυριαρχικών μας δικαιωμάτων από τους Τούρκους, δεν εννοώ να τους
καταφέρουμε «πρώτο πλήγμα» αλλά να τους σοκάρουμε με μία δυναμική
αντίδραση λελογισμένης κλίμακας την οποία δεν αναμένουν. Το γιατί δεν
είναι τεχνικά εφικτό ένα «πρώτο πλήγμα» από την πλευρά μας, ακόμη κι αν
υπήρχε η πολιτική βούληση για κάτι τέτοιο (που σαφέστατα δεν υπάρχει),
είναι κάτι που απαιτεί αρκετή ανάλυση και δοθείσης της ευκαιρίας θα το
αναπτύξω κάποια άλλη φορά.
Ακόμη και έγκριτοι αναλυτές (όπως ο Ιωάννης Μάζης) δείχνουν να
βρίσκονται σε κάποια σύγχυση τις τελευταίες μέρες σε ό,τι έχει να κάνει
με την ενδεδειγμένη αντίδραση της Ελλάδας στην έξοδο του «Τσεσμέ» στο
Αιγαίο. Οφείλουμε λοιπόν κατ' αρχάς να βάλουμε τα πράγματα σε μία σειρά.
Το «Ορούτς Ρέις» είναι πλοίο πολιτικής χρήσης που ψάχνει για κοιτάσματα
υδρογονανθράκων κάνοντας σεισμικές έρευνες. Επομένως όταν αυτό το πλοίο
πλέει μέσα στη δική μας υφαλοκρηπίδα παραβιάζει κατάφωρα τα κυριαρχικά
μας δικαιώματα. Πολύ απλά, αν δεν το διώξουμε, απεμπολούμε κυριαρχικά
μας δικαιώματα – και αυτό δυστυχώς συνέβη επί 4,5 μήνες στα τέλη του
2020.