Από την πλευρά της οικονομίας δεν υπάρχει καμία αμφιβολία σχετικά με το ότι, οι Η.Π.Α. ευρίσκονται σε πορεία παρακμής – αφού το σύστημα τους έχει αποτύχει πλήρως, ευρισκόμενο επί πλέον στα όρια της κατάρρευσης που θα προκαλούσε μεγάλες κοινωνικές αναταραχές και εξεγέρσεις. Η μη ισορροπημένη αναδιανομή των εισοδημάτων είναι μεγαλύτερη από την αντίστοιχη πριν το κραχ του 1929 και τη Μεγάλη Ύφεση, το δημόσιο και ιδιωτικό χρέος τους τεράστιο, όπως επίσης τα δίδυμα ελλείμματα τους – ενώ οι φούσκες στις αγορές παγίων, ιδίως στις μετοχές, μοναδικές στα ιστορικά χρονικά. Ειδικότερα, το δημόσιο χρέος τους από 108% του ΑΕΠ το 2019 ξεπέρασε το 130% το 2020, έχοντας αυξηθεί κατά 4,21 τρις $ – η μεγαλύτερη αύξηση που έχει σημειωθεί στα ιστορικά χρονικά. Την ίδια στιγμή, η νέα κυβέρνηση σχεδιάζει μέτρα άνω των 5 τρις $ – γεγονός που σημαίνει πως σε ένα ΑΕΠ της τάξης των 21,5 τρις $ θα υπερβούν το 23%, αν και φυσικά σταδιακά στα επόμενα χρόνια. Εκτός όμως από την απορία σχετικά με το πού θα βρεθούν τα χρήματα, ο εφιάλτης της επόμενης ημέρας στοιχειώνει την αμερικανική κυβέρνηση – η οποία γνωρίζει πολύ καλά πως το κραχ που είχε ξεκινήσει ήδη από το Σεπτέμβριο του 2019 από τις αγορές των repos, έχοντας κλιμακωθεί στις αρχές του 2020, αποφεύχθηκε τελικά επειδή κρύφτηκε πίσω από την πανδημία που έδωσε τη δυνατότητα στη Fed να διπλασιάσει τη ρευστότητα, χωρίς να προκληθεί υπερπληθωρισμός και μαζική φυγή από το δολάριο. Στα πλαίσια αυτά, το στρατιωτικό βιομηχανικό σύμπλεγμα που στην ουσία κυβερνάει τη χώρα, φαίνεται πως έχει επιλέξει τη σύγκρουση με τη Ρωσία και με την Κίνα, για να αποφύγει την κατάρρευση – ενώ από την άλλη πλευρά ούτε η Κίνα, ούτε η Ρωσία είναι πρόθυμες να υποχωρήσουν, αποδεχόμενες την αμερικανική μονοκρατορία, με τον ψυχρό πόλεμο μεταξύ τους να μαίνεται. Ως εκ τούτου, οι συνεχιζόμενες προειδοποιήσεις του προέδρου Putin, όσον αφορά τον κίνδυνο να ξεσπάσει ένας παγκόσμιος πόλεμος, φαίνονται ρεαλιστικές – ελπίζοντας να αλλάξουν τελικά στάση οι Η.Π.Α., αφού δεν είναι δυνατόν να τον κερδίσουν.
Από: analyst.gr - Βασίλης Βιλιάρδος
Ανάλυση
Ο πρόεδρος Biden, σχεδόν αμέσως μετά την εκλογή του, επιτέθηκε αφενός μεν εναντίον του Putin χαρακτηρίζοντας τον δολοφόνο, αφετέρου κατά του Xo Jinping – στην ουσία προετοιμάζοντας έναν πόλεμο μέσω «πληρεξουσίων», όπου ο μεν ένας είναι η Ουκρανία και ο άλλος η Ταιβάν. Εν προκειμένω, οι Η.Π.Α. ισχυρίζονται πως η Ρωσία και η Κίνα απειλούν τους συμμάχους τους – προσχηματικά φυσικά, για να εντείνουν τις δικές τους προκλητικές ενέργειες, με κίνδυνο να ξεφύγει η κατάσταση από τον έλεγχο και να οδηγηθεί ο πλανήτης σε έναν ολοκληρωτικό πόλεμο μεταξύ πυρηνικών δυνάμεων.
