Περικλής Νεάρχου
Πρέσβυς ε. τ.
Η ΑΟΖ στην οποία αναφέρεται η Άγκυρα, είναι η λεγόμενη "Γαλάζια Πατρίδα", την οποίαν ανεκήρυξε αυθαιρέτως, σε συνδυασμό με την υπογραφή του "Μνημονίου" με την τότε "Κυβέρνηση" Αλ Σάρατζ της Λιβύης. Η Τουρκική δηλαδή πλευρά θέλησε και, πριν το νέο γύρο διερευνητικών συνομιλιών, να στείλει τό γνωστό μήνυμα ότι η ημερήσια διάταξη των συνομιλιών αυτών περιλαμβάνει και όλες τις Τούρκικες αξιώσεις και διεκδικήσεις, άσχετα αν η Ελληνική πλευρά θέλει οι συνομιλίες να περιορισθούν στα θέματα της υφαλοκρηπίδος και της ΑΟΖ, στο πλαίσιο του διεθνούς θαλάσσιου δικαίου.
Θα σημείωνε κανείς, παρεμπιπτόντως, το παράδοξο της Ελληνικής απραξίας, όταν η Τουρκική πλευρά, υπερβαίνοντας κάθε όριο, προχώρησε στην εξαγγελία της "Γαλάζιας Πατρίδας" και ανεκήρυξε, στο πλαίσιο αυτό, ΑΟΖ, πού φτάνει μέχρι τη Λιβύη, αγνοώντας τα δικαιώματα των Ελληνικών νησιών. Η Άγκυρα κατέθεσε μάλιστα στον ΟΗΕ τις συντεταγμένες της διεκδικούμενης απ' αυτήν ΑΟΖ. Η μερική οριοθέτηση ΑΟΖ από την Ελλάδα και την Αίγυπτο, θεραπεύει μερικώς το πρόβλημα. Παραμένει όμως ακέραιο σε σχέση με την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ των νησιών. Παραμένει επίσης το Τούρκο - Λιβυκό Μνημόνιο, στο μέτρο πού εξακολουθεί να το υποστηρίζει το μεταβατικό Λιβυκό καθεστώς, παρά τον εξώφθαλμα παράνομο και άτοπο χαρακτήρα του.
Το γεγονός ότι η Ελληνική πλευρά παραμένει αδρανής και δεν ανακηρύσσει ούτε ΑΟΖ ούτε επεκτείνει τ' α Ελληνικά χωρικά ύδατα σε 12 μίλια Νότια, τουλάχιστον, προς το παρόν, και ΝΑ της Κρήτης, αφήνει την Άγκυρα να παρουσιάζεται ως η μόνη χώρα πού έχει ανακηρύξει ΑΟΖ στην περιοχή και να ζητά από τούς νόμιμους δικαιούχους το "σεβασμό των δικαιωμάτων της". Ο τραγέλαφος αυτός έχει αφετηρία, βεβαίως, τη φοβική παράλειψη από την Ελληνική πλευρά της οριοθετήσεως ΑΟΖ με την Κύπρο.
Τι επιδιώκει τώρα η Άγκυρα, με την πρόσκληση Δένδια; Κατ' αρχήν, για να δείξει στους Ευρωπαίους ότι η Τουρκία δεν αρνείται το διάλογο με την Ελλάδα, πού της συστήνουν επιτακτικά. Για να καθηλώσει, κατά δεύτερο λόγο, την Ελλάδα στην πολιτική αυτή, παρέχοντας εμμέσως στήριξη στους θιασώτες της κατευναστικής πολιτικής στην Αθήνα, στο ίδιο το περιβάλλον του Πρωθυπουργού. Κατά τρίτο λόγο, για να αποτρέψει την Ελλάδα, με την "επίθεση φιλίας" αυτή, να αντιδράσει στη "θετική ατζέντα" πού προτείνουν για την Τουρκία οι Ευρωπαίοι φίλοι της, με επικεφαλής τη Γερμανία.
Ποια είναι αυτή η "θετική ατζέντα"; Μα φυσικά, πρώτο - πρώτο, το θέμα της παράνομης μεταναστεύσεως, πού ο Ερντογάν τη χρησιμοποιεί ως μεγάλο όπλο. Ο τελευταίος ζητά τώρα πολύ περισσσότερα χρήματα και διαπραγματεύεται ορούς, πού θα επιτρέπουν τη συνέχιση, αν όχι τη θεσμοθέτηση και την επιδείνωση του υβριδικού πολέμου πού διεξάγει κατά της Ελλάδος και κατ' επέκταση κατά της Ευρώπης.
