Από: doureios.com - Σάββας Δ. Βλάσσης
Μετά την επιβολή κυρώσεων βάσει της νομοθεσίας CAATSA στις 14 Δεκεμβρίου 2020 από την Ουάσιγκτον, η Τουρκία άρχισε επισήμως την εκστρατεία νομικών επιχειρημάτων για να ακυρώσει την πολιτική απόφαση των ΗΠΑ. Για τον σκοπό αυτό, ανέθεσε στις 1 Φεβρουαρίου 2021 σύμβαση διαρκείας 6 μηνών στην νομική εταιρεία Arnold & Porter Kaye Scholar LLP για υπηρεσίες στρατηγικών και νομικών συμβουλών στην τουρκική Προεδρία Αμυντικής Βιομηχανίας και τις τουρκικές εταιρείες προκειμένου να παραμείνουν στο πρόγραμμα JSF. Η νομική εταιρεία θα έλθει σε επαφή με αμερικανικές εταιρείες και μετόχους που συμμετέχουν στο πρόγραμμα JSF, για να προωθήσει τα τουρκικά συμφέροντα που εξυπηρετούνται από την παραμονή σε αυτό. Επιπλέον, ο νομικός οίκος θα παρακολουθεί την επιβολή εμπορικών κυρώσεων και τους ελέγχους εξαγωγών που επιβάλλονται από το αμερικανικό κράτος και είναι σχετικοί με την υπόθεση.
Επιδίωξη με αυτή την κίνηση είναι η άρση των κυρώσεων μέσα από άσκηση νομικής πιέσεως και προβολής των τουρκικών θέσεων ώστε να ενισχυθεί η αντίδραση των εμπορικών εταίρων του προγράμματος προς το αμερικανικό πολιτικό σύστημα. Τα προβλήματα, από διαδικαστικής πλευράς, με τα οποία βρίσκεται αντιμέτωπη η Τουρκία όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα, είναι κατά σειρά:
α) Η πλήρης εφαρμογή του Άρθρου 231 της CAATSA, όπως απείλησε η Ουάσιγκτον στις 14 Δεκεμβρίου 2020.
β) Η αποπομπή των τουρκικών εταιρειών που συμμετέχουν στο πρόγραμμα παραγωγής του F-35 μετά το 2022.
γ) Η αναστολή παραδόσεων των αεροσκαφών.
Η Τουρκία καλλιεργεί ένα κλίμα αυτοπεποιθήσεως, παρουσιάζοντας τις εναλλακτικές επιλογές στις οποίες μπορούσε να καταφύγει. Απειλεί με δεύτερη προμήθεια S-400 από την Ρωσία, ενέργεια η οποία θα συνιστούσε αυτοκτονία αλλά κατά βάση παρουσιάζει το ήδη ενεργοποιημένο πρόγραμμα αναπτύξεως εθνικού μαχητικού αεροσκάφους (MMU). Επειδή όμως το τελευταίο αναμένεται να καταστεί τεχνολογικώς και επιχειρησιακώς ώριμο σε δέκα έτη από σήμερα, η επιστροφή στο F-35 μέσω μιας συμβιβαστικής λύσεως στο θέμα του S-400, είναι από στρατιωτικής απόψεως η πιο ρεαλιστική επιλογή. Φυσικά το θέμα δεν είναι μόνο στρατιωτικό αλλά και πολιτικό, εξαιτίας της εμπλοκής της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας στο πρόγραμμα F-35.
Για το πρόγραμμα MMU, έχουν δημοσιοποιηθεί αρκετά ενδιαφέροντα στοιχεία και ο οδικός χάρτης του είναι πιο ξεκάθαρος. Στις 3 Αυγούστου 2020, ο Γενικός Διευθυντής της TUSAŞ Τεμέλ Κοτίλ αναφέρθηκε στην ανέγερση νέου εργοστασίου επιφανείας 63.000 τ.μ. για την παραγωγή του MMU. Στην νέα εγκατάσταση που θα περιλαμβάνει υπόστεγο, αεροδυναμική σήραγγα και κέντρο αλεξικέραυνων δοκιμών, θα δημιουργηθούν 3.000 θέσεις εργασίας.
