Ενα μήνα νωρίτερα, στα μέσα Δεκεμβρίου η κυβέρνηση Ερντογάν έβραζε. Είχε υποσχεθεί από τον Οκτώβριο στους τούρκους πολίτες ότι σύντομα θα κατέφθαναν εκατομμύρια δόσεις κινέζικων εμβολίων εναντίον του κορωνοϊού, όμως η χρονιά τελείωνε και η αποστολή καθυστερούσε παρά τις υποσχέσεις και τις συμφωνίες που είχαν υπογραφεί. Ο πρόεδρος Ερντογάν βρισκόταν εκτεθειμένος. Ηταν τότε που το Πεκίνο αποφάσισε να κυρώσει μια συμφωνία του 2017 με την Αγκυρα για θέματα έκδοσης πολιτών για τους οποίους υπήρχε ένταλμα σύλληψης. Ταυτόχρονα η κινεζική κυβέρνηση άρχισε να ασκεί μεγάλες πιέσεις στην τουρκική ηγεσία να κάνει το ίδιο. Στο επίκεντρο η τουρκόφωνη μουσουλμανική μειονότητα των Ουιγούρων που ζει στη δυτική κινεζική επαρχία Σιντζιάνγκ και επιδιώκει την απόσχισή της, κάτι το οποίο φυσικά το Πεκίνο δεν αποδέχεται. Η επαρχία είναι πλούσια σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο, είναι η μεγαλύτερη παραγωγός ντομάτας και βαμβακιού και έχει στρατηγική σημασία καθώς συνορεύει με τη Ρωσία, τη Μογγολία, το Αφγανιστάν και το Πακιστάν. Λίγο αργότερα, στις 30 Δεκεμβρίου, κατέφθασαν στην Τουρκία εκατομμύρια δόσεις του εμβολίου – παραπάνω απ’ όσες είχε υποσχεθεί αρχικά το Πεκίνο. Προφανώς, κάποια συμφωνία έγινε πίσω από κλειστές πόρτες.
Τον Ιούλιο του 2009 στο Σιντζιάνγκ ξέσπασαν αιματηρές συγκρούσεις ανάμεσα στους Ουιγούρους και τους Χαν. Το Πεκίνο αποφάσισε ότι δεν θα ανεχτεί οποιαδήποτε αντίδραση και έτσι δημιούργησε μεγάλα στρατόπεδα κράτησης όπου βρίσκονται αυτή τη στιγμή εκατοντάδες χιλιάδες Ουιγούροι. Ηταν τότε, το 2009, που ο Ερντογάν έσπευσε να καταγγείλει την Κίνα για τη «γενοκτονία των αδελφών» Ουιγούρων. Και ήταν τέσσερα χρόνια αργότερα, όταν στη διάρκεια επίσημης επίσκεψής του στην Κίνα, ο τούρκος πρόεδρος επισκέφθηκε με ένα «πατριωτικό σόου» την επαρχία Σιντζιάνγκ. Ολο αυτό τον καιρό δεν έπαυε να μιλάει για την ενσωμάτωση των τουρκόφωνων από την Κίνα στη χώρα του και μάλιστα εκπαίδευσε περίπου 5.000 από εκείνους – στην Τουρκία ζουν 50.000 Ουιγούροι – και τους έστειλε να πολεμήσουν στη Συρία, στο πλευρό των αντικαθεστωτικών ανταρτών.
Η στροφή
Ολα αυτά είχαν προκαλέσει ένταση στις σχέσεις Αγκυρας – Πεκίνου. Οχι πια. Τα τελευταία χρόνια ο Ταγίπ Ερντογάν, αντιμετωπίζοντας πολλά εσωτερικά και εξωτερικά προβλήματα, φαίνεται να κάνει μια σημαντική στροφή. Και προσβλέπει στην Κίνα για να συμβάλλει στη βελτίωση της τουρκικής οικονομίας που βρίσκεται σε δεινή θέση. Σύμφωνα με τη Morgan Stanley, το έλλειμμα της Τουρκίας έφθασε τον Απρίλιο τα 5,6 δισ. δολάρια από μόλις 500 εκατομμύρια δολάρια που ήταν στα τέλη του 2019, λόγω μεγάλου εμπορικού ελλείμματος και πτώσης στα τουριστικά έσοδα. Οι δύο χώρες προσβλέπουν οι εμπορικές σχέσεις μεταξύ τους να αυξηθούν σημαντικά από τα περίπου 30 δισ. δολάρια ετησίως, που είναι αυτή τη στιγμή.
