Από: defence-point.gr
Αυτό το οποίο συζητάμε είναι το πρόγραμμα απόκτησης τεσσάρων φρεγατών. Μέσα και η αναβάθμιση των MEKO 200HN, μέσα και ενδιάμεση λύση, μέσα και η ανάγκη διάσωσης -για άλλη μια φορά στην ιστορία τους- των δυο ναυπηγείων της χώρας. Πολλά καρπούζια τα οποία προσπαθούμε να τα κρατήσουμε κάτω από μία μασχάλη.
Η εμπειρία δείχνει ότι οι πιθανότητες έκβασης μιας τέτοιας προσπάθειας δεν είναι καλές. Πόσο μάλλον όταν η συνολικότερη φιλοσοφία αντιμετώπισης της προσπάθειας ήταν εξ αρχής προβληματική.
Επιλέγοντας σκοπίμως μια “ανώδυνη” ερμηνεία, η απειρία και η έλλειψη εξειδικευμένης γνώσης, συν η υπερτίμηση -στο όριο της αυθαιρεσίας- της γενικότερης πεποίθησης που επικρατεί στους ελληνικούς πολιτικούς κύκλους ότι “κράτος είμαστε κάνουμε ό,τι θέλουμε”, τείνει να μας οδηγήσει σε αδιέξοδο.
Η εμμονή στη λήψη μιας πρωτίστως (γεω)πολιτικής απόφασης, με δυσανάλογα υψηλή στάθμιση δηλαδή μιας αναβαθμισμένης έκδοσης της αποκαλούμενης ως “εξοπλιστικής διπλωματίας”, γίνεται συνείδηση ότι η όποια τελική απόφαση θα αφήσει πίσω της κρίσιμες χώρες για την ελληνική ασφάλεια, εξαιρετικά δυσαρεστημένες.
Έχουμε ξαναγράψει, ότι εάν είχε επιλεγεί μια ορθολογική διαδικασία με σαφείς και δημοσιοποιημένες προδιαγραφές, απαράβατους όρους και γενικότερα απαιτήσεις από τους υποψήφιους προμηθευτές, δεν θα εξελίσσονταν όλα πολύ πιο λογικά. Η χώρα δεν θα χρειαζόταν να δικαιολογείται ή/και να τάζει ανταλλάγματα δεξιά αριστερά. Αρκετή όμως η γκρίνια. Ας δούμε κατάματα το πρόβλημα.
Σε τέτοιες περιπτώσεις αδιεξόδου, μια από τις συνήθειες στρατηγικές διαφυγής είναι η “αγορά” χρόνου. Στην περίπτωσή μας όμως που θα έπρεπε εδώ και χρόνια να έχουμε νέες κύριες μονάδες επιφανείας και ταυτόχρονα αναβαθμισμένες τις MEKO 200HN, η στρατηγική αυτή απλά δεν μπορεί να τεθεί ούτε ως συζήτηση.
Πόσα λεφτά σκοπεύει να επενδύσει η Ελλάδα για να πάρει όλα αυτά που ζητάει; Περί τα 5 δισ. ευρώ. Η οικονομική κατάσταση όπως εξελίσσεται δεν αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας και δεν είναι λίγοι οι σοβαρότατοι αναλυτές που έχουν κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου, ότι σύντομα θα βρεθούμε ενώπιον δυσάρεστων καταστάσεων.
Η δε προοπτική της διαγραφής χρεών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ/ECB), ακόμα κι αν θεωρητικά υπάρχει, δεν μπορεί να μας απασχολεί ούτε σε επίπεδο εκπόνησης σεναρίων. Με τα δεδομένα που έχουμε στα χέρια μας. Εάν θέλουμε να είμαστε σοβαροί. Τι άλλο θα μπορούσαμε να κάνουμε λοιπόν με αυτά τα 5 δισ. ευρώ;
Η σκέψη είναι απλή. Το ζητούμενο είναι είναι η αποτρεπτική αξιοπιστία και η μαχητική ισχύς του Πολεμικού Ναυτικού. Μήπως αντί για την αναζήτηση μιας φοβερής και τρομερής φρεγάτας με κόστος που σίγουρα “ζαλίζει”, θα είχε νόημα οι επιτελείς του Πολεμικού Ναυτικού να αναζητήσουν τη λύση σε περισσότερα πλοία, μικρότερου μεγέθους αλλά ισχυρού οπλισμού;
Θα μπορούσαμε να αναζητήσουμε λύσεις στιβαρών και αποδεδειγμένης αξίας σχεδιάσεων μεγέθους π.χ. κορβετών, που να συνδυάζουν ισχυρό οπλισμό, υψηλή ταχύτητα, ευκολότερη ναυπήγηση, σε ελληνικά ναυπηγεία; Θα μπορούσαμε δηλαδή στο εκτιμώμενο κόστος μιας φρεγάτας όπως αυτή που ονειρευόμαστε (κατ’ εκτίμηση 600-700 εκατ. ευρώ αν και ακούγονται διάφορα “τρελά”) να χωρέσουν δύο ή και… δυόμιση πλοία με αυτά τα χαρακτηριστικά;
Δαπανώντας π.χ. 2 δισ. ευρώ, η χώρα θα μπορούσε άραγε η χώρα να κινηθεί για πλοία άμεσης ένταξης, αν εντοπιστεί κάποια αξιοπρεπής λύση από το Πολεμικό Ναυτικό, αλλά και να εξασφαλιστούν σε συντομότερο διάστημα 4-5 ισχυρές μονάδες επιφανείας; Στην πρώτη φάση της επένδυσης…
Το “think out of the box” σε αυτή την περίπτωση, θα ισοδυναμούσε με το “η ποσότητα έχει τη δική της ποιότητα“. Και ισχύ πυρός θα προστίθετο λογικά. Εάν το πρόβλημά μας ήταν μόνο οι τέσσερις φρεγάτες, η λύση αυτή θα “έμπαζε νερά”. Εδώ όμως τα ζητήματα είναι τεράστια. Ενώ λησμονούμε ότι ανάγκες σταθερών ναυπηγήσεων έχει και το Λιμενικό Σώμα / Ελληνική Ακτοφυλακή (ΛΣ/ΕΛ.ΑΚΤ).
