Η απροσδόκητη μεταβολή που σημειώθηκε στο αγγλικό υπουργείο Εξωτερικών (το οποίο ανέλαβε, τον Σεπτέμβριο του 1822, ο Τζωρτζ Κάνινγκ, μετά την αυτοκτονία του Ρόμπερτ Κάσλερι τον Αύγουστο), προσέδωσε νέο ενδιαφέρον στο ελληνικό ζήτημα.
Από: topontiki.gr - Κώστας Χατζηαντωνίου
Ο Κάσλερι είχε εκφράσει ήδη στον δούκα του Ουέλλιγκτον τη γνώμη ότι «σε μία ντε φάκτο ελληνική κυβέρνηση θα ήταν δύσκολο να αρνηθεί κανείς στοιχειώδη προνόμια εμπολέμου» και ο Ουέλλιγκτον είχε σκεφθεί να μεσολαβήσει στην Πύλη ζητώντας γενική αμνηστία για τους επαναστάτες. Αν η Πύλη αρνείτο δεν θα έμενε παρά η υποστήριξη της ιδέας ενός αυτόνομου ελληνικού κράτους, χωρίς όμως να αναλάβει η Αγγλία άλλες υποχρεώσεις. Ο Κάνινγκ, παρά τη φήμη φιλέλληνα, αρχικά ευνόησε την κατάπνιξη της Επανάστασης και ακύρωσε τα σχέδια Ουέλλιγκτον.
Όμως οι ελληνικές επιτυχίες, η φιλελληνική κίνηση και κυρίως μια σκέψη που κέρδιζε συνεχώς έδαφος, για ένα κράτος – αγγλικό προπύργιο στην ανατολική Μεσόγειο, άλλαξαν τη στάση του και γενικότερα την πολιτική του Λονδίνου.
Παρά τις παραδοσιακές ελληνορωσικές σχέσεις, η Αγγλία είχε και αυτή σοβαρά ερείσματα στον πρώιμο ελληνικό πολιτικό κόσμο. Στηριζόταν στον κύκλο του Αλεξ. Μαυροκορδάτου (Πολυζωΐδης, Ψύλλας, Πραΐδης, Τρικούπης, Λουριώτης) και σ’ έναν πυρήνα Επτανησίων (Ρώμας, Δραγώνας, Στεφάνου, Ζαχαριάδης). Ηγέτης αυτού του ρεύματος ο Μαυροκορδάτος, ο οποίος είχε από νωρίς εκτιμήσει ότι χωρίς τη θετική αγγλική παρέμβαση η Επανάσταση δεν θα μπορούσε να ευοδωθεί.
Γνώριζε ότι η μεγαλύτερη ενόχληση των Άγγλων προερχόταν από το γεγονός ότι τη θεωρούσαν ενταγμένη στα ρωσικά συμφέροντα. Καλλιέργησε έτσι συστηματικά στις επαφές του την ιδέα ενός ελληνικού κράτους – διαδόχου της παρακμάζουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που θα ήταν εγγυητής της σταθερότητας και των αγγλικών συμφερόντων όσο και φράγμα στα ρωσικά σχέδια. Αυτή την προοπτική υπεδείκνυε ο Μαυροκορδάτος ακόμη και στην αλληλογραφία του με τον σύμβουλο του Μέττερνιχ Γκεντς.
Διόλου τυχαία οι φιλέλληνες πολεμιστές εντάσσονταν στον κύκλο του. Ο Μαυροκορδάτος συνετέλεσε να μετατραπεί η βρετανική ρωσοφοβία από μειονέκτημα σε πλεονέκτημα της Επανάστασης, όπως φάνηκε αργότερα, με αποκορύφωμα το 1829, όταν ο πόλεμος Ρωσίας – Τουρκίας έκανε τους Άγγλους να προσανατολιστούν σε ανεξάρτητο και όχι αυτόνομο ελληνικό κράτος.
Κεντρικό ρόλο στην αγγλική μεταστροφή έπαιξε το κίνημα του
φιλελληνισμού, παλαιό φαινόμενο που υπήρχε στην Ευρώπη ως πνευματικό
ρεύμα και έλαβε μεγάλες διαστάσεις με την εκδήλωση της Επανάστασης. Όσοι
λάτρευαν την παιδεία και τα επιτεύγματα ενός λαού αρχαίου,
ενθουσιάστηκαν με τη διαπίστωση ότι οι απόγονοι εκείνου του λαού είχαν
τις ίδιες ηθικές αρετές, την ίδια προσήλωση στην ελευθερία. Ο
φιλελληνισμός αυτός εκδηλώθηκε εμπράκτως με κάθοδο εκατοντάδων εθελοντών
στα πεδία των μαχών αλλά και με την ίδρυση επιτροπών για υποστήριξη,
περίθαλψη και ενίσχυση των αγωνιζομένων με πολεμοφόδια, τρόφιμα, χρήματα
ή και με έργα τέχνης.
Στην Αγγλία η φιλελληνική κίνηση δοξάστηκε με έργα όπως αυτό του Πέρσυ Μπυς Σέλλεϋ, που συνέθεσε το λυρικό δράμα «Ελλάς», στον πρόλογο του οποίου σημείωνε: «Η απάθεια των κυβερνώντων του πολιτισμένου κόσμου απέναντι στην εκπληκτική περίσταση των απογόνων αυτού του έθνους στο οποίο οφείλουν τον πολιτισμό τους, καθώς εγείρεται από τη στάχτη της καταστροφής του, είναι κάτι τελείως ανεξήγητο σε έναν απλό θεατή αυτής της τρομερής σκηνής. Είμαστε όλοι Έλληνες. Οι νόμοι, η φιλολογία, η θρησκεία, οι τέχνες μας, έχουν όλα τις ρίζες τους στην Ελλάδα».
