Από: menshouse.gr
Καμία όμως μεμονωμένη έκρηξη – αποκύημα των βομβαρδισμών της Λουτβάφε, δεν ήταν τόσο ισχυρή όσο αυτή που συνέβη 39 χρόνια μετά στη Σούδα και αποτελεί έως και σήμερα την πιο σφοδρή εν καιρώ ειρήνης σε κατοικημένη περιοχή στην Ελλάδα.
Το πρωί της 2ας Οκτωβρίου του 1979 το λιμάνι της Σούδας συνταράχθηκε από την έκρηξη του πλοίου «Πανορμίτης». To μότορσιπ ήταν δεμένο στην προβλήτα, μπροστά από την κεντρική πλατεία και μετέφερε 500 φιάλες με υγραέριο, 4,5 τόνους σίδερα, ενώ στα αμπάρια του υπήρχαν κιβώτια με δυναμίτιδα και βαρέλια γεμάτα βενζίνη. Από την ισχύ της έκρηξης το πλοίο – κυριολεκτικά – εξαφανίστηκε και τμήματα του βρέθηκαν εκατοντάδες μέτρα μακριά, ενώ το φορτίο του εκτοξεύθηκε σε ακτίνα 3 χιλιομέτρων καταστρέφοντας σπίτια, καταστήματα, αυτοκίνητα και δημόσιες υποδομές.
Αρχικά εκδηλώθηκε φωτιά και λίγα λεπτά αργότερα σημειώθηκε η έκρηξη, «σηκώνοντας» το πλοίο στον αέρα. Η έκρηξη έγινε αισθητή σε απόσταση 6 χιλιομέτρων μέχρι το δυτικό τμήμα της πόλης των Χανίων, το οποίο βίωσε την αίσθηση μιας ισχυρής δόνησης.
Ένας άνθρωπος έχασε τη ζωή του και 138 τραυματίστηκαν, εκ των οποίων οι τρεις ακρωτηριάστηκαν. Αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες θυμούνται ακόμα και σήμερα ότι σαν από θαύμα δεν υπήρξαν περισσότερα θύματα. Μία ώρα νωρίτερα είχαν αποβιβαστεί όλοι οι επιβάτες και τα οχήματα του πλοίου της γραμμής Πειραιάς – Σούδα. Η αυλή ενός σχολείου στην περιοχή γέμισε με πυρακτωμένα αντικείμενα, φιάλες και λαμαρίνες, ενώ όπου υπήρχε χόρτο είχε πάρει φωτιά. Μόλις 5 λεπτά πριν τα παιδιά είχαν μπει στις τάξεις για να ξεκινήσουν το μάθημα.
«Ώρα εννιά παρά τέταρτο το πρωί. Μια έκρηξη ισχυρή, ασυνήθιστη, συνταράσσει ολόκληρη την πόλη των Χανίων. Καταστήματα, σπίτια αυτοκίνητα, ηλεκτρικά και τηλεπικοινωνιακά δίκτυα έχουν καταστραφεί σε ποσοστό 50% μέχρι 100%», ανέφεραν την επομένη στο πρωτοσέλιδό τους τα «Χανιώτικα Νέα», καθώς η Σούδα έμοιαζε με βομβαρδισμένο τοπίο. Ανυπολόγιστες ήταν οι υλικές ζημιές, ενώ η περιοχή κηρύχτηκε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και γέμισε από γιατρούς, νοσηλευτικό προσωπικό και εθελοντές, που έσπευσαν να δώσουν αίμα για τους τραυματίες.
Ο τοπικός Τύπος φιλοξένησε δηλώσεις του Φανούρη Χαραμή, καπετάνιου του ρυμουλκού «Αρχιπέλαγος», το οποίο λίγα λεπτά πριν από την έκρηξη βρισκόταν σε απόσταση 150 μέτρων από το μοιραίο μότορσιπ: «Επειδή ήξερα ότι το μότορσιπ είχε εύφλεκτα υλικά, δυναμίτες και τέτοια, μόλις είδα τη φλόγα και τους καπνούς, έδωσα εντολή να τραβηχτούμε προς τ’ ανοιχτά. Μετά από 10-12 λεπτά και τρεις – τέσσερις μικροεκρήξεις, έγινε ο χαλασμός. Λες και έπεσε ατομική βόμβα. Ο καπνός σκέπασε τη θάλασσα και τη στεριά. Κλείσαμε τα μάτια μας, πέσαμε μπρούμυτα με τα χέρια στο κεφάλι για να γλιτώσουμε. Τα κομμάτια από τα σίδερα έπεφταν βροχή γύρω μας. Υπεύθυνοι για όλα αυτά που έγιναν είναι εκείνοι που αφήνουν να έρχονται στο λιμάνι καράβια με τέτοιο φορτίο».
Οι υπεύθυνοι παρέμειναν «αόρατοι», η έρευνα δεν έφτασε ποτέ σε βάθος και ευθύνες δεν έχουν αποδοθεί έως… σήμερα. Δεν δόθηκαν καν ακριβείς απαντήσεις σε δύο βασικά ερωτήματα: ποιος ήταν ο προορισμός του φορτίου και αν αυτό περιείχε (και) πυρομαχικά. Η μαρτυρία μιας κατοίκου της περιοχής, σύμφωνα με την οποία το σπίτι της καταστράφηκε από πτώση βλημάτων, ενίσχυσε την έντονη φημολογία περί μεταφοράς πολεμικού υλικού. Ή κυβέρνηση (του Κωνσταντίνου Καραμανλή) κλήθηκε στη Βουλή να λογοδοτήσει για το συγκεκριμένο ζήτημα μέσω σχετικών ερωτήσεων βουλευτών της αντιπολίτευσης, αλλά ξεκάθαρη απάντηση δεν δόθηκε ποτέ.
Υπό την πίεση των δημοσιογράφων ο τότε Νομάρχης Χανίων επιβεβαίωσε άθελα του (;) την ύπαρξη πυρομαχικών στο πλοίο, λέγοντας ότι παραλήπτης τους θα ήταν η ΜΟΜΑ (Μικτών Ομάδων Μηχανημάτων Ανασυγκρότησης) Ηρακλείου. Ωστόσο ο διοικητής της 5ης Μεραρχίας Χανίων τον διέψευσε, λέγοντας ότι «η ΜΟΜΑ Ηρακλείου δεν επρόκειτο να παραλάβει εκρηκτικά όπως του αναφέρθηκε».
Βάσει των αποδεικτικών εγγράφων του πλοίου που σκορπίστηκαν στην… προκυμαία, αποκαλύφθηκε ότι το ίδιο καράβι είχε μεταφέρει «εκρηκτικά και το 1974 στο Πεδίο Βολής του ΝΑΤΟ», όπως έγραψαν τα «Χανιώτικα Νέα».
Ο «φάκελος» της υπόθεσης έκλεισε πάντως άρον – άρον, πιθανότατα σε μία ακόμη περίπτωση συγκάλυψης «ατυχήματος» στρατιωτικού χαρακτήρα, απ’ αυτά που οι υπεύθυνοι τους αθωώνονται στο βωμό της αναγκαιότητας παράπλευρων απωλειών…
Φωτογραφίες: Αρχείο Σταύρου Μυριδάκη