Κουτσά στραβά, με σημαντικά ευρωπαϊκά κονδύλια, όλο και προσθέτει νέες μονάδες στον στόλο του. Γιατί δεν θα μπορούσε να γίνει μια πιο οργανωμένη προσπάθεια; Μια ολιστική προσέγγιση του θέματος, η οποία εκ των πραγμάτων θα ενέπλεκε τα δυο βασικά τουλάχιστον ναυπηγεία. Θα μπορούσε ενδεχομένως να αναζητηθεί κράτος-εταίρος με δυνατότητες χρηματοδότησης των επενδύσεων πέραν της εμπλοκής.
Σκοπίμως αποφύγαμε να αναφερθούμε σε συγκεκριμένα πλοία, τα οποία κατά καιρούς μας έχουν εντυπωσιάσει. Διότι έτσι θα εμπλεκόμασταν εξ αρχής στον γνωστό κυκεώνα. Ο στόχος αυτού του σημειώματος είναι η διερεύνηση του αν και κατά πόσον θα μπορούσε να υπάρχει μια λογική εναλλακτική, με στιβαρό σκεπτικό και υπέρτατο στόχο την όσο το δυνατόν ταχύτερη ενίσχυση του στόλου του Πολεμικού Ναυτικού.
Και με τις φρεγάτες τι θα κάνουμε; Εάν αγαπητοί καταφέρουμε να αποσύρουμε σταδιακά τις πιο ταλαιπωρημένες από τα χρόνια μονάδες, κερδίζουμε χρόνο και ευελπιστούμε σε βελτίωση της κατάστασης, σταδιακά, μετά το τέλος της πανδημίας, με άνοδο του ελληνικού ΑΕΠ και ίσως μια πιο ευτυχή έκβαση στην αντιμετώπιση του χρέους “κεντρικά”, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ένα πρόβλημα που χτυπά πλέον την πόρτα και άλλων χωρών.
Όταν ο προϋπολογισμός σου για όλα ανέρχεται συνολικά στα 5 δισ. ευρώ, ενώ για τις τέσσερις ναυπηγήσεις και τα όπλα τους θα δαπανηθούν κατ’ εκτίμηση γύρω στα 3 δισ. ευρώ, το ερώτημα πόσες οπλισμένες σαν αστακούς πυραυλακάτους σοβαρού εκτοπίσματος ή πόσες κορβέτες θα μπορούσαμε να αποκτήσουμε, εγείρεται αυτομάτως. Είναι αυτή η απλή αριθμητική που μπορεί αν γίνει εξαιρετικά πειστική και να νομιμοποιήσει κυβερνητικές ενέργειες.
Η απάντηση που μπορεί να έχουμε στο μυαλό μας είναι πιθανό να μην έχει σχέση με την πραγματικότητα. Γι’ αυτό δεν μπαίνουμε στη διαδικασία να τη δημοσιοποιήσουμε. Παραμένουμε στο επίπεδο ενός απλού λογικού συλλογισμού. Εάν είναι όντως λογικός και προσφέρει λύση από το αδιέξοδο που τείνει να δημιουργείται ως αποτέλεσμα πρωτίστως δικών μας λαθών, το Πολεμικό Ναυτικό, σε συνεργασία με την πολιτική ηγεσία, θα δώσουν την απάντηση και θα κινηθούν αναλόγως.
Η υπόθεση των φρεγατών θα έχει την ευκαιρία να τοποθετηθεί σε νέα βάση. Το να “σκουπίσει” κάποιος όλα τα ναυπηγεία μπορεί να έχει οικονομική λογική, θα πρέπει όμως να εξεταστεί με σαφήνεια και στο επίπεδο των εναλλακτικών δυνατοτήτων που χρειάζεται η χώρα, προς αποφυγή αποκλειστικής εξάρτησης από τον οποιονδήποτε “έναν”.
Εάν δε έχει επιτευχθεί και κάποια λύση… “αγοράς χρόνου” και στα ναυπηγεία, όπου τα δικά μας εγκλήματα δεκαετιών -και μόνον αυτά- ευθύνονται για τα αδιέξοδα, τότε τα δεδομένα του προβλήματος “φρεγάτες” θα είναι επίσης διαφορετικά. Κι εάν αποφασίσουμε επιτέλους να κάνουμε μακροπρόθεσμο σχεδιασμό των αναγκών, τότε πάντα θα υπάρχουν πρόθυμοι υποψήφιοι προμηθευτές.
Πιθανότατα όλοι οι σημερινοί. Σε εποχές ισχνών αγελάδων για τους εξοπλιστικούς προϋπολογισμούς, με τα συστήματα τεχνολογίας αιχμής να συμπιέζουν καθοδικά τις οροφές των κύριων οπλικών συστημάτων Κλάδων παγκοσμίως, ουδείς μένει ασυγκίνητος από ένα πρόγραμμα με σαφές επιχειρηματικό και επιχειρησιακό πλαίσιο. Πάντα όμως με την προϋπόθεση της δικής μας συνέχειας και συνέπειας. Ίσως τελικά αυτό να είναι το μεγάλο ζητούμενο…