Σύντομα οι Χιώτες έμποροι του Μάντσεστερ, ο Τ. Σ. Χιουζ, ο Ρ.
Τσάτφιλντ, ο λόρδος Έρσκιν, οι έμποροι του Εδιμβούργου και ο Γ. Άλεν με
την «Εταιρεία των Φίλων» οργανώνουν τη φιλελληνική κίνηση, ενώ με τη
συνδρομή του Τζ. Μπόουριγκ και του Εντ. Μπλακουάιαρ θα ιδρυθεί στις
28.2.1823 η «Ελληνική Επιτροπή» του Λονδίνου. Ως εκπρόσωπός της τον
Δεκέμβριο του 1823 ο λόρδος Βύρων φθάνει μαζί με τον Λ. Στάνχοπ στο
Μεσολόγγι για να ενισχύσουν τον Αγώνα. Ακολουθεί η άφιξη του Ουίλλιαμ
Πάρρυ.
Η παρουσία και ο θάνατος του Βύρωνος στην Ελλάδα θα ανοίξει νέα εποχή στο φιλελληνικό κίνημα. Το ενδιαφέρον για το ελληνικό ζήτημα επαναθερμάνθηκε, κανείς δεν μπορούσε πια να το αγνοεί, ενώ με την αποστολή των Σπανιωλάκη, Ορλάνδου και Λουριώτη στο Λονδίνο, για το θέμα του αναγκαίου για τον Αγώνα δανείου, η ελληνική κυβέρνηση προχωρούσε ένα βήμα παραπέρα, ζητώντας μυστικά από τον Κάνινγκ υπόδειξη βασιλέως της αρεσκείας της Αγγλίας. Τότε προτάθηκε για πρώτη φορά ο πρίγκιπας Λεοπόλδος του Σαξ Κόμπουργκ.
Ο Κάνινγκ υποσχέθηκε βοήθεια για έναν ελληνοτουρκικό συμβιβασμό, όχι όμως και για πλήρη ανεξαρτησία. Ο φιλελληνισμός, η ουσιαστική αναγνώριση του ελληνικού αποκλεισμού και το συζητούμενο δάνειο ενίσχυαν θεαματικά το φιλοαγγλικό ρεύμα στην Ελλάδα.
Η εξέλιξη αυτή οδήγησε τη Ρωσία – η οποία ζητούσε να
αποκαταστήσει το τρωθέν γόητρό της, φοβούμενη την αυξανόμενη αγγλική
επιρροή – στη διακοίνωση της 27ης Δεκεμβρίου 1823/ 9ης Ιανουαρίου 1824,
με την οποία εισήγαγε προς συζήτηση «Σχέδιο τριών τμημάτων», με
πρόσκληση προς τις άλλες Δυνάμεις για κοινή επέμβαση προς επικύρωση των
αποτελεσμάτων της Επανάστασης ώστε να αμβλυνθεί το διεθνές κλίμα
αναταραχής. Η Ρωσία πρότεινε τη δημιουργία τριών ηγεμονιών –
πριγκιπάτων: ένα ανατολικό (Θεσσαλία και Ανατολική Στερεά), ένα δυτικό
(Δυτική Στερεά και Δυτική Ήπειρος) και ένα νότιο (Πελοπόννησος και
Κρήτη). Τα νησιά του Αιγαίου θα αποκτούσαν αυτονομία ενώ στις τρεις
ηγεμονίες, φόρου υποτελείς στην επικυρίαρχη Πύλη αλλά με δική τους
σημαία, θα έδρευαν τουρκικές φρουρές με τοπικά δικαιώματα.
Το Σχέδιο έγινε δεκτό, με κάποιες επιφυλάξεις, από τις άλλες
Δυνάμεις, ενώ η Πύλη, ανήσυχη, άρχιζε να εκκενώνει τη Μολδοβλαχία. Ο
Τσάρος διόρισε πάλι πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη, αλλά η Αγγλία άρχισε
να κωλυσιεργεί ως προς την οργάνωση νέου Συνεδρίου, εκμεταλλευόμενη την
απόλυτη αντίδραση της ελληνικής επαναστατικής κυβέρνησης που κατήγγειλε
το ρωσικό Σχέδιο. Η συμφωνία για το πρώτο αγγλικό δάνειο (Φεβρουάριος
1824) επιτάχυνε τις εξελίξεις.
Οι ριψοκίνδυνοι χρηματιστές και ομολογιούχοι του Σίτυ θα επένδυαν σε ένα νέο δυναμικό κράτος. Μπορεί από το πρώτο δάνειο (πέραν των τοκογλυφικών όρων), μόνο 298.700 από τις 800.000 λίρες να έφθασαν στην Ελλάδα (όπου σπαταλήθηκαν προς υποστήριξη των αγγλόφιλων στον εμφύλιο πόλεμο), μπορεί από το δεύτερο δάνειο (αφαιρουμένων των λογιστικών κρατήσεων), μόνο 816.000 από τη συμφωνία των 2.000.000 λιρών να δόθηκαν στην Ελλάδα, μπορεί και τα δύο να τα διαχειρίστηκαν οι πιστωτές, ωστόσο η πολιτική τους σημασία ήταν τεράστια. Το Λονδίνο είχε πλέον ζωτικό συμφέρον να υπάρξει ελληνικό κράτος.