Η πολιτική που εφαρμόσθηκε στη χρεοκοπημένη Ελλάδα, η ακριβώς αντίθετη με την πλούσια Ελβετία, ήταν παράλογη και καταστροφική – ενώ επιλέχθηκε από την κυβέρνηση, επειδή ήταν πεπεισμένη προκαταβολικά για την οικονομική της αποτυχία, οπότε βρήκε την καλύτερη δυνατή διέξοδο για να την κρύψει, αδιαφορώντας για τους Έλληνες και την Ελλάδα. Τι συμπεραίνεται για το 2021 γενικότερα; Πώς τα κλειδώματα πρέπει να σταματήσουν και ότι θα πρέπει να λειτουργήσει άμεσα η οικονομία – προτού προκύψουν πολύ περισσότερα και μεγαλύτερα προβλήματα. Εν τούτοις, η άνοδος προϋποθέτει να έχουν οι εταιρίες κάποιο βαθμό βεβαιότητας, σχετικά με το πότε και με ποια ταχύτητα η κατάσταση θα εξομαλυνθεί – μεταξύ άλλων με τα εμβόλια. Επομένως απαιτείται ένα αξιόπιστο και δεσμευτικό σενάριο εξόδου από τους τρέχοντες περιορισμούς – κάτι που δύσκολα θα πείσει τις επιχειρήσεις χωρών όπως η Ελλάδα, αφού η κυβέρνηση της έχει αποδειχθεί επανειλημμένα εντελώς αναξιόπιστη, με τις απίστευτες παλινδρομήσεις και με τα τεράστια διαχειριστικά της λάθη. Όταν δε συζητείται από το πρωί έως το βράδυ εάν οι θάνατοι πρέπει να είναι μονοψήφιοι και τα κρούσματα να έχουν διψήφιο ή τριψήφιο εύρος, προτού εξετάσει κανείς τη χαλάρωση των μέτρων, με την παράλληλη συνέχιση της τρομοκρατίας εκ μέρους των ΜΜΕ, η εμπιστοσύνη χάνεται – ενώ αυτή η αβεβαιότητα είναι δηλητήριο για την οικονομία και για την ψυχή των ανθρώπων.
Από: analyst.gr - Βασίλης Βιλιάρδος
Επικαιρότητα
Η πτώση του ΑΕΠ της Ελβετίας το 2020 ήταν περί το 3% – έναντι 5% της Γερμανίας, 7% της Αυστρίας, 9% της Ιταλίας και της Γαλλίας, ενώ πάνω από 10% της Ελλάδας, η οποία είναι η μοναδική χώρα που δημοσιεύει στοιχεία μετά από δύο μήνες, χωρίς να υπάρχει καμία εξήγηση από την ΕΛΣΤΑΤ. Γιατί ήταν μικρότερη η απώλεια του ΑΕΠ της Ελβετίας; Απλούστατα, επειδή τα μέτρα που ελήφθησαν σε σχέση με τις γύρω χώρες της ήταν πολύ ήπια – λιγότερα κλειδώματα με μικρότερη διάρκεια και όχι αυστηρά.
Εκτός αυτού, η κυβέρνηση της παρείχε γρήγορα δάνεια στήριξης και τη δυνατότητα εργασίας περιορισμένου χρόνου – έτσι ώστε να αποφευχθούν η ανεργία και οι εταιρικές χρεοκοπίες σε μεγάλη κλίμακα. Φυσικά δεν διανοήθηκε να λειτουργήσει όπως η ελληνική κυβέρνηση που άλλα υποσχόταν και άλλα έκανε – αφού δεν θα μπορούσε να επιβιώσει με ψέματα ούτε λεπτό.
Έτσι, το ποσοστό ανεργίας στην Ελβετία το Δεκέμβρη ήταν στο 3,5% – ενώ οι πτωχεύσεις των επιχειρήσεων λιγότερες από το 2019. Είναι πιθανόν βέβαια να ακολουθήσει ένα κύμα χρεοκοπιών, όταν λήξουν τα μέτρα στήριξης λόγω της πανδημίας – κάτι που αποτελεί μεν εφιάλτη για την Ελλάδα, η οποία ευρίσκεται σε απελπιστική κατάσταση από όλες τις πλευρές, αλλά όχι για την Ελβετία.
Βέβαια, παρά τη μικρή πτώση του συνολικού ΑΕΠ της, ορισμένες επιχειρήσεις, όπως αυτές της τροφοδοσίας, ξενοδοχείων, λιανικής, εκδηλώσεων και ταξιδίων, πλήττονται σε μεγάλο βαθμό – οπότε η διάσωση τους θα εξαρτηθεί από το πώς θα διαχειρισθεί τα προβλήματα τους η κυβέρνηση.
Όσον αφορά τις εξαγωγές της, σημειώνοντας πως η Ελβετία έχει ανέκαθεν υψηλά πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της (γράφημα), μειώθηκαν συνολικά κατά 7,1% το 2020 – με μία όμως κρίσιμη εξαίρεση: τη φαρμακευτική της βιομηχανία. Οι εξαγωγές της δεν επηρεάσθηκαν καθόλου από την κρίση της Κορώνα – αντίθετα, αυξήθηκαν κατά 1,6% το 2020, σε σχέση με το 2019. Με δεδομένο δε το ότι, τα φαρμακευτικά προϊόντα αποτελούν περισσότερο από το 50% των ελβετικών εξαγωγών, η χώρα είναι ισχυρή και καλά οχυρωμένη απέναντι στις κρίσεις – αφού χρειάζονται πάντοτε τα φαρμακευτικά προϊόντα.