Το προτεινόμενο νέο Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, μετά από κυοφορία δύο περίπου χρόνων, είναι δυσμενέστερο ακόμη από το προηγούμενο. Υπό την επίφαση ανούσιων γενικολογιών, διατηρεί και επιδεινώνει την πολιτική των ανοικτών συνόρων. Η επιδείνωση συνίσταται στη δημιουργία κέντρων υποδοχής κοντά στα σύνορα, στα νησιά και στον Εβρο. Σ' αυτά θα γίνεται, υποτίθεται, η διαλογή μεταξύ αυτών πού δικαιούνται ασύλου και αυτών πού δε δικαιούνται και οι οποίοι θα πρέπει λογικά να επαναπροωθηθούν. Στο σημείο αυτό, εισάγεται ως νεωτερισμός η αναγνώριση των Κέντρων αυτών, κατά ένα πλάσμα δικαίου, ως ευρισκομένων εκτός Ευρωπαϊκού, κατά συνέπεια και εκτός εθνικού εδάφους. Τα Κέντρα δηλαδή στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, του Εβρου και ενδεχομένως άλλου, θα θεωρούνται ότι ευρίσκονται εκτός των συνόρων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.
Ο καθένας αντιλαμβάνεται τι σημαίνει αυτό για τη χώρα, την κυριαρχία της και το μέλλον των νησιών. Πολύ περισσότερο, όταν δε διασφαλίζεται καμιά αποτελεσματική λύση για την επιστροφή και απέλαση όσων δεν δικαιούνται ασύλου. Δεν προβλέπεται επίσης καμιά δίκαιη και εγγυημένη κατανομή όσων γίνονται δεκτοί για παροχή ασύλου. Επιπλέον, παραμένουν σε ισχύ, υπό αναθεωρημένη μορφή, οι γνωστοί οροί του Κανονισμού του Δουβλίνου //, περί επιστροφής στην πρώτη χώρα υποδοχής όσων κατορθώσουν να μεταβούν σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, οπού είναι ανεπιθύμητοι.
Η Ισπανία, π. χ., υπέγραψε με το Μαρόκο, σε διμερή βάση, μια συμφωνία για τον έλεγχο των παρανόμων μεταναστών από τις ακτές του. Το Μαρόκο ελέγχει στις ακτές του την παράνομη μετανάστευση και δέχεται πίσω όσους κατορθώσουν να διαφύγουν τον έλεγχό του και να φτάσουν στην Ισπανία. Τα χρήματα πού καταβάλλει η Ισπανία στο Μαρόκο έχουν συγκεκριμένο αντίκρυσμα. Αντί η Ευρωπαϊκή Ένωση να διαπραγματευθεί μια τέτοια συμφωνία με την Τουρκία, έναντι των πολλών δισ. ευρώ πού προσφέρει, αποδέχεται ανοικτά σύνορα με την Τουρκία για τους υποτιθέμενους "πρόσφυγες", πού στη μεγάλη πλειοψηφία τους είναι παράνομοι μετανάστες, και τη δημιουργία μεγάλων Κέντρων Υποδοχής στα Ελληνικά νησιά και στον Εβρο, κοντά στα σύνορα, με καθεστώς γκρίζας ζώνης.
Δε χρειάζεται να είναι κανείς μάντης για ν' αντιληφθεί τι θα συμβεί, εάν σπεύσει η Ελλάδα και αποδεχθεί ένα τέτοιο καθεστώς και μια τέτοια συμφωνία της Ευρώπης με την Τουρκία. Η Άγκυρα, για να παρακάμψει το σκόπελο της Ελλάδος και της Κύπρου, διαπραγματεύεται το θέμα, πίσω από την πλάτη τους, με τη Γερμανία, εκτιμώντας ότι ούτε η Ελλάδα ούτε η Κύπρος θα θελήσουν να φέρουν αντίρρηση και να εμποδίσουν μια "Ευρωπαϊκή" πολιτική. Για την Ελλάδα όμως και την Κύπρο, η πολιτική αυτή είναι ολέθρια. Δεν πρέπει γι' αυτό, με κανένα τρόπο, να δώσουν τη συγκατάθεσή τους, πού θα οπλίσει ακόμη περισσότερο το χέρι του Ερντογάν εναντίον τους. Εάν θέλει η άλλη Ευρώπη συνέχιση της πολιτικής των ανοικτών συνόρων, θα πρέπει να γνωρίζει ότι δεν μπορεί να ζητά από την Ελλάδα να πληρώνει το λογαριασμό, με το επιχείρημα ότι η Ευρώπη δίνει χρήματα στην Ελλάδα για την υποδοχή και την εγκατάστασή τους. Η Ελλάδα δεν είναι για διάλυση και για μετάλλαξη και αντικατάσταση του πληθυσμού της.
Όταν έγινε η μαζική απόπειρα εισβολής στον Εβρο, η Ελλάδα είδε ότι ήταν μονόδρομος η αναστολή εφαρμογής της περιβόητης Ευρωπαϊκής Οδηγίας για τα ανοικτά σύνορα. Αντί να εμμείνει στην πολιτική αυτή, υπεχώρησε στις πιέσεις και επανέκαμψε στο παλαιό καθεστώς. Δεν είναι ποτέ αργά να επιστρέψει στην πολιτική του Εβρου και να εμμείνει σταθερά σ' αυτήν. Δεν είναι δυνατόν η Ελλάδα και η Κύπρος να έχουν ανοικτά σύνορα με μια χώρα, πού απειλεί απροκάλυπτα την εθνική τους ασφάλεια και, στην περίπτωση της Κύπρου, είναι δύναμη εισβολής και κατοχής.