Το MMU θα εξελιχθεί με σταδιακή ενσωμάτωση εγχωρίων ικανοτήτων και τεχνολογιών σε διαδοχικά Block που θα αναπτυχθούν. Το πρώτο πρωτότυπο θα ανήκει στο αρχικό Block 0 και σχεδιάζεται να παρουσιασθεί στις 18 Μαρτίου 2023, κατά τον εορτασμό των 100 ετών της Τουρκικής Δημοκρατίας. Οι δοκιμές εδάφους θα διαρκέσουν τουλάχιστον δύο έτη πριν την παρθενική πτήση του.
Συνολικώς για την αναπτυξιακή φάση θα κατασκευαστούν 7 πρωτότυπα, τριών διαφορετικών Block και 32 αεροσκάφη Block 1/2 ενώ ο τύπος θα προσφέρεται στις εκδόσεις A, B και C.
Η διαμόρφωση Block 0 δεν θα ενσωματώνει ικανότητες stealth, ούτε ραντάρ AESA και άλλα υποσυστήματα, όπως η διαμόρφωση πανοραμικής οθόνης στο κόκπιτ, τα σκέλη προσγειώσεως ενώ θα φέρονται αμερικανικοί κινητήρες F110-GE-129Ε. Το Block 0 θα εμπίπτει στην κατηγορία μαχητικών 4++ Γενιάς.
Τα πρωτότυπα Block 1 θα ενσωματώνουν χαρακτηριστικά μαχητικών 4,5 Γενιάς και ικανότητα συντήξεως δεδομένων αισθητήρων ενώ θα είναι διαμορφώσεως αεροπορικής υπεροχής. Τα Block 1 αναμένεται να τεθούν σε υπηρεσία το 2029 και να κηρυχθεί από πλευράς Τουρκικής Αεροπορίας η Αρχική Επιχειρησιακή Ικανότητα (ΙΟC) στον τύπο. Για την φάση αυτή, θα έχουν κατασκευαστεί 12 αεροσκάφη.
Η διαμόρφωση Block 2 θα εμπίπτει στην κατηγορία των μαχητικών 5ης Γενιάς, θα έχει ικανότητα πολλαπλών αποστολών και θα φέρει εγχώριας αναπτύξεως κινητήρες, ηλεκτρονικά και υποσυστήματα. Η έναρξη παραδόσεων τοποθετείται το 2031 και η κήρυξη Πλήρους Επιχειρησιακής Ικανότητος (FOC) μέχρι την εκπνοή του έτους αυτού. Για την υλοποίηση και αυτής της φάσεως, θα κατασκευαστούν 20 αεροσκάφη.
Όλα αυτά φυσικά θα ισχύσουν, στην περίπτωση που εξελιχθούν ομαλά τα πράγματα σε επίπεδο οικονομίας, βιομηχανικών συνεργασιών και τεχνολογικών προκλήσεων.
Μέχρι την FOC, θα έχουν επενδυθεί συνολικώς 8,6 δισ. $ ενώ επιπλέον 14 δισ. $ θα απαιτηθούν ώστε το αεροσκάφος να τεθεί σε σειριακή παραγωγή, με δυνατότητα κατασκευής ετησίως 24 αεροσκαφών. Χώρες που εμφανίζονται να έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον για το πρόγραμμα, είναι το Αζερμπαϊτζάν, η Ινδονησία, το Κατάρ, η Μαλαισία και το Πακιστάν, στοιχείο το οποίο σημαίνει ότι η Τουρκία αποβλέπει στην εφαρμογή ενός προγράμματος σύμφωνα με τις γραμμές του JSF προκειμένου να επιτύχει συγκράτηση κόστους και οικονομίες κλίμακος.