Ετσι ο Ταγίπ Ερντογάν άλλαξε ρότα. Συνέλαβε έναν επιφανή ουιγούρο ακτιβιστή που ζούσε στην Τουρκία από το 2001. Από τις αρχές του 2019, η Τουρκία έχει συλλάβει εκατοντάδες Ουιγούρους και τους έχει στείλει σε κέντρα απέλασης. Ο Ερντογάν έχει σταματήσει τις επιθέσεις εναντίον της Κίνας και τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης τηρούν την ίδια σιωπή. Αυτή η «κωλοτούμπα» του Ερντογάν έχει εξήγηση και είναι απλή, γράφει το Foreign Policy. H Αγκυρα έχει απομείνει με ελάχιστους φίλους στη Δύση και βλέπει το Πεκίνο ως πιθανό σύμμαχο. Ο τούρκος πρόεδρος ξέρει καλά το παιχνίδι. Το έχει παίξει και με τη Ρωσία. Αλλωστε, όσο δείχνει να απομακρύνεται από τη Δύση, τόσο εκείνη τον διεκδικεί. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια Τουρκία και Κίνα έχουν υπογράψει περισσότερες από δέκα διμερείς συμφωνίες. Η Κίνα είναι πλέον ο δεύτερος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Τουρκίας μετά τη Ρωσία. Το Πεκίνο έχει επενδύσει περισσότερα από 6 δισ. δολάρια στην Τουρκία τον τελευταίο χρόνο – κεφάλαια απαραίτητα για μια οικονομία που βυθίζεται. Το 2018 όταν η λίρα έχασε πάνω από 40% της αξίας της, η Βιομηχανική και Εμπορική Τράπεζα της Κίνας προσέφερε στην τουρκική κυβέρνηση δάνεια 3,6 δισ. δολ. για υπό εξέλιξη έργα στην ενέργεια και στις μεταφορές. Toν Ιούνιο του 2019, μετά τις δημοτικές εκλογές στην Κωνσταντινούπολη, η κεντρική τράπεζα της Κίνας έκανε διαθέσιμα 1 δισ. δολάρια μέσω συμφωνίας ανταλλαγής νομισμάτων. Ενώ από φέτος, το Πεκίνο επιτρέπει σε τουρκικές εταιρείες να χρησιμοποιούν το κινεζικό γουάν για συναλλαγές με κινεζικές εταιρείες.
Το Πεκίνο θέλει να εξασφαλίσει ότι η Τουρκία θα γίνει βασικό κομμάτι του κινεζικού δικτύου για τον νέο Δρόμο του Μεταξιού. Κινεζική εταιρεία αγόρασε το 65% του τρίτου μεγαλύτερου λιμανιού της Τουρκίας, του Κουμπόρτ έναντι 940 εκατομμυρίων δολαρίων. Βρίσκεται στη βορειοδυτική ακτή της θάλασσας του Μαρμαρά και αποτελεί στρατηγική σύνδεση για την Ευρώπη. Τον Ιανουάριο του 2020, κινεζική κοινοπραξία απέκτησε το 51% γέφυρας που συνδέει το ευρωπαϊκό με το ασιατικό κομμάτι της Κωνσταντινούπολης. Σύμφωνα με την εφημερίδα Σαμπάχ, η Τουρκία πέρσι υποδέχθηκε το πρώτο φορτηγό τρένο από το Σιαν μέσω του τούνελ του Μαρμαρά που χρηματοδότησαν και κατασκεύασαν οι Κινέζοι. Μέσω αυτής της σήραγγας κάθε τρένο μπορεί να φθάσει χωρίς στάση από την Κίνα στην Ευρώπη, για πρώτη φορά στην ιστορία.
Και στην άμυνα
Οπως γράφει η Αϊσά Αλεμνταρόγλου, υπεύθυνη του ακαδημαϊκού προγράμματος του Stanford για την Τουρκία, πέρα από τα έργα υποδομής, η συνεργασία μεταξύ Κίνας και Τουρκίας έχει επεκταθεί και στον τομέα της άμυνας. Ο βαλλιστικός πύραυλος Bora της Τουρκίας που χρησιμοποιήθηκε σε επιχείρηση κατά του PKK τον Μάιο του 2019 είναι προϊόν συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών. Την ίδια στιγμή, η Huawei, η οποία έχει χαρακτηριστεί απειλή για την εθνική ασφάλεια στις ΗΠΑ, έχει αυξήσει το μερίδιό της στην τουρκική αγορά από 3% το 2017 σε 30% το 2019. Μια άλλη κινεζική τεχνολογική εταιρεία, η ZTE, απέκτησε το 48% του τουρκικού κολοσσού Netas.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, στις αρχές Ιανουαρίου, οι τουρκικές δυνάμεις ασφαλείας πραγματοποίησαν εφόδους σε σπίτια Ουιγούρων, στο πλαίσιο επιχείρησης εναντίον του Ισλαμικού Κράτους, και έκαναν πολλές συλλήψεις. Οργανώσεις των Ουιγούρων στη Δύση, απειλούν ότι εάν αρχίσουν οι εκδόσεις των συλληφθέντων στην Κίνα, μέλη τους θα πάνε στην Αγκυρα και θα αυτοπυρποληθούν μπροστά στο προεδρικό μέγαρο.
Η αντιπολίτευση στην Τουρκία ήδη ρίχνει τα βέλη της στον Ταγίπ Ερντογάν. Στις 26 Ιανουαρίου, στη συνεδρίαση του Κοινοβουλίου θα συζητηθεί η συμφωνία για τις εκδόσεις πολιτών στους οποίους έχουν απαγγελθεί κατηγορίες στην Κίνα. Και εκεί θα φανούν.