Δεν πρέπει επίσης η Ελλάδα να υποστασιάζεται για τη μεγάλη δήθεν σημασία του Σένγκεν, το οποίο οι Ευρωπαίοι εταίροι επικαλούνται για να έχουν λόγο στον έλεγχο των Ελληνικών συνόρων, πού είναι και Ευρωπαϊκά σύνορα. Το ενδιαφέρον τους, δυστυχώς, γι' αυτά είναι επιλεκτικό. Αντί να ενισχύσουν, όπως θα ανέμενε κανείς και όπως θα ήταν φυσικό, τον έλεγχο των Ελληνικών συνόρων, ουσιαστικά τον υπονομεύουν με την πολιτική των ανοικτών συνόρων και τη μονόπλευρη ανάθεση στην Ελλάδα, ως χώρας υποδοχής, της ευθύνης για τα μετέπειτα προβλήματα.
Εάν υπάρξει ακαμψία από την πλευρά των άλλων εταίρων και εμμονή για την επιβολή στην Ελλάδα "υπεράκτιων" Κέντρων Υποδοχής Μεταναστών, η Ελλάδα δεν πρέπει να διστάσει ακόμη και ενώπιον του ενδεχομένου ν' αποσυρθεί από τη Συμφωνία Σένγκεν. Μπορεί να την αντικαταστήσει με διμερείς συμφωνίες για την κατάργηση της βίζας και για συνεργασία σε θέματα ελεύθερης κυκλοφορίας των υπηκόων των χώρων - μελών. Με την ίδια λογική, μπορεί επίσης να υπογράψει διμερείς συμφωνίες για τον έλεγχο των Ελληνικών - Ευρωπαϊκών συνόρων, με χώρες- μέλη πού συμφωνούν στο σεβασμό της εθνικής κυριαρχίας στον έλεγχο των συνόρων.
Ένα δεύτερο θέμα, πού περιλαμβάνεται στη λεγόμενη "θετική ατζέντα" για την Τουρκία, είναι το Τουρκικό αίτημα για αναβάθμιση της Τελωνειακής Ενώσεως με την Ευρώπη. Το θέμα είναι πολύ σημαντικό για την Άγκυρα, γιατί αυτό μεταφράζεται σε μεγάλα προσδοκώμενα κέρδη, κάθε χρόνο, της τάξεως των 20 δισ. ευρώ. Η Άγκυρα θέτει παραλλήλως και το θέμα της άρσεως της βίζας για όλους τούς Τούρκους υπηκόους. Υπάρχουν όμως μεγάλες αντιδράσεις από πολλές χώρες και δεν φαίνεται πολύ πιθανόν ότι θα ικανοποιηθεί. Αντιθέτως, η Άγκυρα έχει μεγάλες προσδοκίες για την αναβαθμισμένη Τελωνειακή Ένωση. για την οποία οι αποφάσεις μάλλον θα παραπεμφθούν στην επόμενη Σύνοδο του Ιουνίου, όπως, άλλωστε, και συνολικά η λεγόμενη "θετική ατζέντα".
Είναι προφανές ότι η αναβάθμιση της Τελωνειακής σχέσεως της Τουρκίας με την Ευρώπη θα έπληττε άμεσα την Αθήνα, γιατί θα βοηθούσε σημαντικά τις Τούρκικες εξαγωγές στην Ευρώπη, που είναι ευθέως ανταγωνιστικές προς τις Ελληνικές, αλλά και στην ίδια την Ελληνική αγροτο-κτηνοτροφική και άλλη παραγωγή. Δεν είναι επίσης πολύ γνωστό ότι η Άγκυρα επέβαλε στη συμφωνία Τελωνειακής Ενώσεως με την Ευρώπη την εξαίρεση των Ελληνικών γεωργικών προϊόντων, γεγονός πού συνιστά για την Ελλάδα αθέμιτο ανταγωνισμό.
Η πρόσκληση Δένδια στην Άγκυρα έχει σχέση, τέλος, με όσα τεκταίνονται για την Κύπρο και ειδικότερα την Πενταμερή Διάσκεψη, που θα συνέλθει στη Γενεύη, στο τέλος Απριλίου, εν μεσώ της Αγίας Εβδομάδας των Παθών. Ελλάδα και Κύπρος δεν είχαν κανένα λόγο να επισπεύδουν για μια τέτοια Διάσκεψη, πού είναι κυριολεκτικά σημαδεμένη τράπουλα, με πρωταγωνιστές τούς Βρετανούς, υπό τον μανδύα του ΟΗΕ και του χειραγωγούμενου Γ. Γραμματέα του Αντόνιο Γκουτέρες.
Η ενδοτική πολιτική στη Λευκωσία και στην Αθήνα θέτουν την Κύπρο σε θανάσιμο κίνδυνο, απειλώντας με αυτοκατάλυση την Κυπριακή Δημοκρατία, πού είναι το έρεισμα του Κυπριακού Ελληνισμού, και διαγράφοντας ένα άδηλο και ζοφερό μέλλον για τον Ελληνισμό του νησιού.