Η συγκεκριμένη στάση των Η.Π.Α. ευρίσκεται σε εξέλιξη για αρκετά χρόνια, αλλά ο σημερινός πρόεδρος έχει οξύνει την επιθετική ρητορική του – χαρακτηρίζοντας επανειλημμένα τη Ρωσία και την Κίνα ως «υπαρξιακές απειλές». Υπηρετώντας το βαθύ αμερικανικό κράτος, το στρατιωτικό βιομηχανικό σύμπλεγμα, ακολουθεί μία πρακτική εχθροπραξιών – συμπεριλαμβανομένης της επιβολής κυρώσεων στη Ρωσία για τον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 2 που θα τη συνδέει με τη Γερμανία, καθώς επίσης στην Κίνα, με την επίκληση αβάσιμων ισχυρισμών για τη γενοκτονία εναντίον των Ουιγούρων της αυτόνομης επαρχίας της Σιντσιάνγκ που αναφέρεται και ως ανατολικό Τουρκεστάν.
Περαιτέρω, κατηγορεί τη Ρωσία για επιθετικότητα, επειδή συγκεντρώνει στρατό στα σύνορα της με την Ουκρανία – παρά το ότι το ουκρανικό καθεστώς που υποστηρίζεται από τις Η.Π.Α., πρόσφατα με την προμήθεια θανατηφόρων όπλων αξίας 125 εκ. $, παραβιάζει συνεχώς την ασταθή εκεχειρία στην κατοικημένη από Ρώσους ανατολική Ουκρανία (Donbass), κλιμακώνοντας μία ανθρωπιστική κρίση.
Όσον αφορά την Κίνα, λίγες ημέρες πριν το τέταρτο πολεμικό πλοίο καταστροφής πυραύλων (missile destroyer), πέρασε από τα Στενά της Ταιβάν που χωρίζουν το νησί από την ηπειρωτική Κίνα, από τότε που ανέλαβε ο Biden (πηγή) – θυμίζοντας πως η Κίνα έχει εδαφικές διεκδικήσεις στην Ταιβάν, οι οποίες αναγνωρίζονται από τη συντριπτική πλειοψηφία των κρατών, συμπεριλαμβανομένων έως πρόσφατα των Η.Π.Α., στα πλαίσια της πολιτικής «Μία Κίνα».
Το τελευταίο χρονικό διάστημα όμως ο Biden, όπως και ο προκάτοχος του Trump, τοποθετούνται σκόπιμα εναντίον της συγκεκριμένης πολιτικής – στέλνοντας εκπροσώπους στο νησί για επίσημες επισκέψεις, αυξάνοντας τις πωλήσεις όπλων και δηλώνοντας προκλητικά δημοσίως πως θα υπερασπισθούν την Ταιβάν, σε περίπτωση εισβολής κινεζικών δυνάμεων. Την ίδια στιγμή ανώτερος αξιωματούχος της Ταιβάν προειδοποίησε πως η χώρα του θα καταρρίψει κινεζικά αεροσκάφη που τυχόν θα πλησιάσουν τα εδάφη της (πηγή) – κάτι που αποτελεί πρόκληση για την εδαφική ακεραιότητα και την κυριαρχία της Κίνας.
Όλα αυτά συμβαίνουν βέβαια, επειδή οι Η.Π.Α. θέλουν να παραμείνουν κυρίαρχοι του πλανήτη – αποτρέποντας την άνοδο της Ρωσίας και της Κίνας που οδηγεί σε μία πολυπολική παγκόσμια τάξη, παρά το ότι οι δύο τελευταίες τοποθετούνται υπέρ της ειρηνικής συνύπαρξης μεταξύ των εθνών που βασίζεται στον αμοιβαίο σεβασμό και κυρίως στην τήρηση του διεθνούς δικαίου.
