Από: kathimerini.gr - ΒΑΣΙΛΗΣ ΝΕΔΟΣ
Από την επομένη της άφιξής του στην Τανάγρα και για δύο χρόνια, έως τον Ιούλιο του 1977, ο Αλέξανδρος Μαμάης έγινε ο πρώτος της Μοίρας Παντός Καιρού (ΜΠΚ) 342 με την ονομασία «Σπάρτη», έμβλημα τον Λεωνίδα και μότο το «Μολών Λαβέ». Τον Οκτώβριο του 1975, παρουσία του τότε υπουργού Εθνικής Αμυνας Ευάγγελου Αβέρωφ, πραγματοποιήθηκε και η επίσημη τελετή ένταξης των πρώτων αεροσκαφών της ΜΠΚ 342. Το σύνολο των αεροσκαφών είχε παραδοθεί έως το 1978. Ωστόσο, όπως θυμάται ο κ. Μαμάης ήδη από τον Μάιο του 1976 η ΜΠΚ 342 ήταν πλήρως επιχειρησιακή, με χειριστές και τεχνικούς ετοιμοπόλεμους. Τα πρώτα αεροσκάφη εντάχθηκαν άμεσα στον επιχειρησιακό ρόλο τους (Readiness) και συμμετείχαν στο σύνολο των προγραμματισμένων ασκήσεων. Τα Mirage F-1CG παρότι είχαν ως βάση την 114 Π.Μ. στην Τανάγρα βρίσκονταν παντού στο Αιγαίο. Από την 130ή Σμηναρχία Μάχης (Σ.Μ.) στη Λήμνο και την 135η Σ.Μ. στη Σκύρο έως την 126η Σ.Μ. στο Ηράκλειο και την 134η Σ.Μ. στη Σαντορίνη, ήταν πάντα τα τελευταία που προσγειώνονταν μετά τις αποστολές αναχαίτισης.
Προτού ο κ. Μαμάης μεταβεί στη Γαλλία το 1975 για να εκπαιδευθεί αρχικά σε θεωρητικό επίπεδο (με τη χρήση προσομοιωτών πτήσης) στη Ρενς και εν συνεχεία σε πραγματικές συνθήκες στο Μον-ντε-Μαρσάν με το Mirage F-1, είχε περίπου δεκαπέντε χρόνια σε F-86E. Η εμπειρία της μετάβασης, τότε, στο νέο αεροσκάφος, το Mirage F-1 ήταν, όπως περιγράφει, αποκαλυπτική, ιδιαιτέρως δε αφού ο τύπος αυτός είχε ενταχθεί μόλις πριν από δύο χρόνια στη γαλλική αεροπορία. Ως εκ τούτου το «κρας τεστ» αυτού του αεροσκάφους έγινε στο Αιγαίο. «Γενικά η ένταξή του στην Π.Α. έφερε μια διαφορετική φιλοσοφία από την υπάρχουσα, διαφορετικά όπλα και τεχνογνωσία σε πολλούς τομείς», λέει ο κ. Μαμάης, φέρνοντας, μάλιστα, ως παράδειγμα την ύπαρξη προηγμένου (για την εποχή) ραντάρ και αυτόματο πιλότο. Το Mirage F-1 ήταν το πρώτο μαχητικό της Π.Α. που διέθετε συστήματα που ήταν άγνωστα έως τότε και στις δύο πλευρές του Αιγαίου. Διέθετε συσκευές προειδοποίησης εγκλωβισμού από εχθρικά ραντάρ τύπου ALR-66, ραντάρ τύπου Cyrano IV, ενώ ο αυτόματος πιλότος και το σύστημα ελέγχου πτήσεως (FCS) αποτελούσαν τεχνολογίες αιχμής που δεν ξεπεράστηκαν παρά μόνο τη δεκαετία του ’80 (τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την ισορροπία δυνάμεων Ελλάδας – Τουρκίας). Ο ίδιος ο κ. Μαμάης επισημαίνει ως «εντυπωσιακό» το γεγονός ότι «παρά την εκτεταμένη πτητική του εκμετάλλευση, δεν παρουσίασε κανένα δομικό πρόβλημα». Οι «άριστες πτητικές επιδόσεις» του, σύμφωνα με τον κ. Μαμάη, δεν ήταν θεωρητικές αλλά είχαν δοκιμαστεί επανειλημμένως πάνω από το Αιγαίο. Οπως λέει, θυμάται αρκετές εμπλοκές. Ωστόσο, «όποια εμπλοκή και να υπήρχε το τουρκικό αεροσκάφος που βρισκόταν απέναντι στο Mirage F-1 δεν τα κατάφερνε ποτέ».
