Το ποδόσφαιρο είναι, κατά το γνωστό ευφυολόγημα, ένα άθλημα στο οποίο συμμετέχουν 22 παίκτες και στο τέλος κερδίζουν οι Γερμανοί. Κάπως παρόμοια και η τουρκική πολιτική ζωή είναι ένα άθλημα στο οποίο συμμετέχουν πολλοί διαφορετικοί παίκτες, σε εναλλασσόμενη διάταξη, και στο τέλος κερδίζει ο Ερντογάν.
Από: capital.gr - Του Κώστα Ράπτη
Η δημόσια επιστολή 104 απόστρατων αξιωματικών του τουρκικού Πολεμικού Ναυτικού με την οποία καταγγελόταν η φιλολογία περί απόσυρσης της Τουρκίας από τη Σύμβαση του Μοντρέ (1936) για το καθεστώς των Στενών, αλλά και η γενικότερη απομάκρυνση των ενόπλων δυνάμεων από τις ιδρυτικές αρχές του Κεμάλ Ατατούρκ, προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση στους κυβερντώντες την γείτονα, αλλά απαντήθηκε με την αλάνθαστα ερντογανική μέθοδο. Ήδη δέκα από τους υπογράψαντες συνελήφθησαν και οι υπόλοιποι προγραμματίζεται να κληθούν, μέχρι τον τελευταίο, για ανάκριση. Το κυβερνών κόμμα σημαίνει τον συναγερμό για "πραξικοπηματίες”, οι οποίοι επιχειρούν να αναβιώσουν το προβληματικό παρελθόν που ηττήθηκε τελειωτικά με την αποτυχία της απόπειρας πραξικοπήματος του 2016, ενώ χρεώνουν την πρωτοβουλία των "104” (όπως άλλωστε συνηθίζουν με οποιονδήποτε αντιπολιτευόμενο θέτουν εκτός νομιμότητας) στην "φετουλαχιστική τρομοκρατική οργάνωση”, ήτοι το δίκτυο του εξόριστου στην Πενσιλβάνια πρώην συμμάχου και νυν μεγάλου αντιπάλου του Ερντογάν, ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν.
Μόνο για γκιουλενιστές δεν μοιάζουν ωστόσο οι συλληφθέντες, αν κρίνουμε από το γεγονός ότι ανάμεσά τους περιλαμβάνεται ο ναύαρχος ε.α. Τζεμ Γκιουρντενίζ, θεωρούμενος ως πνευματικός πατέρας του δόγματος της "Γαλάζιας Πατρίδας” και συλληφθείς παλαιότερα στο πλαίσιο της υπόθεσης "Εργκένεκον”. Για την ακρίβεια, πρόκειται για εκπροσώπους της τάσης των λεγόμενων "ευρασιατιστών”, ήτοι αντιδυτικών κεμαλιστών οι οποίοι συμμάχησαν με τους κυβερνώντες για την καταστολή του πραξικοπήματος του 2016 και είδαν έκτοτε τις μετοχές τους να ανεβαίνουν.
Όπως παλαιότερα το δίκτυο του Γκιουλέν είχε καταλυτικό ρόλο για το "ξεδόντιασμα” του παλιού στρατογραφειοκρατικού κεμαλιστικού κατεστημένου (το οποίο μέχρι και το 2007 φλέρταρε με την ιδέα της απαγόρευσης του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης) για να στοχοποιηθεί από τον πρώην σύμμαχό του μόλις η κοινή νίκη τους έθεσε σε νέες βάσεις το ζήτημα της νομής της εξουσίας, έτσι και οι "ευρασιατιστές” ήρθε η ώρα, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, να πληρώσουν το τίμημα της συμβολής τους στην ήττα των γκιουλενιστών, προκειμένου μόνος κυρίαρχος να απομείνει ο Ερντογάν, χωρίς συνεταίρους. Πόσω μάλλον που ο ισχυρός άνδρας της Άγκυρας (εξαιρετικά επιδέξιος στο να καλλιεργεί την πόλωση επί τη βάσει διαχωριστικών γραμμών που αλλάζει συχνά, όπως και τις συμμαχίες του) διαπραγματεύεται τη στιγμή αυτή την αποκατάσταση των σχέσεών του με την Ουάσιγκτον για την οποία οι "ευρασιατιστές” αποτελούν εμπόδιο.
Αποτελεί ανοικτό ερώτημα αν η επιστολή των "104” αποτελεί προάγγελο περαιτέρω κινήσεων και αποτυπώνει κάποια απήχησή τους σε ενεργεία αξιωματικούς των ενόπλων δυνάμεων και ευρύτερα στην κοινωνία ή απλώς συνιστά χειρονομία απελπισίας εν μέσω της περιθωριοποίησής τους στον "πόλεμο των διαδρόμων”, όπως αυτή είχε διαφανεί ήδη πέρσι με την αβρόχοις ποσί αποστράτευση του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού ναυάρχου Γιαϊτζί.
Σε κάθε περίπτωση, το χαρτί της καταγγελίας επίδοξων "πραξικοπηματιών” εξακολουθεί να προσφέρει πολιτικό πλεονέκτημα στον Ερντογάν.
Η αφορμή πάντως της δημόσιας εμφάνισης των "104”, ήτοι η φιλολογία περί ενδεχόμενης απόσυρσης από τη Σύμβαση του Μοντρέ (με τον ίδιο τρόπο, όπως επεσήμανε ο πρόεδρος της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης Μουσταφά Σεντόπ, που η χώρα πρόσφατα αποσύρθηκε από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης για τα δικαιώματα των γυναικών), δίνει στους κυβερνώντες την ευκαιρία να εντείνουν τις πιέσεις στον Εκρέμ Ιμάμογλου. Ο προσκείμενος στην αντιπολίτευση επικεφαλής του μητροπολιτικού δήμου της Κωνσταντινούπολης καταγγέλλει για οικονομικούς και περιβαλλοντικούς λόγους το αγαπημένου φαραωνικό σχέδιο του Ερντογάν για τη δημιουργία μιας διώρυγας προς την οποία θα εκτρέπεται η θαλάσσια κυκλοφορία του Βοσπόρου. Είναι αυτό ακριβώς το σχέδιο το οποίο, πέρα από τα έσοδα που θα προσφέρει με την καθιέρωση τελών διέλευσης, καθιστά άνευ αντικειμένου τη Σύμβαση του Μοντρέ, όπως επισήμαναν οι αντιδρώντες απόστρατοι ναύαρχοι, περιπλέκοντας αφάνταστα το ερώτημα της πρόσβασης της Ρωσίας στις ανοικτές θάλασσες, αλλά και της πρόσβασης πολεμικών πλοίων τρίτων χωρών στον Εύξεινο Πόντο.