Ένας τέτοιος πολυπολικός κόσμος όμως θεωρείται ανάθεμα για τις Η.Π.Α., οι οποίες θέλουν τη συνέχιση της μονοπολικής κυριαρχίας τους – μεταξύ άλλων για τη διατήρηση του δολαρίου ως παγκοσμίου αποθεματικού νομίσματος, κάτι που είναι ζωτικής σημασίας για τη στήριξη της οικονομίας τους. Μίας οικονομίας που βασίζεται στην κατανάλωση με δανεικά, στο συνεχές τύπωμα χρημάτων χωρίς αντίκρισμα ήδη από το 1971 που εγκατέλειψαν μονομερώς τον κανόνα του χρυσού (ανάλυση), στα θηριώδη ελλείμματα του προϋπολογισμού, στο χρηματιστηριακό καζίνο κοκ. – ακόμη καλύτερα, στο σύστημα του χρέους (ανάλυση), καθώς επίσης στο δολάριο που στηρίζεται στο καρτέλ και στο στρατό (ανάλυση).
Είναι δεδομένη πάντως η μετατόπιση της παραγωγής στην Κίνα και γενικότερα στην Ευρασία που προσφέρουν ένα εναλλακτικό οικονομικό μοντέλο, στο μονοπωλιακό καπιταλισμό των Η.Π.Α. (πηγή) – τη σοσιαλιστικά προγραμματισμένη οικονομία που στηρίζεται σε ένα μείγμα δημόσιας και ιδιωτικής ιδιοκτησίας, αποκαλούμενη «κρατικός καπιταλισμός» (πηγή).
Η επιτυχία δε της Κίνας να απομακρύνει πολλά εκατομμύρια ανθρώπων από τη φτώχεια και να δημιουργήσει μία ευημερούσα μεσαία τάξη, όταν το Αμερικανικό σύστημα παράγει μαζικά φτώχεια, εισοδηματικές ανισότητες και φούσκες, καταστρέφοντας τη μεσαία τάξη, ήταν φυσικό να προβληματίσει τις Η.Π.Α. – οι οποίες έχουν διαπιστώσει πως το δικό τους εταιρικό καπιταλιστικό σύστημα δεν μπορεί να ανταγωνισθεί το κινεζικό, οδηγώντας τες στην παρακμή. Εύλογα πάντως, όταν τα εισοδήματα του 0,01% του πληθυσμού τους αυξάνονται 15 φορές πιο γρήγορα από αυτά του κατώτερου 90% (γράφημα) – το οποίο οδηγείται σταδιακά στη φτώχεια, στην εξαθλίωση και στην κοινωνική απομόνωση.
Στα πλαίσια αυτά οι Η.Π.Α., προσπαθώντας να αντιστρέψουν την ιστορική παρακμή, έχουν επιλέξει τον κλιμακούμενο μιλιταρισμό εναντίον αυτών που αντιλαμβάνονται ως εχθρούς τους: εναντίον της Κίνα και της Ρωσίας που υποστηρίζουν έναν πολυπολικό πλανήτη, αρνούμενες να αποδεχθούν την αμερικανική ηγεμονία και μονοκρατορία.
Οι κινήσεις του ΝΑΤΟ
Συνεχίζοντας, οι Η.Π.Α., η Μ. Βρετανία, η Γερμανία και άλλες δυνάμεις του ΝΑΤΟ, ενώ κυοφορείται η πολεμική σύγκρουση των δύο άλλων «αντιπροσώπων», του Ισραήλ και του Ιράν, προέτρεψαν τη Ρωσία να αποκλιμακώσει τη συγκέντρωση των στρατευμάτων στο έδαφος της – όταν την ίδια στιγμή το ΝΑΤΟ, υπό την ηγεσία των Η.Π.Α., συγκεντρώνει δυνάμεις στα σύνορα της Ρωσίας, με το ουκρανικό καθεστώς να ζητάει ανοιχτά την υποστήριξη της δυτικής στρατιωτικής συμμαχίας, στις επιθέσεις του εναντίον του ρωσικού εθνοτικού πληθυσμού στο Donbass.