Από τις «πατέντες» στην εποχή των Rafale
Ο Αλέξανδρος Μαμάης ήταν ο πρώτος χειριστής της Π.Α. που προσγείωσε στην 114 Πτέρυγα Μάχης στην Τανάγρα το πρώτο από τα σαράντα Mirage F-1CG που θα επιχειρούσαν πάνω από το Αιγαίο για τα επόμενα 28 χρόνια (αποσύρθηκαν οριστικά το 2003).
Σε όσους έχουν εντρυφήσει στην ιστορία της Π.Α. είναι κοινή γνώση ότι η Ελλάδα απαίτησε από τους Γάλλους της Dassault μετατροπή ώστε το Mirage F-1CG να μπορεί να φέρει αμερικανικά βλήματα αέρος-αέρος ΑΙΜ-9 Sidewinder. Παρότι η Ελλάδα αποφάσιζε να προχωρήσει σε αυτή τη στρατηγική επιλογή προμήθειας σαράντα αεροσκαφών τελευταίας τεχνολογίας εκείνης της εποχής, τα όπλα ήταν μια άλλη υπόθεση. Το Mirage F-1CG διέθετε δύο πυροβόλα DEFA 553, ωστόσο είχε έλθει χωρίς βλήματα αέρος-αέρος. Τα αμερικανικά Sidewinder τοποθετήθηκαν στη συνέχεια, συνολικά τέσσερα, δύο σε κάθε πτέρυγα.
Οι πρώτες δοκιμές
Οπως θυμάται ο κ. Μαμάης έγιναν αρκετές δοκιμές έως ότου τα Sidewinder «κουμπώσουν» πάνω στο γαλλικό μαχητικό. Σε μία από τις πρώτες δοκιμές στο πεδίο βολής Ζακύνθου, δύο Mirage F-1, με χειριστές τον διοικητή και έναν ακόμα ιπτάμενο της ΜΠΚ 342, είχαν απογειωθεί για να δοκιμάσουν τον βαθμό σύγκλισης του οπλικού συστήματος με το γαλλικό μαχητικό. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα γαλλικά Mirage F-1 χρησιμοποιούσαν βλήματα αέρος-αέρος εγχώριας ανάπτυξης τύπου MATRA. Ο κ. Μαμάης θυμάται ότι ο χειριστής του δεύτερου μαχητικού με το οποίο πραγματοποιούσαν δοκιμές, αποδέσμευσε τον Sidewinder, που όμως εξερράγη λίγο μετά την εκτόξευσή του. Αποτέλεσμα ήταν τα δύο Mirage F-1 να περάσουν μέσα από τα θραύσματα, δίχως ωστόσο να υποστούν σοβαρές ζημιές. Είναι πραγματικά άξιο παρατήρησης ότι ο κ. Μαμάης, δεκαετίες μετά την αποστρατεία του, αντιμετωπίζει αυτά τα γεγονότα ως περίπου «αναμενόμενα» και φυσιολογικά, ενώ απέφυγε να συζητήσει με την «Κ» για επιχειρησιακές λεπτομέρειες πάνω από το Αιγαίο, παρότι έκτοτε έχουν παρέλθει πάνω από 40 χρόνια. Μια φορά αεροπόρος, πάντα αεροπόρος.
Μάλιστα, σε μία από τις πολλές σχετικές ερωτήσεις, ο κ. Μαμάης περιορίστηκε να μας πει ότι «τα αεροπλάνα πετούσαν 24 ώρες το 24ωρο. Ολο το προσωπικό, ιπτάμενο και τεχνικό, ξεπερνούσε τα όριά του και τελικά με αυτή την προσπάθειά του κατέστησαν το Mirage F-1 φόβητρο των Τούρκων στο Αιγαίο». Κατά τον κ. Μαμάη, «μάρτυρας» της αξιοπιστίας του αεροσκάφους αυτού ήταν ότι οι περισσότεροι ιπτάμενοι της Π.Α. ήθελαν να πετάξουν Mirage F-1CG. Το 2003, όταν έπεσε η αυλαία για το πρώτο από τρεις γενιές Mirage της Π.Α., με περισσότερες από 160.000 ώρες πτήσης, είχε «αποσβέσει» την επένδυση που έκανε το ελληνικό κράτος.