Εν προκειμένω, όταν αναφέρουμε πως η Ελλάδα χρειάζεται άμεσα αλλαγή του οικονομικού της μοντέλου, δεν είναι αυτονόητο πως θα πρέπει να είναι διαμορφωμένο έτσι ώστε να αντέχει κάθε είδους κρίση; Οι πλέον ανθεκτικοί τομείς δεν είναι τα τρόφιμα και τα φάρμακα; Δεν έχει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και στους δύο αυτούς κλάδους η χώρα μας; Πόσο δύσκολο είναι να το καταλάβει η κυβέρνηση;
Συνεχίζοντας, ορισμένοι κατηγόρησαν τη χώρα ισχυριζόμενοι πως με τα ήπια μέτρα που λήφθηκαν, η οικονομία της λειτούργησε μεν σωστά, αλλά είχε μεγάλο αριθμό θανάτων. Πρόκειται για το γνωστό αφήγημα, σύμφωνα με το οποίο όποιος πολιτικός εφαρμόζει σκληρά μέτρα είναι καλός – επειδή εκτιμάει την ανθρώπινη ζωή περισσότερο από τα οικονομικά συμφέροντα! Πρόκειται για έναν μύθο στην ουσία, κατά τον οποίο όσοι αντιτίθενται στα σκληρά μέτρα, είναι άκαρδοι και άπληστοι καπιταλιστές που θέτουν τα συμφέροντα τους επάνω από τις ανθρώπινες ζωές.
Εάν όμως ερευνήσει κανείς τους θανάτους ανά ένα εκατομμύριο κατοίκους μίας χώρας, θα διαπιστώσει πως η Ελβετία ευρίσκεται στο μέσον όρο – με 1.095 που είναι λιγότεροι από όσο στην Ιταλία (1.479) ή στη Γαλλία (1.182), αλλά περισσότεροι συγκριτικά με την Αυστρία (874) και τη Γερμανία (708). Όλες αυτές οι χώρες όμως εφάρμοσαν πολύ σκληρά μέτρα – τόσο εκείνες με λιγότερους θανάτους, όσο και οι άλλες με περισσότερους.
Με βάση τώρα τα παραπάνω, θα μπορούσε να ισχυρισθεί κανείς πως η Ελβετία αποτελεί μεν πρότυπο όσον αφορά την οικονομία, αλλά όχι σε σχέση με τους θανάτους από τον Covid. Εν τούτοις, το να αποδεχθούμε πως η χώρα επέλεξε συνειδητά τους θανάτους για να σώσει την οικονομία της, είναι μία λανθασμένη υπόθεση – αφού δεν υπάρχει καμία σαφής αιτιώδης σχέση, μεταξύ των σκληρών κλειδωμάτων και της σωτηρίας ζωών.
Δεν υπάρχει απολύτως καμία επιστημονική έρευνα που να παρέχει ενδείξεις, εάν όχι αποδείξεις, πως το κλείδωμα περιορίζει τον Covid ή/και μειώνει τους θανάτους (ανάλυση) – ενώ η οικονομική ζημία που προκαλεί, η οποία κοστίζει επίσης ζωές, ενώ δημιουργεί προβλήματα στην ψυχολογική και βιολογική υγεία, είναι σίγουρη και αποδεδειγμένη.
Επίλογος
Κλείνοντας, τι μας διδάσκει αλήθεια το παράδειγμα της Ελβετίας; Απλούστατα πως η πολιτική που εφαρμόσθηκε στη χρεοκοπημένη Ελλάδα, η αντίθετη με την πλούσια Ελβετία, ήταν παράλογη και καταστροφική – ενώ επιλέχθηκε από την κυβέρνηση, επειδή ήταν πεπεισμένη προκαταβολικά για την οικονομική της αποτυχία, οπότε βρήκε την καλύτερη δυνατή διέξοδο για να την κρύψει, αδιαφορώντας για τους Έλληνες και την Ελλάδα.
Τι συμπεραίνεται για το 2021 γενικότερα; Πώς τα κλειδώματα πρέπει να σταματήσουν και ότι θα πρέπει να λειτουργήσει άμεσα η οικονομία – προτού προκύψουν πολύ περισσότερα και μεγαλύτερα προβλήματα. Εν τούτοις, η άνοδος προϋποθέτει να έχουν οι εταιρίες κάποιο βαθμό βεβαιότητας, σχετικά με το πότε και με ποια ταχύτητα η κατάσταση θα εξομαλυνθεί – μεταξύ άλλων με τα εμβόλια.
Επομένως απαιτείται ένα αξιόπιστο και δεσμευτικό σενάριο εξόδου από τους τρέχοντες περιορισμούς – κάτι που δύσκολα θα πείσει τις επιχειρήσεις χωρών όπως η Ελλάδα, αφού η κυβέρνηση της έχει αποδειχθεί επανειλημμένα εντελώς αναξιόπιστη, με τις απίστευτες παλινδρομήσεις και με τα τεράστια διαχειριστικά της λάθη.
Όταν δε συζητείται από το πρωί έως το βράδυ εάν οι θάνατοι πρέπει να είναι μονοψήφιοι και τα κρούσματα να έχουν διψήφιο ή τριψήφιο εύρος, προτού εξετάσει κανείς τη χαλάρωση των μέτρων, με την παράλληλη συνέχιση της τρομοκρατίας εκ μέρους των ΜΜΕ, η εμπιστοσύνη χάνεται – ενώ αυτή η αβεβαιότητα είναι δηλητήριο για την οικονομία και για την ψυχή των ανθρώπων.