Προφανώς είναι παράδοξο να απαιτούν την απόσυρση στρατευμάτων μίας χώρας, όταν αυτά κινούνται στο εσωτερικό της – υπενθυμίζοντας πως το ουκρανικό καθεστώς δεν εφαρμόζει την ειρηνευτική συμφωνία του Minsk του 2015, η οποία υποχρεώνει την Ουκρανία να παραχωρήσει πολιτική αυτονομία στην περιοχή (χάρτης). Η μη εφαρμογή της συμφωνίας που θα έθετε τέλος στον επταετή εμφύλιο πόλεμο έχει ενθαρρυνθεί από τις Η.Π.Α., την ΕΕ και το ΝΑΤΟ – με τον ισχυρισμό πως η Ουκρανία αντιμετωπίζει τη ρωσική επιθετικότητα.
Εν προκειμένω, οι Η.Π.Α. έχουν προμηθεύσει την Ουκρανία με όπλα αξίας πολλών δις δολαρίων – ενώ το ΝΑΤΟ έχει επικυρώσει επανειλημμένα τη μελλοντική ένταξη της Ουκρανίας στη στρατιωτική συμμαχία, γνωρίζοντας προφανώς πως κάτι τέτοιο θα αποτελούσε δραματικό κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια της Ρωσίας. Από την άλλη πλευρά, η Ρωσία έχει κάθε δικαίωμα να κινητοποιεί στρατιωτικές δυνάμεις για την εξασφάλιση της άμυνα της εντός των συνόρων της – έχοντας δηλώσει πολλές φορές πως δεν αποτελεί απειλή για κανένα κράτος.
Εν τούτοις το Αμερικανικό κατεστημένο, μέσω των διατεταγμένων δικτύων ενημέρωσης όπως το CNN, έχει «κατασκευάσει» αναφορές που αποδεικνύουν πως ο ρωσικός στρατός ετοιμάζεται να εισβάλλει στην Ουκρανία – όταν την ίδια στιγμή πάνω από 30.000 στρατεύματα του ΝΑΤΟ διεξάγουν πολεμικές ασκήσεις κατά μήκος όλων των δυτικών συνόρων της Ρωσίας, από τη Βαλτική έως τη Μαύρη Θάλασσα.
Πρόσφατα δε δύο Αμερικανικά πολεμικά πλοία (καταστροφείς πυραύλων), υπό τις οδηγίες των Η.Π.Α., σχεδίαζαν να εισέλθουν στη Μαύρη Θάλασσα μέσω των Στενών του Βοσπόρου – για να υποστηρίξουν την Ουκρανία (πηγή). Ευτυχώς όμως αποσύρθηκαν, ματαιώθηκε δηλαδή η ενέργεια, όταν ο ρωσικός στόλος της Μαύρης Θάλασσας έστειλε μία μοίρα πολεμικών πλοίων για να τα συναντήσει – γεγονός που όμως δεν παύει να σημαίνει πως οι σχέσεις μεταξύ των δύο πυρηνικών δυνάμεων είναι τεταμένες.
Πόσο μάλλον όταν η κυβέρνηση Biden ανακοίνωσε έναν νέο κύκλο σκληρών κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας (πηγή), συμπεριλαμβανομένης της απέλασης δέκα διπλωματών από τα εδάφη των Η.Π.Α. – μέτρα που υπονομεύουν την ικανότητα της Ρωσίας να συγκεντρώσει κεφάλαια από τις διεθνείς χρηματαγορές, με την έκδοση κρατικών ομολόγων. Προφανώς πρόκειται για μία κλιμάκωση του οικονομικού πολέμου που διεξάγουν οι Η.Π.Α. εναντίον της Ρωσίας – με την επίκληση των στρατιωτικών εντάσεων στην Ουκρανία, της κακόβουλης συμπεριφοράς, της ρωσικής επέμβασης στις εκλογές και την πειρατεία στον κυβερνοχώρο, χωρίς όμως να έχουν οι Αμερικανοί καμία απόδειξη.
Η Ρωσία βέβαια απάντησε ανάλογα, ενώ ο πρόεδρος Biden δήλωσε πως οι κυρώσεις είναι «αναλογικές» και ότι δεν θέλει να κλιμακώσει τις εχθροπραξίες του εναντίον της – θεωρώντας προφανώς ανόητη τη διεθνή κοινή γνώμη. Αναφέρθηκε επίσης σε τηλεφωνική συνομιλία με τον πρόεδρο Putin, κατά την οποία τον κάλεσε σε μία συνάντηση «πρόσωπο με πρόσωπο» – για να συζητήσει μαζί του σχετικά θέματα.
