Από: doureios.com - Σάββας Δ. Βλάσσης
Κατ’ αρχάς, ο Θάνος Ντόκος, εμμέσως πλην σαφώς άφησε να εννοηθεί ότι οι μόνες προτάσεις που έχουν ειδικό πολιτικό βάρος και προφανώς συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον της ελληνικής κυβερνήσεως, από πολιτικής απόψεως πάντα, είναι αυτές των ΗΠΑ και Γαλλίας. Όπως εξήγησε είναι οι μόνες “οι οποίες θα μπορούσαν θεωρητικά να παράσχουν γεωπολιτικά ανταλλάγματα“ επειδή η Γαλλία τοποθετείται στο πλαίσιο της ιδέας της Ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας που είναι κάτι που ενδιαφέρει την Ελλάδα ενώ η υπερδύναμη έχει παρουσία στην περιοχή. Στην πρώτη περίπτωση υπάρχει ο κίνδυνος να μην αποκτήσει ποτέ την απαραίτητη δυναμική ο στόχος της Γαλλίας για Ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία ενώ το ότι οι ΗΠΑ δεν κρύβουν ότι εξακολουθούν να θεωρούν στρατηγικά την Τουρκία πολύ σημαντική, δεν αποκλείεται να ακυρώσει τα όποια οφέλη από μια ελληνοαμερικανική προσέγγιση.
Ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας ανέφερε πως είναι προφανές ότι σε ΕΕ και ΝΑΤΟ, οι ίδιες χώρες που μπορεί να είναι εταίροι σε κάποια πράγματα, είναι δυνατό να είναι ανταγωνιστές σε κάποια άλλα. Συνεπώς, “κανείς πρέπει να κινηθεί προσεκτικά γιατί θα υπάρχουν οπωσδήποτε αντιδράσεις αν επιλέξουμε το Α κι όχι το Β“.
Τα ανταλλάγματα που μπορεί να εξασφαλίσει η χώρα από το πρόγραμμα φρεγάτας είναι:
Μια αναβάθμιση των σχέσεων με την χώρα που θα επιλεγεί.
Εξασφάλιση οπλικών συστημάτων άλλων κατηγοριών, σε πολύ καλές τιμές, ενδεχομένως μεταχειρισμένα.
Εγγυήσεις ασφαλείας.
Ως προς το τελευταίο, αποσαφήνισε ότι “ουδείς πολεμάει για άλλον ή τους πολέμους άλλων εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις“. Μπορεί να έλθει κάποιος να πολεμήσει μαζί σου αλλά αυτό δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση και στο υποθετικό σενάριο που επιδιωχθεί μια τέτοια δέσμευση, θα πρέπει να αποφευχθούν τυχόν “παραθυράκια” που θα επιτρέψουν στον “πάροχο” να βρει δικαιολογία σε μια κρίσιμη στιγμή για να μην εκπληρώσει τα συμφωνηθέντα. Επί του συγκεκριμένου, ο κ. Ντόκος εξήγησε ότι “η δυσκολία μας γενικότερα με την Τουρκία είναι ότι υπάρχει ένα συνεχές μεταξύ πολέμου και ειρήνης, με πολλά ενδιάμεσα στάδια“. Άρα, σε ένα θερμό επεισόδιο ή μια άλλη κατάσταση, που δεν θα σχετίζεται με ευθεία απρόκλητη επίθεση, ο στρατηγικός εταίρος μπορεί να βρει δικαιολογία για να μην επέμβει.
Είχε σημασία η αναφορά που έκανε ο κ. Ντόκος, ότι όπως αναλύει σε ξένους συνομιλητές του, η Ελλάδα ως μη πλούσια χώρα, δεν έχει περιθώριο λάθος επιλογής που θα υποχρεώσει σε μερικά χρόνια την αγορά μιας άλλης φρεγάτας. Πρέπει στην συγκεκριμένη περίπτωση να κάνει την “best value for money” επιλογή, από όλες τις απόψεις. Κι αυτό επειδή δεν πρόκειται απλώς για μια προμήθεια πλοίων αλλά ένα συνολικό “πακέτο”. Η προσέγγιση αυτή, ενισχύει την γενικευμένη αίσθηση ότι τα επιχειρησιακά κριτήρια των φρεγατών είναι δευτερεύοντα έναντι των πολιτικών στην κρίση της κυβερνήσεως.