Το πρόγραμμα των Rafale (φωτ.) περιλαμβάνει την υποστήριξη όχι μόνο των 18 σύγχρονων μαχητικών, αλλά και των υφιστάμενων Mirage 2000-5.
Το επόμενο γαλλικό μαχητικό που εντάχθηκε στις τάξεις της Π.Α., το 1988, ήταν το Mirage 2000. Συνολικά 36 μονοθέσια και 4 διθέσια εντάχθηκαν από το 1988 έως και το 1992 στην Π.Α., με δυνατότητα όχι μόνο αποστολών αναχαίτισης αλλά και πληγμάτων κατά πλοίων με πυραύλους τύπου EXOCET (AM-39). Στη συνέχεια, στις αρχές του αιώνα, αποφασίστηκε η αναβάθμιση δέκα αεροσκαφών σε Mirage 2000-5, ενώ αποφασίστηκε και προμήθεια 15 νέων Mirage-2000-5 ICMS Mk-III. Αυτά τα αεροσκάφη αποτελούν ακόμα και σήμερα την «καρδιά» της 114 Π.Μ. στην Τανάγρα. Αυτό που άλλαξε από το 2007 και έπειτα και την παραλαβή τους, είναι ότι παράλληλα ενισχύθηκε και το οπλικό φορτίο τους. Αρχισε η χρήση σύγχρονων βλημάτων τύπου MICA EM/IR, ενώ τέθηκαν και οι βάσεις για την ενσωμάτωση του υποστρατηγικού βλήματος τύπου SCALP.
Επειτα, λοιπόν, από συνολικά 46 χρόνια συνεργασίας ανάμεσα στη γαλλική αεροπορική βιομηχανία και την Ελλάδα, μοιάζει σχεδόν φυσιολογική (αν και δεν ήταν δεδομένη) η ένταξη των 18 Rafale στην Π.Α. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επισήμανε, υποδεχόμενος την υπουργό Ενόπλων Δυνάμεων Φλοράνς Παρλί στο Μέγαρο Μαξίμου, την επί σχεδόν μισόν αιώνα συνεργασία ανάμεσα σε Αθήνα και Παρίσι στον τομέα των μαχητικών αεροσκαφών. Και αυτή τη φορά, ένα γαλλικό μαχητικό, το Rafale, ενισχύει την ελληνική αποτροπή σε ποιότητα. Θα αποτελέσει μια πλατφόρμα που θα περιλαμβάνει τα παλαιότερα όπλα που αναφέρθηκαν ήδη (EXOCET, MICA, SCALP), ενώ θα ενσωματώνει και τον πύραυλο αέρος-αέρος Meteor, με εμβέλεια αρκετών δεκάδων χιλιομέτρων (κατ’ ορισμένες εκτιμήσεις μπορεί να βρει στόχο ακόμα και σε απόσταση 100 χιλιομέτρων).
Το πρόγραμμα των Rafale πέρα από την ταχύτητα με την οποία εξελίχθηκε και πιστώνεται στο επιτελείο του υπουργού Εθνικής Αμυνας Νίκου Παναγιωτόπουλου και τον αρχηγό του ΓΕΑ Γιώργο Μπλιούμη, περιλαμβάνει και τη εν συνεχεία υποστήριξη (FOS) όχι μόνο των 18 σύγχρονων μαχητικών, αλλά και των υφιστάμενων Mirage 2000-5. Πρόκειται για ένα κόστος διόλου ευκαταφρόνητο, το οποίο θα καταστήσει τα 24 υφιστάμενα Mirage 2000-5 πλήρως επιχειρησιακά και διαθέσιμα. Οι παραλαβές των Rafale θα ολοκληρωθούν το 2023. Εως τότε θα φανεί αν η Αθήνα θα προχωρήσει σε προμήθεια ακόμα 6 έως 12 ή αν μέρος του αριθμού των υπόλοιπων 22 αεροσκαφών που προβλέπεται από τη νέα δομή δυνάμεων της Π.Α. κρατηθεί για το μαχητικό πέμπτης γενιάς (F-35). Το μόνο βέβαιο είναι ότι οι δεσμοί ανάμεσα στη Γαλλία και την Π.Α. θα συνεχίσουν να είναι πολύ στενοί.