Ενδιαφέρουσα πάντως είναι η στάση της Γερμανίας η οποία, ενώ φαίνεται να στηρίζει τις Η.Π.Α. και το ΝΑΤΟ, προωθεί ταυτόχρονα τον αγωγό Nord Stream 2 σε συνεργασία με τη Ρωσία και εναντίον των Αμερικανικών «υποδείξεων» – πόσο μάλλον όταν γνωρίζουμε πως ο μεγαλύτερος φόβος της υπερδύναμης είναι η τυχόν συνεργασία της Γερμανίας με τη Ρωσία.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, από την πλευρά της οικονομίας δεν υπάρχει καμία αμφιβολία σχετικά με το ότι, οι Η.Π.Α. ευρίσκονται σε πορεία παρακμής – αφού το σύστημα τους έχει αποτύχει πλήρως, ευρισκόμενο επί πλέον στα όρια της κατάρρευσης που θα προκαλούσε μεγάλες κοινωνικές αναταραχές και εξεγέρσεις. Η μη ισορροπημένη αναδιανομή των εισοδημάτων είναι μεγαλύτερη από την αντίστοιχη πριν το κραχ του 1929 και τη Μεγάλη Ύφεση, το δημόσιο και ιδιωτικό χρέος τους τεράστιο, όπως επίσης τα δίδυμα ελλείμματα τους – ενώ οι φούσκες στις αγορές παγίων, ιδίως στις μετοχές, μοναδικές στα ιστορικά χρονικά.
Ειδικότερα, το δημόσιο χρέος τους από 108% του ΑΕΠ το 2019 ξεπέρασε το 130% το 2020, έχοντας αυξηθεί κατά 4,21 τρις $ – η μεγαλύτερη αύξηση που έχει σημειωθεί στα ιστορικά χρονικά (πηγή). Την ίδια στιγμή, η νέα κυβέρνηση σχεδιάζει μέτρα άνω των 5 τρις $ (ανάλυση) – γεγονός που σημαίνει πως σε ένα ΑΕΠ της τάξης των 21,5 τρις $ (πηγή) θα υπερβούν το 23%, αν και φυσικά σταδιακά στα επόμενα χρόνια.
Εκτός όμως από την απορία σχετικά με το πού θα βρεθούν τα χρήματα, ο εφιάλτης της επόμενης ημέρας στοιχειώνει την αμερικανική κυβέρνηση – η οποία γνωρίζει πολύ καλά πως το κραχ που είχε ξεκινήσει ήδη από το Σεπτέμβριο του 2019 από τις αγορές των repos (ανάλυση), έχοντας κλιμακωθεί στις αρχές του 2020, αποφεύχθηκε τελικά επειδή κρύφτηκε πίσω από την πανδημία που έδωσε τη δυνατότητα στη Fed να διπλασιάσει τη ρευστότητα, χωρίς να προκληθεί υπερπληθωρισμός και μαζική φυγή από το δολάριο.
Στα πλαίσια αυτά, το στρατιωτικό βιομηχανικό σύμπλεγμα που στην ουσία κυβερνάει τη χώρα, φαίνεται πως έχει επιλέξει τη σύγκρουση με τη Ρωσία και με την Κίνα, για να αποφύγει την κατάρρευση – ενώ από την άλλη πλευρά ούτε η Κίνα, ούτε η Ρωσία είναι πρόθυμες να υποχωρήσουν, αποδεχόμενες την αμερικανική μονοκρατορία, με τον ψυχρό πόλεμο μεταξύ τους να μαίνεται. Ως εκ τούτου, οι συνεχιζόμενες προειδοποιήσεις του προέδρου Putin όσον αφορά τον κίνδυνο να ξεσπάσει ένας παγκόσμιος πόλεμος, φαίνονται ρεαλιστικές – ελπίζοντας να αλλάξουν τελικά στάση οι Η.Π.Α.
----
Εγγραφείτε στο κανάλι της "Μέσης Γραμμής" στο Youtube