Πάντως ο κ. Ντόκος αναφέρθηκε και στην διάσταση της “επόμενης ημέρας”, που ιδανικώς μπορεί να προσεγγισθεί μέσω του υπάρχοντος προβλήματος. “Δηλαδή θα θέλαμε αυτή η αγορά, η επιλογή, να συνδεθεί -αν είναι δυνατόν, δεν είναι δυνατόν σε όλες τις περιπτώσεις- με την επόμενη φρεγάτα που θα θελήσει να αποκτήσει το Ελληνικό Ναυτικό μετά το 2030“, είπε. Η συγκεκριμένη αναφορά “φωτογραφίζει” την προμήθεια στο μέλλον της επομένης φρεγάτας που προέκυψε για το Ναυτικό των ΗΠΑ από το πρόγραμμα FFG(X) ενισχύοντας την γενικότερη αίσθηση ότι στο μυαλό της ελληνικής κυβερνήσεως η προτίμηση στρέφεται σαφώς υπέρ της επιλογής της αμερικανικής υποψηφιότητος.
Φυσικά ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας διευκρίνισε ότι ο ίδιος δεν μπορεί να υπεισέλθει σε τεχνικά ζητήματα, που είναι αρμοδιότητα του Πολεμικού Ναυτικού, το οποίο και θα εισηγηθεί σχετικώς στην κυβέρνηση. Ολοκληρωμένη εικόνα των συνολικών προσφορών όλων των υποψηφίων, αναφέρθηκε ότι θα υπάρχει εντός του επομένου διμήνου. Διαφαίνεται όμως ήδη όπως έχουμε σχολιάσει και παλαιότερα, ότι τα επιχειρησιακά κριτήρια δεν βρίσκονται στον πυρήνα του ενδιαφέροντος της κυβερνήσεως.
Από την πλευρά του ο πρέσβης Αλέξανδρος Μαλλιάς προσέγγισε το ζήτημα της εξετάσεως του πως πολιτεύονται οι σύμμαχοι σε κρίσιμες για εμάς στιγμές, αναφερόμενος στο επίμαχο ζήτημα των εγγυήσεων ασφαλείας. Όπως εξήγησε, υπάρχουν προηγούμενα στον ευρωπαϊκό χώρο όπως η συνθήκη Γαλλίας – Γερμανίας που υπεγράφη στις 19-1-2019, με την οποία συμφώνησαν να συμπαρασταθεί η μία στην άλλη σε περίπτωση πολεμικής αναμετρήσεως που θα απειλήσει το έδαφος της μίας εκ των δύο ενώ η Γαλλία δεσμεύθηκε για την κάλυψη της Γερμανίας με το πυρηνικό της οπλοστάσιο.
Ο κ. πρέσβης, αν και υποστήριξε ότι είναι εκτός ρεαλιστικού πλαισίου να αναμένεις ότι θα πολεμήσει κάποιος άλλος δίπλα σου, ανέφερε ότι υπάρχει προηγούμενο δεσμεύσεων των ΗΠΑ και της Γαλλίας έναντι της Ελλάδος, για παροχή συνδρομής έναντι απειλής εκ Τουρκίας. Το 1975 μεταξύ Καραμανλή και Ζισκάρ ντ’ Εστέν, ενώ στην περίπτωση των ΗΠΑ, τον Απρίλιο του 1976 η επιστολή Κίσιντζερ προς τον Έλληνα ομόλογό του Μπίτσιο, κατ’ απαίτηση του πρωθυπουργού Καραμανλή, που προέβλεπε δέσμευση ότι θα αποτραπεί η προσφυγή Ελλάδος – Τουρκίας στα όπλα και προς αυτή την κατεύθυνση θα πράξουν το παν.
Όπως είπε ο κ. Μαλλιάς, στην πρόσφατη κρίση με την Τουρκία υπήρξαν ισχυρές ενδείξεις μιας καθυστερημένης διπλωματικής παρουσίας των ΗΠΑ με συγκεκριμένα μηνύματα (επίσκεψη Πομπέο Κωνσταντινούπολη και συνάντηση με Οικουμενικό Πατριάρχη χωρίς να έχει καμμία επαφή με Τούρκους αξιωματούχους). Ο ίδιος υποστήριξε πως κρίνει ότι υπάρχουν επαρκή θετικά στοιχεία στην επιστολή Πομπέο προς Μητσοτάκη της 19-1-2020.
Ο κ. Μαλλιάς έδειξε ότι στόχος της κυβερνήσεως είναι εν όψει επαναδιαπραγματεύσεως της MDCA, να μετατραπούν όλα αυτά σε νομική ρήτρα με τις ΗΠΑ. Η MDCA άλλωστε, συνιστά “το πετράδι στο στέμμα των Ελληνοαμερικανικών σχέσεων“, όπως είπε.
Την ενότητα ολοκλήρωσε ο Αντιναύαρχος (ε.α.) Δημήτριος Καβουλάκος ΠΝ, ο οποίος έθιξε ζητήματα στρατηγικής και προγραμματισμού ναυπηγικών προγραμμάτων, βάσει παραμέτρων όπως η ασφάλεια παραγωγής, οι χαμηλότερες τιμές ανταλλακτικών και η τυποποίηση. Όπως είπε χαρακτηριστικώς, “το ερώτημα είναι το ναυτικό πρόγραμμα, όχι το συγκεκριμένο πλοίο“, υπό την έννοια ότι επειδή έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος σε προγραμματισμό, καθώς επί παραδείγματι δεν συνεχίστηκε το πρόγραμμα ναυπηγήσεως των πρώτων 4 φρεγατών ΜΕΚΟ 200, πρέπει να γίνει μια νέα αρχή.
Η στρατηγική οπτική ενός τέτοιου προγράμματος, για τον ναύαρχο σχετίζεται περισσότερο με πλοία και τεχνολογίες που προορίζονται να αντιμετωπίσουν πραγματικές απειλές, συνεπώς υποβάθμισε εντυπωσιακές σχεδιάσεις που όμως δεν ανταποκρίνονται σε πραγματικές ανάγκες. Η φράση του ναυάρχου “ο εταίρος είναι αυτός που σχεδιάζει πλοία για μάχη, για αντίπαλο κοντά σε αυτόν. Αυτό είναι το πρόβλημα που έχει το ΠΝ. Έχει έναν ισοδύναμο αντίπαλο ο οποίος είναι πολύ μεγάλος κι αναθεωρητής“, περιέγραψε ως ιδανικό συνεργάτη τις ΗΠΑ, επειδή σχεδιάζουν το ναυτικό τους για να αντιμετωπίσει την απειλή της Κίνας. Και ολοκλήρωσε: “Η δική μου θέση είναι για τις Ηνωμένες Πολιτείες επειδή έχω διαπιστώσει και ορισμένα πράγματα από το πεδίο. Μπορεί να ακούγεται ένα πλοίο ευρωπαϊκό αλλά αν κοιτάξετε την ομοιοτυπία συστημάτων σε ραντάρ, σε σόναρ, σε πυροβολικό, θα δούμε ότι πάρα πολλά είναι αμερικανικής τουλάχιστον εμπνεύσεως ή κατασκευής. Διότι αυτοί έχουν αμυντικό πρόβλημα“.
Συνοψίζοντας, στην γεωπολιτική διάσταση του προγράμματος νέας φρεγάτας, οι ομιλητές έδειξαν σαφώς να ευνοούν την υποψηφιότητα των ΗΠΑ. Στους κ.κ. Ντόκο και Μαλλιά, θα μπορούσε να τεθεί το ερωτηματικό της αξίας μιας δεσμεύσεως των ΗΠΑ με ρήτρα αμυντικής συνδρομής, όταν επί δεκαετίες η αμερικανική πολιτική δεν έχει εμποδίσει καθ’ οιονδήποτε τρόπο την αύξηση των τουρκικών διεκδικήσεων εις βάρος Ελλάδος και Κύπρου. Προφανώς, απαιτείται η Αθήνα να επικοινωνήσει και να επιδείξει σοβαρότερη και ενεργητική αντί παθητικής, εξωτερική πολιτική.
Στον ναύαρχο, συνάδελφοί του θα μπορούσαν να αντιπαραβάλουν παραδείγματα από το πεδίο, όπως η άρνηση των ΗΠΑ κατά το παρελθόν να αποδεσμεύσουν το βλήμα επιφανείας – αέρος SM2, με αποτέλεσμα να υποχρεωθεί το ΠΝ σε απόσυρση των αμερικανικών αντιτορπιλικών C.F. ADAMS, όταν έληξε το όριο ζωής των SM1. Συνεπώς, ως προς το θέμα της υπό εξέταση ενότητος, η παρατήρηση του ναυάρχου περί αμερικανικής τεχνολογικής υπεροχής, πρέπει να συνοδεύεται εμπράκτως από απρόσκοπτη διαθεσιμότητα προς την Ελλάδα. Και αυτό πιθανώς είναι το μόνο χειροπιαστό αντάλλαγμα που θα εξασφαλισθεί από την ανάθεση στις ΗΠΑ αυτού του μείζονος προγράμματος, μαζί με την επένδυση στην ναυπηγική βιομηχανία και την εμπλοκή της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας.
Στην άκρως ενδιαφέρουσα και πετυχημένη Διαδικτυακή Ημερίδα «NAVAL DEFENCE INNOVATION FORUM 2021» που οργάνωσε το περιοδικό ΠΤΗΣΗ, η δεύτερη θεματική ενότητα προσέγγιζε την Γεωπολιτική Διάσταση του προγράμματος νέας φρεγάτας. Χάρη στην παρουσία του Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας του πρωθυπουργού Θάνου Ντόκου, του πρέσβη Αλεξάνδρου Μαλλιά και του Αντιναυάρχου ε.α. Δημητρίου Καβουλάκου ΠΝ, έγιναν τοποθετήσεις εκ των οποίων σχηματίζεται ένα περίγραμμα της ελληνικής αντιλήψεως για τα ανταλλάγματα που επιδιώκονται σε πολιτικό επίπεδο και μια άποψη για την οπτική της στρατηγικής ναυπηγήσεων στο μέλλον.